Στα χαρτιά κτίστηκε ουκ ολίγες φορές, στην πράξη καμιά. Το νέο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας κρίθηκε από τη δεκαετία του ’90 πως έπρεπε να ανεγερθεί, βρισκόμαστε με το ένα πόδι στο 2025 και κτήριο ακόμη δεν είδαμε. Το 2003 λήφθηκε απόφαση για ανέγερση του νέου κτηρίου επί προεδρίας Γλαύκου Κληρίδη, ο χώρος εντοπίστηκε επί Προεδρίας Τάσσου Παπαδόπουλου, πέρασαν άλλοι τρεις Πρόεδροι και κτήριο δεν κατασκευάστηκε ποτέ. Οι σχεδιασμοί άλλαζαν όπως τα πουκάμισα, το κόστος από τα €45 εκατ. εκτοξεύτηκε στα €120 και τώρα μειώθηκε στα €70-80 εκατ. ύστερα από το ράβε ξήλωνε με τους χώρους στάθμευσης. Ο «Φ» ζήτησε τις απόψεις τριών εμπλεκομένων για το θέμα, του πρώην υπουργού Δικαιοσύνης Ιωνά Νικολάου, του προέδρου του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου Μιχάλη Βορκά και της προέδρου της Επιτροπής Οικονομικών της Βουλής Χριστιάνας Ερωτοκρίτου.
Η ανέγερση του νέου Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας αποτελούσε άμεση προτεραιότητα, καταθέτει ο πρώην υπουργός, καθότι όπως τονίζει, θα επίλυε όλες τις στεγαστικές ανάγκες των δικαστηρίων στην πρωτεύουσα. Σ’ αυτό θα στεγαζόταν το Οικογενειακό Δικαστήριο, το Εργατικών Διαφορών, το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεως, τα Ποινικά Δικαστήρια και το Αστικό. Τώρα όλα αυτά τα Δικαστήρια είναι διασκορπισμένα με τους δικηγόρους να ταλαιπωρούνται. Οι σχεδιασμοί που έγιναν επί υπουργίας μου ήταν να κτιστεί ένα κτήριο πίσω από τα παλαιά υφιστάμενα κτήρια που υπάρχουν από Αγγλοκρατίας.
Ο προγραμματισμός για ανέγερση νέου Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας άρχισε επί εποχής διακυβέρνησης Γλαύκου Κληρίδη, δηλαδή μέχρι το 2003. Το 2004 αποφασίστηκε να προχωρήσουν οι διαδικασίες για εξασφάλιση του χώρου και έγινε η καταγραφή των κτηριακών αναγκών, το κόστος και η διενέργεια για αρχιτεκτονικό διαγωνισμό. Όταν ανέλαβα το Υπουργείο Δικαιοσύνης, η πρώτη ενέργεια που έκανα ήταν να επιβεβαιωθεί ότι ο χώρος που επιλέγηκε ήταν κατάλληλος για την ανέγερση του νέου Δικαστηρίου. Η προσπάθεια ήταν να μετακινηθούν τα υποστατικά της Ειρηνευτικής Δύναμης που βρισκόταν στα γνωστά Woolsey barracks. Για την μετακίνησή τους έγινε μια διαδικασία διαγωνισμού τον Οκτώβριο του 2014 και ολοκληρώθηκε σε έναν χρόνο. Μας δόθηκε το τεμάχιο τον Οκτώβριο του 2015.
Στη συνέχεια, αναφέρει ο κ. Νικολάου, προχωρήσαμε σε επανεκτίμηση των κτηριολογικών αναγκών, αφού η πρώτη έγινε πριν από μια 10ετία. Έγινε η αξιολόγηση από τα Δημόσια Έργα σε συνεννόηση με το Ανώτατο Δικαστήριο και το αποτέλεσμα της, ήταν η πυξίδα για το τι ανάγκες υπάρχουν ώστε να γίνουν οι απαραίτητοι σχεδιασμοί. Μάλιστα το 2017 έγιναν προσπάθειες να ξεκαθαρίσουμε το ιδιοκτησιακό καθεστώς του συγκεκριμένου χώρου. Ο χώρος αυτός είχε επιφυλαχθεί με την Σύμβαση εγκαθίδρυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας ως γη που ανήκει στη Βασίλισσα. Η πρόνοια αυτή είχε ατονήσει και το καθεστώς ιδιοκτησίας μεταβιβάστηκε στη Δημοκρατία.
Το 2018 υποβλήθηκε στο Υπουργείο Οικονομικών σημείωμα για το έργο, το οποίο και εγκρίθηκε. Η υλοποίηση του έργου αποφασίστηκε να γίνει με την σύμπραξη του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα, διότι δεν ήταν στις προτεραιότητες του προϋπολογισμού. Τελικά το 2020 το έργο εντάχθηκε στον προϋπολογισμό του κράτους και όχι με τη μέθοδο ΒΟΤ. Το κόστος του τότε θα ήταν περίπου €45 εκατ. συν ΦΠΑ. Το 2018 ήταν όλα έτοιμα ώστε το 2019 να προκηρυσσόταν ο διαγωνισμός με διάρκεια ολοκλήρωσης το 2020 και η διάρκεια κατασκευής του έργου θα ήταν 24 μήνες, με ορίζοντα Νοέμβρη του ’22 να ολοκληρωθεί.
Όπως συμπληρώνει ο Ιωνάς Νικολάου, για να είναι χαμηλό το κόστος είχε αποφασιστεί να μην γίνει προκήρυξη διεθνούς αρχιτεκτονικού διαγωνισμού. Η προσπάθεια ήταν να γίνει ένα κτήριο για να εξυπηρετεί τις ανάγκες χωρίς χώρους που δεν θα χρησιμοποιούνται για σκοπούς των Δικαστηρίων. «Τον Ιούλιο του 2019 εγώ αποχώρησα. Ο διαγωνισμός για συμβούλους του έργου φαίνεται έμεινε σε κάποιο συρτάρι και το 2020 όταν το Υπουργείο Οικονομικών ανέλαβε ο Κωνσταντίνος Πετρίδης, άλλαξε η απόφαση για την μέθοδο χρηματοδότησης του έργου και αντί ΒΟΤ, αποφασίστηκε να γίνει από τον κρατικό προϋπολογισμό και να προκηρυχθεί διεθνής αρχιτεκτονικός διαγωνισμός. Η διαδικασία έχει προχωρήσει και αναμένεται ότι αρχές του 2025 θα γίνει η προκήρυξη».
Μπαλάκι ο χώρος στάθμευσης
Όσον αφορά στο κόστος του έργου, ο κ. Νικολάου αναφέρει ότι στον χώρο που θα ανεγερθεί το νέο κτήριο του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, αποφασίστηκε παράλληλα να ανεγερθεί ένας πολυόροφος χώρος στάθμευσης. Το έργο αυτό ανέβηκε στα €120 εκατ. κάτι που είναι αποτρεπτικό για τα οικονομικά δεδομένα του κράτους, γι’ αυτό και τώρα φαίνεται ότι αφαιρέθηκε το έργο για την στάθμευση και έχει μειωθεί γύρω στα €70-80 εκατ. Τελικά αποφασίστηκε να μην γίνει το πολυόροφο παρκινγκ, ώστε από τη μια να μειωθεί το κόστος και από την άλλη, ο χώρο στάθμευσης πολιτών να γίνεται έναντι των υφιστάμενων παλαιών κτηρίων.
«Θέλω να πω κάτι στο σημείο αυτό. Εκείνο που χρειάζεται δεν είναι ένα κτήριο αναφοράς όπως έγινε με το Ανώτατο Δικαστήριο. Χρειάζεται ένας απλός χώρος που να εξυπηρετεί τις ανάγκες όλων όσων σχετίζονται με την απονομή της δικαιοσύνης με μικρό κόστος.»
Θα παραμείνουν τα κτήρια Αγγλοκρατίας
Όπως σημειώνει ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης, με βάση τους σχεδιασμούς, τα υφιστάμενα κτήρια του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας θα κατεδαφιστούν πλην των παλαιών κτηρίων που βρίσκονται εκεί επί Αγγλοκρατίας. Ο κ. Νικολάου σημειώνει ότι η κατάσταση που επικρατεί σήμερα στον χώρο των Δικαστηρίων της πρωτεύουσας είναι απαράδεκτη. Δεν τιμά κανέναν το γεγονός ότι η Λευκωσία δεν έχει Επαρχιακό Δικαστήριο. Επίσης διαπιστώνει καθυστέρηση πέντε και πλέον χρόνων στην προκήρυξη των προσφορών για το έργο. Όλες οι εκθέσεις και μελέτες που έγιναν, έδειχναν τη σημασία του έργου και πόσο οικονομικά ωφέλιμο για τον τόπο είναι αλλά και για την απονομή της δικαιοσύνης.
Βορκάς: Τα κτήρια δεν τιμούν κανένα
Ο πρόεδρος του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου (ΠΔΣ) Μιχάλη Βορκάς τονίζει ότι οι κτηριακές υποδομές των δικαστηρίων δεν μπορεί να αντικρίζονται ασύνδετα με τον βασικό στόχο του εκσυγχρονισμού της δικαιοσύνης.
Ειδικότερα, στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, οι λειτουργοί της δικαιοσύνης και οι πολίτες, εδώ και χρόνια, έρχονται αντιμέτωποι καθημερινά με εικόνες, οι οποίες δεν τιμούν κανένα, και ως εκ τούτου προσβάλλουν το κύρος και τη λειτουργία του υψηλού θεσμού της δικαιοσύνης. Με ανακοινώσεις, το παρόν ΔΣ αλλά και προηγούμενα ΔΣ του ΠΔΣ και του Τοπικού Δικηγορικού Συλλόγου Λευκωσίας έχουμε κακίσει και κακίζουμε αυτές τις απαράδεκτες εικόνες, εντός και εκτός των κτηρίων (βασικές ελλείψεις σε υλικοτεχνικές υποδομές, διαβρωμένοι τοίχοι, πατώματα που τρίζουν, αίθουσες των οποίων οι οροφές στάζουν, τα παράθυρα μπάζουν, οι μπογιές ξεφλουδίζουν και πέφτουν).
Το πολυαναμενόμενο, όπως αναφέρει και ταλαιπωρημένο έργο του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας χρονολογείται προ τριακονταετίας. Οι εκάστοτε κυβερνήσεις, ενώ αναγνώριζαν την αναγκαιότητα, έμεναν στις υποσχέσεις, οι οποίες προϊόντος του χρόνου αποδεικνύονταν κενές και άνευ ουσιαστικού περιεχομένου. Ο χρόνος ροκανιζόταν με ατελέσφορες συσκέψεις, μελέτες και σχεδιασμούς, χωρίς να δρομολογούνται οποιεσδήποτε ενέργειες, και στο τέλος το ζήτημα και οι ευθύνες μεταφέρονταν από τη μια κυβέρνηση στην άλλη.
«Πολλάκις, έχω τονίσει σε επίπεδο δημόσιου διαλόγου τις ακατάλληλες κτηριακές υποδομές, οι οποίες μας ρεζιλεύουν και εντός Κύπρου αλλά και εκτός, αφού στο Δικαστήριο προσέρχονται και πολίτες ξένων κρατών. Ο ΠΔΣ και ο τοπικός Δικηγορικός Σύλλογος Λευκωσίας τα τελευταία χρόνια έχουμε προβεί σε έντονα διαβήματα προς όλους τους αρμόδιους, ώστε να κινηθούν οι αναγκαίες διαδικασίες. Για δεκαετίες ο ΠΔΣ και ο Τοπικός ΔΣ Λευκωσίας, εντοπίζουν όλα αυτά τα ζητήματα, απέστειλαν δεκάδες υπομνήματα, οργανώθηκαν διαμαρτυρίες του δικηγορικού κόσμου, έγιναν διαβήματα προς τις εκάστοτε κυβερνήσεις, συσκέψεις επί συσκέψεων με αρμόδιους υπουργούς. Λήφθηκαν υποσχέσεις, οι οποίες παρέμεναν μετέωρες, αφού σε πρακτικό και πραγματικό επίπεδο δεν γίνονταν οποιαδήποτε προσπάθεια», σημειώνει ο πρόεδρος των δικηγόρων. Ο κ. Βορκάς τονίζει ότι δεν είναι αρκετό να φιλολογούμε και να μνημονεύουμε τις ελλείψεις στο πλαίσιο των πιο πάνω συναντήσεων ο ΠΔΣ είχε καταθέσει ως εναλλακτικές λύσεις, το κτήριο της FBME και τα πρώην κτήρια Ορφανίδη, που δεν έγιναν δεκτές.
Η ανέγερση του νέου Δικαστικού Μεγάρου Λευκωσίας επανέρχεται και πάλι στο προσκήνιο, αφού το έργο περιλαμβάνεται στον κρατικό προϋπολογισμό για το 2025 με ορίζοντα ολοκλήρωσης το 2030. Ως ΠΔΣ έχουμε χαιρετίσει τη συμπερίληψη στον προϋπολογισμό του 2025 πιστώσεων για την υλοποίηση του έργου του νέου Δικαστικού Μεγάρου Λευκωσίας. Όπως έχει ανακοινωθεί, ο προϋπολογισμός περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, πιστώσεις ύψους 400.000 εύρω για την κάλυψη μέρους της δαπάνης για την ανέγερση του νέου Δικαστικού Μεγάρου Λευκωσίας καθώς και πίστωση ποσού 30.000 ευρώ για τη συντήρηση των κτηριακών εγκαταστάσεων του υφιστάμενου Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας.
Οι δικηγόροι στη συνάντηση που είχαν με τον υπουργό Μεταφορών Αλέξη Βαφεάδη στις 26 Απριλίου 2024 αναφορικά με το νέο Δικαστικό Μέγαρο στη Λευκωσία, απαιτήσαμε και συμφωνήθηκε όπως ο ΠΔΣ συμμετέχει με εκπρόσωπό του στην Κριτική Επιτροπή για τον αρχιτεκτονικό διαγωνισμό που αναμένεται να προκηρυχθεί για το έργο. «Ήδη έχουμε καθυστερήσει. Επαναλαμβάνω, ότι κάθε μέρα καθυστέρησης διαιωνίζει μία κατάσταση που δεν τιμά κανένα», καταλήγει ο κ. Βορκάς.
Χρειάζονται αναβάθμιση και πρωτοποριακές τεχνολογίες
Διαφορετική είναι η θέση της προέδρου της Επιτροπής Οικονομικών της Βουλής Χριστιάνας Ερωτοκρίτου για το θέμα της ανέγερσης νέων δικαστηρίων στη Λευκωσία. Η ίδια εκτιμά ότι αυτό που χρειάζεται είναι η αναβάθμιση των υφιστάμενων αντί νέων.
Η κ. Ερωτοκρίτου σημειώνει ότι τεράστια είναι η ανάγκη για αναβάθμιση των κτηριακών εγκαταστάσεων του επαρχιακού δικαστηρίου και υφίσταται για δεκαετίες, χωρίς, δυστυχώς, να δείξει κανείς την απαιτούμενη αποφασιστικότητα για οριστικές αποφάσεις και τομές. «Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας ήταν, και εξακολουθεί να είναι, ο φτωχός συγγενής της δικαιοσύνης από απόψεως υποδομών. Ιδιαίτερα δε, αν αναλογιστεί κανείς ότι στην Επαρχία Λευκωσίας βρίσκεται ο μεγαλύτερος αριθμός υποθέσεων και σε αυτές περιλαμβάνονται και οι πιο περίπλοκες.
Κατά την άποψή μου, η λύση δεν βρίσκεται απαραίτητα στην ανέγερση νέου κτηρίου, το οποίο προς το παρόν προϋπολογίζεται να κοστίσει περί τα €100 εκατ. Μέχρι δε να ολοκληρωθεί, σε πολλά χρόνια από σήμερα, αυτό το ποσό θα είναι μεγαλύτερο. Θεωρώ ότι η λύση μπορεί να βρεθεί με την κτιριακή επέκταση, αναβάθμιση και διασύνδεση των υφιστάμενων κτιρίων και την εφαρμογή πρωτοποριακών τεχνολογιών που θα καταστίσουν το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας σημείο αναφοράς. Αυτό απαιτεί ένα νέο, έξυπνο και σύγχρονο σχεδιασμό με πυρήνα του την τεχνολογία. Η ουσία, σημειώνει η κ. Ερωτοκρίτου, δεν είναι να αποκτήσουμε ένα ακριβό νέο κτήριο με το ίδιο περιεχόμενο που έχει σήμερα το παλαιό, αλλά να βελτιωθούν κατακόρυφα οι υποδομές διαδικτύου, ασφαλείας, στενογράφησης, στενοτύπησης, ηχογράφησης, πρόσβασης διαδίκων και μαρτύρων, και γενικότερα τεχνολογιών που υποστηρίζουν τη διεξαγωγή μιας δίκης.
Η ίδια εκτιμά ότι το κτιριακό ζήτημα του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας θυμίζει την περίπτωση της Πρεσβείας της Κυπριακής Δημοκρατίας στη Νέα Υόρκη, η οποία κάηκε πριν από 7 χρόνια, μέχρι σήμερα δεν έχει επισκευαστεί, ενώ η Πρεσβεία μας, έναντι μεγάλου ποσού ενοικίου, στεγάζεται σε ακατάλληλα για τις ανάγκες της κτίρια. Έτσι, και το Επαρχιακό Δικαστήριο περιμένει να αναβαθμιστεί εδώ και 30 χρόνια, με τις υφιστάμενες υποδομές να είναι απολύτως ακατάλληλες για τις ανάγκες της δικαιοσύνης. Είναι ηλίου φαεινότερο ότι οι διαδικασίες που ακολουθούνται είναι τουλάχιστον προβληματικές, ειδάλλως δεν θα υπήρχαν αυτά τα παραδείγματα. Θα πρέπει επιτέλους ως πολιτεία να αντιληφθούμε ότι οι ατέρμονες διαδικασίες και η αποτυχία να συνυπολογιστεί και η αλλαγή των συνθηκών και αναγκών που συντελείται κατά τη διάρκεια της καθυστέρησης πρέπει να εκλείψει σε αυτό τον τόπο. Το ότι εδώ και 30 χρόνια εξακολουθεί να υφίσταται το συγκεκριμένο ζήτημα, είναι το αποτύπωμα των απαρχαιωμένων, δαιδαλωδών και γραφειοκρατικών δημόσιων διαδικασιών».
Αναφορικά με την παρατήρηση ότι σήμερα τα κτήρια είναι διασκορπισμένα και ταλαιπωρούνται οι δικηγόροι, η κ. Ερωτοκρίτου επισημαίνει ότι είναι η ακαταλληλότητα και η ανεπάρκεια των υποδομών τους είναι που καθιστούν, όχι απλά δύσκολο, αλλά σχεδόν ακατόρθωτο για ένα δικηγόρο να εξασκήσει το επάγγελμά του. Τα κτίρια και οι υποδομές τους δεν αποσκοπούν εξάλλου, στο να εξυπηρετήσουν τον δικηγόρο αυτό καθαυτό, αλλά την απονομή και την εύρυθμη λειτουργία της δικαιοσύνης. Πώς μπορεί να απονεμηθεί δικαιοσύνη όταν έχουν κλαπεί ή έχουν καεί τεκμήρια σημαντικότατων ποινικών, και όχι μόνο, υποθέσεων, όταν χάνονται φάκελοι, όταν το προσωπικό των Δικαστηρίων δεν έχει τα κατάλληλα εργαλεία για να εκτελέσει τα καθήκοντά του; Το ζήτημα λοιπόν, δεν είναι ούτε η άνεση των δικηγόρων, ούτε η σύντομη μετάβασή τους στον χώρο που πρέπει, αλλά η ποιότητα της δικαιοσύνης που απονέμεται. Προφανώς, αυτή η ποιότητα μειώνεται όταν είναι ακατάλληλο και ανεπαρκές το περιβάλλον στο οποίο καλούνται οι λειτουργοί της δικαιοσύνης να την απονέμουν, είτε αυτοί είναι οι δικηγόροι, είτε είναι δικαστές.
«Βρισκόμαστε στο έτος 2024, νέο κτίριο δεν υπάρχει, τα υφιστάμενα βρίσκονται σε άθλια κατάσταση, οι υποδομές τους και το περιεχόμενό τους είναι ακατάλληλο, ανεπαρκές και απαρχαιωμένο, όχι σήμερα αλλά εδώ και πολλά χρόνια, και, με βάση το σχεδιασμό της πολιτείας, η κοστολόγηση για την ανέγερση νέου κτηρίου που να πληροί τις ελάχιστες, έστω προδιαγραφές, είναι στα €100 εκατ. Κατά την άποψή μου, σε ό,τι αφορά την καθαρά κτιριακή αναβάθμιση, είναι πιο σοφό να προχωρήσουμε με την ανακαίνιση και επέκταση των υφιστάμενων κτιρίων. Τόσο για να μειωθεί το κόστος της ανέγερσης νέου κτιρίου, όσο και για να ξεπεραστούν τα εμπόδια που υφίστανται λόγω της γειτνίασης με την Πράσινη Γραμμή.
Εγκαθίδρυση δικαστηρίων επίλυσης μικρών διαφορών
Η πρόεδρος της κοινοβουλευτικής επιτροπής Οικονομικών εκτιμά παράλληλα ότι εκτός από τα κτήρια, η μεγαλύτερη ανάγκη που υπάρχει σήμερα είναι στο πρωτοβάθμιο επίπεδο. Εξάλλου, εκεί βρίσκεται και ο μεγαλύτερος όγκος καθυστερημένων υποθέσεων. Είναι για αυτό που αποτελεί πάγια θέση, τόσο δική μου, όσο και του Δημοκρατικού Κόμματος, ότι η εγκαθίδρυση δικαστηρίων επίλυσης μικρών διαφορών σε επίπεδο επαρχιακών δικαστηρίων, θα έπρεπε να ήταν η προτεραιότητα οποιασδήποτε προσπάθειας μεταρρύθμισης της δικαιοσύνης. Πρόκειται για μονομελή πολιτικά δικαστήρια, που εξετάζουν αστικές υποθέσεις με χαμηλά επίδικα ποσά. Στα δικαστήρια επίλυσης μικρών διαφορών στην Αγγλία, οι δικαστές δεν είναι κατ’ ανάγκη νομικοί, ενώ οι διάδικοι δε χρειάζεται να αποταθούν σε δικηγόρο αφού οι διαδικασίες είναι απλές και κατανοητές για τον μέσο πολίτη.
Κατά δεύτερο, θα πρέπει να σημειωθεί ότι απονομή δικαιοσύνης δε σημαίνει μόνο η λήψη απόφασης από το αρμόδιο δικαστήριο αλλά και η εκτέλεσή της. Στην Κύπρο δυστυχώς, πέρα από το μεγάλο όγκο υποθέσεων που δεν έχουν ακόμη εκδικαστεί, υπάρχει και ένας μεγάλος αριθμός δικαστικών αποφάσεων, η εκτέλεση των οποίων ακόμη εκκρεμεί ή δεν μπορεί να επιτευχθεί. Υπάρχουν λύσεις φτάνει να θέλουμε.
Περαιτέρω, κορυφαίας σημασίας είναι και η Σχολή Δικαστών Κύπρου. Θεωρώ πως, η λειτουργία της πρέπει να επιταχυνθεί και να συμπεριλάβει και τους δικηγόρους. Πρέπει επίσης να απλοποιηθούν οι θεσμοί της πολιτικής δικονομίας και να συνεχιστεί η εκπαίδευση επί του περιεχομένου τους. Πολύ σημαντική είναι τέλος, η θέσπιση της Διοίκησης Δικαστηρίων. Εν έτη 2024, δεν νοείται οι δικαστές να είναι επιφορτισμένοι και με την εκδίκαση υποθέσεων και με τη διοίκηση των δικαστηρίων.