Λίγο πριν το θέμα της προσφοράς ξενόγλωσσων προπτυχιακών προγραμμάτων από τα δημόσια πανεπιστήμια πάρει τον δρόμο για τη διαδικασία ψήφισης στην Ολομέλεια της Βουλής, οι πρυτανικές Αρχές του Πανεπιστημίου Κύπρου (πρύτανης και αντιπρυτάνεις) απαντούν σε ερωτήματα και προβληματισμούς που έχουν διατυπωθεί από βουλευτές, εκπαιδευτικούς φορείς και πιθανόν από την κοινή γνώμη. Κι αυτό διότι, στο πλαίσιο της μέχρι τώρα συζήτησης του θέματος, με αφορμή το νομοσχέδιο που κατέθεσε το υπουργείο Παιδείας για να δοθεί η δυνατότητα στα δημόσια πανεπιστήμια να προσφέρουν ξενόγλωσσα προγράμματα, ακούστηκαν σοβαροί προβληματισμοί αλλά και επιφυλάξεις, με πιο σοβαρή ίσως, την αναφορά περί πλήγματος και υποβάθμισης του Δημόσιου Σχολείου.

Όπως αναφέρουν στον «Φ» οι Αρχές του Πανεπιστημίου Κύπρου, «σε καμία περίπτωση μια τέτοια εξέλιξη δεν επηρεάζει αρνητικά το Δημόσιο Σχολείο». Αντιθέτως, όπως ανέφεραν, «επιβεβαιώνεται η αξία τόσο του απολυτηρίου Λυκείου όσο και της επιτυχίας στις Παγκύπριες  Εξετάσεις», προσθέτοντας πως οι Παγκύπριες Εξετάσεις δεν απαξιώνονται, αλλά αντίθετα καθίσταται απόλυτα σαφές ότι η επιτυχία σε αυτές αποτελεί τον μοναδικό τρόπο να σπουδάσει ο Κύπριος μαθητής δωρεάν (με καταβολή της χορηγίας από το κράτος) στο δημόσιο πανεπιστήμιο.

Ένα άλλο σημείο, το οποίο έχει διατυπωθεί επανειλημμένα, είναι αυτό της χρηματοδότησης των εν λόγω προγραμμάτων. Αν και ξεκαθαρίστηκε ενώπιον της επιτροπής Παιδείας της Βουλής ότι θα πρόκειται για αυτοχρηματοδοτούμενα προγράμματα, εξακολουθούν να υπάρχουν ενδοιασμοί, κυρίως για το γεγονός εάν χρειαστεί να κρατική χορηγία. Από πλευράς πρυτανικών Αρχών διευκρινίζεται ότι τα προγράμματα αυτά θα χρηματοδοτούνται από τα δίδακτρα που θα καταβάλλουν οι φοιτητές, τα δίδακτρα θα καθορίζονται ανά πρόγραμμα και ο υπολογισμός τους θα βασίζεται στο πραγματικό κόστος λειτουργίας τους. «Δεν θα επιβαρύνουν τον φορολογούμενο και την Πολιτεία. Αντίθετα, τυχόν έσοδα από τα προγράμματα αυτά θα διοχετεύονται στην υποστήριξή τους, αλλά και στην περαιτέρω ανάπτυξη του πανεπιστημίου», ξεκαθαρίζει το πανεπιστήμιο, προσθέτοντας πως τα προγράμματα θα σχεδιαστούν πολύ προσεκτικά με στόχο να είναι βιώσιμα.

Αναφορικά με τον προσεκτικό σχεδιασμό, προέκυψε το ερώτημα πόσα και ποια προγράμματα θα προσφερθούν. Όπως μας λέχθηκε, αναμένεται να προσφερθεί αρχικά μικρός αριθμός προπτυχιακών προγραμμάτων σε αντικείμενα αιχμής ή σε αντικείμενα με ιδιαίτερη προστιθέμενη αξία για την κοινωνία και την αγορά εργασίας. «Οποιαδήποτε συζήτηση για το ποια ακριβώς θα είναι τα προγράμματα αυτά είναι πρόωρη, δεδομένου ότι ο σχεδιασμός τους είναι πολύ σοβαρό εγχείρημα που λαμβάνει υπόψη πολλαπλές παραμέτρους. Τα προγράμματα αυτά για εμάς είναι μοχλός ακαδημαϊκής ανάπτυξης», σημειώνουν χαρακτηριστικά οι πρυτανικές Αρχές. Προσθέτουν ακόμη, πως έμφαση θα δοθεί επίσης σε διαπανεπιστημιακά προγράμματα, «τα οποία έχουμε δεσμευτεί ότι θα προσφέρουμε στο πλαίσιο ευρωπαϊκών συμμαχιών (το περιεχόμενο και το πρόγραμμα τους θα καθορίζεται από την συμμαχία). Κάτι το οποίο δεν είναι διαπραγματεύσιμο, είναι η ευελιξία την οποία πρέπει να έχουμε ως προς ποια προγράμματα θα προσφέρουμε. Πρέπει να αποφασίζουμε για το θέμα αυτό με όρους πλήρους διασφάλισης της ακαδημαϊκής ελευθερίας ώστε να μπορέσουμε να αξιοποιήσουμε το ανθρώπινο δυναμικό μας με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, με σεβασμό ως προς όσα μας προσφέρει η Πολιτεία και να προσφέρουμε σύγχρονα και ελκυστικά προγράμματα που να ανταποκρίνονται στις ανάγκες της κοινωνίας και της αγοράς εργασίας».

Σχετικά με τα κριτήρια εισδοχής, σημειώνεται πως αυτά θα είναι ανάλογα όσων εφαρμόζονται και στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες και συγκεκριμένα, απολυτήριο σχολείου Μέσης Εκπαίδευσης, υψηλές επιδόσεις σε διεθνείς εξετάσεις, πολύ καλή γνώση της αγγλικής γλώσσας ή/και ενδεχομένως και ειδικές εξετάσεις που θα θεσπίσουν επιπλέον τα Τμήματα. «Στόχος μας η εισδοχή των καλύτερων υποψηφίων, αφού σε καμία περίπτωση δεν θα θέλαμε να θέσουμε σε κίνδυνο την καλή φήμη του πανεπιστημίου μας και τις υψηλές θέσεις στις διεθνείς κατατάξεις», επισημαίνουν οι πρυτανικές Αρχές του Πανεπιστημίου Κύπρου.

Φόβοι για υποβάθμιση υφιστάμενων προγραμμάτων και απειλή για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια

Εξάλλου, το Πανεπιστήμιο Κύπρου απαντά και στο ερώτημα κατά πόσον τα ξενόγλωσσα προγράμματα που θα προσφερθούν (εάν τελικά η Βουλή ανάψει το πράσινο φως), ενδέχεται να υποβαθμίσουν τα υφιστάμενα προγράμματα που προσφέρονται στην ελληνική γλώσσα. «Είναι απόλυτα μη διαπραγματεύσιμο ότι τα ξενόγλωσσα προπτυχιακά προγράμματα σπουδών δεν θα λειτουργήσουν εις βάρος των ελληνόγλωσσων προπτυχιακών προγραμμάτων. Τα νέα προγράμματα θα προσφερθούν μόνο εφόσον δεν επηρεάζεται η διδασκαλία σε υφιστάμενα. Αυτό διασφαλίζεται μέσω εσωτερικών διαδικασιών και της μελέτης βιωσιμότητας και θα είναι σαφές ποιος διδάσκει, πόσες ώρες και σε ποιο πρόγραμμα. Δεν θα προβούμε σε σχεδιασμό ξενόγλωσσων προγραμμάτων που θα υποβαθμίσουν τη διδασκαλία στα ελληνόγλωσσα προγράμματα, ούτε θα μειωθεί το υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης που προάγουμε ανελλιπώς από την ίδρυση του πανεπιστημίου μας. Θα προσφερθούν λίγα προγράμματα και μόνο εφόσον είναι απόλυτα διασφαλισμένο ότι δεν θα επηρεαστούν τα υφιστάμενα. Υπάρχουν προσεκτικά σχεδιασμένες εσωτερικές διαδικασίες έγκρισης προγραμμάτων σύμφωνα με τις οποίες τα αρμόδια σώματα και όργανα του πανεπιστημίου θα το διασφαλίσουν αυτό, τόσο υπό ακαδημαϊκούς όσο και οικονομικούς όρους», απαντούν οι Αρχές. 

Όσον αφορά στο ενδεχόμενο να απειλούνται τα ιδιωτικά πανεπιστήμια από την προσφορά ξενόγλωσσων προπτυχιακών προγραμμάτων από τα δημόσια πανεπιστήμια, η απάντηση του ακαδημαϊκού ιδρύματος είναι «σε καμία περίπτωση». Όπως εξηγούν πρύτανης και αντιπρυτάνεις, τα ιδιωτικά πανεπιστήμια προσφέρουν μεγάλο αριθμό ξενόγλωσσων προγραμμάτων εδώ και χρόνια χωρίς περιορισμούς. Πρέπει να σημειωθεί ότι κάθε πανεπιστήμιο απευθύνεται σε διαφορετικό πληθυσμό υποψηφίων φοιτητών/τριών καθορίζοντας τα ανάλογα κριτήρια-προσόντα εισδοχής. «Λόγω της αδικαιολόγητης καθυστέρησης ψήφισης των δικών μας Κανονισμών, η προσφορά ξενόγλωσσων προπτυχιακών προγραμμάτων σπουδών γίνεται μόνο από τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, κάτι που αποτελεί στρέβλωση και παγκόσμια πρωτοτυπία.

Στο πλαίσιο αυτό, αντιμετωπίζουν, τελείως λανθασμένα κατά τη γνώμη μας, τα ξενόγλωσσα προγράμματα των δημοσίων πανεπιστημίων ανταγωνιστικά και ως απειλή. Ωστόσο, πρέπει να γίνει σαφές ότι είχαμε διαφορετική πορεία εξέλιξης και διαφορετικούς στόχους και ξεκινούμε από διαφορετική αφετηρία. Η προσφορά  ξενόγλωσσων προπτυχιακών προγραμμάτων από τα δημόσια πανεπιστήμια δεν είναι μια κερδοσκοπική δραστηριότητα. Αποτελεί μέρος της δημόσιας αποστολής μας. Δεν έχει οικονομική στόχευση, αλλά εδράζεται στην εξέλιξη του πανεπιστημίου και στις απαιτήσεις του διαμορφούμενου ευρωπαϊκού χάρτη της ανώτερης εκπαίδευσης. Αυτό από μόνο του είναι ένα δεδομένο που δεν μας θέτει σε συνθήκες ανταγωνισμού με τα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Ο μικρός αριθμός (3 ή 4)  στοχευμένων προγραμμάτων που θα προσφέρουμε τα επόμενα χρόνια δεν αποτελούν απειλή για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια και για κανένα.

Ακόμη και αν προσεγγίσουμε το θέμα υπό οικονομικούς όρους, τα προγράμματα μας θα βασίζονται στο πραγματικό κόστος, το οποίο αλλάζει ανάλογα με τη φύση του προγράμματος π.χ. τι υποδομές και εξοπλισμός απαιτείται και η κοστολόγηση θα γίνεται με τιμές της αγοράς. Επομένως, είναι προφανές ότι η διατύπωση της θέσης ότι τα προγράμματα αυτά θα είναι επιχορηγούμενα είναι ένα επικίνδυνο μύθευμα, που χρησιμοποιείται συστηματικά εδώ και χρόνια με στόχο να ματαιωθεί η θέσπιση των Κανονισμών. Πουθενά στον κόσμο δεν συμβαίνει ένα πανεπιστήμιο να θέλει να έχει λόγο στα θέματα ενός άλλου πανεπιστημίου. Μόνο στη χώρα μας, ζητείται άλλα πανεπιστήμια να έχουν λόγο σε θέματα που αφορούν στην προσφορά ξενόγλωσσων προπτυχιακών προγραμμάτων σπουδών από τα δημόσια (μη κερδοσκοπικά) πανεπιστήμια της χώρας», σημειώνουν χαρακτηριστικά οι πρυτανικές Αρχές.  

«Ενίσχυση του προφίλ της Ανώτερης Εκπαίδευσης της Κύπρου»

Επίσης, το πανεπιστήμιο αναφέρει πως «η διεθνοποίηση μέσω της προσφοράς ξενόγλωσσων προπτυχιακών προγραμμάτων θα συμβάλει στην προσέλκυση κορυφαίων ταλέντων από όλο τον κόσμο, τόσο από πλευράς φοιτητριών όσο και καθηγητριών. Θα ενισχυθεί η δημιουργία ενός πλούσιου και δυναμικού ακαδημαϊκού οικοσυστήματος, με πολλαπλασιαστικά θετικά οφέλη για τη διδασκαλία, την έρευνα και την καινοτομία. Η προσφορά ξενόγλωσσων προπτυχιακών προγραμμάτων από τα δημόσια πανεπιστήμια θα ενισχύσει το προφίλ της ανώτερης εκπαίδευσης στην Κύπρο».