Την υποχρέωση των κυβερνήσεων όλων των χωρών για σεβασμό και εφαρμογή των ψηφισμάτων του ΟΗΕ σημειώνει η Πρεσβεία του Κράτους της Παλαιστίνης στη Λευκωσία σε ανακοίνωσή της σχετικά με την απάντηση του Διεθνούς Δικαστηρίου στο αίτημα για γνωμοδότηση σχετικά με τις νομικές συνέπειες που απορρέουν από τις πολιτικές και τις ενέργειες του Ισραήλ στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη, συμπεριλαμβανομένης της Ανατολικής Ιερουσαλήμ και τις συνέπειες της συμπεριφοράς του Ισραήλ ως προς άλλα κράτη.

Το Διεθνές Δικαστήριο, στη γνωμοδότηση της 20ής Ιουλίου, αναγνώρισε ότι η ισραηλινή κατοχή των παλαιστινιακών εδαφών είναι παράνομη και καταχρηστική, καλώντας το Ισραήλ να προβεί στην τερμάτισή της το συντομότερο δυνατό και να αναιρέσει όλες τις παράνομες επιπτώσεις της, συμπεριλαμβανομένων των εποικισμών, της προσάρτησης, της αναγκαστικής εκτόπισης πληθυσμού, των πολιτικών φυλετικών διακρίσεων καθώς και άλλων πολιτικών που υπονομεύουν τον παλαιστινιακό λαό, αποτρέποντάς τον από το να ασκεί το δικαίωμά του στην αυτοδιάθεση.

Το Διεθνές Δικαστήριο αναγνώρισε επίσης την ανάγκη καταβολής αποζημίωσης από το κατοχικό Κράτος του Ισραήλ στους Παλαιστίνιους, των ζημιών που προέκυψαν από τις πολιτικές του. Επιπλέον ζητά την ευθύνη όλων των κρατών να διασφαλίσουν τον σεβασμό της εφαρμογής του διεθνούς δικαίου απέχοντας από την παροχή υποστήριξης στο Ισραήλ. Η παλαιστινιακή αντιπροσωπεία ζητά από όλα τα κράτη και ειδικότερα την Κυπριακή Δημοκρατία να υιοθετήσουν το ψήφισμα, «λαμβάνοντας πρακτικά μέτρα για την διασφάλιση και το σεβασμό αυτής της γνωμοδότησης καθώς και τη μη παροχή οποιασδήποτε μορφής υποστήριξης προς στο κράτος κατοχής, όπως αναγνώριση της παράνομης ισραηλινής κατοχής, των εποικισμών, της προσάρτησης και κλοπής των παλαιστινιακών πόρων και εδαφών».

Στην παραπάνω ανακοίνωση, επισυνάπτονται και τα σημαντικότερα περιεχόμενα της ιστορικής γνωμοδότησης του Διεθνούς Δικαστηρίου. Συγκεκριμένα, το Διεθνές Δικαστήριο Δικαιοσύνης, αναγνωρίζοντας τη δικαιοδοσία του αιτήματος σύμφωνα με τον Χάρτη του ΟΗΕ:

  1. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το ζήτημα της Παλαιστίνης είναι ένα διμερές ζήτημα μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστίνης. Η ανάμειξη των οργάνων των Ηνωμένων Εθνών, και προηγουμένως της Κοινωνίας των Εθνών, σε ζητήματα σχετικά με την Παλαιστίνη, χρονολογείται από το Σύστημα Εντολής και τα Ηνωμένα Έθνη έχουν τη μόνιμη ευθύνη και το θέμα αφορά τη διεθνή ειρήνη και ασφάλεια.
  2. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η κατεχόμενη παλαιστινιακή επικράτεια (κ.Π.ε.), η Δυτική Όχθη, συμπεριλαμβανομένης της Ανατολικής Ιερουσαλήμ και η Λωρίδα της Γάζας, αποτελούν μια ενιαία εδαφική ενότητα της οποίας η ενότητα και η ακεραιότητα πρέπει να διατηρηθούν και να γίνουν σεβαστές.
  3. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το Ισραήλ εξακολουθεί να διατηρεί ολοκληρωτικό έλεγχο στη Λωρίδα της Γάζας, συμπεριλαμβανομένου του ελέγχου των χερσαίων, θαλάσσιων και εναέριων συνόρων, των εισαγωγών και των εξαγωγικών φόρων. Ως εκ τούτου οι υποχρεώσεις του βάσει του νόμου της κατοχής παραμένουν.
  4. Υποστήριξε ότι η παρουσία του Ισραήλ στην Παλαιστίνη είναι παράνομη, λόγω των παραβιάσεων των επιτακτικών κανόνων από το Ισραήλ. Απαγόρευση της απόκτησης εδάφους με τη βία και του δικαιώματος αυτοδιάθεσης του παλαιστινιακού λαού, σε όλη την κατεχόμενη παλαιστινιακή επικράτεια.
  5. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η επιχειρήση εποικισμού του Ισραήλ και το συνδεδεμένο καθεστώς του, συμπεριλαμβανομένης της μεταφοράς εποίκων και της διατήρησης εποικισμών, παραβιάζει το διεθνές δίκαιο.
  6. Αντιμετώπισε μερικές από τις πολιτικές και πρακτικές του Ισραήλ, όπως δήμευση γης, εκμετάλλευση φυσικών πόρων, επέκταση του ισραηλινού νόμου, αναγκαστική μετακίνηση, βία κατά των Παλαιστινίων, άδειες παραμονής και τιμωρητικές κατεδαφίσεις οι οποίες μεταχειρίζονται τους Παλαιστινίους με διαφορετικό τρόπο και σε αντίθεση με το τι καθορίζεται  από το διεθνές δίκαιο και συνιστώντας συστηματικές διακρίσεις, φυλετικό διαχωρισμό και απαρτχάιντ.
  7. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το Ισραήλ κάνει κατάχρηση της παρουσίας του ως κατοχική δύναμη και χρησιμοποιεί βία σε όλη την κατεχόμενη Παλαιστινιακή επικράτεια με τρόπο που επιδιώκει να παρεμποδίσει μόνιμα την άσκηση του δικαιώματος αυτοδιάθεσης του παλαιστινιακού λαού, ιδιαίτερα του δικαιώματός του στην εδαφική ακεραιότητα και την πολιτική ανεξαρτησία. Αυτή η καταστολή είναι μέρος της προσπάθειας του Ισραήλ να ελέγξει μόνιμα τα Κατεχόμενα Παλαιστινιακά Εδάφη.
  8. Διαπιστώθηκε ότι οι δικαιολογίες του Ισραήλ για τη λεγόμενη ασφάλεια ή την αυτοάμυνα δεν ισχύουν και ότι το Ισραήλ δεν δικαιούται να ασκεί κυριαρχία σε οποιόδηποτέ τμήμα επί και του παλαιστινιακού εδάφους και ότι οι ανησυχίες για την ασφάλειά του δεν μπορούν να παρακάμψουν την αρχή που απαγορεύει την απόκτηση εδάφους με τη βία. Πρόσθεσε επίσης ότι η προστασία των εποίκων και των εποικισμών, η παρουσία των οποίων στην κατεχομένη Παλαιστινιακή επικράτεια αντίκειται στο διεθνές δίκαιο, δεν μπορεί να επικαλείτε ως λόγος για να δικαιολογηθούν μέτρα που μεταχειρίζονται διαφορετικά τους Παλαιστίνιους. Επιπλέον, το Δικαστήριο θεωρεί ότι τα μέτρα του Ισραήλ που επιβάλλουν περιορισμούς σε όλους τους Παλαιστίνιους αποκλειστικά και μόνο λόγω της παλαιστινιακής τους ταυτότητας, είναι δυσανάλογα προς οποιονδήποτε νόμιμο δημόσιο σκοπό και δεν μπορούν να δικαιολογηθούν σε σχέση με την ασφάλεια που επικαλείται.
  9. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η χρήση των φυσικών πόρων από το Ισραήλ στην Κατεχόμενη Παλαιστινιακή Επικράτεια έρχεται σε αντίθεση με τις υποχρεώσεις του βάσει του διεθνούς δικαίου παραβιάζοντας την υποχρέωση του να ενεργεί ως δύναμη κατοχής, παραλείποντας να σέβεται το δικαίωμα του παλαιστινιακού λαού για μόνιμη κυριαρχία επί των φυσικών πόρων.
  10. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι Συμφωνίες του Όσλο δεν μπορούν να μειώσουν τις υποχρεώσεις του Ισραήλ βάσει του διεθνούς δικαίου που ισχύει στην κατεχόμενη Παλαιστινιακή επικράτεια. Διαπίστωσε επίσης ότι οι Συμφωνίες του Όσλο δεν επιτρέπουν στο Ισραήλ να προσαρτήσει τμήματα της κατεχόμενης Παλαιστινιακής επικράτειας για να καλύψει τις ανάγκες ασφαλείας του, ούτε το δικαίωμα να διατηρήσει την παρουσία του εκεί.
  11. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι πολιτικές και οι πρακτικές του Ισραήλ, συμπεριλαμβανομένης της διατήρησης και της επέκτασης οικισμών, της ανακατασκευής των σχετικών υποδομών, της εκμετάλλευσης φυσικών πόρων καθώς και της ανακήρυξης της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ, στοχεύουν στην εδραίωση επι της κατεχόμενης Παλαιστινιακής επικράτειας.
  12. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αυτές οι πολιτικές και πρακτικές έχουν σχεδιαστεί για να παραμείνουν επ’ αόριστον έχοντας μη αναστρέψιμες επιπτώσεις στο έδαφος, συνιστώντας την προσάρτηση μεγάλων τμημάτων της κατεχόμενης Παλαιστινιακής επικράτειας. Αυτό αντιβαίνει στην απαγόρευση της χρήσης βίας και στην αρχή της μη απόκτησης εδάφους με τη βία.
  13. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η ύπαρξη του δικαιώματος αυτοδιάθεσης του παλαιστινιακού λαού δεν μπορεί να υπόκειται σε όρους εκ μέρους της κατοχικής δύναμης, λόγω του χαρακτήρα του ως αναφαίρετου δικαιώματος.
  14. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το Ισραήλ είναι υποχρεωμένο να τερματίσει την παράνομη παρουσία του στην Παλαιστίνη όσο το δυνατόν ταχύτερα.
  15. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το Ισραήλ έχει την υποχρέωση να σταματήσει αμέσως όλες τις νέες δραστηριότητες εποικισμού και να εκκενώσει όλους τους εποίκους από τα κατεχόμενα Παλαιστινιακά εδάφη.
  16. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το Ισραήλ έχει την υποχρέωση να επανορθώσει τη ζημία που προκλήθηκε σε όλα τα ενδιαφερόμενα φυσικά ή νομικά πρόσωπα στα Κατεχόμενα Παλαιστινιακά Εδάφη και ότι η αποκατάσταση περιλαμβάνει την υποχρέωση του Ισραήλ να επιστρέψει τη γη και την ακίνητη περιουσία, καθώς και όλα τα περιουσιακά στοιχεία που κατασχέθηκαν από οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο από τότε που άρχισε η κατοχή του το 1967, καθώς και όλα τα πολιτιστικά αγαθά και περιουσιακά στοιχεία που ελήφθησαν από Παλαιστίνιους και παλαιστινιακά ιδρύματα, συμπεριλαμβανομένων αρχείων και εγγράφων. Απαιτεί επίσης την εκκένωση από τους υφιστάμενους οικισμούς όλων των εποίκων και την αποξήλωση των τμημάτων του τείχους που κατασκεύασε το Ισραήλ το οποίο βρίσκεται  στα κατεχόμενα Παλαιστινιακά εδάφη, καθώς και να επιτραπεί σε όλους τους Παλαιστίνιους που εκτοπίστηκαν, κατά τη διάρκεια της κατοχής, να επιστρέψουν στον αρχικό τόπο διαμονής τους.
  17. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι όλα τα κράτη υποχρεούνται να μην αναγνωρίσουν ως νόμιμη την κατάσταση που προκύπτει από την παράνομη παρουσία του Κράτους του Ισραήλ στα Κατεχόμενα Παλαιστινιακά Εδάφη και να μην παράσχουν βοήθεια ή στήριξη  για τη διατήρηση της κατάστασης που δημιουργήθηκε από τη συνεχιζόμενη παρουσία του Κράτους του Ισραήλ στα κατεχόμενα Παλαιστινιακά εδάφη.
  18. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι διεθνείς οργανισμοί, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Εθνών, έχουν την υποχρέωση να μην αναγνωρίσουν ως νόμιμη την κατάσταση που προκύπτει από την παράνομη παρουσία του κράτους του Ισραήλ στα κατεχόμενα Παλαιστινιακά εδάφη.
  19. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα Ηνωμένα Έθνη, και ειδικά η Γενική Συνέλευση που ζήτησε τη γνωμοδότηση αυτή και το Συμβούλιο Ασφαλείας, θα πρέπει να εξετάσουν τις ακριβείς λεπτομέρειες και περαιτέρω ενέργειες που απαιτούνται για να τερματιστεί όσο το δυνατόν γρηγορότερα η παράνομη παρουσία του Κράτους του Ισραήλ στα κατεχόμενα Παλαιστινιακά εδάφη.