Φούντωσε η νομική μάχη στο πλαίσιο εκδίκασης της υπόθεσης του πρώην επιτρόπου Εθελοντισμού Γιάννη Γιαννάκη.

Αιτία η αγόρευση της κατηγορούσας Αρχής κατά τη χθεσινή δικάσιμο στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, η οποία επιχείρησε να αποδομήσει με δυνατές εκφράσεις τις θέσεις της υπεράσπισης περί επιμολυσμένης μαρτυρίας στην υπόθεση του πρώην αξιωματούχου, λόγω του ρόλου που φέρεται να είχε διαδραματίσει ο τέως Γενικός Ελεγκτής, Οδυσσέας Μιχαηλίδης.

Αυτή τη φορά η κατηγορούσα Αρχή εκπροσωπήθηκε από την εισαγγελέα της Δημοκρατίας, Πολίνα Ευθυβούλου, η οποία αγόρευσε για την ένσταση που υπέβαλε στην προηγούμενη διαδικασία ο συνήγορος υπεράσπισης Γιάννης Πολυχρόνης για λογαριασμό του πελάτη του.

Απέρριψε τις θέσεις του τελευταίου, λέγοντας ξεκάθαρα πως τα τεκμήρια της υπόθεσης είναι προϊόν ανακριτικού έργου της Αστυνομίας και ότι ο Οδυσσέας Μιχαηλίδης δεν έχει οποιαδήποτε σχέση.

Επιπλέον, στην προσπάθεια της να καταδείξει ότι η εισήγησή του για διεξαγωγή δίκης εντός δίκης υπό τις υπάρχουσες συνθήκες δεν προβλέπεται από την ποινική δικονομία βάσει των υπαρχουσών συνθηκών, χρησιμοποίησε έντονες φράσεις. Σ΄ αυτό το πλαίσιο χαρακτήρισε την ένσταση ως «πρώιμη, άσχετη, και ασυνάρτητη».

Τι είχε υποστηρίξει

Υπενθυμίζεται ότι ο Πολυχρόνης είχε εγείρει ζήτημα για την αρχική εμπλοκή του Οδυσσέα Μιχαηλίδη στην υπόθεση πλαστογραφίας των ακαδημαϊκών τίτλων του πρώην επιτρόπου Εθελοντισμού. Η υπόθεση είχε προκύψει μετά από καταγγελία στην Αστυνομία που έκανε ο τέως Γενικός Ελεγκτής, Οδυσσέας Μιχαηλίδης στη βάση ευρημάτων του. Κάτι, άλλωστε, που είχε επισημάνει και ο Γενικός Εισαγγελέας  Γιώργος Σαββίδης στο αίτημα του για παύση του Μιχαηλίδη, σημειώνοντας ότι ο τελευταίος με τον τρόπο που ενήργησε έθεσε σε κίνδυνο την σχετική ποινική έρευνα της Αστυνομίας. Τα όσα, λοιπόν, ειπώθηκαν από τον κ. Σαββίδη, τα επιστράτευσε ο Πολυχρόνης για να στηρίξει τον ισχυρισμό του στο πλαίσιο της ένστασής του περί επιμόλυνσης της υπόθεσης και παραβίασης συνταγματικών δικαιωμάτων του πελάτη του.

Καμιά σχέση με Ελεγκτή

Η κ. Ευθυβούλου, που παρέδωσε γραπτώς τις θέσεις της για την ένσταση της υπεράσπισης, αγόρευσε για πέραν των 10 λεπτών, τονίζοντας πως ό,τι και να έκανε ο τότε Γενικός Ελεγκτής, η μαρτυρία λήφθηκε από την Αστυνομία και δεν τίθεται θέμα επιμόλυνσής της υπόθεσης. «Τα τεκμήρια παραλήφθηκαν χωρίς να υπάρχει οποιαδήποτε σχέση με τον Ελεγκτή» είπε χαρακτηριστικά σε ένα σημείο της αγόρευσής της.

 «Το τι έκανε ο Γενικός Ελεγκτής μας είναι παντελώς αδιάφορο. Αυτό το οποίο εξετάζεται είναι: Η Αστυνομία λειτούργησε στα πλαίσια των εξουσιών της; Η Αστυνομία καταχράστηκε εξουσίες της; Η Αστυνομία παρανόμησε;» ανέφερε σε κατοπινό στάδιο, ενώ στη συνέχεια απευθυνόμενη στην έδρα εξήγησε: «Δεν θα το κρίνετε τώρα αν εκείνα που έκανε ο Οδυσσέας Μιχαηλίδης ως Γενικός Ελεγκτής ήταν νόμιμα παράνομα ή οτιδήποτε, γιατί μπορεί να μην είναι αντικείμενο της δίκης σας. Μπορεί να μην έρθει καθόλου τέτοια μαρτυρία. Δεν σας ενδιαφέρει ως ποινικό Δικαστήριο. Ενδιέφερε το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο που κλήθηκε ως δικαστικό συμβούλιο να κρίνει συγκεκριμένη συμπεριφορά».

Μάλιστα, η εισαγγελέας της Δημοκρατίας επικαλέστηκε την δικαστική απόφαση που εκδόθηκε την περασμένη εβδομάδα και με την οποία απορρίφθηκε αίτημα του Γιαννάκη για τερματισμό της δίκης του, λόγω παραβίασης του τεκμηρίου της αθωότητας. «Παρεμπιπτόντως να αναφέρω ότι η ενδιάμεση απόφαση του σεβαστού Δικαστηρίου που είχε αποφανθεί για το τεκμήριο της αθωότητας έχει επικυρωθεί κατ΄ έφεση (…) Έχει ξεκαθαρίσει το ζήτημα της όποιας ενδεχόμενης παραβίασης του τεκμηρίου της αθωότητας και στην παρούσα τοποθέτηση-ένσταση πάλι παρεισφρέει».

«Στο τέλος της δίκης»

Αμφισβήτησε δικονομικά και την ένσταση, υποβάλλοντας ότι δεν μπορεί να γίνει δίκη εντός δίκης σ΄ αυτό το στάδιο, όπως ήταν και η εισήγηση της υπεράσπισης. Χαρακτηριστικά, απευθυνόμενη προς τη Δικαστή, Νικόλ Γρηγορίου, ανέφερε πως «η θέση της κατηγορούσας Αρχής είναι ότι η διερεύνηση έγινε από την Αστυνομία, αλλά ούτε τούτο μπορείτε να το δεχθείτε. Ακόμη κι αυτή την πρόταση ως τοποθέτηση μου, ως γεγονός, δεν μπορείτε να τη δεχθείτε. Γιατί θα πρέπει να το αποφασίσετε στο τέλος της δίκης, αφού ακούσετε το σύνολο της μαρτυρίας που θα τεθεί ενώπιόν σας, αφού εξαντληθούν τα δικονομικά μέσα(…)».

Η κ. Ευθυβούλου επικαλέστηκε και νομολογία στην προσπάθειά της να υποδείξει πότε γίνεται δίκη εντός δίκης και πότε ένα τέτοιο αίτημα απορρίπτεται, ενώ σχολίασε και το περιεχόμενο του γραπτού κειμένου της ένστασης κάνοντας λόγο, ανάμεσα άλλα, για κατακερματισμό της δικαιοσύνης.

«Ο τρόπος που παρουσιάστηκαν, στην πρώτη σελίδα, τα γεγονότα που αφορούν την παρούσα είναι εντελώς αυθαίρετος και δικονομικά απαράδεκτος. Και τονίζω τις λέξεις γιατί δεν υπάρχει τέτοιο πλαίσιο. Δεν είναι δυνατόν δικονομικά να υπάρχει τέτοιο πλαίσιο» ήταν μια από τις χαρακτηριστικές αναφορές της κ. Ευθυβούλου, η οποία σε άλλο σημείο τόνισε για την ένσταση πως είναι  «πρώιμη, άσχετη, ασυνάρτητη σε σχέση -όχι μόνο με το πρώτο τεκμήριο- με το σύνολο των τεκμηρίων που παρέλαβε η Αστυνομία».

Προηγουμένως, στα αρχικά στάδια της αγόρευσής της ήταν το ίδιο έντονη: «Η δικαιοσύνη είναι για να απονέμεται, όχι για να καταργείται ούτε και για να καταστρατηγείται. Ούτε και για να κατατεμαχίζεται. Μια δίκη οφείλει να κινείται στις γραμμές που θέτει η ποινική δικονομία και όχι έξω από αυτήν. Ο τρόπος που τοποθετήθηκε η υπεράσπιση στην ένσταση της είναι νομικά απαράδεκτος, εντελώς γενικός και αόριστος και σίγουρα δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι εμπίπτει στις επιταγές που επιβάλλονται για να τεθούν τα πλαίσια μιας δίκης εντός δίκης».

Πολυχρόνης: Επέμεινε σε ό,τι αφορά την φερόμενη παραβίαση των δικαιωμάτων από Οδυσσέα

Όταν πήρε το λόγο ο Γιάννης Πολυχρόνης, ανέφερε ότι από τη στιγμή που η κατηγορούσα Αρχή δεν αναγνωρίζει τα γεγονότα που ο ίδιος παρουσίασε στην ένστασή του (σ.σ. τα όσα ανέφερε ο Γενικός Εισαγγελέας για τον Οδυσσέα Μιχαηλίδη στο αίτημα του για παύση του τελευταίου), θα περιορίσει την ένστασή του στα νομικά σημεία που ήδη καταγράφει στο σχετικό κείμενο.

Κι επέμεινε στη θέση που είχε εκφράσει στην προηγούμενη δικάσιμο. Όπως είπε η ένσταση έχει να κάνει με την μαρτυρία, η οποία βάσει των όσων είπε δεν μπορεί να γίνει αποδεχτή γιατί λήφθηκε «κατά παράβαση συνταγματικών δικαιωμάτων του πελάτη μου».

Διευκρίνισε ότι το αίτημα για διεξαγωγή δίκης εντός δίκης για τα τεκμήρια παραμένει και υπέδειξε: «Υπάρχει ή όχι αλυσιδωτή αντίδραση της παραβίασης των δικαιωμάτων του κατηγορούμενου από προηγούμενες παραβιάσεις του καταγγέλλοντος (σ.σ. Οδυσσέας Μιχαηλίδης); Που δεν είναι ένας ανώνυμος πληροφοριοδότης, αλλά τέως αξιωματούχος του κράτους».

Προηγουμένως είχε αναφέρει: «Η θέση του κατηγορούμενου είναι πάρα πολύ απλή. Είναι ότι η διερεύνηση έγινε από καταγγελία του Γενικού Ελεγκτή, η οποία του παραβίασε τα δικαιώματα τα οποία αναφέρουμε (σ.σ. στο κείμενο της ένστασης)».

Η επόμενη δικάσιμος είναι στις 15 Νοεμβρίου, ημερομηνία κατά την οποία η Επαρχιακός Δικαστής, Νικόλ Γρηγορίου, θα ανακοινώσει την απόφασή της κατά πόσον θα πρέπει να διεξαχθεί δίκη εντός δίκης.

Ο Γιαννάκη είναι αντιμέτωπος με οκτώ κατηγορίες. Αφορούν πλαστογραφία και κυκλοφορία πλαστού εγγράφου. Σε περίπτωση καταδίκης, επισύρουν ποινή τριετούς φυλάκισης. Πιο συγκεκριμένα, ο Γιαννάκη κατηγορείται εν σχέσει με τον ακαδημαϊκό τίτλο που είχε προσκομίσει (πτυχίο από πανεπιστημιακό ίδρυμα των ΗΠΑ) για να προσληφθεί στον Οργανισμό Νεολαίας Κύπρου (ΟΝΕΚ), πλαστή συστατική επιστολή από γνωστό όμιλο εταιρειών και πλαστό απολυτήριο Λυκείου.

Το θέμα, είχε γίνει γνωστό και έλαβε διαστάσεις τον Μάιο του 2021, μετά από καταγγελία του Γενικού Ελεγκτή της Δημοκρατίας, Οδυσσέα Μιχαηλίδη, στην Αστυνομία.