Το είδαμε κι αυτό. Ο Δήμος Λεμεσού απέστειλε φορολογία ακίνητης ιδιοκτησίας στον ΓΣΟ, επειδή το Τσίρειο Στάδιο δεν είναι εγγεγραμμένο γήπεδο, αλλά… χωράφι.

Αφού Δήμος και Σύλλογος δεν τα βρήκαν, το θέμα έφτασε μέχρι το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, το οποίο χρειάστηκε να ανοίξει το λεξικό Μπαμπινιώτη για να λύσει το θέμα.

Το Δικαστήριο έκρινε ότι ο τίτλος εγγραφής δεν αναφέρει μόνο χωράφι, αλλά και Τσίρειο Στάδιο. Ο Δήμος Λεμεσού επέμενε όπως αυτό εγγραφεί στο Κτηματολόγιο ως γήπεδο για να δικαιούται απαλλαγής από τον φόρο. Όπως έκρινε το δικαστήριο, γήπεδο και στάδιο κατά τον Μπαμπινιώτη είναι το ίδιο πράγμα, γι’ αυτό και ακύρωσε απόφαση πρωτόδικου δικαστηρίου που δικαίωνε τον Δήμο και δέχθηκε την έφεση του ΓΣΟ.

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή: Ο Δήμος Λεμεσού επέβαλε φόρο ακίνητης ιδιοκτησίας για το ακίνητο του Γυμναστικού Συλλόγου τα Ολύμπια, Τσίρειο Στάδιο Γ.Σ.Ο., μεταξύ άλλων ετών, και για τα έτη 2010 και 2011. Εναντίον της επιβολής φορολογίας, οι εφεσείοντες (ΓΣΟ), υπέβαλαν ένσταση, την οποία επανέλαβαν και για τα έτη 2010-2013, για τον λόγο ότι, με βάση τον περί Δήμων Νόμο, N. 111/1985, ως αθλητικό σωματείο, απαλλάσσονται τέτοιας φορολογίας.

Ο Δήμος Λεμεσού, με επιστολή του ημερομηνίας 28.1.2014, πληροφόρησε τους εφεσείοντες πως «το συγκεκριμένο ακίνητο (Τσίρειο Στάδιο Γ.Σ.Ο.) δεν είναι καταχωρημένο στο Κτηματολόγιο ως γήπεδο ώστε να εξαιρείται βάσει του Νόμου από τη σχετική φορολογία ακίνητης ιδιοκτησίας». Τους προέτρεπαν δε, με την ίδια επιστολή, να αποταθούν το συντομότερο στο Επαρχιακό Κτηματολόγιο Λεμεσού, για εγγραφή του ακινήτου ως γήπεδο.

Στην επιχειρηματολογία του ο Δήμος, υποστήριξε πως ήταν δεσμευμένος, από το άρθρο 74 του Νόμου, να στηριχθεί στις πληροφορίες, τις οποίες προσφέρει ο τίτλος ιδιοκτησίας, ήτοι ότι ήταν χωράφι, χωρίς να έχει ούτε υποχρέωση αλλά ούτε και εξουσία να αποφαίνεται επί της νομικής και πραγματικής κατάστασης ενός ακινήτου.

Το Συνταγματικό Δικαστήριο στην απόφασή του αναφέρει ότι σκοπός της ερμηνείας του νόμου είναι η ανεύρεση της πρόθεσης του νομοθέτη. Όπου το λεκτικό της διάταξης είναι σαφές, το Δικαστήριο την ερμηνεύει με βάση τη φυσική και συνήθη έννοια των λέξεων. Οι λέξεις σ’ ένα νομοθέτημα γενικά ερμηνεύονται με τη συνήθη τους σημασία, αλλά και με βάση τα συμφραζόμενα, έχοντας δε υπόψη το αντικείμενο και το σκοπό του νόμου. Η ερμηνεία πρέπει να είναι τέτοια που να μην οδηγεί σε παράλογα αποτελέσματα, αλλά στη λειτουργικότητα των νόμων.

Όπως επεσήμανε το Δικαστήριο, η περιγραφή, του ακινήτου, όπως αναδεικνύεται από τον τίτλο, μπορεί να είναι σχετική με τον προσδιορισμό της αξίας του, δεν είναι όμως αυτή η οποία καθορίζει τις περιπτώσεις απαλλαγών από το τέλος ακίνητης ιδιοκτησίας, όπως προνοείται στο άρθρο 75 του Νόμου. Ακόμη, όμως, και να ήταν η περιγραφή στον τίτλο αυτή που θα προσδιόριζε την εξαίρεση, στην κρινόμενη περίπτωση κρίνουμε ότι υπάρχει: Ο τίτλος εγγραφής στην περιγραφή της ιδιοκτησίας δεν αναγράφει μόνο χωράφι, αλλά αναφέρει: «Χωράφι Τσίρειο Στάδιο».

Προσδιορίζει, δηλαδή, ότι στο χωράφι εκείνο υπάρχει το Τσίρειο Στάδιο. Χωρίς παρένθεση. Εξάλλου, ο ίδιος ο Δήμος, στην επιστολή του ημερομηνίας 18/1/2014, αναφέρεται στο ακίνητο ως το Τσίρειο Στάδιο. Η απαίτηση του να γίνει αλλαγή της περιγραφής στο Κτηματολόγιο σε «γήπεδο» για να εμπίπτει στην εξαίρεση δεν προσθέτει τίποτα πέραν της ήδη υπάρχουσας περιγραφής, αφού «γήπεδο» και «στάδιο» αποτελούν συναφείς και συνώνυμες έννοιες.

Τέλος, το Δικαστήριο, αφού παραθέτεις τις ερμηνείες για το τι είναι στάδιο και γήπεδο βασιζόμενο στο λεξικό Μπαμπινιώτη, καταλήγει: Οι εφεσείοντες είναι, χωρίς αμφισβήτηση, αθλητικό σωματείο και ιδιοκτήτες της ακινήτου ιδιοκτησίας του Τσιρείου Σταδίου. Είναι, επίσης, αδιαμφισβήτητο ότι αυτοί το ανήγειραν κατόπιν έκδοσης άδειας οικοδομής από τον Δήμο Λεμεσού. Σημειώνουμε, επίσης, πως στο χωρομετρικό σχέδιο, το οποίο είναι επισυνημμένο στον τίτλο ιδιοκτησίας, αποτυπώνεται το γήπεδο. Στον, δε, τίτλο ιδιοκτησίας υπάρχει σημείωση ότι «υπάρχουν κτίρια που δεν αναφέρονται στην εγγραφή», ήτοι υπάρχουν, πέραν του γηπέδου, εγκαταστάσεις και οικοδομήματα, ως προνοείται στο άρθρο 75 του Νόμου. Κατόπιν των ευρημάτων αυτών, ακύρωσε την πρωτόδικη απόφαση και παράλληλα