«Αν δεν ήμασταν εμείς, θα έμεναν στο δρόμο να πεινούν», αναφέρθηκε για τη δύσκολη ενηλικίωση των παιδιών που βρίσκονται υπό την κηδεμονία του κράτους. Η απουσία της στήριξής τους και της άμεσης καταβολής ΕΕΕ, τα πενιχρά βοηθήματα για τις ανάδοχες οικογένειες, το πολυετές κενό στη νομοθεσία της αναδοχής, απασχόλησαν, μεταξύ άλλων χθες, την επιτροπή Εργασίας της Βουλής.

Όπως υπογραμμίστηκε στη συνεδρίαση, 1.500 παιδιά βρίσκονται υπό την κηδεμονία του κράτους. Από αυτά, τα 1.200 είναι ασυνόδευτα προσφυγόπουλα και τα άλλα 300 είναι παιδιά της Κύπρου, το 65% των οποίων βρίσκεται σε ανάδοχη οικογένεια και τα υπόλοιπα σε ιδρύματα παιδικής προστασίας και παιδικούς ξενώνες.

Στη διάρκεια της συζήτησης ακούστηκε πλήθος προβλημάτων και παραπόνων, με τον Σύνδεσμο Ανάδοχης Οικογένειας «Φωλιά Αγάπης» να κρούει τον κώδωνα. Όπως υπογράμμισε ο πρόεδρος του Συνδέσμου, Δήμος Θωμά, από το 2018 υπήρχε δέσμευση των ΥΚΕ για καταρτισμό νομοσχεδίου. Το 2022 τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση νομοσχέδιο και το 2023 εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο. Τελικά δύο χρόνια μετά και αφού άλλαξε η διακυβέρνηση και έγιναν μικροαλλαγές, όπως είπε, περνάει ξανά από διαβούλευση.

«Τα €529 που δίνονται μηνιαίως για όλες τις ανάγκες των παιδιών σε ημιανεξάρτητη διαβίωση, το οποίο αφορά παιδιά άνω των 16, για να ζουν σε ενοικιαζόμενους χώρους υπό την επίβλεψή μας, δεν επαρκούν. Συνεπώς τα καλύπτει ο Σύνδεσμος», υπογράμμισε.

Τα έξοδα, ανέφερε είναι πολλά, το σπίτι, οι λογαριασμοί, το τηλέφωνο, το διαδίκτυο, οι μεταφορές, η ένδυση και υπόδηση. Για τα φροντιστήρια παραχωρείται επιπλέον ποσό €75, το οποίο επίσης δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες, όπως υπογράμμισε. «Ανάλογα χαμηλά επιδόματα καταβάλλονται και στις ανάδοχες οικογένειες που φιλοξενούν γύρω στα 270 παιδιά. Με την αύξηση του κόστους ζωής, τα χρήματα δεν φτάνουν. Είναι παιδιά του κράτους και τους οφείλει αξιοπρεπή διαβίωση».

Χρειάζεται, υπογράμμισε ο κ. Θωμά, τα παιδιά αυτά να στηριχθούν και υλικά αλλά και ψυχολογικά για τη μετάβαση τους στην ενήλικη ζωή. Τα παιδιά αυτά γίνονται 18 ετών και αιτούνται ΕΕΕ, το οποίο εγκρίνεται μετά από έξι μήνες. «Αν δεν ήμασταν εμείς, θα έμεναν στο δρόμο να πεινούν. Έχουμε περίπτωση παιδιού που έξι μήνες ήταν χωρίς φαγητό και χωρίς εισοδήματα. Πρέπει να μελετηθεί ένα σύστημα να εντάσσονται απευθείας στο ΕΕΕ».

Η επιστημονική διευθύντρια του ΣΠΑΒΟ, ανέφερε κατά την τοποθέτησή της ότι κάθε χρόνο χειρίζονται γύρω στις 500 υποθέσεις παιδιών που φτάνουν στους χώρους φιλοξενίας τους μαζί με της μητέρες τους, ως θύματα ενδοοικογενιακής βίας.

Ωστόσο, σημείωσε, σε πολλές από τις περιπτώσεις τα παιδιά πήγαν σε ανάδοχη οικογένεια και δεν φαίνεται ανοιχτό το ενδεχόμενο να επιστρέψουν σύντομα στη βιολογική τους μητέρα. «Είναι σαν να τιμωρείται το θύμα», τόνισε και πρόσθεσε ότι έχει παραγκωνιστεί η βιολογική οικογένεια και ότι στόχος της αναδοχής πρέπει να παραμένει, ότι θα επιστρέψουν στους γονείς τους. «Πουθενά δεν περιλαμβάνεται η στήριξη των βιολογικών γονέων», είπε.

Τόνισε ότι η σοβαρή μορφή παραμέλησης και κακοποίησης είναι αιτία για να πάει κάποιο παιδί σε ανάδοχη οικογένεια και ότι θα πρέπει στις περιπτώσεις παραμέλησης να χτυπάει καμπανάκι για ενδοοικογενειακή βία, ώστε να απομακρύνεται και η μητέρα. Λόγω αυτών των δυσκολιών, είπε, πρέπει ο ανάδοχος να μπορεί να διαχειριστεί τα όσα βίωσε το παιδί. «Πρέπει να υποστηρίξουμε και να προωθήσουμε και την επαγγελματική αναδοχή. Σε άλλες χώρες γίνεται και προετοιμασία των ίδιων των παιδιών για να ενταχθούν σε οικογένειες».

Μια από τις ανάγκες που υπογράμμισε εκπρόσωπος του Hope For Children είναι η καθοδήγηση και στήριξη των ανάδοχων οικογενειών. «Αυτό που καλούνται να κάνουν δεν είναι απλό, να χειριστούν δηλαδή ένα παιδί που βιώνει εγκατάλειψη και απόρριψη». Πρόσφατα, αναφέρθηκε, στη διάρκεια συνεδρίου για την αναδοχή αναδείχθηκαν καλές πρακτικές από άλλες χώρες. Οι ανάδοχοι, σημειώθηκε, χρειάζονται αναγνώριση για να μείνουν βράχοι δίπλα σε αυτά τα παιδιά, κάποια από αυτά μπορούν να είναι εκπτώσεις σε ηλεκτρισμό ή αλλού.

Εκ μέρους της Επιτρόπου Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού, σημειώθηκε πως πρόκειται για πολύ σημαντικό θέμα. Διαπιστώθηκε το κενό στη νομοθεσία, ώστε μεταξύ άλλων να ρυθμίζονται οι υποχρεώσεις όσων εμπλέκονται.

«Τα ίδια τα παιδιά σε ανάδοχη οικογένεια, αναφέρουν ως πρόβλημα την καθυστέρηση εξέτασης των αιτημάτων τους. Το γεγονός ότι δεν μπορούσαν να εντοπίσουν με ευκολία λειτουργό των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, εξαιτίας υποστελέχωσης», αναφέρθηκε. Επίσης, αποτελεί πρόβλημα ο περιορισμένος αριθμών των ανάδοχων οικογενειών και ιδίως εκείνων που είναι πρόθυμες να αναλάβουν ειδικές περιπτώσεις παιδιών, όπως με αναπηρία.

Εκ μέρους της Επίτροπου Διοικήσεως σημειώθηκε ότι υποστηρίζουν όπως ενισχυθεί ο θεσμός της ανάδοχης οικογένειας.