Τέσσερις σχολές του Πανεπιστημίου Κύπρου έχουν μπει στο κάδρο για την προσφορά αγγλόφωνων προπτυχιακών προγραμμάτων, θέμα το οποίο προκαλεί έντονες αντιδράσεις και βρίσκεται εδώ και καιρό ενώπιον της επιτροπής Παιδείας της Βουλής. Πρόκειται για την Πολυτεχνική Σχολή, τη Σχολή Οικονομικών και Διοίκησης, τη Σχολή Θετικών και Εφαρμοσμένων Επιστημών καθώς και τη Φιλοσοφική Σχολή.
Αυτή, τουλάχιστον, είναι η ενημέρωση που έχει λάβει επίσημα η κοινοβουλευτική επιτροπή Παιδείας μέσω σημειώματος του γενικού διευθυντή του υπουργείου Παιδείας, Γιώργου Παντελή.
Σημειώνεται ότι το εν λόγω σημείωμα περιλαμβάνει απαντήσεις σε σημεία και ερωτήματα που τέθηκαν από τους βουλευτές αναφορικά με το νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας που προνοεί την προσφορά αγγλόφωνων προπτυχιακών προγραμμάτων σπουδών από τα δημόσια πανεπιστήμια και γενικότερα με τον σχεδιασμό που υπάρχει από τους εμπλεκόμενους φορείς.
Αναφορικά με τις τέσσερις σχολές, στο σημείωμα το οποίο κατέχει ο «Φ», αναφέρεται οι πρώτες επαφές μεταξύ των Τμημάτων έχουν ξεκινήσει και οι προτάσεις αφορούν κυρίως σε διατμηματικά-διεπιστημονικά προπτυχιακά προγράμματα σπουδών.
Στο ερώτημα κατά πόσο έχουν γίνει υπολογισμοί για το ύψος των διδάκτρων σε αυτά τα προγράμματα, η ενημέρωση που έχει λάβει η Επιτροπή είναι πως αυτό είναι αναπόσπαστο μέρος της έκθεσης βιωσιμότητας. Όπως σημειώνεται χαρακτηριστικά, θα καθορίζεται στη βάση των εξόδων λειτουργίας του προγράμματος και του ελάχιστου αριθμού εισακτέων ώστε να μπορεί να λειτουργήσει το πρόγραμμα από παιδαγωγικής πτυχής.
Διευκρινίζεται δε, πως τα έξοδα λειτουργίας του κάθε προγράμματος επηρεάζονται από το παιδαγωγικό περιεχόμενο και τις ιδιαιτερότητες του αντικειμένου σπουδών. «Συνεπώς, το ύψος των διδάκτρων θα καθορίζεται ανά περίπτωση για κάθε συγκεκριμένο πρόγραμμα σπουδών», αναφέρεται χαρακτηριστικά στο σημείωμα του Υπουργείου. Επίσης, τονίζεται ότι το προτεινόμενο ύψος διδάκτρων θα εγκρίνεται από τα αρμόδια όργανα του πανεπιστημίου όπως και από τον αρμόδιο Υπουργό, ενώ η τελική απόφαση θα λαμβάνεται από το Υπουργικό Συμβούλιο.
Στο σημείο αυτό, στο έγγραφο αναφέρεται πως η διαδικασία υπολογισμού των διδάκτρων βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο για το πρόγραμμα που προτείνεται να προσφέρεται από τη Σχολή Οικονομικών και Διοίκησης, ωστόσο, για την οριστικοποίηση του τελικού ύψους χρειάζεται η έγκριση των Κανονισμών που έχει ενώπιον της η Βουλή.
Αυτοχρηματοδότηση και βιωσιμότητα
Ομολογουμένως, το θέμα της χρηματοδότησης αυτών των προγραμμάτων καθώς και της βιωσιμότητάς τους, έχει τεθεί επί τάπητος σε όλες τις συνεδρίες που έχει πραγματοποιήσει μέχρι τώρα η επιτροπή Παιδείας για το ζήτημα αυτό. Στο ενημερωτικό σημείωμα αναφέρεται ότι «τα προγράμματα θα είναι πλήρως αυτοχρηματοδοτούμενα, δηλαδή τα έξοδά τους θα καλύπτονται αποκλειστικά από τα έσοδά τους. Τα έσοδα θα περιλαμβάνουν δίδακτρα και τυχόν εξωτερικές χρηματοδοτήσεις από άλλους οργανισμούς ή φυσικά πρόσωπα του εσωτερικού ή του εξωτερικού που θα διασφαλίζονται με ειδικά μνημόνια. Διευκρινίζεται ότι σε καμία περίπτωση το Πανεπιστήμιο Κύπρου δεν θα χρηματοδοτεί τη λειτουργία των ξενόγλωσσων προγραμμάτων από οποιαδήποτε έσοδα που αφορούν στην κρατική χορηγία».
Για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας των αγγλόφωνων προγραμμάτων αναφέρονται οι ακόλουθοι βασικοί άξονες:
>> Ανάλυση εσωτερικού και εξωτερικού περιβάλλοντος: Αναγνώριση των δυνατών σημείων και αδυναμιών που προκύπτουν από το Πανεπιστήμιο Κύπρου, καθώς και των ευκαιριών και απειλών που πηγάζουν από το εξωτερικό περιβάλλον.
>> Ανάλυση αγοράς: Εκτίμηση ζήτησης (μεγέθους αγοράς) σε διεθνές και τοπικό επίπεδο. Στατιστικές και άλλες μελέτες όπως και επαφές με οργανωμένους φορείς της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης για εκτίμηση των αναγκών και του δυνητικού αριθμού φοιτητών είναι κάποια από τα εργαλεία που θα αξιοποιηθούν.
>> Ανάλυση ανταγωνισμού σε διεθνές και τοπικό επίπεδο ώστε να καθοριστεί η έντασή του (αριθμός ανταγωνιστικών προγραμμάτων, σύγκριση περιεχομένου προγραμμάτων και τίτλων σπουδών, δίδακτρα).
>> Εκτίμηση κόστους: Περιλαμβάνει τις πραγματικές τρέχουσες, λειτουργικές, διαχειριστικές και κεφαλαιουχικές δαπάνες του προγράμματος, π.χ., το κόστος διδασκαλίας, χρήσης εγκαταστάσεων, μαθησιακού υλικού, πληροφορικών και τεχνολογικών συστημάτων, προώθησης και προβολής προγράμματος, κ.ά.
>> Διαφοροποίηση προγράμματος σπουδών και επιλογή αγοράς στόχου ώστε να διασφαλίζεται η διαχρονικά συνεχής ομαλή ροή φοιτητών και κατ’ επέκταση των εσόδων του προγράμματος.
>> Οικονομική κατάσταση του προγράμματος θα προκύπτει στη βάση των εσόδων και των εξόδων (πραγματικό κόστος) για περίοδο πέντε ετών.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στο ενδεχόμενο που δεν θα υπάρχει βιωσιμότητα ενός προγράμματος, δεν περιλαμβάνεται πρόνοια χρηματοδότησής του από το υπουργείο Παιδείας. Αντίθετα, προγράμματα που θα εξελίσσονται ως μη βιώσιμα, το Υπουργείο θα καλεί τα πανεπιστήμια να προβούν στις δέουσες ενέργειες για τερματισμό της εισδοχής νέων φοιτητών σε αυτά και στην κατάργησή τους.
Διδάσκοντες καθηγητές και τρόποι εισδοχής φοιτητών
Σύμφωνα με την ενημέρωση, στα εν λόγω προγράμματα θα απασχοληθεί πρόσθετο διδακτικό προσωπικό, ενώ στα διαπανεπιστημιακά προγράμματα η συμβολή στο διδακτικό έργο και προσωπικού από τα συνεργαζόμενα ακαδημαϊκά ιδρύματα αναμένεται να είναι ουσιώδης. Οι ανάγκες αναμένεται να διαφέρουν για κάθε ξενόγλωσσο πρόγραμμα σπουδών. Οι βασικότερες κατηγορίες κόστους των ξενόγλωσσων προγραμμάτων αφορούν σε αμοιβές διδακτικού προσωπικού, κόστος χρήσης υποδομών και εγκαταστάσεων και άλλα λειτουργικά έξοδα και διοικητικά έξοδα.
Ένα ακόμα καυτό σημείο που απασχολεί έντονα, κυρίως όσους διαφωνούν με την προσφορά ξενόγλωσσων προπτυχιακών προγραμμάτων σπουδών από τα δημόσια πανεπιστήμια, είναι και το κατά πόσον απειλούνται οι προσφερόμενες θέσεις που δίνονται στους μαθητές των δημόσιων σχολείων που παρακάθονται στις Παγκύπριες Εξετάσεις.
Για αυτό το ζήτημα, το σημείωμα αναφέρει: «Η προσφορά θέσεων στα ελληνόφωνα προγράμματα δεν συνδέεται με οποιοδήποτε τρόπο με τα ξενόγλωσσα προγράμματα. Ο αριθμός των προσφερόμενων θέσεων καθορίζεται με παντελώς διακριτές διαδικασίες και κριτήρια και υπόκειται στην έγκριση του υπουργείου Παιδείας και ακολούθως του Υπουργικού Συμβουλίου». Επίσης, σημειώνεται: «Σε ελληνόφωνα προγράμματα η εισδοχή πραγματοποιείται μέσω Παγκυπρίων Εξετάσεων και οι προτεινόμενες τροποποιήσεις δεν μεταβάλλουν με κανένα τρόπο την υφιστάμενη διαδικασία εισδοχής. Στα ξενόγλωσσα προπτυχιακά προγράμματα, βάσει των προτεινόμενων Κανονισμών, η εισδοχή θα πραγματοποιείται μέσω διεθνών εξετάσεων GCE/ International Baccalaureate ή άλλων ισοδύναμων διεθνών εξετάσεων, καθ’ ότι στόχος είναι η προσέλκυση ξένων φοιτητών». Τονίζεται ότι όλοι οι απόφοιτοι σχολείων Μέσης Εκπαίδευσης της Κύπρου έχουν το δικαίωμα να διεκδικήσουν θέση και στις δύο κατηγορίες προγραμμάτων σπουδών (ελληνόφωνα και ξενόγλωσσα), βάσει των κριτηρίων εισδοχής για κάθε περίπτωση.