Λήπτης του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος (ΕΕΕ) πέραν της κύριας κατοικίας του διέθετε άλλες τρεις κατοικίες, οπόταν η χορηγία τερματίστηκε.
Πέραν της πιο πάνω περίπτωσης, από σχετικό έλεγχο του Τμήματος Κτηματολογίου “κάηκαν” και άλλοι δικαιούχοι. Τα στοιχεία προέκυψαν από έλεγχο της Ελεγκτικής Υπηρεσίας στο υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση, από τον έλεγχο του Κτηματολογίου εντοπίστηκαν 885 περιπτώσεις όπου επήλθε αλλαγή στο ύψος της ακίνητης ιδιοκτησίας των δικαιούχων. Πιο αναλυτικά για τις 885 περιπτώσεις αναφέρεται:
(i) 57 δικαιούχοι, μετά από τη σχετική διερεύνηση, τερματίστηκαν, καθότι δεν πληρούσαν πλέον το σχετικό κριτήριο. (Σε αυτές εμπίπτει και η περίπτωση που αναφέρεται πιο πάνω με τα 3 συν ένα σπίτια).
(ii) 588 δικαιούχοι, οι οποίοι με βάση την αρχική τους αίτηση πέραν από την κύρια κατοικία τους δεν είχαν άλλη ακίνητη ιδιοκτησία, φαίνεται τελικά να κατείχαν και άλλα ακίνητα, η αξία των οποίων δεν υπερέβαινε τις €100.000. Ο Γενικός Ελεγκτής αναφέρει πως «εύλογα δημιουργούνται ερωτήματα για το πως αυτά αποκτήθηκαν και γιατί δεν εμφανίστηκαν κατά την αρχική εξέταση της αίτησής».
(iii) 240 δικαιούχοι φαίνεται να κατείχαν ακίνητη ιδιοκτησία, όπου το σύνολο της αξίας της, υπερέβαινε το όριο των €100.000 και κατόπιν υποβολής, εξέτασης και έγκρισης ένστασης, η αίτησή τους προχώρησε στα επόμενα στάδια εξέτασής της και κατέστη υποψήφια για ΕΕΕ.
Σημειώνεται, ότι το αρχείο του Τμήματος Κτηματολογίου, ως προς την περιουσία των δικαιούχων ΕΕΕ επικαιροποιήθηκε το έτος 2020 και με βάση αυτό έγινε επανεξέταση του κριτηρίου της ακίνητης ιδιοκτησίας για το σύνολο των δικαιούχων ΕΕΕ, από τον οποίον προέκυψαν και τα πιο πάνω.
Αναφορικά με τις 57 αιτήσεις που τερματίστηκαν, ο Γενικός Ελεγκτής ζήτησε ενημέρωση, η οποία εκκρεμεί.
Η Ελεγκτική Υπηρεσία διαπιστώνει «μη επανέλεγχο και μη επικαιροποίηση των δεδομένων ακίνητης ιδιοκτησίας που στην πλειονότητά τους λήφθηκαν το 2014, από το Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας (ΤΚΧ), με την αρχική καταχώριση και εξέταση των αιτήσεων».
Στην έκθεση αναφέρεται επίσης πως διαπιστώθηκαν περιπτώσεις αλλοδαπών δικαιούχων από τρίτες χώρες, οι οποίοι, παρόλο που οι άδειες παραμονής τους στη Δημοκρατία και άλλα αποδεικτικά έγγραφα έληξαν, δεν έγιναν οι απαιτούμενες ενέργειες για επικαιροποίησή τους.
Στην έκθεση γίνεται αναφορά και στις Σχέδια αντιμετώπισης του κορωνοϊού και αναφέρεται, πως λαμβανομένης υπόψιν της αδυναμίας ελέγχου εκ των υστέρων και το γεγονός ότι διατέθηκαν €940 εκατ. σε δικαιούχους, δεν μπορεί να γίνει εκτίμηση ως προς το πόσα από αυτά διατέθηκαν σε μη δικαιούχους.