Σταθερά μακριά από τους στόχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ό,τι αφορά τη διαχείριση της μικροβιακής αντοχής βρίσκεται η Κύπρος, ενώ και στις ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις εξακολουθούμε να καταγράφουμε αποτελέσματα που καμία σχέση έχουν με τα επιθυμητά.
Σε ό,τι αφορά τη χρήση των αντιβιοτικών, για κάποιο λόγο, η Κύπρος δεν παρείχε στοιχεία στο Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων (ECDC) για την έκθεση του που δημοσιεύθηκε χθες και αφορούσε το 2023.
Ωστόσο, τα δεδομένα της χώρας μας για το 2022 δεν αφήνουν και πολλά περιθώρια για να θεωρηθεί ότι η αρνητική μας εικόνα έχει σημειώσει κάποια σημαντική αλλαγή ή και βελτίωση.
Υπενθυμίζεται ότι στην περσινή ευρωπαϊκή έκθεση η Κύπρος κατείχε την πρώτη θέση στην κατανάλωση αντιβιοτικών στην Ευρώπη. Φέτος, και με την απουσία στοιχείων από την Κύπρο, πρώτη στην κατάταξη ήταν Ελλάδα.
Σε ό,τι αφορά τη μικροβιακή αντοχή, η Κύπρος κατέχει την πρώτη θέση στην Ευρώπη στο ποσοστό του ανθεκτικού στη μεθικιλίνη χρυσίζοντα σταφυλοκκόκου (MRSA) επί των απομονωθέντων στελεχών χρυσίζοντος σταφυλόκοκκου στα νοσοκομεία του τόπου.
>> Σε ό,τι αφορά την προσπάθεια για μείωση των βακτηριαιμιών από MRSA, το 2019 είχε καθοριστεί στόχος για μείωση της επίπτωσης κατά 18% έως το 2030, ώστε να φθάσει η Κύπρος τα 5,6 περιστατικά ανά 100.000 πληθυσμού το 2030. Το 2019, η Κύπρος, παρουσίαζε 6,9 περιστατικά ανά 100.000 κατοίκους. Το 2023 ο αριθμός των περιστατικών, όχι μόνο δεν μειώθηκε, αλλά ανέβηκε στα 15,5 περιστατικά ανά 100.000 κατοίκους, με το ποσοστό της αύξησης να ξεπερνά το 126%.
>> Σε ό,τι αφορά τις βακτηριαιμίες από την ανθεκτική στις κεφαλοσπορίνες 3ης γενιάς Escherichia coli και για τις οποίες το ποσοστό της επιθυμητής μείωσης της επίπτωσης τους είχε καθοριστεί στο 5% έως το 2030, η Κύπρος το 2019 κατέγραφε 6,2 περιστατικά ανά 100.000 κατοίκους, ενώ 2023 ο αριθμός των περιστατικών έφθασε τα 15,2 και το ποσοστό της αύξησης το 146%.
>> Τέλος, για τις βακτηριαιμίες από ανθεκτικές στις καρβαπενέμες Klebsiella pneumoniae, το 2019 η Κύπρος κατέγραφε 2,6 περιστατικά ανά 100.000 κατοίκους. Το 2023 ο αριθμός ανέβηκε στα 9,8 περιστατικά ανά 100.000 κατοίκους και το ποσοστό της αύξησης εκτοξεύθηκε στο 276%. O στόχος που είχε τεθεί το 2019 για να επιτευχθεί μέχρι το 2030 είναι 2,5 περιστατικά ανά 100.000 κατοίκους.
Αναφορικά με την κατανάλωση αντιβιοτικών και παρά το γεγονός ότι δεν αποτυπώνονται (άγνωστο γιατί) στοιχεία του 2023 για την Κύπρο, στην τωρινή έκθεση του ECDC, τα ήδη υπάρχοντα δεδομένα προκαλούν προβληματισμό:
– Το 2019 στην Κύπρο χορηγήθηκαν 30,1 καθορισμένες ημερήσιες δόσεις αντιβιοτικών ανά 1.000 κατοίκους ανά ημέρα.
– Το 2020, έτος της πανδημίας με αυστηρούς περιορισμούς, η κατανάλωση αυτή ήταν 28,9.
– Το 2021, έτος που και πάλι ίσχυαν περιορισμοί σε ό,τι αφορά τις επισκέψεις σε νοσοκομεία και ιατρεία, υπήρξε (όπως και σε όλη την Ευρώπη) μια περαιτέρω μείωση στην κατανάλωση των αντιβιοτικών: 25/1000 καθορισμένες ημερήσιες δόσεις ανά ημέρα.
– Το 2022, όταν έπαψαν να υπάρχουν πολλά μέτρα και περιορισμοί, ο αριθμός αυτός εκτοξεύτηκε και ξεπέρασε τα προ της πανδημίας επίπεδα, φθάνοντας τις 33,5/1000 καθορισμένες ημερήσιες ανά ημέρα.
– Στόχος για την Κύπρο, η μείωση της κατανάλωσης αντιβιοτικών κατά 27% μέχρι το 2030, συγκριτικά με το 2019.
Σχολιάζοντας τα όσα καταγράφονται στη φετινή έκθεση και μιλώντας στον «Φ» ο παθολόγος – λοιμωξιολόγος Νικόλαος Σπερνοβασίλης, ανέφερε: «Πρέπει να τονιστεί το γεγονός ότι η Κύπρος, βάσει των αποτελεσμάτων που δημοσιεύθηκαν προ μερικών μηνών σε μια μελέτη σημειακού επιπολασμού που έλαβε χώρα στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, είναι η πρώτη χώρα στην Ευρώπη σε ό,τι αφορά τις ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις. Άρα, οι τωρινοί δείκτες που αφορούν την αντοχή βακτηρίων τα οποία συχνά προκαλούν ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις, πρέπει να μας προβληματίζουν».
Είναι γεγονός, ότι «το υπουργείο Υγείας το τελευταίο χρονικό διάστημα έχει αναλάβει κάποιες σημαντικές ενέργειες για την αντιμετώπιση αυτών των επικίνδυνων για τη δημόσια υγεία θεμάτων». Στην προσπάθεια αυτή όμως, «πρέπει να συνδράμει και ο ΟΑΥ με ταχύτερα βήματα προς αυτή την κατεύθυνση, περά από αυτά που ήδη κάνει».
Καταλήγοντας, ανέφερε ότι το «τελικό συμπέρασμα που όλοι πρέπει να έχουμε κατά νου, είναι ότι η υπερβολική κατανάλωση αντιβιοτικών επιταχύνει την ανάπτυξη της μικροβιακής αντοχής, η οποία αντοχή ελλείψει μέτρων πρόληψης και έλεγχου λοιμώξεων επεκτείνεται συνεχώς, οδηγώντας σε περαιτέρω αύξηση της χρήσης αντιβιοτικών. Αυτός ο φαύλος κύκλος είναι ένας σιωπηλός (αφού οι περισσότεροι πολίτες δεν τον αντιλαμβάνονται παρά μόνο αν τον βιώσουν) αλλά πολύ αποτελεσματικός δολοφόνος μέσω των λοιμώξεων από πολυανθεκτικά παθογόνα».