Ο ένας γιατρός της είπε τον Μάρτιο του 2024 ότι είχε τραχηλίτιδα και ο άλλος γιατρός δυο μήνες αργότερα εντόπισε καρκίνο σε προχωρημένο βαθμό, τρίτου σταδίου.
Το αποτέλεσμα ήταν η ασθενής να αρχίσει θεραπεία για τον καρκίνο που εξαπλώθηκε στα οστά και να αποβιώσει με τραγικό τρόπο τον περασμένο Ιανουάριο.
Πρόκειται για ισχυρισμό των οικείων προσώπων της 37χρονης θανούσας, που πήρε τη μορφή επίσημης καταγγελίας και τέθηκε ενώπιον αρμόδιων σωμάτων. Η 37χρονη επισκεπτόταν γνωστό Κύπριο γυναικολόγο ιατρικού κέντρου για ένα χρόνο. Σύμφωνα με τον ισχυρισμό/καταγγελία των οικείων της προσώπων, αν και παραπονιόταν για ενοχλήσεις, ο εν λόγω ιατρός την καθησύχαζε.
Είχε διαγνώσει πως υπήρχε μόλυνση και τραχηλίτιδα. Δυο μήνες μετά την τελευταία εξέταση η γυναίκα θέλησε να λάβει δεύτερη γνώμη. Διευθέτησε, λοιπόν, ραντεβού με άλλο γιατρό της συγκεκριμένης ειδικότητας κι εκεί ανατράπηκαν τα δεδομένα.
Ο τελευταίος αντιλαμβανόμενος ότι κάτι δεν πάει καλά, την παρέπεμψε αμέσως σε εξειδικευμένες ιατρικές εξετάσεις που έδειξαν πως έχει καρκίνο τρίτου σταδίου. Παρά τις θεραπείες, φαίνεται πως η κατάσταση δεν ήταν αναστρέψιμη λόγω μη έγκαιρης διάγνωσης. Το αποτέλεσμα ήταν η 37χρονη να αποβιώσει στην πατρίδα της όπου μετέβη.
Ήδη το περιεχόμενο της προαναφερθείσας καταγγελίας έχει διαβιβαστεί στον Παγκύπριο Ιατρικό Σύλλογο (ΠΙΣ) από δικηγόρο, η οποία ενεργεί για λογαριασμό της οικογένειας. Πληροφορίες του «Φ» αναφέρουν πως μόλις το περιστατικό καταγγελθεί και στη χώρα όπου απεβίωσε η ασθενής και γίνουν σχετικές διευθετήσεις, τότε η υπόθεση θα καταγγελθεί και στο ΤΑΕ Λευκωσίας.
Η καταγγελία που στάλθηκε μέσω δικηγόρου από το περασμένο Σάββατο στον ΠΙΣ περιλαμβάνει έγγραφα, ιατρικά πιστοποιητικά, αλλά και ντοκουμέντα επικοινωνίας του υπό καταγγελία γυναικολόγου με την ασθενή.
Στην εισαγωγική επιστολή δικηγόρου, που ενεργεί και για λογαριασμό της ανήλικης θυγατέρας της θανούσας, καταγράφονται οι θέσεις των οικείων της για τα γεγονότα που κρίνουν πως οδήγησαν στο θάνατο της 37χρονης. Εν συνεχεία, ζητείται από όπως αμέσως γίνει «διερεύνηση της υπόθεσης από τον Παγκύπριο Ιατρικό Σύλλογο, καθώς αν αποδειχθούν τα ως άνω, θεωρούμε ότι υπήρξε σοβαρή ιατρική αμέλεια, η οποία οδήγησε σε καθυστερημένη ιατρική διάγωνση και τελικά στην απώλεια της ζωής της ασθενούς».
Προστίθεται πως «η οικογένεια της εκλιπούσας θεωρεί ότι οι πράξεις και οι παραλείψεις του εν λόγω γυναικολόγου ενδέχεται να συνιστούν εγκληματική ιατρική αμέλεια και παραβίαση του δικαιώματος της ασθενούς σε έγκαιρη και σωστή ιατρική περίθαλψη».
Η επιστολή προς τον ΠΙΣ καταλήγει ως εξής: «Παρακαλούμε όπως μας ενημερώσετε άμεσα για την πρόοδο της εν λόγω έρευνας (…)».
Σε ό,τι αφορά την εκδοχή της οικογένειας για το ιστορικό της υπόθεσης, η δικηγόρος Κασσάνδρα Κουπαρή σημειώνει: «Η εκλιπούσα απεβίωσε σε ηλικία 37 ετών, επισκεπτόταν τον γυναικολόγο … από τις 4 Ιανουαρίου του 2023 έως και τον Μάρτιο του 2024 (…). Κατά τις επισκέψεις της, ο εν λόγω ιατρός τη διέγνωσε με μόλυνση και στη συνέχεια με τραχηλίτιδα, συνιστώντας φαρμακευτική αγωγή χωρίς περαιτέρω εξετάσεις.
Παρά τα συνεχή συμπτώματά της, ουδέποτε πραγματοποιήθηκε πιο ενδελεχής έλεγχος (…) Τον Μάιο του 2024 η ασθενής επισκέφθηκε διαφορετικό γυναικολόγο για δεύτερη γνώμη. Κατά την εξέταση, εντοπίστηκε μεγάλη ανοικτή πληγή στον τράχηλο της μήτρας, γεγονός που από μόνο του θα έπρεπε να έχει σημάνει άμεσο συναγερμό για περαιτέρω διερεύνηση ήδη από το 2023. Ο νέος γυναικολόγος … προχώρησε άμεσα σε βιοψία, η οποία κατέδειξε την ύπαρξη διηθητικού πλακώδους καρκίνου τραχήλου μήτρας σταδίου ΙΙΙ, με μεταστάσεις.
Η ασθενής παραπέμφθηκε επειγόντως σε ογκολόγο (…) και ξεκίνησε χημειοθεραπεία. Ωστόσο, η καθυστερημένη διάγνωση είχε οδηγήσει σε μη αναστρέψιμη εξέλιξη της νόσου, με αποτέλεσμα την εξάπλωση μεταστάσεων στα οστά. Δυστυχώς, η … μετέβη στην Βουλγαρία στις 3/12/2024 έχοντας τρομερούς πόνους και απεβίωσε μόλις έναν μήνα μετά την ολοκλήρωση της χημειοθεραπείας στις 8/1/2025, όπου οι ιατροί την έβαλαν σε τεχνητό κώμα».
Αρμόδια πηγή από τον ΠΙΣ, ανέφερε στον «Φ» ότι εφόσον το περιεχόμενο της καταγγελίας αξιολογηθεί θα τύχει του ανάλογου χειρισμού και θα προωθηθεί στα αρμόδια σώματα.