Το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο απέρριψε σήμερα την Αναφορά του Προέδρου της Δημοκρατίας που αφορούσε τον νόμο που ψήφισε πρόσφατα η Βουλή «περί της Εκτίμησης των Επιπτώσεων στο Περιβάλλον από Ορισμένα Έργα (Τροποποιητικός) Νόμος του 2024».

Σε γνωμάτευσή της η Ολομέλεια του Συνταγματικού Δικαστηρίου συμφώνησε με τη θέση της Βουλής ότι ο υπό αναφορά Νόμος δεν αφορά σε διαδικασία υποβολής αίτησης σε αρμόδια αρχή με βάση τις πρόνοιες του Νόμου 76(Ι)/2010, με σκοπό την πρόσβαση σε δραστηριότητα παροχής υπηρεσιών ή την άσκηση τέτοιας δραστηριότητας και την αναγκαία διοικητική αξιολόγηση τέτοιας αίτησης.

Ο Νόμος εφαρμόζεται σε κατηγορίες έργων που εμπίπτουν στο πρώτο και το δεύτερο παράρτημά του. Με τον νόμο η Βουλή μετέφερε τα έργα κατασκηνώσεων πολυτελείας τύπου Glamping και των επισκέψιμων αγροκτημάτων από το δεύτερο παράρτημα στο πρώτο παράρτημα. Η διαφορά των έργων του πρώτου παραρτήματος από τα έργα του δευτέρου παραρτήματος, είναι ότι πρόκειται για έργα που υπόκεινται σε πολεοδομική άδεια.

Σημειώνεται ότι σκοπός του Νόμου είναι η ουσιαστική συμβολή στη διασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας του περιβάλλοντος, της δημόσιας υγείας και της ποιότητας της ζωής, στη διατήρηση της ακεραιότητας των περιοχών του Δικτύου Φύση 2000 µέσω της εκτίμησης των επιπτώσεων στο περιβάλλον από έργα που δυνατόν να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, προτού αυτά αδειοδοτηθούν ή εγκριθούν για υλοποίηση.

Η βασική θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας ήταν ότι πρόκειται για Νόμο ασύμβατο με την Αρχή της Διάκρισης των Εξουσιών και το Άρθρο 61 του Συντάγματος, εφόσον εμπεριέχει στοιχεία διοικητικής λειτουργίας διότι: (α) Με την κατάργηση του Άρθρου 51 αφαιρείται από την εκτελεστική εξουσία, η οποία και μόνο είναι σε θέση να αξιολογεί και να σταθμίζει τέτοια θέματα τεχνικής φύσεως, η δυνατότητα να ασκεί την αναγκαία αρμοδιότητα της και (β) η μεταφορά των δύο εν λόγω έργων από το δεύτερο στο πρώτο παράρτημα συνιστά επέμβαση στην αρμοδιότητα της εκτελεστικής εξουσίας, εφόσον εναπόκειται στην τελευταία να προβαίνει σε τέτοια ρύθμιση, με βάση τα εξειδικευμένα κριτήρια που θέτει ο Νόμος.