Στράβωσε η κατασκευή του νέου Αρχαιολογικού Μουσείου στο χώρο του παλαιού νοσοκομείου Λευκωσίας, τουλάχιστον ως προς τα χρονοδιαγράμματα, αν ληφθεί υπόψιν πως ο εργολάβος διεκδικεί καθυστερήσεις 11 μηνών, κάτι το οποίο παραπέμπει σε επιμήκυνση του χρόνου ολοκλήρωσης καθώς και σε αύξηση του κόστους.

Βεβαίως, όπως μας υπεδείχθη από πλευράς του Τμήματος Δημοσίων Έργων, το γεγονός ότι ο εργολάβος διεκδικεί καθυστερήσεις δεν σημαίνει ότι θα γίνουν δεκτές ή ότι θα γίνουν δεκτές στο σύνολό τους.

Σε πρώτη φάση ο εργολάβος διεκδίκησε καθυστερήσεις περίπου 9 μηνών, χωρίς να περιλάβει σε αυτές τις μέρες της απεργίας στον κλάδο έτοιμου σκυροδέματος (Νοέμβριος 2024), κάτι το οποίο προφανώς έπραξε στην πορεία με αποτέλεσμα να αυξηθούν οι διεκδικήσεις.

Σημειώνεται, πως υπό κανονικές συνθήκες το έργο προγραμματίστηκε να παραδοθεί τον Ιούλιο του 2026, με το κόστος να ανέρχεται στα €143.924.216.

Διευκρινίζεται πάντως, πως το Τμήμα Δημοσίων Έργων το οποίο παρακολουθεί την υλοποίηση του έργου, δεν έχει πρόθεση να δεχθεί το σύνολο των απαιτήσεων του εργολάβου θεωρώντας προφανώς ότι είναι υπερβολικές.

Πέραν της καθυστέρησης που παρατηρήθηκε κατά τη διάρκεια της απεργίας, η οποία φαίνεται να δικαιολογείται (έστω και αν υπήρχε η δυνατότητα εκτέλεσης άλλων εργασιών στο εργοτάξιο), σύμφωνα με πληροφορίες του «Φ», ο εργολάβος διεκδικεί και άλλες καθυστερήσεις. Αυτές, ανάμεσα σε άλλα, αφορούν αίτημα του εργοδότη για κάποιες αλλαγές (οι οποίες αφορούσαν επιπρόσθετες στηρίξεις οι οποίες άπτονταν του στατικού μέρους του κτηρίου) ενώ περιορισμένος αριθμός ημερών φαίνεται να δικαιολογούνται, υπό την έννοια ότι αφορούν την έκδοση ανακοινώσεων από το Τμήμα Επιθεώρησης Εργασίας για τερματισμό των εργασιών στα εργοτάξια ένεκα ψηλών θερμοκρασιών.

Ο εργολάβος φαίνεται να διεκδικεί και χρόνο καθυστέρησης σχετικά με όγκους σκυροδέματος που είχαν εντοπιστεί στο υπέδαφος κατά τη διάρκεια των εκσκαφών και οι οποίες αφορούσαν παλαιότερες κατασκευές επί αγγλοκρατίας. Οι όγκοι σκυροδέματος είχαν εντοπιστεί στο αρχικό στάδιο του έργου.

«Στο συμβόλαιο υπάρχει πρόνοια ότι ο ιδιοκτήτης του έργου, που είναι η κυβέρνηση ακούει και συζητά τα αιτήματα του εργολάβου και η ομάδα του έργου θα κρίνει με βάση τα δικά της δεδομένα τι δικαιούται ο εργολάβος και θα υποβάλει έκθεση στην Τμηματική Επιτροπή Αλλαγών και Απαιτήσεων (ΤΕΑΑ) και στην Κεντρική Επιτροπή Αλλαγών και Απαιτήσεων (ΚΕΑΑ)», ανέφερε στον «Φ», λειτουργός του Τμήματος Δημοσίων Έργων. Οι δύο Επιτροπές θα αποφασίσουν ως προς τις ενδεικνυόμενες παρατάσεις. Ήδη το θέμα ετέθη ενώπιον τους και εξετάζεται.

Το Τμήμα Δημοσίων Έργων θεωρεί πως το τελευταίο διάστημα ο ρυθμός εκτέλεσης των εργασιών από πλευράς του εργολάβου παρουσιάζεται βελτιωμένος. Όπως μας ελέχθη, την τρέχουσα περίοδο, στο εργοτάξιο εργάζονται διάφορες ειδικότητες (σιδεράδες, κτίστες οι οποίοι ασχολούνται με την τοιχοποιία, τεχνικοί που δραστηριοποιούνται στη τοποθέτηση γυψοσανίδων, ηλεκτρολόγοι, μηχανολόγοι κ.α.). Οι εργασίες ξεκινούν από τα υπόγεια και εκτείνονται στο ισόγειο και γενικά η σημερινή εικόνα παρουσιάζεται βελτιωμένη σε σχέση με προηγουμένως κάτι στο οποίο συνέβαλε και η αύξηση του προσωπικού που εργάζεται στο εργοτάξιο. Εξάλλου, παράλληλα με την αύξηση της ροής της εργασίας, φαίνεται να έχουν επιλυθεί και τεχνικά προβλήματα τα οποία δυσχέραιναν την όλη διαδικασία.

Συμβατικά το έργο αναμενόταν να ολοκληρωθεί μέχρι την 9η Ιουλίου του 2026 αλλά λόγω καθυστερήσεων, προφανώς η παράδοση θα παραταθεί. Οι κατασκευαστικές εργασίες του έργου εκτιμήθηκε ότι θα ολοκληρωθούν εντός 42 μηνών και το συμβόλαιο περιλαμβάνει περίοδο συντήρησης δύο ετών ενώ προνοείται και διαπραγμάτευση για 10ετή συντήρηση.

Στο συμβόλαιο περιλαμβάνονται και εργασίες αποκατάστασης/συντήρησης ενός διατηρητέου κτηρίου και η κατεδάφιση άλλων υφιστάμενων κτηρίων.

Την ολοκλήρωση των εργασιών θα ακολουθήσει 18μηνη περίοδος για την ολοκλήρωση των μουσειογραφικών εργασιών, περιλαμβανομένης και της μεταφοράς και εγκατάστασης των εκθεμάτων, οπόταν η παράδοση του Μουσείου θα γίνει σε 60 μήνες και συγκεκριμένα το έτος 2028.

Το Μουσείο, συνολικού εμβαδού 30.000 τ.μ. (συμπεριλαμβανομένων υπογείων), θα ανεγερθεί σε οικόπεδο 40.000 τ.μ..

Θα περιλαμβάνει μόνιμους εκθεσιακούς χώρους 5.500 τ.μ. που θα φιλοξενούν γύρω στις 6.500 αρχαιότητες, χώρους περιοδικών εκθέσεων 1.000 τ.μ., χώρους εκπαιδευτικών προγραμμάτων, εργαστήρια συντήρησης 2.000 τ.μ., υπόγειους χώρους στάθμευσης, αποθήκες αρχαιοτήτων 5.000 τ.μ, εστιατόριο, καφετέρια, βιβλιοθήκη, αμφιθέατρο, γραφεία, πωλητήριο/ art shop και εκτενή τοπιοτέχνηση των εξωτερικών χώρων. Στα έργα τοπιοτέχνησης θα περιλαμβάνεται και δημόσια πλατεία με σιντριβάνι, η οποία θα σηματοδοτήσει και θα αναβαθμίσει τη νέα, βελτιωμένη εικόνα του αστικού κέντρου.

Σημειώνεται, πως σε τμήμα του υπογείου χώρου στάθμευσης θα διαμορφωθούν οι αποθήκες, τα εργαστήρια καθώς και χώροι εκπαιδευτικών προγραμμάτων του Μουσείου.

Εξάλλου, οι χώροι στάθμευσης θα είναι μεν κάτω από το επίπεδο του εδάφους αλλά θα είναι ανοικτοί και ορατοί από το επίπεδο του ισογείου, οπόταν ουσιαστικά δεν θα θεωρούνται υπόγειοι με τη στενή έννοια της λέξης. Ένας από τους βασικούς λόγους που δεν διαμορφώνονται υπόγειοι καλυμμένοι χώροι, αφορά την ασφάλεια των πολύτιμων εκθεμάτων του Μουσείου.