Ένα διαμάντι αξίας €4.784, που κλάπηκε από εταιρεία μεταφοράς δεμάτων, απασχολεί από το 2007 τη δικαιοσύνη.

Η εταιρεία ανέλαβε στις 17/7/2007 να μεταφέρει το διαμάντι ενός καρατίου, αξίας 3.220 λιρών Κύπρου (ΛΚ), από τη Λεμεσό στη Λευκωσία για να παραδοθεί σε εταιρεία που το αγόρασε. Το διαμάντι κατά τη διαδικασία παράδοσης κλάπηκε, όταν ο οδηγός άφησε το όχημα με το οποίο το μετέφερε, ξεκλείδωτο με ανοικτά τα παράθυρα, την ώρα που παρέδιδε άλλα αντικείμενα. Το χρυσοχοείο στη Λεμεσό που παρέδωσε για μεταφορά το διαμάντι, κίνησε αγωγή εναντίον της εταιρείας ταχυμεταφορών, επειδή αυτή αρνείτο να καταβάλει την αξία του διαμαντιού.

Η δικογραφημένη θέση της εταιρείας μεταφορών πακέτων ήταν ότι «σύμφωνα με τους όρους οι οποίοι διέπουν τη συμφωνία μεταξύ ενάγουσας και εναγομένης για μεταφορά του εν λόγω αντικειμένου, η εναγόμενη στην περίπτωση απώλειας του αντικειμένου εξ αμελείας της, υποχρεώνεται στην καταβολή μόνο μέχρι του ποσού των ΛΚ100, εκτός αν επρόκειτο για χρήματα».

Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας που εκδίκασε την αγωγή βρήκε πως η εταιρεία ταχυμεταφορών έπρεπε να καταβάλει την αξία του διαμαντιού και όχι αποζημίωση μέχρι 100 λίρες. Κατ΄ επέκταση, εξέδωσε απόφαση προς όφελος του χρυσοχοείου για το ποσό των €4.784,08 (ΛΚ2.800) που ήταν η αξία του διαμαντιού αφαιρουμένου του Φ.Π.Α., πλέον τόκο, πλέον έξοδα.

Η εταιρεία ταχυμεταφορών καταχώρησε το 2015 έφεση κατά της απόφασης αυτής. Σήμερα το Ανώτατο Δικαστήριο που συνερχόταν ως Εφετείο (με τριμελή σύνθεση) ανέτρεψε την πρωτόδικη απόφαση, παρόλο που συμφώνησε με τα ευρήματα του Δικαστηρίου για την αξιοπιστία των μαρτύρων αλλά τα ίδια τα γεγονότα.  

Το Ανώτατο έκρινε ως εσφαλμένη την ερμηνεία που έδωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο, ως προς τη συμφωνία μεταφοράς του διαμαντιού. «Εάν τα συμβαλλόμενα μέρη ήθελαν να καταβάλλεται αποζημίωση, σε περίπτωση απώλειας ή καταστροφής δέματος ή φακέλου, στη βάση της αξίας του περιεχομένου του δέματος ή του φακέλου (όταν αυτό δεν αφορά σε μετρητά) θα το έλεγαν ρητά. Όπως το είπαν στην περίπτωση χρημάτων.

Προφανής ο λόγος που έγινε η διαφοροποίηση για τα «μετρητά χρήματα», προστίθενται στην απόφαση, αφού ο μεταφορέας μπορεί να εξακριβώσει το ποσό των χρημάτων που του παραδίδεται για μεταφορά. Δεν μπορεί όμως να γίνει το ίδιο και για την αξία άλλων αντικειμένων ή πραγμάτων. Έτσι, ρητά κατεγράφη πως σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, που δεν αφορούν δηλαδή σε παράδοση χρημάτων, η καταβλητέα αποζημίωση θα αφορά σε «ποσό ίσο με την αξία του περιεχομένου του δέματος ή του φακέλου ή με το ποσό των ΛΚ100 (οποίο είναι το μικρότερο)».

Με άλλα λόγια, τονίζει το Εφετείο, ακόμη και αν η αξία του περιεχομένου είναι πάνω από ΛΚ100, η αποζημίωση εν ουδεμία περιπτώσει δύναται να υπερβαίνει τις ΛΚ100. Αυτό είναι το μέγιστο ποσό που ο μεταφορέας συμφώνησε να καταβάλλει ως αποζημίωση σε περίπτωση απώλειας ή καταστροφής δέματος ή φακέλου που δεν αφορά σε χρήματα. Εάν βεβαίως η αξία είναι κάτω από τις ΛΚ100, τότε δεν νοείται ο δικαιούχος να αποζημιωθεί με το μέγιστο ποσό των ΛΚ100, αλλά με την μικρότερη πραγματική αξία του περιεχομένου.

Η πρωτόδικη απόφαση τελικά παραμερίστηκε και αντικαταστάθηκε με απόφαση προς όφελος του χρυσοχοείου και εναντίον της εταιρείας ταχυμεταφορών, για το ποσό των €170,86 (Λ.Κ.100), με νόμιμο τόκο, πλέον έξοδα.