Δεν πέρασαν από το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο οι προσπάθειες δύο Ελληνοκυπρίων να αποκτήσουν τουρκοκυπριακή περιουσία στις ελεύθερες περιοχές με την εξασφάλιση δικαστικών διαταγμάτων πώλησης για εξ’ αποφάσεως χρέους.  

Το Συνταγματικό Δικαστήριο απέρριψε τις εφέσεις δύο Ε/κ που στρέφονταν κατά απόφασης πρωτόδικου δικαστηρίου, να μην τους επιτρέψει να εκτελέσουν τα διατάγματα πώλησης τ/κ περιουσίας που εξασφάλισαν από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας, βρίσκοντας ότι ο νόμος περί Κηδεμόνα υπερισχύει από  τον περί πολιτικής δικονομίας νόμο (που αφορά τα διατάγματα).

Σύμφωνα με την απόφαση του Συνταγματικού, ο Κηδεμόνας Τ/κ περιουσιών έχει εξουσία και καθήκον να διαφυλάττει την τουρκοκυπριακή περιουσία, τόσο για προστασία αυτής, όσο και για τα συμφέροντα των εκτοπισμένων, οι οποίοι εγκατέλειψαν τις περιουσίες τους στα κατεχόμενα και τις κατέχουν και νέμονται Τουρκοκύπριοι και Τούρκοι έποικοι. Δεν μπορεί να αμβλυνθεί η εξουσία του για μη άρση της κηδεμονίας όταν, όπως στην συγκεκριμένη περίπτωση, ενέργειες και μεθοδεύσεις ορισμένων προσώπων οδηγούν σε έκδοση απόφασης εναντίον «Τουρκοκυπρίων», οι οποίοι είναι ιδιοκτήτες «τουρκοκυπριακής περιουσίας» εν τη εννοία του Νόμου 139/1991».

Σύμφωνα με τα γεγονότα της υπόθεσης, οι δύο Ε/κ συνήψαν σχετικές συμβάσεις με Τουρκοκύπριο για αγορά ακίνητης ιδιοκτησίας του, η οποία βρίσκεται στις ελεύθερες περιοχές. Συγκεκριμένα, ο ένας με σύμβαση, ημερομηνίας 23.9.2008, συνήψε αγοραπωλητήριο για αγορά τουρκοκυπριακής περιουσίας στο Ζύγι, ενώ ο άλλος συνήψε σύμβαση, ημερομηνίας 20.1.2010, για αγορά τουρκοκυπριακής περιουσίας στην Τόχνη. Προσπάθειες των Εφεσειόντων για κατάθεση των σχετικών συμβάσεων στο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο Λάρνακας απέτυχαν, αφού ο Κηδεμόνας Τουρκοκυπριακών Περιουσιών αρνήθηκε να δώσει τη συγκατάθεσή του προς τούτο.

Συγκεκριμένα: Μετά από εξετάσεις, στις οποίες προέβη η Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΚΥΠ) ανταποκρινόμενη σε αίτημα των εφεσιβλήτων για διερεύνηση της μόνιμης διαμονής του Τουρκοκύπριου και για την κατοχή ή όχι εκ μέρους του ελληνοκυπριακής περιουσίας στα κατεχόμενα, ο Διοικητής της ΚΥΠ πληροφόρησε τους Ε/κ ότι ο Τ/κ διαμένει μόνιμα στο Λευκόνοικο, σε σπίτι που ανήκει σε Ελληνοκύπριο πρόσφυγα, και όχι στη Λάρνακα, στην οποία παρουσιάζεται να έχει ενοικιάσει διαμέρισμα, στο οποίο, όπως διαπιστώθηκε από τις έρευνες, διαμένει κατά πολύ αραιά διαστήματα, ενώ το ενοίκιο, ενίοτε, καταβάλλεται από τον ένα Ε/κ αγοραστή.

Εν συνεχεία, οι δύο Ε/κ κατεχώρησαν αγωγές εναντίον του Τ/κ και εξασφάλισαν, λόγω μη εμφάνισης του στο Δικαστήριο, αποφάσεις, τις οποίες ενέγραψαν ως επιβάρυνση (ΜΕΜΟ) στο Επαρχιακό Κτηματολόγιο Λάρνακας, επί των ακινήτων ιδιοκτησίας του. Μάλιστα εξασφάλισαν και διατάγματα πώλησης λόγω του χρέους του Τ/κ προς αυτούς.

Όπως καταγράφεται στην απόφαση, ήταν η θέση του Επαρχιακού Κτηματολογίου Λάρνακος και, εν συνεχεία, του Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών, προς τον δικηγόρο του ενός εκ των δύο Ε/κ, ημερομηνίας 20.1.2015, ότι η αναγκαστική εκποίηση των ακινήτων δεν μπορεί να προχωρήσει, καθότι ο σχετικός Νόμος, ως Ειδική Νομοθεσία, υπερισχύει των διατάξεων του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6. Ότι επανεξέτασε το όλο θέμα, βάσει του άρθρου 3 του τροποποιητικού Νόμου 39(1)/2010, πλην όμως απέρριψε το αίτημα για άρση της κηδεμονίας επί των επίδικων ακινήτων, καθότι ο Τουρκοκύπριος ιδιοκτήτης Fehmi διαμένει στα κατεχόμενα, όπου κατέχει Ελληνοκυπριακής ιδιοκτησίας περιουσία. Η ίδια απάντηση δόθηκε και στον άλλο Ε/κ.

Με τις καταχωρηθείσες αιτήσεις ακυρώσεως των ανωτέρω πράξεων, κύριο παράπονο των εφεσειόντων ήταν η στέρηση του δικαιώματος της εκτέλεσης δικαστικών αποφάσεων για ικανοποίηση εξ αποφάσεως χρέους. Ισχυρίζοντο ότι η άρνηση του Κηδεμόνα να παραχωρήσει τη συναίνεση του, παραβίαζε τα συνταγματικά και ευρωπαϊκά τους δικαιώματα, και αυτά τα οποία προστατεύονται από το Ευρωπαϊκό καθώς και το εσωτερικό δίκαιο, ήτοι τις πρόνοιες του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6.

Σύμφωνα με το Συνταγματικό Δικαστήριο, τυχόν αποδοχή της θέσης των εφεσειόντων, θα οδηγούσε, εντέχνως και εμμέσως, σε παράκαμψη των προϋποθέσεων του άρθρου 3 του νόμου για τον Κηδεμόνα Τ/κ περιουσιών. Το δικαίωμα εκτέλεσης της απόφασης των εφεσειόντων δεν διαγράφηκε ούτε και ακυρώθηκε. Με την εγγραφή των ΜΕΜΟ έχουν εξασφαλίσει πως η εν λόγω περιουσία θα παραμείνει δεσμευμένη, χωρίς δυνατότητα αποξένωσης, μέχρι την πληρωμή του εξ αποφάσεως χρέους.

Παρεμβάλλεται ότι προκαλεί εντύπωση το γεγονός πως οι εκδοθείσες αποφάσεις εναντίον Τουρκοκύπριου, αφορούν χρέος δυνάμει γραμματίου συνήθους τύπου ή δάνειο, όπως μας αναφέρθηκε, όμως δεν είναι άσχετες με τις συμβάσεις πώλησης των περιουσιών, αντικειμένων των ΜΕΜΟ, γι’ αυτό και τα ποσά των αποφάσεων αντιστοιχούν στο, αναφερόμενο στις συμβάσεις, τίμημα αγοράς των τουρκοκυπριακών περιουσιών.

Ούτε είναι τυχαίο, καταλήγει το Δικαστήριο, αλλά, αντιθέτως, ενδεικτικό των μεθοδευμένων ενεργειών των εφεσειόντων, πως σε επιστολή τους, ημερομηνίας 4.12.2018, την οποία απέστειλαν προς τη Νομική Υπηρεσία της Δημοκρατίας, καταγράφουν ως διεύθυνση τους, την ίδια με εκείνη την οποία ο Τ/κ είχε δηλώσει ως δική του και η οποία, για τον τελευταίο διαπιστώθηκε, από την ΚΥΠ, πως δεν ανταποκρινόταν στην πραγματική διαμονή του, η οποία βρισκόταν στις κατεχόμενες περιοχές.

Μετά τα ευρήματα αυτά η έφεση απορρίφθηκε.