Δεν υπάρχουν μόνο κακοί ιοί, υπάρχουν και καλοί. Δεν υπάρχουν μόνο ιοί και βακτήρια που μας αρρωσταίνουν ή θέτουν σε κίνδυνο τη ζωής μας, υπάρχουν και ιοί που μας προστατεύουν και, μάλιστα, μπορούν να αποτελέσουν ένα σημαντικότατο όπλο στα χέρια των γιατρών.

Στο σώμα μας υπάρχουν περίπου 380 τρισεκατομμύρια σωματίδια ιών και ο αριθμός τους είναι κατά δέκα φορές μεγαλύτερος του αριθμού των κακών βακτηριδίων/ ιών που μπαίνουν στον οργανισμό μας.

Στον άνθρωπο, οι ιοί αυτοί, που έχουν τη δυνατότητα να σκοτώσουν τους κακούς ιούς και τα βακτήρια, για αυτό και ονομάζονται βακτηριοφάγοι ή πιο απλά φάγοι, βρίσκονται στους πνεύμονες, στο αίμα, στο δέρμα και το έντερο. Υπάρχουν όμως και στη φύση, στο νερό, το χώμα, στους ωκεανούς και αλλού.

Είναι ακίνδυνοι για τα ανθρώπινα κύτταρα επειδή δεν τα αναγνωρίζουν ως πιθανή «λεία» τους. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με τα «κακά» βακτήρια και ιούς που αποικίζουν τον οργανισμό μας.

Κάποιοι βακτηριοφάγοι, μεταξύ άλλων, προστατεύουν το ανοσοποιητικό μας σύστημα και βοηθούν στην καταπολέμηση παθογόνων μικροοργανισμών. Οργανισμών, δηλαδή, που μας θέτουν σε κίνδυνο, όπως είναι οι βακτηριακές λοιμώξεις. Παράλληλα και επειδή ακολουθούν την εξέλιξη των βακτηρίων, δεν επηρεάζουν απαραίτητα τη μικροβιακή χλωρίδα του ανθρώπου και όπως διαπιστώνεται δεν έχουν παρενέργειες, αφού είναι οργανισμοί τους οποίους ήδη κουβαλούμε στο σώμα μας. Άλλωστε, καθημερινά προσλαμβάνουμε δισεκατομμύρια φάγους με την τροφή μας, χωρίς καμία παρενέργεια.

Αυτή η δράση των καλών ιών στον ανθρώπινο οργανισμό είχε απασχολήσει στις αρχές του περασμένου αιώνα την επιστημονική κοινότητα, κυρίως για σκοπούς αξιοποίησης τους έναντι των βακτηριακών λοιμώξεων. Είχαν εξάλλου αξιοποιηθεί, ελλείψει αντιβιοτικών, στην επικράτεια της Σοβιετικής Ένωσης.

Η εμφάνιση, ωστόσο, των αντιβιοτικών, την εποχή εκείνη της πενικιλίνης, έβαλε τις όποιες προσπάθειες στα συρτάρια αν και κάποιες πρώην ανατολικές χώρες δεν σταμάτησαν ποτέ να τους χρησιμοποιούν, ενώ οι βακτηριοφάγοι δεν έπαψαν ποτέ να υπάρχουν στα εργαστήρια όλου του κόσμου και αποτέλεσαν τους οργανισμούς που χρησιμοποιήθηκαν για τις μελέτες του γενετικού υλικού στα αρχικά στάδια της ανάπτυξης της Μοριακής Βιολογίας.

Τα τελευταία χρόνια οι βακτηριοφάγοι τέθηκαν υπό το μικροσκόπιο της επιστήμης στον δυτικό κόσμο με πιο συγκεκριμένο τρόπο, καθώς τα νέα στελέχη βακτηριδίων που είναι ανθεκτικά στα αντιβιοτικά γίνονται όλο και πιο πολλά και επιβάλλεται πλέον η αναζήτηση νέων επιλογών και μεθόδων. Τα όσα οι επιστήμονες διεθνώς τονίζουν και αφορούν την μικροβιακή αντοχή και την υπερκατανάλωση αντιβιοτικών δεν είναι καθόλου άσχετα με την «επιστράτευση» πλέον των βακτηριοφάγων στην μάχη έναντι των λοιμώξεων. 

«Την τελευταία δεκαετία, υπάρχει παγκόσμια μία μεγάλη κινητικότητα στην έρευνα για την εξεύρεση αποτελεσματικών θεραπειών με τη χρήση των βακτηριοφάγων», ανέφερε στον «Φ» ο επιστημονικός συντονιστής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ελέγχου Λοιμώξεων (EUCIC), Κωνσταντίνος Τσιούτης. «Ήδη, τρέχουν κλινικές δοκιμές σε διάφορα κέντρα του κόσμου με θεραπεία βακτηριοφάγων σε λοιμώξεις από ανθεκτικά μικρόβια και αναμένεται ότι ίσως τα επόμενα χρόνια θα έχουμε και τα πρώτα αποτελέσματα των προσπαθειών αυτών».

Βεβαίως, πρόσθεσε, «υπάρχουν συγκεκριμένοι παράγοντες τους οποίους δεν μπορούμε να αγνοήσουμε. Για την ετοιμασία των όποιων σκευασμάτων με φάγους πρέπει να εντοπιστεί και η κατάλληλη δοσολογία, ενώ για κάθε βακτήριο πρέπει να εντοπιστεί ο σωστός φάγος ή φάγοι που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως θεραπεία. Η θεραπεία με φάγους είναι μία πολλά υποσχόμενη εναλλακτική τεχνολογία για την αντιμετώπιση λοιμώξεων, ειδικά από ανθεκτικά παθογόνα» συνέχισε, τονίζοντας ωστόσο ότι «όπως κάθε νέα προσπάθεια, έτσι και αυτή, αναμφίβολα θα έχει σημαντικά πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα».

Όπως ανέφερε ο κ. Τσιούτης, «αν υπάρχει ένα μάθημα που πρέπει να εφαρμόσουμε από την εμπειρία άλλων καινοτομιών στον τομέα των λοιμώξεων και της θεραπευτικής, είναι ότι, εάν οι φάγοι καταλήξουν στη θεραπευτική μας φαρέτρα, η χρήση τους θα πρέπει να γίνεται με προσοχή και ορθολογικό τρόπο, ώστε να μην οδηγηθούμε σε καταχρήσεις, τις συνέπειες των οποίων ήδη ζούμε από την κατάχρηση και λανθασμένη χρήση των αντιβιοτικών. Οι έρευνες διεθνώς βρίσκονται σε εξέλιξη και με ιδιαίτερο ενδιαφέρον περιμένουμε τα αποτελέσματα τους».

Το κατά πόσο οι βακτηριοφάγοι θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν πλήρως τα αντιβιοτικά δεν έχει ακόμα απαντηθεί, αν και οι επιστήμονες θεωρούν το ενδεχόμενο αυτό πάρα πολύ απομακρυσμένο και περισσότερο πιθανό φαντάζει το σενάριο του συνδυασμού των φάγων με τα αντιβιοτικά σκευάσματα για την αντιμετώπιση των ανθεκτικών και επικίνδυνων βακτηριδίων.