Το sexting, δηλαδή η ανταλλαγή φωτογραφιών και μηνυμάτων σεξουαλικού περιεχομένου, αποτελεί κομμάτι της ζωής των εφήβων, με τον μεγαλύτερό τους φόβο, σήμερα, να αποτελεί η τυχόν διαρροή των ευαίσθητων αυτών προσωπικών τους δεδομένων. Αυτό ανέφερε στην συνέντευξή της στον «Φιλελεύθέρο» η Επίτροπος Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού, Δέσπω Μιχαηλίδου, σχολιάζοντας την ανάγκη της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης, αλλά και της ενδυνάμωσης παιδιών και εφήβων μπροστά στο διαδίκτυο.
Η κ. Μιχαηλίδου τοποθετήθηκε σε σχέση με τα κινητά στα σχολεία και την πρόταση του Υπουργείου Παιδείας να τοποθετηθούν στις τσάντες των μαθητών, εκφράζοντας επιφυλάξεις. Η προσπάθεια, όπως υπογραμμίζει, για να μην εθιστούν τα παιδιά στο διαδίκτυο, πρέπει να γίνει σε μικρή ηλικία και όχι στην εφηβεία, καθώς τότε είναι αργά. Υπογράμμισε, παράλληλα, ότι από την Κύπρο απουσιάζουν χώροι και θεματικά πάρκα για τους νέους, ώστε να βγουν από το εικονικό κόσμο, και παρά το γεγονός ότι η ψυχαγωγία είναι ζωτικής σημασίας.
«Δεν μπορώ να αμφισβητήσω το γεγονός ότι η χρήση του διαδικτύου από τα παιδιά, ιδίως από πολύ μικρή ηλικία, είναι βλαβερή για την ψυχική και σωματική τους υγεία», τόνισε και πρόσθεσε ότι χρειάζεται να βρούμε τρόπους να περιορίσουμε τη χρήση των κινητών και ιδίως του διαδικτύου, από πολύ νωρίς, ώστε τα παιδιά να μην εθιστούν. «Ωστόσο, στον αιώνα της τεχνολογίας, δεν μπορούμε να επιστρέψουμε σε προηγούμενες εποχές», είπε αναφερόμενη στην πρόταση του Υπουργείου Παιδείας για κινητά στις τσάντες καθ’ όλη την παραμονή στο σχολείο.
«Όντως η τάξη είναι για να γίνεται μάθημα και το κινητό, σύμφωνα με ψυχολόγους και ειδικούς, αποτελεί αιτία για απόσπαση της προσοχής. Στην τάξη πρέπει να απαγορεύεται το κινητό καθολικά σε όλες τις ηλικίες». Όμως η Επίτροπός εκφράζει αμφιβολίες για την ώρα του διαλείμματος, ειδικά στους εφήβους. «Θεωρώ ότι είναι αυστηρό το οριζόντιο μέτρο απαγόρευσης κατά τη διάρκεια του διαλλείματος».
Εκείνο που υπογραμμίζει η Επίτροπος, είναι ότι η απεξάρτηση των παιδιών από τα κινητά πρέπει να ξεκινάει από τη μικρή ηλικία και κυρίως από την οικογένεια, υπογραμμίζοντας ότι συχνά το παράδειγμα στο σπίτι είναι οι ενήλικες να ασχολούνται στο τραπέζι και στον καναπέ με το κινητό ή τα παιδιά να αφήνονται για ώρες στην τηλεόραση και το τάμπλετ, λόγω έλλειψης χρόνου.
«Τα παιδιά πρέπει να αναπτύξουν δεξιότητες και να μάθουν να προστατεύονται από τους κινδύνους της τεχνολογίας», είπε και πρόσθεσε ότι έπρεπε να γίνει διαβούλευση με τα παιδιά πριν το σχεδιασμό για την απαγόρευση των κινητών στα διαλλείματα, πράγμα που θα βοηθούσε και στην εφαρμογή της όποιας απόφασης. «Δεν πιστεύω ότι το bullying θα περιοριστεί αν μπουν τα κινητά στην τσάντα», υπογράμμισε.
«Θεωρώ μεγάλο σφάλμα να επιτρέπουμε στα παιδιά να έχουν λογαριασμό στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης από πολύ μικρή ηλικία. Μάλιστα, πολλές χώρες μελετούν το ενδεχόμενο να τα απαγορεύσουν στα μικρά παιδιά. Αν οι γονείς θέλουν οπωσδήποτε το παιδί τους να έχει κινητό, για την περίπτωση που προκύψει κάποια ανάγκη, μπορούν να του αγοράσουν μια απλή συσκευή που δεν θα έχει πρόσβαση στο διαδίκτυο», ανέφερε.
Οι όποιες προσπάθειες για τη χρήση smartphone και social media, επανέλαβε, πρέπει να γίνονται στις μικρές ηλικίες. Όχι, όπως είπε, να έχουν έξυπνο κινητό ακόμη και από 5 ετών. Θέλει προσπάθεια, δουλεία και ενδυνάμωση μέσα στην οικογένεια.
Μάλιστα η Επίτροπος μίλησε για μια αποστειρωμένη και ακρωτηριασμένη γενιά. «Θεωρώ ότι έχουμε φτάσει σε μια εποχή όπου, ναι οι κίνδυνοι είναι μεγάλοι, είμαστε τόσο υπερπροστατευτικοί που καταλήγουμε τα παιδιά μας να καθίστανται “ανίκανα”. Βγαίνουν στην κοινωνία και δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν τους πραγματικούς κινδύνους ή ακόμη και να τους αναγνωρίσουν. Δεν γίνεται να λέμε “να μην χτυπήσει, να μην γδαρθεί, να μην πέσει”. Το θέμα είναι να μην τραυματιστεί σοβαρά ή να μην κάνει επικίνδυνα πράγματα για τη σωματική και ψυχή του υγεία. Όμως, τα παιδιά πρέπει να δοκιμάζονται και όχι μόνο στο φαντασιακό κόσμο, αλλά και στο παιχνίδι με τους συνομήλικούς τους. Μια ειδικός, ανέφερε, ότι πλέον ένα παιδί μπορεί να λύσει ένα πάζλ διαδικτυακά, όχι όμως αναλογικά».
Αυτός είναι και ο λόγος, σημειώνει η Επίτροπος, όπου η Σουηδία αν και είχε εισαγάγει τα τάμπλετ στο σχολείο, τώρα επιστρέφει στο μολύβι και στο χαρτί. «Τα παιδιά έχουν χάσει δεξιότητες. Δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν ψαλίδι. Φτάνουμε σε ένα σημείο όπου η τεχνολογία, αν θέλετε, αχρηστεύει πολλές ικανότητες».
Sex Roulette
Η Επίτροπος μίλησε και για άλλους κινδύνους του διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Αναφέρθηκε, δε, σε μια πρόσφατη διαδικτυακή πρόκληση, την λεγόμενο Sex Roulette, κατά την οποία ανήλικες κάνουν σεξ με αγνώστους και βγαίνουν νικήτριες αν δεν μείνουν έγκυος.
Ακόμη και αν αυτή η πρόκληση, δεν έχει έρθει στην Κύπρο, εντούτοις διατηρούν γκρουπ σε πλατφόρμες και στέλνουν μηνύματα σεξουαλικού περιεχομένου. «Έρχονται ολοένα και νωρίτερα η προεφηβεία και η εφηβεία και εκεί αρχίζουν τα πράγματα να γίνονται πάρα πολύ δύσκολα. Πρέπει να τα δούμε αυτά τα φαινόμενα και να αντιμετωπίσουμε. Αντί να τρέχουμε όταν συμβαίνει ένα γεγονός».
Τα παιδιά, υπογραμμίζει η κ. Μιχαηλίδου, πρέπει να ενημερώνονται. «Έχουμε μοιράσει βιβλιαράκια στα σχολεία για το sexting. Η απάντηση που παίρνουμε από την Ομάδα Εφήβων Συμβούλων είναι ότι πρόκειται για έναν τρόπο έκφρασης για τους νέους, ώστε να δείξουν τα συναισθήματά τους», σημείωσε και πρόσθεσε ότι οι νέοι σήμερα φοβούνται περισσότερο την έκθεση μιας προσωπικής τους φωτογραφίας, απ’ ότι τη σωματική βία.
Τα παιδιά, υπογραμμίζει η Επίτροπος, φοβούνται να καταγγείλουν θέματα σεξουαλικής κακοποίησης. Φοβούνται τις συνέπειες. «Γι’ αυτό διερωτώμαι, για τους γονείς που αντιδρούν στη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση. Λένε “εγώ θα διαπαιδαγωγήσω το παιδί μου”, όμως οι έφηβοι δεν μιλούν εύκολα στους γονείς τους. Έχουν αισθήματα ντροπής, ιδίως όταν τους συμβεί κάτι άσχημο, όπως μια φωτογραφία που διαρρεύσει στο διαδίκτυο. Εξάλλου είναι αυτά τα αισθήματα ντροπής που εμποδίζουν τα παιδιά θύματα να καταγγείλουν. Όπως, επίσης και η πεποίθηση ότι δεν επιφέρει αποτέλεσμα η καταγγελία τους.
Η Επίτροπος, εφιστά την προσοχή της Αστυνομίας και της Εισαγγελίας να προχωρούν σε έρευνα όταν υπάρχουν ενδείξεις κακοποίησης ανηλίκου, ακόμη και αν αποσύρεται η καταγγελία.
Όσον αφορά στα περιστατικά σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, εκείνο που διαπιστώνει η Επίτροπός είναι ότι συμβαίνει εντός της οικογένειας. «Έχει αλλάξει μορφή. Μπορεί να είναι από σύντροφο του γονέα ή από στενό συγγενή», είπε.
Σημαντικό το παιχνίδι
Η ψυχαγωγία και το παιχνίδι είναι ανάγκη για τα παιδιά, υπογραμμίζει η Επίτροπός. «Δεν προσφέρουμε χώρους ψυχαγωγίας. Δεν υπάρχουν skate park, ποδηλατοδρόμια, ανοιχτούς χώρους. Τα πάρκα συνήθως είναι κλειστά ή προσφέρονται χώροι που πρέπει να πληρώσουν, π.χ. για να παίξουν τένις. Στην ύπαιθρο απουσιάζουν παντελώς προγράμματα ψυχαγωγίας, ενώ δεν υπάρχει και καμία συμβολή από το σχολείο».
Επίσης, είπε, οι γονείς δεν θεωρούν το παιχνίδι σημαντικό μετά το νηπιαγωγείο ή το πολύ πολύ το δημοτικό. «Ήρθε Σεπτέμβρης, ξεκίνησε το σχολείο και τα παιδία εξαφανίστηκαν. Σταματά οποιαδήποτε δραστηριότητα, δεν πάνε εκδρομές με τους γονείς τους ή σε ένα πάρκο ή στη θάλασσα. Πρέπει να διαβάζουν. Να είναι άριστοι μαθητές. Ε, δεν γίνονται αυτά τα πράγματα. Το παιδί έχει ανάγκη της παιδικότητάς του, του παιγνιδιού, της εκτόνωσης της αδρεναλίνης, δεν μπορεί να εκτονώνει την ενέργειά του μέσα στον υπολογιστή. “Η ζωή μας όλη είναι σχολείο”, μου λένε τα ίδια, ενώ δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις παιδιών που αναφέρουν ότι δεν χρειάζονται φροντιστήριο, άλλα πηγαίνουν επειδή επιμένουν οι γονείς τους».
Έπρεπε να προηγηθεί διάλογος για το ενναλακτικό σχολείο
Έπρεπε να προηγηθεί συζήτηση με μαθητές, γονείς και εκπαιδευτικούς, είπε η Επίτροπος του Παιδιού, για το εναλλακτικό σχολείο, το οποίο ετοιμάζεται σε χώρο εντός του Παγκύπριου Γυμνασίου και για το οποίο προκλήθηκαν έντονες αντιδράσεις. Η ίδια αντιμετωπίζει το εν λόγω εγχείρημα με μεγάλο σκεπτικισμό. «Είχα στείλει επιστολή στο Υπουργείο Παιδείας και αναμένω απαντήσεις για το θέμα», είπε και εξέφρασε προβληματισμούς για τη δημιουργία επιμέρους σχολείων.
Με λύπη παρατηρώ, σημείωσε η Επίτροπός, ότι κάθε φορά που γίνεται συζήτηση για δημιουργία στέγης ανηλίκων ή ασυνόδευτων παιδιών ή μαθητών με παραβατική συμπεριφορά, ότι ξεσπούν αντιδράσεις. «Δεν θέλουμε παιδιά με ιστορικό. Όμως πού θα πάμε αυτά τα παιδιά; Αυτά τα παιδιά είναι δικά μας και δυστυχώς βλέπω ότι απουσιάζει η ενσυναίσθηση από το κοινωνικό σύνολο».
Ο στόχος της εκπαίδευσης, είπε ακόμη, έπρεπε να είναι η Παιδεία και όχι η μεταφορά γνώσεων. «Όμως, κατά την άποψή μου η Παιδεία δεν μπορεί να παρασχεθεί από το εκπαιδευτικό σύστημα όπως είναι δομημένο σήμερα. Ο δάσκαλος και ο καθηγητής δεν είναι πλέον παιδαγωγός, είναι μεταφορέας γνώσεων».
Ο νόμος για τα παιδιά που βρίσκονται σε σύγκρουση με το νόμο, είναι σε μεγάλο βαθμό ατελέσφορος, υπογράμμισε η Δέσπω Μιχαηλίδου. «Πρέπει να δημιουργηθούν ειδικοί χώροι κράτησης για παιδιά, κάτι που δεν διαθέτουμε. Αυτό είναι το πλέον σοβαρό, γιατί ήταν υποχρέωση μας εδώ και χρόνια. Υπήρξε αναστολή εφαρμογής του νόμου. Είχα κάνει επανειλημμένες συσκέψεις με τους τρεις προηγούμενους υπουργούς Δικαιοσύνης. Δυστυχώς μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει τίποτε. Με αποτέλεσμα τα δικαστήρια να μην μπορούν να εφαρμόσουν τον νόμο.
Δεν δίνεται βήμα στα παιδιά
Προβληματισμό για το γεγονός ότι τα παιδιά δεν έχουν βήμα και ότι δεν ακούγονται οι αγωνίες τους, εξέφρασε η κ. Μιχαηλίδου, αναφέροντας ότι κάποια από τα ζητήματα που τα απασχολούν είναι η παιδική φτώχεια και οι κακές συνθήκες διαβίωσης, η κλιματική αλλαγή, η ενδοοικογενιακή βία, η παιδική παχυσαρκία και άλλες διαταραχές, η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών.
«Αυτή τη στιγμή διεξάγεται ένας πόλεμος στη γειτονιά μας. Δεν είναι σημαντικό να το συζητούν στην τάξη τους; Να ερωτηθούν τι τους προβληματίζει. Είναι σημαντικότερο να ερωτηθούν για αυτό, από το να διδαχθούν αυτές τις μέρες για τη Γαλλική Επανάσταση».
Είπε ακόμη ότι το Γραφείο της αποστέλλει τις απόψεις των εφήβων συμβούλων όταν τα Υπουργεία συζητούν θέματα που αφορούν τα παιδιά, ωστόσο εξέφρασε αμφιβολίες για το κατά πόσο λαμβάνονται υπόψη, σημειώνοντας παράλληλα ότι δεν καλούνται και τα ίδια τα παιδιά για να τοποθετηθούν.
Φίσκα οι στέγες ανηλίκων: Παιδί κοιμόταν σε καναπέ
Η παρεχόμενη φροντίδα, οι συμπεριφορές των λειτουργών και του προσωπικού, η διαχείριση προβληματικών καταστάσεων και ο μεγάλος αριθμός των παιδιών που φιλοξενούνται στις δομές, είναι ζητήματα που εγείρονται συχνά, υπογραμμίζει η Δέσπω Μιχαηλίδου.
«Είχαμε επισκεφθεί στέγη, όπου υπήρξαν παράπονα για την είσοδο ενός καινούριου παιδιού που κοιμόταν στον καναπέ. Αντιλαμβάνεστε ότι αυτές είναι έκτακτες καταστάσεις που και οι υπηρεσίες πρέπει να αντιμετωπίσουν έστω με ένα προσωρινό μέτρο. Η υπεραριθμία προκαλεί προβλήματα», τόνισε. Ένα παιδί, επεσήμανε, δεν απομακρύνεται εύκολα από τη βιολογική του οικογένεια. «Όμως αυτή η απόφαση δεν πρέπει να καθυστερεί υπέρμετρα, διότι αυτό λειτουργεί σε βάρος του ανήλικου. Υπάρχουν παιδιά που μας λένε ότι ανακουφίστηκαν που τα απομάκρυνα».
Το παιδί, ωστόσο, χρειάζεται προετοιμασία πριν να μετακινηθεί από την οικογένειά του. «Πρέπει να δούμε την αλλαγή των κανονισμών λειτουργίας των στεγών και των ξενών. Το συζητήσαμε και με την Υφυπουργό Κοινωνικής Πρόνοιας και είναι σε εξέλιξη πιλοτικό πρόγραμμα για να δούμε πώς θα αλλάξουν το σύστημα. Χρειάζονται ψυχολόγοι/ νοσηλευτές επί 24ώρου βάσεως, για να απευθύνονται σε αυτούς τα παιδιά όποτε έχουν ανάγκη για στήριξη. Είναι, εξίσου σημαντικό να υπάρχει τακτικός έλεγχος και μάλιστα από ανώτερα στελέχη των ΥΚΕ, για να βλέπουμε ποιο είναι το αποτέλεσμα των πολιτικών».
Χρειάζεται, επίσης, να γίνεται διαχωρισμός των παιδιών αναλόγως των ιδιαίτερων αναγκών τους (π.χ. χρήση ουσιών) και να είναι μικρός ο αριθμός ανά χώρο φιλοξενίας. «Τα παιδιά μάς ζητούν πιο ευέλικτους κανόνες μέσα στην στέγη, που να ανταποκρίνονται στο σήμερα». Ένα παράδειγμα, είπε η Επίτροπος, είναι η επιστροφή των εφήβων στις 10:00 βράδυ. «Είναι λίγο δύσκολο να εφαρμοστεί από έναν 17χρονο. Όντως πρέπει να είμαστε ευέλικτοι, χωρίς να χαλαρώνουμε την επιτήρηση», τόνισε και πρόσθεσε ότι δεν είναι υπέρμαχη των κλειστών δομών, εισήγηση η οποία συζητήθηκε αρκετά την τελευταία περίοδο με αφορμή την υπόθεση των δύο ανηλίκων που απουσίαζαν από τη στέγη τους και που εμπλέκονται σε υπόθεση κλοπής 64χρονου, ο οποίος από την πλευρά του κατηγορείται για σεξουαλική κακοποίηση.
Ως προς τα παράπονα που λαμβάνει η Επίτροπος από τα παιδιά που βρίσκονται υπό την κηδεμονία του κράτους, σημειώνει μεταξύ άλλων ότι αφορούν:
Στην επικοινωνία που διατηρούν τα παιδιά με τη βιολογική τους οικογένεια και στην απουσία υποστήριξης των βιολογικών γονέων.
Στην επικοινωνία που έχουν με τους αρμόδιους λειτουργούς. Κυρίως, ότι λόγω φόρτου εργασίας ή της τακτικής εναλλαξιμότητας των λειτουργών.
Στην ενηλικίωση τους, καθώς βγαίνουν στην κοινωνία με προβλήματα και τις δυσκολίες.
Προβλήματα εντοπίζει η κ. Μιχαηλίδου και όσον αφορά στην αναδοχή. Όπως σημειώνει, δεν υπάρχουν πολλές οικογένειες διαθέσιμες, ενώ λαμβάνουν και παράπονα για την προετοιμασία και στήριξη των ανάδοχων. Επίσης, το Γραφείο της Επιτρόπου θεωρεί ότι «δεν είναι ικανοποιητική η προετοιμασία και του ίδιου του παιδιού. Πρέπει να λαμβάνονται πιο σοβαρά οι απόψεις του».
Έχουμε πρακτικά θέματα στην αναδοχή, υπογράμμισε η κ. Μιχαηλίδου και έφερε ως παράδειγμα την ανάληψη των γονεϊκών δικαιωμάτων των αναδόχων με αποτέλεσμα να καταφεύγουν στο δικαστήριο. Διαπιστώνεται πρόβλημα με την υπέρμετρη εξουσία των βιολογικών γονέων. Πρέπει να δοθεί στις ΥΚΕ ή στον ιδρυματικό λειτουργό ή στον ανάδοχο η κηδεμονία». Ως παράδειγμα η Επίτροπος έφερε περίπτωση παιδιού που είναι σε στέγη, το οποίο δεν μπόρεσε να ταξιδέψει σε συνέδριο μαζί με το Γραφείο της Επιτρόπου, αφού ο βιολογικός γονέας δεν έδωσε τη συγκατάθεσή του για ταξιδιωτικά έγγραφα.
Πρέπει, υπογράμμισε, να διευκολυνθεί και η διαδικασία της υιοθεσίας από τις ανάδοχες οικογένειες και να γίνουν πιο φιλικές διαδικασίες προς το συμφέρον του παιδιού.