Το Διοικητικό Δικαστήριο επικύρωσε τα διατάγματα κράτησης και απέλασης Ευρωπαίου πολίτη, ο οποίος είχε καταδικαστεί για βιασμό, διαφθορά ανήλικης και σεξουαλική εκμετάλλευση ανηλίκου. Η απόφαση αυτή εκδόθηκε στις 31 Ιανουαρίου 2025, μετά από εκ νέου εκδίκαση της υπόθεσης, κατόπιν οδηγιών του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου.
Η υπόθεση οδηγήθηκε σε επανεκδίκαση μετά από απόφαση του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου στις 15 Ιανουαρίου 2025, το οποίο απάντησε καταφατικά σε νομικό ερώτημα του Γενικού Εισαγγελέα. Το ερώτημα αφορούσε το κατά πόσον η ύπαρξη ποινικής καταδίκης μπορεί να δικαιολογήσει τη λήψη του μέτρου της απέλασης Ευρωπαίου πολίτη, εάν, από τις περιστάσεις που οδήγησαν στην καταδίκη, προκύπτει τέτοια συμπεριφορά η οποία συνιστά πραγματική, ενεστώσα και αρκούντως σοβαρή απειλή σε βάρος θεμελιώδους συμφέροντος της κοινωνίας.
Αρχικά, το Διοικητικό Δικαστήριο και το Εφετείο είχαν ακυρώσει τα διατάγματα κράτησης και απέλασης, θεωρώντας ότι η ποινική καταδίκη από μόνη της δεν επαρκεί για τη λήψη του συγκεκριμένου μέτρου. Ωστόσο, το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο ανέτρεψε αυτή την προσέγγιση, επισημαίνοντας ότι πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλα τα συναφή δεδομένα, συμπεριλαμβανομένης της φύσης και σοβαρότητας του αδικήματος, καθώς και των συνθηκών τέλεσής του.
Κατά την επανεκδίκαση της υπόθεσης, το Διοικητικό Δικαστήριο, υπό νέα σύνθεση, έκρινε ότι οι αρμόδιες Αρχές τεκμηρίωσαν επαρκώς την απόφαση απέλασης, καθώς ο καταδικασθείς συνιστά συνεχιζόμενη απειλή για τη δημόσια τάξη. Το Δικαστήριο επικαλέστηκε τόσο την απόφαση του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου όσο και σχετικές αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι τα εγκλήματα για τα οποία καταδικάστηκε ο αιτητής ανήκουν στην κατηγορία της ιδιαίτερα σοβαρής εγκληματικότητας με διασυνοριακή διάσταση στην ΕΕ.
Την υπόθεση χειρίστηκαν η Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, κα Γιάννα Χατζηχάννα, και η Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α’, κα Κάτια Χατζηδημητρίου.