Έκλεισε χθες μια από τις πολύκροτες υποθέσεις του σκανδάλου με τον Συνεργατισμό, αυτή που αφορούσε επτά δάνεια από τη ΣΠΕ Στροβόλου με δέκα κατηγορούμενους, επτά φυσικά πρόσωπα και τρεις εταιρείες. Το Εφετείο απέρριψε και τις έξι εφέσεις που καταχώρησε η Νομική Υπηρεσία κατά πέντε φυσικών προσώπων και μιας εταιρείας, βάζοντας έτσι οριστικό τέλος στην υπόθεση που άρχισε από το 2017, εκδικάστηκε το 2021 και εκδόθηκε απόφαση από το Κακουργιοδικείο Λευκωσίας στις 16/12/2021, με την οποία αθώωνε όλους τους κατηγορούμενους.
Το Εφετείο (ποινική διαδικασία με άλλη σύνθεση αφού εξαιρέθηκαν και οι τρεις Δικαστές του) σε μια απόφαση 72 σελίδων έκρινε πως δεν συντρέχουν λόγοι ακύρωσης της πρωτόδικης απόφασης, απορρίπτοντας ως αβάσιμους και τους έξι λόγους έφεσης, επικυρώνοντας έτσι την πρωτόδικη απόφαση. Οι τρεις Δικαστές του Εφετείου, Σταύρου, Κονή και Χριστοδουλίδη – Μέσσιου, αφού αναφέρθηκαν στις πρόνοιες του νόμου 137 που επιτρέπει στον Γενικό Εισαγγελέα να καταχωρεί έφεση κατά αθωωτικής απόφασης, έκριναν ότι οι πλείστοι λόγοι έφεσης δεν εμπίπτουν στις πρόνοιες αυτές, αφού αφορούν αξιολόγηση μαρτυρίας, γι’ αυτό και τους απέρριψε.
Ειδικά στο θέμα των κατηγοριών περί πλαστογραφίας, ήταν η θέση της Νομικής Υπηρεσίας που εκπροσωπήθηκε από την Εισαγγελέα Πολίνα Ευθυβούλου, ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο προσέγγισε τη μαρτυρία μικροσκοπικά και απομόνωσε επουσιώδη και/ή μη σχετική μαρτυρία, την ανήγαγε σε ουσιώδη και αγνόησε ουσιώδη και/ή μη αμφισβητούμενα γεγονότα, καταλήγοντας έτσι σε εσφαλμένα συμπεράσματα. Σύμφωνα με το Εφετείο, «στη γενικότητα της, είναι ορθή η θέση ότι η μαρτυρία θα πρέπει να αντικρίζεται και να προσεγγίζεται σφαιρικά, ώστε το Δικαστήριο να διατηρεί επαφή με την πραγματική εικόνα που εκπέμπεται και να μπορεί έτσι να εξαγάγει λογικά συμπεράσματα και να καταλήγει σε ορθολογιστική ετυμηγορία. Οι κατηγορίες αδικημάτων που προσάπτονται όμως σε κατηγορούμενους, εξετάζονται μικροσκοπικά, υπό την έννοια ότι το Δικαστήριο θα πρέπει, θέτοντας πολύ υψηλό πήχη, να ικανοποιηθεί ότι κάθε επιμέρους συστατικό στοιχείο έχει στοιχειοθετηθεί στον απαιτούμενο βαθμό, προτού να προχωρεί σε κατάληξη ενοχής. Με άλλα λόγια, δεν επιτρέπονται εκπτώσεις στο βάρος απόδειξης. Ούτε Δικαστήριο νομιμοποιείται να ακολουθήσει προσεγγίσεις του τύπου – αφού υπάρχουν στοιχεία και μαρτυρία που καταδεικνύουν αξιόμεπτη συμπεριφορά σε ό,τι αφορά τη γενική αντίληψη περί πλαστογραφίας και/ή απόσπασης χρημάτων, άρα οι κατηγορούμενοι μπορούν να καταδικαστούν στις ομώνυμες ή και σε συναφείς κατηγορίες».
Περαιτέρω, το Εφετείο αναφορικά με το θέμα της συνωμοσίας προς καταδολίευση, εκφράζει τη διαφωνία του με τον εφεσείοντα Γενικό Εισαγγελέα, ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο τελούσε σε νομική πλάνη, προχωρώντας στα ευρήματα (πως δεν υπήρχε μαρτυρία άμεση ή περιστατική ότι συνωμότησαν) ούτε ότι παραγκώνισε τη δοθείσα μαρτυρία, αθωώνοντας συνακόλουθα τους κατηγορούμενους. Ομοίως, «δεν δεχόμαστε ότι ο συλλογισμός του Δικαστηρίου πέραν από αντινομικός είναι και το λιγότερο προκλητικός», ως αναφέρεται στη σελ.92 του διαγράμματος αγόρευσης του εφεσείοντος. «Τα πιο πάνω ευρήματα, σημειώνεται, (με εξαίρεση ίσως την προτελευταία παράγραφο) ως επίσης και η κατάληξη του Δικαστηρίου ήταν δικαιολογημένα, δεδομένου του τρόπου διατύπωσης των κατηγοριών, της υπόθεσης ως προωθήθηκε στο Δικαστήριο, των αναφορών που έγιναν από την Κατηγορούσα Αρχή, αλλά και της μαρτυρίας που προσκομίστηκε».
Υπενθυμίζεται ότι αθώα κρίθηκαν από το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας τα δέκα, νομικά και φυσικά πρόσωπα, που κατηγορούνταν αναφορικά με επτά δάνεια που παραχώρησε η ΣΠΕ Στροβόλου. Στο εδώλιο του κατηγορουμένου βρέθηκαν οι Δημητράκης Σταύρου, Ερωτόκριτος Χλωρακιώτης, Μαρία Χλωρακιώτου, Καρολίνα Αγγελοπούλου, Μαρία Χρυσάνθου, Κωνσταντίνος Λύρας, Γιώργος Μαυρέας και οι εταιρείες Detiero Enterprises Ltd, CHL Enterprises Ltd και Ktimatiki kotrona Ltd. Οι εφέσεις στρέφονταν μόνο κατά των Σταύρου, Χλωρακιώτη, Μαυρέα, Λύρα και της εταιρείας Detiero.
Το κατηγορητήριο της υπόθεσης περιλάμβανε 48 κατηγορίες που αφορούσαν αδικήματα συνωμοσίας προς καταδολίευση, απόσπασης αγαθών με ψευδείς παραστάσεις, πλαστογραφίας και κυκλοφορίας πλαστού εγγράφου, ψευδών λογαριασμών, αθέμιτης κτήσης περιουσίας, κατάχρησης εξουσίας καθώς και αδικήματα συγκάλυψης. Υπενθυμίζεται ότι το κατηγορητήριο της υπόθεσης καταχωρήθηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας στις 21/12/2017 και στις 27/3/2018 η υπόθεση παραπέμφθηκε στο Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας.
Όπως επισήμανε στην απόφασή του το Εφετείο, η δίκη τους διήρκησε έναν χρόνο, κατέθεσαν 61 μάρτυρες και κατατέθηκαν 480 τεκμήρια.