Ψυχική υγεία, σεξουαλική υγεία, βία μεταξύ συνομηλίκων και εκφοβισμός καθώς επίσης και συνέπειες από την πανδημία της COVID-19 για τους έφηβους της Ευρώπης, της Κεντρικής Ασίας και του Καναδά, είναι μερικές από τις θεματικές ενότητες, μιας ενδιαφέρουσας έρευνας του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), στην οποία περιλαμβάνονται και ερευνητικά δεδομένα από την Κύπρο. Μπορεί τα δύσκολα με τον κορωνοϊό να πέρασαν και για τους περισσότερους τα αυστηρά μέτρα και οι περιορισμοί να μοιάζουν μακρινά και περασμένα, ωστόσο οι ειδικοί αναφέρουν πως οι επιπτώσεις εκείνης της δύσκολης κατάστασης και περιόδου, θα κρατήσουν για αρκετό καιρό.
Πώς όμως η πανδημία της COVID 19 επηρέασε τα παιδιά; Πέραν των αρνητικών επιπτώσεων, υπήρξαν άραγε και θετικές επιδράσεις; Υπάρχουν τρόποι στήριξης σε βάθος χρόνου; Όλα αυτά απαντώνται από τα ευρήματα της έρευνας του ΠΟΥ για τις επιδράσεις της πανδημίας, τόσο για την περίπτωση της Κύπρου, όσο και για τις υπόλοιπες χώρες που συμμετείχαν σε αυτήν.
Συγκεκριμένα, μελετώντας ο οργανισμός τα δεδομένα που συγκεντρώθηκαν από το σύνολο των χωρών, καταλήγει στα ακόλουθα:
Κατά τη διάρκεια στης πανδημίας COVID-19:
•Οι σχέσεις με την οικογένεια και τους/τις φίλους/φίλες βελτιώθηκαν.
•Η ψυχική υγεία, η σωματική δραστηριότητα και οι σχολικές επιδόσεις επηρεάστηκαν αρνητικά.
•Τα κορίτσια, οι μεγαλύτεροι/μεγαλύτερες σε ηλικία έφηβοι/έφηβες και όσοι/όσες προέρχονται από λιγότερο εύπορες οικογένειες έχουν βιώσει περισσότερες αρνητικές επιπτώσεις.
•Οι εμπειρίες των εφήβων ήταν ποικίλες και περίπλοκες
•Οι έφηβοι/έφηβες που ανάφεραν θετικές εμπειρίες κατά τη διάρκεια της πανδημίας του COVID-19 έχουν λάβει υποστήριξη από την οικογένεια, τους εκπαιδευτικούς, τους συμμαθητές/συμμαθήτριες και τους/τις συνομηλίκους/συνομήλικές τους.
•Η δύναμη της υποστήριξης σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης δεν μπορεί να υποτιμηθεί, είτε αυτή προέρχεται από την οικογένεια, τους/τις φίλους/φίλες, τους/τις εκπαιδευτικούς είτε τους/τις συνομηλίκους/συνομήλικες. Η κοινωνική υποστήριξη, επομένως, αποτελεί «σανίδα σωτηρίας» σε δύσκολους καιρούς καθώς ενισχύει την ανθεκτικότητα, απαλύνει τα βάρη και προάγει την ευεξία.
•Οι έφηβοι/έφηβες έχουν νιώσει το αρνητικό αντίκτυπο της πανδημίας του COVID-19. Χαρακτηριστικά, το 30% των εφήβων αναφέρουν αρνητικό αντίκτυπο στην ψυχική τους υγεία.
•Η ψυχική υγεία των εφήβων κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19 επηρέασε τη σχολική τους επίδοση και τις οικογενειακές τους σχέσεις.
•Σχεδόν το 50% των εφήβων παρουσίασαν αυξημένα αισθήματα σχολικής πίεσης κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19.
•Το 16% των εφήβων ανέφερε χαμηλά επίπεδα ικανοποίησης από τη ζωή κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19.
Αξίζει να σημειωθεί, ότι στην περίπτωση των αποτελεσμάτων της χώρας μας, φαίνεται ότι οι απαντήσεις των μαθητών ακολουθούν την τάση των μαθητών των υπόλποιπων χωρών.
Η Κύπρος ανήκει στις χώρες (μαζί με την Ελλάδα, Εσθονία, Λιθουανία, Πολωνία και Ουγγαρία, Εικόνα 1) όπου μικρό ποσοστό εφήβων (Κύπρος: 19%, Μέσος όρος: 31%) ανάφερε θετική επίδραση της πανδημίας στους περισσότερους τομείς της ζωής του σε σύγκριση με άλλες χώρες της νότιας Ευρώπης (Σλοβακία, Κροατία, Σερβία, Μολδαβία) όπου πολύ μεγαλύτερο ποσοστό εφήβων ανάφερε θετική επίδραση στους περισσότερους τομείς της ζωής. Επιπλέον, το ποσοστό των παιδιών που δηλώνει αρνητικές επιπτώσεις στους περισσότερους τομείς της ζωής του, λόγω της πανδημίας στην Κύπρο είναι το δεύτερο υψηλότερο ανάμεσα στις συμμετέχουσες χώρες, με πρώτο το Καζακστάν.
Στις εν λόγω εκθέσεις, προτείνονται οι ακόλουθοι τρόποι υποστήριξης των παιδιών που έχουν επηρεαστεί από την πανδημία του COVID-19:
1.Ενίσχυση των μέτρων προαγωγής της ψυχικής υγείας
2.Στήριξη κοριτσιών και μεγαλύτερων σε ηλικία παιδιών
3.Προτεραιότητα στη δια ζώσης εκπαίδευση/μάθηση
4.Αντιμετώπιση της εισοδηματικής ανισότητας

Ψυχική Υγεία: Παιδιά αισθάνονται μοναξιά
Μία άλλη ενδιαφέρουσα θεματική ενότητα της διεθνούς έκθεσης είναι η Ψυχική Υγεία των παιδιών και πως αυτή πιθανόν να αλλάζει αναλόγως της ηλικίας και των συνθηκών που βιώνουν τα παιδιά. Όπως προκύπτει, σαν ένα γενικό σχόλιο, είναι πως τα αποτελέσματα αυτής της θεματικής καταδεικνύουν κυρίως ότι με την αύξηση της ηλικίας των παιδιών, καταγράφονται αρνητικές επιπτώσεις στη ψυχική υγεία και ευεξία. Επίσης, τα κορίτσια, καθώς και τα παιδιά με χαμηλότερο κοινωνικοοικονομικό επίπεδο, δηλώνουν χαμηλότερα επίπεδα ψυχικής υγείας.
Ως προς την αυτοαναφερόμενη υγεία, το 36% των παιδιών διεθνώς αναφέρονται στην υγεία τους ως εξαιρετική, με το αντίστοιχο ποσοστό για την Κύπρο να είναι κατά 10 μονάδες μεγαλύτερο (46,8%).
Ως προς την ικανοποίηση για τη ζωή, σε κλίμακα 1-10, ο μέσος όρος διεθνώς είναι υψηλός (7,5) με σημαντικές διαφοροποιήσεις μεταξύ των χωρών, ενώ ο αντίστοιχος μέσος όρος για την Κύπρο είναι ελαφρώς υψηλότερος (8,0). Αξίζει να σημειωθεί ότι η Κύπρος δεν συμπεριλαμβάνεται στις χώρες με μεγάλες διαφορές ανάμεσα στα αγόρια και στα κορίτσια.
Ως προς τη ψυχική υγεία και ευεξία, σε κλίμακα 0-100, ο διεθνής μέσος όρος ανέρχεται σε 61,1. Στις σχετικές δηλώσεις σε αυτή την κλίμακα, στην Κύπρο, περισσότερα από τα μισά παιδιά αναφέρουν ότι τουλάχιστον περισσότερο από το μισό καιρό έχουν καλή διάθεση (77,9%), αισθάνονται ήρεμοι/ήρεμες και χαλαροί/χαλαρές (66,2%), ενεργητικοί/ενεργητικές και δραστήριοι/δραστήριες (72,1%), ξεκούραστοι/ξεκούραστες όταν ξυπνούν (53,0%) και ότι η καθημερινή τους ζωή είναι γεμάτη με πράγματα που τους ενδιαφέρουν (68,9%). Σημειώνεται ότι στην Κύπρο και σε κάποιες άλλες χώρες – Φινλανδία, Δανία (Γροιλανδία), Ιταλία, Καζακστάν, Μολδαβία και Ελβετία- δεν παρατηρούνται σημαντικές διαφορές στη ψυχική υγεία ως προς το κοινωνικοοικονομικό επίπεδο των παιδιών.
Ως προς την αυτοαποτελεσματικότητα, τα ποσοστά των παιδιών διεθνώς που δηλώνουν ότι (α) αν προσπαθήσουν αρκετά σκληρά, βρίσκουν συχνά ή πάντα λύση σε ένα πρόβλημα και (β) καταφέρνουν να κάνουν όσα πράγματα αποφασίσουν, ανέρχονται σε 61% και 57%, αντίστοιχα. Παρόμοια αποτελέσματα ισχύουν και στην Κύπρο σε κάπως μεγαλύτερο βαθμό (64,9% και 60,3%, αντίστοιχα).
Ως προς τα ατομικά παράπονα υγείας, υψηλότερα ποσοστά παιδιών αναφέρονται σε προβλήματα ψυχικής, παρά σωματικής υγείας. Συγκεκριμένα, περίπου ένα στα τρία ή ένα στα τέσσερα παιδιά -τόσο διεθνώς όσο και στην Κύπρο- αναφέρονται με συχνότητα τουλάχιστον περισσότερο από μία φορά την 2 εβδομάδα σε νευρικότητα (33% και 38,0%, αντίστοιχα), θυμό ή γκρίνια (33% και 38,7%, αντίστοιχα), δυσκολίες ύπνου (29% και 20,8%, αντίστοιχα) και ακεφιά (25% και 24,5%, αντίστοιχα).
Τόσο διεθνώς όσο και στην Κύπρο, μικρότερα ποσοστά παιδιών αναφέρονται σε σωματικά προβλήματα με συχνότητα τουλάχιστον περισσότερο από μία φορά την εβδομάδα ως εξής: πονοκέφαλο (20% και 16,1%, αντίστοιχα), πόνο στην πλάτη (17% και 15,3%, αντίστοιχα), πόνο στο στομάχι (14% και 10,0%, αντίστοιχα) και ζαλάδα (15% και 11,6%, αντίστοιχα).
Ως προς τα πολλαπλά παράπονα υγείας, σε διεθνές επίπεδο, το 44% των παιδιών αναφέρεται σε δύο ή περισσότερα προβλήματα με συχνότητα περισσότερο από μία φορά την εβδομάδα. Σημειώνεται ότι για τα παιδιά 15 χρονών, τα 2/3 των κοριτσιών διεθνώς δηλώνουν πολλαπλά προβλήματα υγείας, σε σύγκριση με λίγο περισσότερο από το 1/3 των αγοριών. Στην Κύπρο, τα ποσοστά αυτά για τα παιδιά 11 χρόνων ανέρχονται σε 31% για τα αγόρια και 39% για τα κορίτσια, για τα παιδιά 13 χρόνων σε 35% για τα αγόρια και 55% για τα κορίτσια, και για τα παιδιά 15 χρονών σε 40% για τα αγόρια και 67% για τα κορίτσια.
Τέλος, περίπου 16% των παιδιών διεθνώς δηλώνει πως αισθάνεται μοναξιά τον περισσότερο καιρό ή πάντοτε, με το ποσοστό αυτό να είναι ελαφρώς υψηλότερο για την Κύπρο (17,9%).

Θύματα διαδικτυακού εκφοβισμού
Μία άλλη, ιδιαίτερα επικίνδυνη μορφή του εκφοβισμού είναι ο διαδικτυακός και τα ευρήματα καταδεικνύουν:
-Ως προς την πρόκληση διαδικτυακού εκφοβισμού, το ποσοστό των παιδιών διεθνώς που έχει εκφοβίσει διαδικτυακά άλλο παιδί τουλάχιστον μία με δύο φορές τους τελευταίους μήνες ανέρχεται σε 12%. Το αντίστοιχο ποσοστό για την Κύπρο είναι 9,5%.
Όπως συμβαίνει και διεθνώς (14% των αγοριών και 9% των κοριτσιών), το ποσοστό και στην Κύπρο είναι υψηλότερο για τα αγόρια παρά για τα κορίτσια. Σε αρκετές χώρες το ποσοστό είναι υψηλότερο για την ηλικιακή ομάδα των 13 χρόνων, ενώ στην Κύπρο είναι υψηλότερο για τα παιδιά 15 χρόνων.
Σε αυτό το σημείο, αξίζει να σημειωθεί πως παρόλο που διεθνώς δεν παρατηρείται συσχέτιση των ποσοστών με το κοινωνικοοικονομικό επίπεδο, στην Κύπρο τα ποσοστά είναι υψηλότερα για τα παιδιά από χαμηλά κοινωνικοοικονομικά στρώματα.
-Ως προς τη θυματοποίηση μέσω διαδικτύου, δηλαδή τα παιδιά που έχουν πέσει θύματα διαδικτυακού εκφοβισμού, το σχετικό ποσοστό παιδιών που έχουν υπάρξει θύμα τουλάχιστον μία με δύο φορές τους τελευταίους μήνες διεθνώς ανέρχεται σε 16% (15% των αγοριών και 16% των κοριτσιών). Το ποσοστό αυτό στην Κύπρο ανέρχεται στο 14,4%. Όπως προκύπτει από τη διεθνή έρευνα, σε αρκετές χώρες τα ποσοστά των κοριτσιών είναι υψηλότερα από αυτά των αγοριών, ενώ στην Κύπρο δεν παρατηρείται διαφορά ως προς το φύλο. Τέλος, τόσο διεθνώς όσο και στην Κύπρο, δεν παρατηρείται κάποια συσχέτιση με το κοινωνικοοικονομικό επίπεδο.
Μπούλινγκ μέσω διαδικτύου – 7,8% έχει θυματοποιηθεί
Μία άλλη, ιδιαίτερα επικίνδυνη μορφή του εκφοβισμού είναι ο διαδικτυακός και τα ευρήματα καταδεικνύουν:
-Ως προς την πρόκληση διαδικτυακού εκφοβισμού, το ποσοστό των παιδιών διεθνώς που έχει εκφοβίσει διαδικτυακά άλλο παιδί τουλάχιστον μία με δύο φορές τους τελευταίους μήνες ανέρχεται σε 12%. Το αντίστοιχο ποσοστό για την Κύπρο είναι 9,5%.
Όπως συμβαίνει και διεθνώς (14% των αγοριών και 9% των κοριτσιών), το ποσοστό και στην Κύπρο είναι υψηλότερο για τα αγόρια παρά για τα κορίτσια. Σε αρκετές χώρες το ποσοστό είναι υψηλότερο για την ηλικιακή ομάδα των 13 χρόνων, ενώ στην Κύπρο είναι υψηλότερο για τα παιδιά 15 χρόνων.
Σε αυτό το σημείο, αξίζει να σημειωθεί πως παρόλο που διεθνώς δεν παρατηρείται συσχέτιση των ποσοστών με το κοινωνικοοικονομικό επίπεδο, στην Κύπρο τα ποσοστά είναι υψηλότερα για τα παιδιά από χαμηλά κοινωνικοοικονομικά στρώματα.
-Ως προς τη θυματοποίηση μέσω διαδικτύου, δηλαδή τα παιδιά που έχουν πέσει θύματα διαδικτυακού εκφοβισμού, το σχετικό ποσοστό παιδιών που έχουν υπάρξει θύμα τουλάχιστον μία με δύο φορές τους τελευταίους μήνες διεθνώς ανέρχεται σε 16% (15% των αγοριών και 16% των κοριτσιών). Το ποσοστό αυτό στην Κύπρο ανέρχεται στο 14,4%. Όπως προκύπτει από τη διεθνή έρευνα, σε αρκετές χώρες τα ποσοστά των κοριτσιών είναι υψηλότερα από αυτά των αγοριών, ενώ στην Κύπρο δεν παρατηρείται διαφορά ως προς το φύλο. Τέλος, τόσο διεθνώς όσο και στην Κύπρο, δεν παρατηρείται κάποια συσχέτιση με το κοινωνικοοικονομικό επίπεδο.
50 χώρες μετέχουν στη διεθνή έρευνα
Η διεθνής έρευνα Health Behaviour in School-aged Children (HBSC) του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) διεξάγεται κάθε τέσσερα χρόνια και παρέχει διεθνή συγκριτικά στοιχεία σχετικά με την υγεία, την ποιότητα ζωής, το κοινωνικό περιβάλλον και τις συμπεριφορές υγείας παιδιών σχολικής ηλικίας (11, 13 και 15 χρόνων). Έχει αναγνωριστεί διεθνώς ως μια έγκυρη πηγή πληροφοριών για θέματα υγείας των εφήβων υιοθετώντας τη θέση ότι η υγεία περικλείει φυσικές, κοινωνικές αλλά και συναισθηματικές πτυχές.
Πραγματοποιείται από το 1983 και σε αυτή συμμετέχουν περίπου 50 χώρες διεθνώς. Στην Κύπρο, μετά από απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, η έρευνα τέθηκε υπό την αιγίδα των υπουργείων Υγείας και Παιδείας και η υλοποίηση της γίνεται από το Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας και Αξιολόγησης (ΚΕΕΑ), του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου του ΥΠΑΝ.
Η πιλοτική έρευνα πραγματοποιήθηκε τον Δεκέμβριο του 2018 και σε αυτήν συμμετείχαν 1182 μαθητές/μαθήτριες από 61 σχολεία. Η κύρια έρευνα πραγματοποιήθηκε κατά την περίοδο Νοεμβρίου 2021-Απριλίου 2022 με τη συμμετοχή 4818 μαθητών/μαθητριών από συνολικά 212 σχολεία.
Ταυτότητα της έρευνας
Η διεθνής έρευνα Health Behaviour in School-aged Children (HBSC) του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) διεξάγεται κάθε τέσσερα χρόνια και παρέχει διεθνή συγκριτικά στοιχεία σχετικά με την υγεία, την ποιότητα ζωής, το κοινωνικό περιβάλλον και τις συμπεριφορές υγείας παιδιών σχολικής ηλικίας (11, 13 και 15 χρόνων). Έχει αναγνωριστεί διεθνώς ως μια έγκυρη πηγή πληροφοριών για θέματα υγείας των εφήβων υιοθετώντας τη θέση ότι η υγεία περικλείει φυσικές, κοινωνικές αλλά και συναισθηματικές πτυχές.
Πραγματοποιείται από το 1983 και σε αυτή συμμετέχουν περίπου 50 χώρες διεθνώς. Στην Κύπρο, μετά από απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, η έρευνα τέθηκε υπό την αιγίδα των υπουργείων Υγείας και Παιδείας και η υλοποίηση της γίνεται από το Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας και Αξιολόγησης (ΚΕΕΑ), του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου του ΥΠΑΝ.
Η πιλοτική έρευνα πραγματοποιήθηκε τον Δεκέμβριο του 2018 και σε αυτήν συμμετείχαν 1182 μαθητές/μαθήτριες από 61 σχολεία. Η κύρια έρευνα πραγματοποιήθηκε κατά την περίοδο Νοεμβρίου 2021-Απριλίου 2022 με τη συμμετοχή 4818 μαθητών/μαθητριών από συνολικά 212 σχολεία.