Τρία χρόνια μετά τον θάνατο 74χρονου από την Μόρφου και κάτοικο Φλάσου, ο οποίος απεβίωσε στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρνακας μετά που εισήχθη με covid, οι δικοί του που κατήγγειλαν ιατρική αμέλεια, περιμένουν ακόμα την έρευνα να ολοκληρωθεί.

Η τραγική περίπτωση του Κτωρή Νεοφύτου ίσως να μην είναι η μόνη αφού την περίοδο της πανδημίας πολλοί έχασαν τους δικούς τους κάτω από εντελώς πρωτόγνωρες συνθήκες. Είναι όμως σκανδαλώδης, γιατί τρεις ερευνώντες λειτουργοί διορίστηκαν για να εξετάσουν τις συνθήκες θανάτου του αλλά κανένας δεν ετοίμασε πόρισμα. Μάταια οι δικοί του περιμένουν ένα πόρισμα για να δουν τι πήγε λάθος και διερωτούνται ποιος θα τους δώσει μιαν απάντηση. Η κόρη του έχοντας δει μέσα από τις επισκέψεις στον πατέρα της, όλα όσα βίωσε ο ίδιος, προχώρησε σε καταγγελία στην Αστυνομία για ενδεχόμενη ιατρική αμέλεια. Έκτοτε δεν είχε κανένα αποτέλεσμα, ούτε έκθεση από τον ερευνώντα λειτουργό ούτε και από την Αστυνομία.

Σύμφωνα με την θυγατέρα του θανόντα, Σωτηρούλα Νεοφύτου, όταν ο πατέρας της διαγνώστηκε με covid στις 28/11/2021 δεν γνώριζε ότι τρεις μήνες μετά θα τον έχανε με ένα τραγικό τρόπο ύστερα από μια τεράστια ταλαιπωρία και αφού γύρισε τέσσερα νοσοκομεία και κέντρα αποκατάστασης.

Όπως αναφέρει στον «Φ» η ίδια, όταν τον παρέλαβε το ασθενοφόρο στις 30/11/2021 για να τον μεταφέρει στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας του είπε: Στέλλω σε για να γίνεις καλά. Ο ίδιος αντέδρασε λέγοντάς της, «κόρη μου πάω τζαι δεν θα στραφώ». Ο πατέρας μου, λέει, είχε ιατρικό ιστορικό, είχε κάνει εγχείρηση ανοικτής καρδίας πριν χρόνια και υπέφερε από υποθυρεοειδισμό, ήταν υπέρβαρος, αλλά γενικά ήταν καλά.

Μετά την εισαγωγή του στο Γ. Ν. Λευκωσίας, αποφασίστηκε η μεταφορά του στο νοσοκομείο Λεμεσού, όπου υπήρχε θάλαμος για ασθενείς με covid. Ακολούθως μεταφέρθηκε πίσω στη Λευκωσία όπου εισήχθη στη ΜΕΘ γιατί η κατάστασή του επιδεινώθηκε. Του έκαναν τραχειοτομία και ενώ θα πήγαινε σε ιδιωτικό νοσηλευτήριο για ανάρρωση, τον έστειλαν τελικά λόγω έλλειψης κλινών ξανά στο νοσοκομείο της Λεμεσού. Εκεί, υποστηρίζει η θυγατέρα του, οι συνθήκες δεν ήταν καλές, ήταν κλεισμένος σε ένα δωμάτιο που θύμιζε αποθήκη και παραπονείτο ότι ούτε νερό δεν του έδιναν. Παράλληλα, προσβλήθηκε από μικρόβιο ενώ λόγω ακινησίας είχαν προκληθεί κατακλίσεις στο σώμα του.

Αποφασίστηκε η μεταφορά του στο κέντρο αποκατάστασης EDEN όπου παρέμεινε εκεί μέχρι που η κατάστασή του χειροτέρεψε. Εισήχθη στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρνακας και μετά από ανακοπή καρδίας στις 22/2/2022 απεβίωσε. Λόγω της πανδημίας οι επισκέψεις ήταν περιορισμένες, δεν της επέτρεπαν καθημερινά να τον βλέπει, ενώ στο κέντρο αποκατάστασης είχε μαζί του οικιακή βοηθό για να τον περιποιείται.

Τα προβλήματα δεν τέλειωσαν με τον θάνατό του, αλλά, άρχισαν άλλα μετά την καταγγελία στην Αστυνομία και τον ΟΚΥΠΥ για να εξεταστεί το ενδεχόμενο ιατρικής αμέλειας. Η καταγγελία υποβλήθηκε στον αστυνομικό σταθμό Κιτίου όπου ένας αστυφύλακας ανέλαβε να εξετάσει τις συνθήκες θανάτου του 75χρονου, ενώ ο ΟΚΥΠΥ διόρισε μια γιατρό ως ερευνώντα λειτουργό. Αυτή αρνήθηκε τελικά να προχωρήσει με την έρευνα, διορίστηκε δεύτερος γιατρός που επίσης αρνήθηκε ν’ αναλάβει και στις 8/9/2022 διορίστηκε άλλη γιατρός η οποία ξεκίνησε την έρευνά, η οποία μάλιστα είχε ορίσει ως χρονικό ορίζοντα για την ολοκλήρωσή της τις 24/1/2024. Παρόλο που η έρευνα ξεκίνησε, εντούτοις, μέχρι και σήμερα δεν έχει προχωρήσει και η αστυνομία τελεί σε αναμονή. Στα τηλεφωνήματα της κ. Νεοφύτου προς την Αστυνομία που διερευνά την καταγγελία της αναφέρουν ότι η ερευνών λειτουργός για προσωπικούς λόγους δεν μπορεί να ολοκληρώσει την έρευνα. Πολλοί, αναφέρει, όταν ερωτούνται για το περιστατικό υποστηρίζουν ότι δεν θυμούνται την περίπτωση.

Πρόσφατα, περί τα μέσα Νοεμβρίου, ο αστυνομικός διευθυντής Λάρνακας με επιστολή του στον ΟΚΥΠΥ ζήτησε ενημέρωση για την υπόθεση η οποία παραμένει ανοικτή για τρία σχεδόν χρόνια χωρίς όμως, όπως έχει αναφερθεί στη θυγατέρα του αποβιώσαντα, να ληφθεί απάντηση. Μετά από όλα αυτά η κ. Νεοφύτου διερωτάται πού θα βρει το δίκαιο της, τις απαντήσεις που ζητεί τόσο καιρό και αν οι χειρισμοί που έτυχε ο πατέρας της ήταν οι κατάλληλοι. «Θυμάμαι, αναφέρει, όταν πήγα στο νοσοκομείο της Λεμεσού να τον δω μετά από αρκετές προσπάθειες, ο πατέρας μου μόλις τον ρώτησα πώς είναι μου ανέφερε «φύε με τώρα από εδώ, ούτε νερό δεν μου δίνουν».

«Ο Κτωρής πάει καλά, ο Κτωρής απεβίωσε»

Ο πατέρας μου, προσθέτει, ξεκίνησε με μια μικρή κατάκλιση και τελικά γέμισε μέχρι και τις πατούσες του. «Γιατί συνέβη αυτό, διερωτάται. Γιατί το παραπεμπτικό σε τραυματιολόγο και πλαστικό χειρουργό δεν εκτελέστηκε ποτέ;» Η ίδια σημειώνει ότι όταν ο πατέρας της μεταφέρθηκε αρχικά από το νοσοκομείο Λευκωσίας στο νοσοκομείο της Λεμεσού, το παραπεμπτικό έγραφε ότι «υπέφερε από αναιμία». Άρα είχε έλλειψη από αίμα. Πρώτη φορά του έβαλαν αίμα όταν πήγε για αποκατάσταση στο EDEN. Επίσης σε όλες τις κάρτες που διατηρούνται στα κρεβάτια του έγγραφε «ανεμβολίαστος», αν αυτό σημαίνει κάτι.

«Ο πατέρας μου πέρασε 85 ημέρες στα νοσοκομεία και δεν αντιμετωπίστηκε όπως έπρεπε. Το μόνο νοσοκομείο που πιστεύω ότι έγινε σωστός χειρισμός ήταν στη Λάρνακα. Και τώρα ακόμα και μετά θάνατο δεν έχουμε μια απάντηση αν κάποιοι ευθύνονται γι’ αυτό, για τον τρόπο που τον χειρίστηκαν, γιατί αφέθηκε να χειροτερέψει η κατάστασή του. Πολλές φορές όταν τηλεφωνούσα για να ενημερωθώ για την κατάστασή του αφού δεν επιτρέπονταν οι επισκέψεις μου έλεγαν «ο Κτωρής πάει καλά, ο Κτωρής πάει καλά, αλλά τελικά απεβίωσε. Εγώ έζησα μια κόλαση εκείνους τους τρεις μήνες που ο πατέρας μου νοσηλευόταν γιατί δεν ήξερα τι γινόταν. Στην ιατροδικαστική έκθεση μετά από εξετάσεις, δεν αναγραφόταν ότι περιείχε πηκτίνη στο σώμα του. Στον πατέρα μου έδιναν αυτή την ουσία είτε στο νερό του είτε στον χυμό του με αποτέλεσμα να μην του αρέσει και να μην θέλει να φάει, γι’ αυτό και έπαθε υποβιταμίνωση».

Όπως αναφέρει, οι συγγενείς του θέλουν να διερευνηθούν όλα αυτά για να φανεί αν υπάρχουν ευθύνες. Δεν μπορεί να διορίζονται τρεις ερευνώντες λειτουργοί και κανένας τους να μην ολοκληρώνει την έρευνα. Θέλουμε να ησυχάσει η ψυχή του και η δική μας.