Η Ανακριτική Επιτροπή της Ιεράς Συνόδου διεκπεραίωσε μεγάλο όγκο εργασίας και απέμεινε η ολοκλήρωση του κατηγορητηρίου, το οποίο άρχισε ήδη να συντάσσεται, επιβεβαιώνοντας αυτό που είχε διαφανεί εδώ και καιρό, ότι δηλαδή υπάρχει υπόθεση η οποία οδηγεί σε καθαίρεση του ηγουμένου της Μονής Οσίου Αββακούμ Νεκταρίου και του αρχιμανδρίτη Πορφυρίου.

Ωστόσο, μάλλον υπάρχει ακόμη δρόμος μέχρι να πέσουν οι τίτλοι τέλους, έστω και η κάθε μια από τις κατηγορίες που θα τους προσαφθούν φαίνεται να οδηγεί από μόνη της στην εσχάτη των ποινών. Ως προς το χρόνο ολοκλήρωσης της διαδικασίας (και από το Συνοδικό Δικαστήριο) κάποιοι βλέπουν να περνά και ο Αύγουστος και να φθάνουμε στο Σεπτέμβρη.

Η σύνταξη του κατηγορητηρίου έχει ανατεθεί σε ένα από τα μέλη της, το οποίο εκτελεί χρέη εκκλησιαστικού εισαγγελέα. Θεωρείται δε ότι γνωρίζει το θέμα στη λεπτομέρεια του, γι’ αυτό και το κατηγορητήριο αναμένεται να είναι συγκροτημένο και καταρτισμένο με τέτοιο τρόπο, ώστε να διευκολύνει το Συνοδικό Δικαστήριο να λάβει σχετικά σύντομα την απόφασή του, αφού βεβαίως καλέσει τους κατηγορούμενους σε απολογία και τους παραχωρήσει εύλογο χρονικό διάστημα προκειμένου να ετοιμάσουν την επιχειρηματολογία τους. Πάντως, δεν αναμένεται να δοθεί περίοδος τριών μηνών, όπως είχαν ζητήσει οι δικηγόροι των δύο μοναχών αλλά χρονικό διάστημα μέχρι και δέκα μέρες θεωρείται λογικό.

Σύμφωνα με πληροφορίες, αν και το υλικό το οποίο συγκέντρωσε η Ανακριτική Επιτροπή περιλαμβάνει και ζητήματα εξαπάτησης πιστών (οι οποίοι έδωσαν στο μοναστήρι από χρήματα μέχρι και ακίνητα),  ψευδοθαύματα, μέχρι και κατ’ ισχυρισμόν, πλαστογραφίες, το κατηγορητήριο θα επικεντρωθεί κυρίως σε εκκλησιαστικά αδικήματα τα οποία άπτονται της σεξουαλικής δραστηριότητας των μοναχών.

Η Ανακριτική Επιτροπή φέρεται να κατέχει στοιχεία από μάρτυρες κατηγορίας (είτε αυτοί ήταν πρωταγωνιστές είτε έχουν γνώση υπό εξέταση υποθέσεων, ενώ διαθέτει και οπτικοακουστικό υλικό το οποίο κυριολεκτικά φαίνεται να καίει τους υπό κατηγορία μοναχούς. Σύμφωνα με πληροφορίες, υπάρχουν φωτογραφίες, βίντεο, και ακουστικό υλικό που είναι τέτοιο ώστε τους «στέλνει αδίκαστους». Επιπλέον φαίνεται να αποκτήθηκε πρόσβαση και σε κάποιες ιστοσελίδες οι οποίες κάθε άλλο παρά θεωρούνται αρμόζουσες για μοναχούς.

Οι μοναχοί, μέσω των δικηγόρων τους, σε κάποιο στάδιο χαρακτήρισαν τα στοιχεία ως χαλκευμένα αλλά, σύμφωνα με πληροφορίες του Philenews, η αυθεντικότητα τους επιβεβαιώθηκε, οπόταν άλλαξαν τροπάρι και επικεντρώθηκαν στη θέση ότι αυτά περιήλθαν παράνομα στην κατοχή του Μητροπολίτη Ταμασού Ησαΐα και κατ’ επέκταση της Ανακριτικής Επιτροπής. Μάλιστα, οι δικηγόροι των δύο ζήτησαν κατ’ επανάληψη ακύρωση της όλης διαδικασίας για διαφορετικούς λόγους κάθε φορά. Ωστόσο και αυτή η προσπάθεια έπεσε στο κενό αφού εκ των πραγμάτων η (επερχόμενη) κλήση τους σε απολογία, απαντά και στο θέμα της παράνομης λήψης του ενοχοποιητικού υλικού.

Όσον αφορά την πτυχή που αφορά τη διαχείριση των χρημάτων της Μονής Οσίου Αββακούμ, αν αποτελεί θέμα το οποία απασχολεί την Εκκλησία, το γεγονός ότι έχει εμπλακεί και η Αστυνομία, η οποία, έχει πρόσβαση σε τραπεζικούς λογαριασμούς κοκ, μάλλον θα αφεθεί να κριθεί από τη Δικαιοσύνη. Πάντως, οι δύο μοναχοί κατήγγειλαν τον Μητροπολίτη Ταμασού Ησαΐα ότι τους πίεζε να του δώσουν χρήματα για την προεκλογική του εκστρατεία, κάτι το οποίο μέχρι στιγμής δεν έχει αποδειχθεί. Και βεβαίως αν προκύψει οτιδήποτε χειροπιαστό από τις καταγγελίες των μοναχών, το θέμα θα απασχολήσει και την Ιερά Σύνοδο.

Σημειώνεται, πως στις 8 Μαρτίου 2024 η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Κύπρου (κατόπιν καταθέσεως φακέλου από τον Μητροπολίτη Ταμασού Ησαΐα), αποφάσισε την παραπομπή των δύο μοναχών στο Εξαμελές Συνοδικό Δικαστήριο, προκειμένου να δικαστούν για κανονικά παραπτώματα.

Ακολούθως και ύστερα και από υποδείξεις νομικών, το Συνοδικό Δικαστήριο το οποίο συνεδρίασε μόλις μία φορά παρέπεμψε την υπόθεση σε Ανακριτική Επιτροπή. Σημειώνεται επίσης, πως η υπόθεση θα ολοκληρωνόταν σε συνεδρία της Ιεράς Συνόδου προτού μεσολαβήσουν τα πιο πάνω, αλλά με επιμονή και του Αρχιεπισκόπου Γεωργίου αποφασίστηκε η εξέταση όλων των καταγγελιών, οι οποίες διερευνώνται μέχρι και σήμερα, με την εμπλοκή και της Αστυνομίας.

Υπενθυμίζεται, πως ο Μακαριότατος, ο οποίος άκουσε τηλεφωνικώς τους δύο μοναχούς να του απολογούνται για όσα έγιναν, θα μπορούσε χωρίς άλλη μαρτυρία να θέσει θέμα  καθαίρεσής τους και να την εξασφαλίσει από την Ιερά Σύνοδο, αλλά δεν το έπραξε, ώστε να διερευνηθούν σε βάθος οι καταγγελίες όλων των πλευρών.

Σημειώνεται, τέλος, ότι μετά τη λήξη της τρίμηνης αργίας των δύο μοναχών, ο Ταμασού Ησαΐας την ανανέωσε, κάτι το οποίο είχε προκαλέσει την αντίδραση των ιδίων των μοναχών και των δικηγόρων τους. Σε σχετική επιστολή που τους είχε αποστείλει, αναφέρονταν και τα εξής:

«Σας γνωστοποιούμε ότι εκκρεμούσης  της υπό του Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Κύπρου επιβαλλομένης διαδικασίας ενώπιον των οργάνων της, δια της οποίας εξετάζονται τα κανονικά παραπτώματα στα οποία έχετε υποπέσει, σας  παρατείνουμε δυνάμει του άρθρου 80 του Καταστατικού Χάρτου τα από τις  5ης  Μαρτίου ενεστώτος έτους επιβληθέντα μέτρα, ήτοι αργία, τουτέστιν απαγόρευση  τελέσεως κάθε ιεροπραξίας άρχι και της ολοκληρώσεως της διαδικασίας και της εκδόσεως αποφάσεως».