Έχοντας στα χέρια τους σημαντικά τεκμήρια και μαρτυρίες πως και το βίντεο απο πρατήριο καυσίμων, οι ανακριτές του ΤΑΕ Λεμεσού οδήγησαν γύρω στις 11 το πρωί τους δύο ύποπτους 19 και 23 ετων, ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού για αίτημα προσωποκράτησής τους.
Το Δικαστήριο ενέκρινε το αίτημα κράτησης των δύο υπόπτων για περίοδο οκτώ ημερών. Οι δύο ύποπτοι ανακρινόμενοι υπέπεσαν σε αντιφάσεις μεταξύ τους, αφού οι ισχυρισμοί τους αντικρούονται με το κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης του πρατηρίου καυσίμων. Μάλιστα οι ύποπτοι καταγράφονται λίγα λεπτά πριν θέσουν φωτιά στο όχημα να εισέρχονται στο πρατήριο.
Σύμφωνα με τα όσα ανέφερε ενώπιον του Δικαστηρίου ο εξεταστής της υπόθεσης, αναπληρωτής υπαστυνόμος, Αντώνης Παντελίδης, εναντίον των δύο νεαρών υπόπτων διερευνώνται τα αδικήματα της συνομωσίας για φόνο, συνομωσίας προς διάπραξη κακουργήματος, φόνος εκ προμελέτης, εμπρησμό οχήματος, παράνομη κατοχή, μεταφορά και χρήση πυροβόλου όπλου, παράνομη κατοχή και μεταφορά εκρηκτικών υλών.
Ο ανακριτής αναφέρθηκε στα γεγονότα και πως εντοπίστηκαν οι δύο απανθρακωμενες σοροi.
Σημείωσε ότι στο όχημα εντόπισε ένα καμένο μεγάφωνο και ενα ψαροτουφεκo. Κίνητρο πίσω απο το διπλό φονο η αγορά ενός μεγαφώνου απο τον 38χρονο Κουζουπη. Να σημειωθεί το θύμα ειχε αναφέρει στον πατέρα του ότι θα περάσει ο πρώτος ύποπτος από το σπίτι του για να πάρει το μεγάφωνο και να πληρώσει το ποσό των 800 ευρώ. Ολα αυτά την 31η Ιουλίου και σύμφωνα με τον πατέρα του θύματος, ο γιος του θα πήγαινε ψάρεμα. Σε κάποια στιγμή επέστρεψε σπίτι. Να σημειωθεί ότι γύρω στις 11το βράδυ έξω απο το σπίτι του 38χρονου ήταν ενα πρόσωπο και ακολούθως έφυγε μαζί του, ενώ το μεγάφωνο έλειπε απο το σπίτι. Στο πλαίσιο των εξετάσεων λήφθηκε πληροφορία ότι το πρόσωπο που ενδιαφερόταν να αγοράσει το μεγάφωνο από το θύμα ήταν ο 19χρονος ύποπτος.
Μετά απο την εξέλιξη, ανακριτές μετέβησαν στην οικία του όπου παρέλαβαν δύο όπλα. Σε ανακριτική κατάθεση ο 19χρονος ανάφερε ότι γνώριζε το θύμα και πριν απο μια βδομάδα θα αγόραζε μεγάφωνο απο την αυτό. Τελικά ο 19χρονος ύποπτος άλλαξε γνώμη και στη συνέχεια άρχισε να δέχεται επανειλημμένες τηλεφωνικές κλήσεις απο τον 38χρονο όπου δεχόταν πιέσεις και απειλές για να του δώσει τα λεφτά. Το γεγονός αυτό το ανάφερε στον 23χρονο ύποπτο και του ζήτησε βοήθεια. Ο τελευταίος του ζήτησε να του πάρει ένα κυνηγετικό όπλο προκειμένου να απειλήσει τον 38χρονο και του είπε ότι θα τον πυροβολούσε στα πόδια για εκφοβισμό. Ο 19χρονος ύποπτος στις 30/07/24 παρέδωσε στον 23χρονο ύποπτο το κυνηγετικό όπλο του πατέρα του μάρκας Beretta και μετέβηκαν με ξεχωριστά αυτοκίνητα σε σημείο πλησίον της σκηνής, όπου ο πρώτος ύποπτος διευθέτησε ραντεβού με το θύμα.
Ακολούθως, την σκηνή προσέγγισε ο 23χρονος ύποπτος ο οποίος ισχυρίστηκε ότι δεν πλησίασε της σκηνή αλλα άκουσε αριθμό πυροβολισμών. Στη συνέχεια, ο 2ος ύποπτος επικοινώνησε μαζί του τηλεφωνικά και του ανάφερε να μην ανησυχεί και δεν πρόκειται ξανά να τον ενοχλήσει το 1ο θύμα διότι σκότωσε τα δύο θύματα πυροβολώντας τους στο κεφάλι. Στη συνέχεια συναντήθηκαν στην οικία του 1ου υπόπτου όπου ο 2ος του παρέδωσε πίσω το κυνηγετικό όπλο. Να σημειωθεί ότι ο δεύτερος ύποπτος αφο ανακρινόμενος γραπτώς ισχυρίστηκε ότι στις 30/07/24 μετέβηκε μαζί με τον 1ο ύποπτο με το αυτοκίνητο του 1ου υπόπτου μάρκας Suzuki swift, στο σημείο όπου ο 19χρονος ύποπτος είχε διευθετήσει συνάντηση με τα δύο θύματα.
Όπως είπε, ο 19χρονος ύποπτος πυροβόλησε τα 2 θύματα εξ επαφής με το κυνηγετικό του όπλο. Τον είδε επίσης να σπρώχνει το αυτοκίνητο των θυμάτων στον κατηφορικό δρόμο και ακολούθως, επέστρεψαν στις οικίες τους χωρίς να γνωρίζει τι επακολούθησε.
Την επόμενη μέρα πληροφορήθηκε από τον 1ο ύποπτο ότι μετά το πιο πάνω περιστατικό αυτός επέστρεψε στο σημείο που πυροβόλησε τα θύματα, όπου έσπρωξε το αυτοκίνητο στον κατηφορικό δρόμο εντός του οποίου ήταν τα θύματα και στη συνέχεια αφού περιέλουσε με βενζίνη το αυτοκίνητο έθεσε φωτιά σ ́αυτό.
Οι ισχυρισμοί και των δύο υπόπτων έρχονται σε αντιφάσεις τόσο μεταξύ τους ως επίσης και τα όσα ισχυρίστηκαν σε σχέση τις διακινήσεις τους καταρρίπτονται από πλάνα κλειστών κυκλωμάτων παρακολούθησης τα όποια κατέγραψαν τις διακινήσεις τους κατά το επίμαχο χρόνο.