«Στο σκαμνί» της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ελέγχου κάθισε η Νομική Υπηρεσία σχετικά με την επιστολή της με την οποία ζητούσε ματαίωση της συζήτησης του θέματος που αφορά το δρόμο Πάφου-Πόλεως και η οποία θεωρήθηκε από τους βουλευτές εκβιαστική ή και ότι αποσκοπούσε σε φίμωση τους.

Σήμερα το πρωί η Εισαγγελέας κ. Ρένα Παπαέτη εμφανίστηκε ενώπιον της Επιτροπής Ελέγχου και όταν έκλεισαν οι πόρτες, της υπεδείχθησαν δύο παράγραφοι της επιστολής της που θεωρήθηκαν απαράδεκτες και ζητήθηκε η απόσυρσή τους.

Σύμφωνα με πληροφορίες του philenews, η κ. Παπαέτη προσπάθησε να πείσει τους βουλευτές πως απώτερος στόχος της επιστολής ήταν να αποτραπούν πιθανές επιπτώσεις στην Κυπριακή Δημοκρατία, δεδομένου ότι η διαφορά της κυβέρνησης με την κατασκευαστική εταιρεία βρίσκονται ενώπιον της δικαιοσύνης. Σύμφωνα πάντα με τις πληροφορίες μας, η κ. Παπαέτη ανέφερε ότι ο πιθανός επηρεασμός δυνατόν να προέλθει από αναφορές αξιωματούχων οι οποίοι θα λάμβαναν μέρος στη συζήτηση ενώπιον της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ελέγχου. Σύμφωνα με το σκεπτικό της Νομικής Υπηρεσίας, όπως αυτό μας μεταφέρθηκε, οι όποιες αναφορές αξιωματούχων δυνατόν να τύχουν αξιοποίησης από την εταιρεία ενώπιον Δικαστηρίων.

Όπως εξήγησε, για τη Νομική Υπηρεσία η σημαντικότερη παράγραφος της επιστολής είναι η ακόλουθη:

«Η Νομική Υπηρεσία που εκπροσωπεί την Δημοκρατία στις ως άνω δικαστικές διαδικασίες φρονεί ότι αναπόφευκτα, σε περίπτωση πραγματοποίησης ανοικτής συνεδρίας της Βουλής των Αντιπροσώπων και στην παρουσία των πρώην Αναδοχών εταιρειών, οι συζητήσεις και τα λεχθέντα σε αυτήν ενδέχεται να θέσουν σε σοβαρό κίνδυνο τα συμφέροντα της Κυπριακής Δημοκρατίας και την προώθηση τους. Τοποθετήσεις, θέσεις, απόψεις ή ισχυρισμοί που θα λεχθούν από τους προσκεκλημένους, είτε αυτές προέρχονται από τους πρώην ανάδοχους, είτε από κρατικούς αξιωματούχους δυνατόν να σχετίζονται με τα επίδικα ζητήματα και να τύχουν αξιοποίησης από τους αντιδίκους της Δημοκρατίας για σκοπούς άντλησης επιχειρημάτων και προώθησης ή ενίσχυσης ισχυρισμών τους, στις υπό εκδίκαση δικαστικές υποθέσεις για το ζήτημα αυτό».

Στη συνέχεια της υπεδείχθη αναφορά στην επιστολή, με τον οποίαν εμμέσως παροτρύνονταν αξιωματούχοι και λειτουργοί του δημοσίου να μην συμμετάσχουν στη συζήτηση.

Συγκεκριμένα βουλευτές επικαλέστηκαν την ακόλουθη παράγραφο:

«Υπό το φως των ανωτέρω, είναι η θέση της Νομικής Υπηρεσίας ότι, η προγραμματισθείσα συζήτηση του ως άνω θέματος, σημαντική πτυχή του οποίου αποτελεί υπό εκδίκαση ζήτημα σε δικαστήριο, δεν θα πρέπει να διεξαχθεί. Σε περίπτωση που θα αποφασιστεί να διεξαχθεί κανονικά η συνεδρία, η Νομική Υπηρεσία δεν θα παραστεί και θα συμβουλεύσει παρομοίως τους δημοσίους λειτουργούς και αξιωματούχους που κλήθηκαν να παραστούν, για τους πιο πάνω λόγους».

Η κ. Παπαέτη διαβεβαίωσε πως δεν υπήρχε πρόθεση να απαγορευθεί σε οποιονδήποτε να παρευρεθεί στη συνεδρία.

Βουλευτές ανέφεραν ότι τους ενόχλησε και η ακόλουθη παράγραφος μέσω της οποίας ουσιαστικά απειλούνταν εμμέσως με ποινική δίωξη.

«Σε κάθε περίπτωση και καθότι για το υπό συζήτηση ζήτημα εκκρεμούν δικαστικές διαδικασίες, όχι μόνον δεν κρίνεται ορθό να γίνονται δηλώσεις επί λεπτομερειών και/ή επίδικων θεμάτων δημοσίως και δη στη Βουλή των Αντιπροσώπων, ως αναλύεται ανωτέρω, αλλά τούτο ενδέχεται να συνιστά και καταφρόνηση του δικαστηρίου και συνακόλουθα ποινικό αδίκημα σύμφωνα με το άρθρο 44 του περί Δικαστηρίων Νόμου».

Σύμφωνα με πληροφορίες, μετά τη συζήτηση, η κ. Παπαέτη δεσμεύθηκε να αποσύρει την αρχική επιστολή και να αποστείλει νέα, από την οποίαν να αφαιρεθούν τα επίμαχα σημεία.

Αυτούσια η ανακοίνωση της Νομικής Υπηρεσίας

Στη σημερινή συνεδρία της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ελέγχου με θέμα συζήτησης τα συμβόλαια του δρόμου Πάφου-Πόλεως Χρυσοχούς, η Νομική Υπηρεσία της Δημοκρατίας εκπροσωπήθηκε από την Εισαγγελέα της Δημοκρατίας κα Ρένα Παπαέτη Χατζηκώστα, η οποία προέβη στην ακόλουθη δήλωση ως προς τη σχετική με το θέμα επιστολή που η Νομική Υπηρεσία απέστειλε στην Πρόεδρο της Βουλής κ. Αννίτα Δημητρίου χθες:

«Με αφορμή τη χθεσινή επιστολή της Νομικής Υπηρεσίας και της δημοσιότητας που έτυχε σε σχέση με τη σημερινή συνεδρία της Επιτροπής Ελέγχου, θεωρώ καθήκον μου να διευκρινίσω ότι, πρωταρχικός σκοπός της Νομικής Υπηρεσίας είναι η διαφύλαξη των νομίμων δικαιωμάτων του Κράτους. Ως εκ τούτου, η Νομική Υπηρεσία, ως ο νομικός σύμβουλος του Κράτους που εκπροσωπεί τη Δημοκρατία στις δικαστικές διαδικασίες που αφορούν στο υπό συζήτηση, στη σημερινή συνεδρία της Βουλής, θέμα, έκρινε ότι θα έπρεπε να επιστήσει την προσοχή της Βουλής για τις πιθανές δυσμενείς επιπτώσεις που τυχόν να είχαν οι τοποθετήσεις των προσκληθέντων, στους οποίους περιλαμβάνονται και οι πρώην ανάδοχοι της τερματισθείσας σύμβασης για τον δρόμο Πόλης-Πάφου και νυν αντίδικοι της Δημοκρατίας στις εκκρεμούσες δικαστικές διαδικασίες που εκκρεμούν τόσο στα δικαστήρια της Κύπρου όσο και της Ελλάδας. Εξού και η χθεσινή μας επιστολή, η οποία δυστυχώς, αντί να τύχει της ορθής ερμηνείας και αντιμετώπισης, ερμηνεύτηκε αποσπασματικά. Φράσεις οι οποίες παρερμηνεύτηκαν και/ή ενόχλησαν τη Βουλή απεσύρθησαν, καθότι αυτές ουδόλως αφορούσαν στην ουσία του ζητήματος για τον σκοπό για τον οποίο απεστάλη η επιστολή. Απόδειξη τούτου, είναι η κατόπιν νομικής συμβουλής παρουσία όλων των κρατικών λειτουργών που προσκλήθηκαν. Αυτό που έχει σημασία για τη Νομική Υπηρεσία είναι ότι ο σκοπός για τον οποίο εστάλη η επιστολή επιτεύχθηκε και η συνεδρία διεξήχθη κεκλεισμένων των θυρών, με την κάθε πλευρά να παρουσιάζει τις θέσεις της ξεχωριστά.»

Απαντώντας ακολούθως σε ερωτήσεις των λειτουργών των ΜΜΕ και απορρίπτοντας ισχυρισμούς βουλευτών περί δήθεν προσπάθεια φίμωσής τους από τη Νομική Υπηρεσία, η Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ήταν κατηγορηματική: «Ουδέν αναληθέστερο. Η επιστολή αυτό που έγραφε -και φαντάζομαι θα έχετε αντίγραφο της επιστολής- λέει ότι η θέση της Νομικής Υπηρεσίας είναι πως μία ανοικτή συνεδρία της Επιτροπής, δεν θα έπρεπε να διεξαχθεί. Ήταν η θέση μας. Λέμε όμως ότι εάν διεξαχθεί, η Νομική Υπηρεσία, ως οι νομικοί σύμβουλοι του κράτους και οι δικηγόροι στη δικαστική διαδικασία που εκκρεμεί, δεν θα παρευρεθούν. Αυτό είπαμε. Είναι γραμμένα. Δηλαδή δεν μπορεί κάποιος να  προσθέσει λέξεις, οι οποίες δεν περιέχονται στην επιστολή.»

Εξηγώντας επίσης για την απόφαση της Νομικής Υπηρεσίας να αποσύρει δύο σημεία από την επιστολή, η κα Παπαέτη Χατζηκώστα είπε ότι η λέξη «παρομοίως» που χρησιμοποιήθηκε στην επιστολή, δεν αποσκοπούσε να αποδώσει το νόημα που της αποδόθηκε. «Είναι αυτό που μόλις προανέφερα. Η φράση, η λέξη ‘παρομοίως’, ότι [δηλαδή] καλέσαμε τους κρατικούς λειτουργούς να πράξουν παρομοίως, δεν ήταν εκείνο που σκοπείτο ώστε να αποδώσει αυτό το νόημα. Για εμάς είναι τόσο επουσιώδης αυτή η λέξη. Δεν ήταν αυτός ο σκοπός της επιστολής. Αυτό είναι που επεσήμανα και μόλις προ ολίγου με τη δήλωσή μου», είπε.

Η κα Παπαέτη Χατζηκώστα απάντησε ότι η Νομική Υπηρεσία είναι ικανοποιημένη από τη διαδικασία που ακολουθήθηκε σήμερα στην Επιτροπή, ενώ κληθείσα, τέλος, να σχολιάσει τοποθέτηση λειτουργού των ΜΜΕ ότι «το  δημόσιο συμφέρον για τον κόσμο της Πάφου είναι να έχει το οδικό δίκτυο που του αρμόζει στο τέλος της μέρας», απάντησε: «Πάντοτε. Συμφωνώ απολύτως μαζί σας. Η μόνη μας έγνοια ήταν τυχόν δυσμενής επηρεασμός λεχθέντων στις δικαστικές διαδικασίες που εκκρεμούν. Μόνο γι’ αυτά τα ζητήματα, για τίποτε άλλο. Η Νομική Υπηρεσία είναι υπέρ της διαφάνειας πάντοτε.»

Απόσπασμα των δηλώσεων της κας Παπαέτη Χατζηκώστα