Η διαπίστωση ότι το δημόσιο συχνά μπαίνει σε περιπέτειες στη διαδικασία εκτέλεση έργων με κάποιους εργολάβους να διεκδικούν μεγάλα χρηματικά ποσά επικαλούμενοι πρόνοιες των συμβολαίων, οδήγησε το ΕΤΕΚ στην απόφαση να εισηγηθεί τρόπους αντιμετώπισης του όλου ζητήματος.

Μία από τις εισηγήσεις του ΕΤΕΚ είναι η σύσταση Εθνικής Επιτροπής Υλοποίησης Έργων του Δημοσίου, η οποία να επεξεργαστεί όλα τα δεδομένα που αφορούν τις προσφορές και να καταλήξει σε εισηγήσεις/ αποφάσεις, ώστε να μην ανακύπτουν αμφισβητήσεις σε κάθε έργο.

Στην Επιτροπή θεωρείται χρήσιμο να συμμετέχουν ο Γενικός Εισαγγελέας, ο Γενικός Ελεγκτής, το Επιμελητήριο και Τμήματα του δημοσίου τα οποία διαθέτουν εμπειρία σε θέματα προσφορών.

Ο πρόεδρος του ΕΤΕΚ, Κωνσταντίνος Κωνσταντής, ανέφερε στον «Φ», πως το Επιμελητήριο θεωρεί χρήσιμο να εξεταστούν τα κενά στη νομοθεσία ή στις διαδικασίες των προσφορών, τα οποία εκμεταλλεύονται διάφοροι προσφοροδότες προκειμένου να «πατούν» στα κενά αυτά υποβάλλοντας οικονομικές διεκδικήσεις εις βάρος του δημοσίου και των φορολογουμένων πολιτών. Περαιτέρω ανέφερε, ότι κάποιοι από τους όρους των συμβολαίων δυνατόν να επιδέχονται διαφορετικών ερμηνειών, οι οποίες τελικά δυνατόν να αποβούν εις βάρος του έργου και κατ’ επέκταση του δημοσίου συμφέροντος. Οι όροι πρέπει να είναι ξεκάθαροι, είπε ο κ. Κωνσταντής.

Στις εισηγήσεις του ΕΤΕΚ περιλαμβάνεται και η πιλοτική παρακολούθηση έργων του δημοσίου από ομάδα ατόμων τα οποία γνωρίζουν από προσφορές και έργα, ώστε να εντοπίζονται εγκαίρως τυχόν προβλήματα και να επιλύονται αμέσως χωρίς να διαιωνίζονται ώστε να προχωρούν τα έργα.

Το ΕΤΕΚ απασχολεί και το γεγονός, ότι η υλοποίηση έργων του δημοσίου καθυστερεί και ένεκα της προσφυγής προφοροδοτών ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών, γι’ αυτό γίνονται σκέψεις να υποβληθεί εισήγηση ώστε οι προσφυγές οι οποίες αφορούν έργα προτεραιότητας να εξετάζονται με συνοπτικές διαδικασίες προκειμένου να διαπιστώνεται κατά πόσον υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση, διαφορετικά να προχωρά η διαδικασία υλοποίησης.

Ο πρόεδρος του ΕΤΕΚ θεωρεί πως υπεράνω όλων βρίσκεται το δημόσιο συμφέρον και με γνώμονα αυτό πρέπει να εξετάζονται και οι διάφορες προσφυγές, με δεδομένο ότι η πλειοψηφία των αποφάσεων της Αναθεωρητικής Αρχής «αντέχουν» και ενώπιον της Δικαιοσύνης, όταν τελικά προσφύγουν σε αυτήν διάφοροι προσφοροδότες.

Σημειώνεται, πως με βάση τα στατιστικά δεδομένα της ίδιας της Αρχής, από το 2004 μέχρι το 2022 ο μέσος χρόνος ολοκλήρωσης της διαδικασίας ενώπιον της Αρχής κυμαίνεται περίπου 108 ημέρες (3,6 μήνες). Με βάση τα ίδια δεδομένα, μπορεί μεν ο μέσος όρος να είναι 3,6 μήνες αλλά υπάρχουν προσφυγές για τις οποίες εκδίδεται απόφαση από 41 μέρες (1,4 μήνες) μέχρι 158 μέρες (5,3 μήνες) κατά μέσο όρο.

Τι λένε οι αριθμοί

Ως προς τις αποφάσεις της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών, τα στοιχεία δείχνουν τα εξής:

Εναντίον των 1.402 αποφάσεων που έχουν εκδοθεί από την Αρχή από το 2004 μέχρι το 2022 έχουν καταχωρισθεί 222 προσφυγές ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου. Δηλαδή, περίπου το 15,8% κατά μέσο όρο των αποφάσεων που εκδίδει η Αρχή προσβάλλονται στο Δικαστήριο. Για τα έτη που έχουν ολοκληρωθεί οι υποθέσεις ενώπιον του Δικαστηρίου (2004-2011, 2013- 2016) παρατηρείται ότι τα ποσοστά επικύρωσης των αποφάσεων της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών (δηλαδή απόσυρσης από τους αιτητές και απόρριψης από το Δικαστήριο) αποτελούν συνολικά το μεγαλύτερο μέρος της κατάληξης των αποφάσεων και ανέρχεται κατά μέσο όρο στο 87,2%. Ακόμη και αν ληφθούν υπόψη όλα τα χρόνια λειτουργίας της Αρχής, το ποσοστό επικύρωσης των αποφάσεών της παραμένει, επίσης, υψηλό και ανέρχεται στο 62%, παρ’ όλο ότι ένα ποσοστό της τάξεως του 23,6% των υποθέσεων εκκρεμούν. Σημειώνεται ότι στα στατιστικά αυτά δεδομένα περιλαμβάνονται και οι αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου που εκδίδονται κατόπιν εφέσεως.

Όσον αφορά το ποσοστό επιτυχίας των προσφυγών διαφόρων εταιρειών ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών, από τη λειτουργία της το 2004 μέχρι και το 2022 που υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία, κατά μέσον όρο το 35,1% των προσφυγών που καταχωρίζονται στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών επιτυγχάνει, το 53,2% απορρίπτεται και το 11,7% αποσύρεται από τους αιτητές. Από τις 37 προσφυγές που καταχωρίσθηκαν κατά το 2022 πέτυχαν 19, απορρίφθηκαν 15 και αποσύρθηκαν από τους αιτητές 3. Επίσης, από τα 36 προσωρινά μέτρα που εξετάστηκαν, χορηγήθηκαν 34 και απορρίφθηκαν 2.