Δραματικές θα είναι οι επιπτώσεις στην οικονομία της Κύπρου εάν συνεχιστούν οι απεργιακές κινητοποιήσεις στον κλάδο του σκυροδέματος. Η Λεμεσός, ως η ατμομηχανή της κυπριακής οικονομίας πλήττεται άμεσα από τις συνέπειες της εικοσαήμερης απεργίας και αυτές είναι ήδη εμφανείς, ανέφερε ο πρόεδρος του ΕΒΕΛ, εξηγώντας ότι επηρεάζονται τόσο τα οικοδομικά έργα του ιδιωτικού τομέα, τα κυβερνητικά αλλά και αυτά των επιχειρηματιών ανάπτυξης γης, τα οποία έχουν συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα παράδοσης.
Μιλώντας στον «Φ», ο πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Λεμεσού (ΕΒΕΛ), Ανδρέας Τσουλόφτας, απηύθυνε έκκληση προς όλους τους εμπλεκόμενους, ώστε να λυθεί άμεσα η απεργία, εντός της εβδομάδας και να βρεθούν τρόποι για να γεφυρωθούν οι όποιες διαφορές. Τόνισε ότι οι καθυστερήσεις που καταγράφονται στον κλάδο του σκυροδέματος αυξάνουν το κόστος των έργων. «Το προσωπικό που απασχολείται στον κλάδο είναι σε κατάσταση υποαπασχόλησης, γεγονός που έχει άμεσες επιπτώσεις στις ημερομηνίες παράδοσης των έργων».
Υπογράμμισε ότι οι καθυστερήσεις δημιουργούν την ανάγκη για παρατάσεις, οι οποίες με τη σειρά τους αυξάνουν τα κόστη για τους εργολάβους. Σύμφωνα με τον κ. Τσουλόφτα, λόγω της απεργίας αυξάνεται το κόστος των έργων, μη αποκλείοντας το ενδεχόμενο να προκληθούν και σοβαρές αντιπαραθέσεις μεταξύ εργολάβων και ιδιωτών. Επιπλέον, όπως είπε, δημιουργείται αλυσιδωτή επίπτωση και στις υπόλοιπες επιχειρήσεις που σχετίζονται με την οικοδομική βιομηχανία, όπως οι κατασκευαστές αλουμινίων, μεταλλικών κατασκευών και ξυλουργών. «Όλα αυτά είναι ένας φαύλος κύκλος, μια αλυσίδα με τεράστιες επιπτώσεις που αυξάνονται κατακόρυφα κάθε μέρα που περνά», σημείωσε.
Αναφορικά με τις απεργιακές κινητοποιήσεις, ο κ. Τσουλόφτας επεσήμανε ότι οι απώλειες των ημερομισθίων των εργαζομένων για 20 μέρες υπερκαλύπτουν τις όποιες απώλειες από τις απαιτούμενες αυξήσεις που ζητούν. «Είναι απαράδεκτο να συμβαίνουν αυτά το 2024, όταν υπάρχουν χιλιάδες τρόποι για να συζητηθούν και να βρεθεί η χρυσή τομή», δήλωσε ο κ. Τσουλόφτας.
Ακόμα και μετά την αποκατάσταση των εργασιών, εκτιμάται ότι θα χρειαστούν τουλάχιστον 2-3 εβδομάδες για να αποκατασταθεί πλήρως η αγορά και να συνεχιστούν απρόσκοπτα οι εργασίες. Ο κ. Τσουλόφτας σημείωσε ότι οι εργαζόμενοι στον κλάδο του σκυροδέματος είναι από τους πιο ακριβοπληρωμένους οδηγούς στην Κύπρο, με την εβδομαδιαία αμοιβή τους να κυμαίνεται από €500 έως €700. Αν και αναγνωρίζεται ότι οι εργαζόμενοι έχουν δικαιώματα, εξέφρασε τη θέση ότι το θέμα πρέπει να εξεταστεί συνολικά και ολιστικά και όχι αποσπασματικά, εστιάζοντας μόνο σε ένα ή δύο σημεία της σύμβασής τους.
Ως ΚΕΒΕ εξήγησε ότι έχουν καλέσει την Κυβέρνηση και όλους τους ενδιαφερόμενους να εξετάσουν το θέμα με εποικοδομητικό πνεύμα και «να βάλουν νερό στο κρασί τους». «Δεν μπορεί να συνεχιστεί άλλο αυτή η κατάσταση, καθώς θα υπάρξουν καταστροφικές συνέπειες για τον τόπο», τόνισε, αναφέροντας ότι ως Επιμελητήριο έχουν καλέσει την Κυβέρνηση να θεσμοθετήσει τρόπους και διαδικασίες για τις απεργιακές κινητοποιήσεις. «Πριν καταλήξει ένας κλάδος σε απεργία, θα πρέπει να περάσει από κάποια στάδια διαβούλευσης, τα οποία θα πρέπει να είναι θεσμοθετημένα και ίσως νομοθετημένα». Υπογράμμισε ακόμη ότι δεν είναι εναντίον των εργαζομένων που διεκδικούν τα δικαιώματά τους, αλλά η απεργία πρέπει να είναι το τελευταίο και έσχατο μέτρο, αφού πρώτα έχουν εξεταστεί όλες οι άλλες δυνατότητες. «Πρέπει να λυθεί η απεργία αυτή την εβδομάδα, ώστε να μπορέσουν τα έργα να φτάσουν στο σημείο που είχαν προγραμματιστεί πριν τις γιορτές».
Καταληκτικά, υπέδειξε ότι οι επιπτώσεις είναι ανυπολόγιστες για την οικονομία της Κύπρου, η οποία εξαρτάται από την οικοδομική βιομηχανία, τον τουρισμό και τη ναυτιλία. «Αν πληγεί ένας από αυτούς τους τρεις τομείς, η οικονομία του τόπου θα βρεθεί σε περιπέτειες», είπε, αναφέροντας ότι υπάρχουν και οι εξωγενείς παράγοντες των δύο πολέμων (Ουκρανίας και Ισραήλ), οι οποίοι επιβάρυναν την κυπριακή οικονομία τα προηγούμενα χρόνια.