Μιλήσαμε νωρίς το πρωί της προηγούμενης Πέμπτης, όσο βρισκόταν ακόμη στο σπίτι της, λίγο πριν μεταβεί για κάποιες Ιατρικές της εξετάσεις, στη Λεμεσό.

Πείστηκε πως είχε φτάσει πια η στιγμή να μιλήσει και η ίδια δημόσια, αφού τα τελευταία χρόνια, με την εξέλιξη που είχε η υπόθεση του γιου της, η οποία έγινε διεθνές θέμα «διεφθαρμένων αξιωματούχων» και έφτασε μέχρι την καταδίκη της Κυπριακής Δημοκρατίας από το ΕΔΑΔ, είχε επιλέξει να μιλούν αντί για την ίδια οι δικηγόροι της και τα αδιάσειστα στοιχεία που εκείνη, από την πρώτη στιγμή, επέμενε πως έπρεπε να συλλεγούν για να αποδειχθεί, πέραν πάσης αμφιβολίας, η δολοφονία του παιδιού της. Όπως και έγινε την προηγούμενη Παρασκευή. Στο τηλέφωνο η φωνή της ήταν αποφασιστική, σταθερή -με γενναιότητα ψυχής μιλούσε για το παιδί της και τον αγώνα που η ίδια έδωσε παίρνοντας δύναμη από εκείνο, αν και νεκρό-, λυγίζοντας μόνο στις τρυφερές αναμνήσεις της από το παρελθόν, που δεν προμήνυαν το φρικτό τέλος.

Τι ελπίζετε -ή και τι επιδιώκετε- από εδώ κι έπειτα, μετά την απόφαση για τον θάνατο του γιου σας και τον διορισμό των δύο ανεξάρτητων ποινικών ανακριτών για την υπόθεση;

Μέσα από αυτή την συνέντευξη θα ήθελα, καταρχήν, να ευχαριστήσω δημόσια τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας που πήρε την πρωτοβουλία να αναλάβει για τα περαιτέρω, διά μέσω του Υπουργικού Συμβουλίου, διότι δεν εμπιστευόμασταν πλέον κανέναν, μετά από τόσα που περάσαμε. Ελπίζουμε πως αυτή θα είναι η τελευταία προσπάθεια για να φτάσουμε σε ένα αίσιο τέλος, ως προς το ποιοι φταίνε και μας ταλαιπώρησαν τόσα χρόνια, από τη στιγμή που το σώμα του παιδιού μου «μιλούσε» από μόνο του στη σκηνή που βρέθηκε, κάτω από την γέφυρα ύψους 30 μέτρων, χωρίς εξωτερικές κακώσεις. Το τραγικό ήταν ότι βιάστηκαν να κάνουν την κηδεία και να «θάψουν» την αλήθεια πριν τις 24 ώρες, κάτι που δεν επέτρεψε να εμφανιστούν τα σημάδια στο σώμα του παιδιού μου, από τα χτυπήματα που δέχτηκε, σύμφωνα με τους εμπειρογνώμονες. Αυτό που νιώθω τώρα είναι ηθική ικανοποίηση! Δοξάζω τον Θεό που κατάφερα να αποκαταστήσω το όνομα του παιδιού μου, το οποίο το είχαν αμαυρώσει με το στίγμα της αυτοχειρίας. Κι ο λόγος που συγκάλυψαν, με έντεχνο τρόπο, το άγριο έγκλημα, ήταν για να γλιτώσουν τους αδίστακτους δολοφόνους και τους ηθικούς αυτουργούς, οι οποίοι ήταν διακινητές ναρκωτικών, και έτυχε να τους δει το παιδί μου στο συγκεκριμένο στρατόπεδο που υπηρετούσε. Έπρεπε να παλέψω με νύχια και με δόντια με το διεφθαρμένο κατεστημένο για να τους αποδείξω την αλήθεια, και ότι δεν δέχομαι την απάτη και την συγκάλυψη. Παρά τα προβλήματα υγείας που είχα, τόσα χρόνια παλεύω με τόσα θηρία, μέσα στην «ζούγκλα» της γραφειοκρατίας και της διαφθοράς. Η ψυχή μου τώρα ηρέμησε! Για να δικαιωθεί τώρα το παιδί μου, και για να δικαιωθώ κι εγώ, θα πρέπει να συλληφθούν οι δολοφόνοι, οι ηθικοί αυτουργοί και όλοι αυτοί που συγκάλυψαν από την αρχή -και συνέχιζαν να συγκαλύπτουν- το έγκλημα.

Η κοινή γνώμη είναι πεπεισμένη ότι οι δολοφόνοι του γιου σας είναι παιδιά επωνύμων και γνωστών οικογενειών της Κύπρου, άτομα που «έχουν πλάτες». Εσείς, τι πιστεύετε;

Είναι ακριβώς έτσι, όπως το είπατε. Διότι αν ήταν ο οποιοσδήποτε άλλος, θα το έψαχναν. Αλλά το έγκλημα είχε συγκαλυφθεί αμέσως, μέσα σε δέκα λεπτά, στη σκηνή. Γι’ αυτό και η αστυνομία ανύψωσε τα χέρια και το άφησε να διερευνηθεί σε ένα αστυνομικό σταθμό της υπαίθρου, ως «μικροπαράβαση». Ούτε σκυλί να ήταν το παιδί μου! Παλεύω εδώ και δύο δεκαετίες για να αποδείξω τα αυτονόητα, την αλήθεια, για να δικαιώσω το παιδί μου. Δεν παλεύουμε ούτε για τα λεφτά, ούτε για περιουσίες, αλλά για την αλήθεια, γιατί είχα κάθε δικαίωμα να μάθω για τον γιο μου, για τον θάνατό του που συνέβη εν ώρα υπηρεσίας του στην Εθνική Φρουρά -εφόσον ήταν στρατιώτης- και που κάποιοι άλλοι θα έπρεπε να ενδιαφερθούν γι’ αυτό, αλλά αυτοί οι άλλοι έκαναν το παν για να το κουκουλώσουν. Τον γιο μου δεν τον έχασα ούτε από αρρώστια, ούτε από δυστύχημα, ούτε και στον πόλεμο – για να πω «χαλάλι στην πατρίδα μου!». Τον έχασα μέσα από τα χέρια των ανεύθυνων αξιωματικών του στρατού, που ενώ τους παραπονέθηκε αρκετές φορές για όσα βίωνε, δεν τον προστάτευσαν. Η προσπάθεια όλων -στρατού, αστυνομίας και Νομικής Υπηρεσίας- ήταν να μετατρέψουν το θύμα σε «θύτη» και τους θύτες σε «θύματα», για να γλιτώσουν τους δολοφόνους και όλους τους εμπλεκόμενους, οι οποίοι κυκλοφορούν ακόμα ελεύθεροι και ατιμώρητοι ανάμεσά μας.

Εσείς, γνωρίζετε τα ονόματα των δολοφόνων του παιδιού σας;

Οι καταθέσεις και τα γεγονότα που είχαν προηγηθεί, μιλούν από μόνα τους.

Αυτά τα 19 χρόνια, ωστόσο, πέρασαν πολλοί αξιωματούχοι από την αστυνομία, την Νομική Υπηρεσία, το στρατό κ.α. Όλοι αυτοί συγκάλυπταν;

Όχι όλοι. Αυτοί που συγκάλυπταν είχαν πίσω τους κάποιους. Τα γραφεία της Νομικής Υπηρεσίας κρατούν τον φάκελο, όσοι εισαγγελείς και να αλλάξουν. Αυτές και αυτοί είναι οι ίδιοι μέσα στα γραφεία, και κρατούν τους φακέλους και τις υποθέσεις. Όλοι οι υπόλοιποι έπαιρναν οδηγίες από τα γραφεία της Νομικής Υπηρεσίας. Δεν ξέρω τι συμβαίνει σε άλλες χώρες, αλλά ο Γενικός Εισαγγελέας πρέπει να εκλέγεται από τον λαό και να επιλέγει ο ίδιος τους λειτουργούς του στα γραφεία του, όπως γίνεται με τον Πρόεδρο που τον εκλέγει ο λαός και αυτός επιλέγει τους υπουργούς του. Διότι είναι οι λειτουργοί που έχουν τις υποθέσεις συνεχώς στα χέρια τους. Κι είναι οι ίδιοι από την αρχή και επιμένουν. Και δίνουν οδηγίες. Αυτά σας τα λέω από την δική μου πείρα. Εγώ, έκανα το καθήκον μου. Κι όλοι αυτό πρέπει να κάνουν: Να μην σιωπούν! Όταν έχεις δίκιο να το διεκδικάς, να επιμένεις, να το ζητάς και να μην σιωπάς! Αλλά θέλει και υπομονή, η οποία είναι μεγάλη αρετή – γιατί η υπομονή είναι το κλειδί των κλειδαριών.

Έχετε μετατραπεί -άθελά σας, βέβαια- σε ένα σύμβολο πίστης, αγώνα, υπομονής και επιμονής. Αναρωτιέμαι τι σας κρατούσε όρθια και δεν λυγίσατε για 19 χρόνια…

Δεν χρειάζομαι θαυμασμούς. Εγώ, έκανα το καθήκον μου, ως μάνα. Και παίρνω δύναμη και από τον Θεό και από την ψυχή του παιδιού μου που έφυγε τόσο άδικα – το βλέπω στον ύπνο μου να με καθοδηγεί! Κι ας με βγάλουν τρελή μ’ αυτά που σας λέω – όπως με είχαν βγάλει και στο παρελθόν, άλλωστε. Ήταν, όμως, ιερό καθήκον μου να δω, να μάθω, τι έγινε με το παιδί μου. Δεν πίστεψα κανέναν! Το άδικο με έπνιγε, αλλά μου έδινε και δύναμη! Γιατί κανένας δεν μπορεί να ξέρει το παιδί μου, καλύτερα από μένα. Δεν γνώριζα εγώ τον γιο μου, που ήταν έτοιμος, να πάει στο στρατό, με την τσάντα του ετοιμασμένη από τον ίδιο, και τελικά να βρεθεί κάτω από την γέφυρα δολοφονημένος; Και να μην με ειδοποιήσουν από το πρωί, και να με ειδοποιήσουν το μεσημέρι; Και να τους λέω «πρώτη φορά λείπει το παιδί μου, χωρίς να ξέρω που βρίσκεται!», διότι το τηλέφωνό του δεν απαντούσε από τις 7:30. Γιατί δεν με πήραν από το πρωί να με ειδοποιήσουν; Να μην τα λέω τώρα… Είναι πολύ σοβαρά τα θέματα, είναι μέσα στις καταθέσεις όλα, και όλοι αυτοί δεν ήθελαν να τα δουν διότι κάποιοι άλλοι έδιναν τις διαταγές.

Πώς έχετε στο μυαλό σας τον Θανάση, κυρία Νικολάου;

Ο Θανάσης ήταν ένα εξαιρετικό παιδί, που δεν νομίζω να γεννηθεί άλλο παιδί όπως αυτός. Ήταν χαρισματικός, είχε πολλές αρετές, είχε ήθος… Ουδέποτε χρειάστηκε να του πω να διαβάσει διότι ήταν ένα φιλότιμο παιδί, εξού και τελείωσε το σχολείο του με άριστα, το πανεπιστήμιό του με άριστα, ήταν από τους καλύτερους αρχιτέκτονες, και βιάστηκε να πάει στο στρατό να υπηρετήσει για να ανοίξει μετά το δικό του γραφείο στην Κύπρο. Όλα μου τα παιδιά, και τα τέσσερα -ο Θανάσης μου ήταν ο δεύτερος, στη μέση των τριών αγοριών- είναι καλά παιδιά -εγώ, η μάνα τους, τα γέννησα όλα-, τα αγαπώ όλα, αλλά αυτός είχε μια εξαίρεση. Ό,τι έλεγε είχε σοφία, είχε επίσης πολύ χιούμορ, μιλούσε σωστά κι όταν άκουγε κάτι άσχημο κάπου, απομακρυνόταν. Τώρα βλέπω όλα αυτά τα βίντεο, γιατί έχω πάρα πολλές κασέτες από βίντεο που έβγαζα τα παιδιά μου από μωρά, και… Και τα ξαναζώ! Και κάποτε ξεσπώ σε κλάματα… Και λέω «Θεέ μου, και να γύριζε η ζωή μου πίσω, έστω μια ώρα, σε εκείνα τα χρόνια…». Βλέπω πόσο χαρούμενα ήταν τα παιδιά μου… Βλέπω τον Θανάση μου…

Μετανιώνετε, καμιά φορά, που επιστρέψατε στην Κύπρο; Σκέφτεστε πως ίσως θα ‘ταν καλύτερα να παραμένατε στην Αυστραλία;

Δεν μετανιώνω, όχι. Γιατί αυτό έπρεπε να γίνει. Είναι όλα κανονισμένα από τον Θεό. Αυτός μου έστειλε αυτό το παιδί, και επιτρέπει κάποια πράγματα, για να ξεχωρίσουν κάποιοι άνθρωποι και να δει την αντίδρασή μας – χωρίς να θέλει το κακό κανενός, βέβαια. Είναι όλα δοκιμασίες! Τη στιγμή που πήγα στη γέφυρα και είδα το παιδί μου κάτω, ξαπλωμένο, εγώ κοίταξα πάνω στον ουρανό και είπα: «Θεέ μου, κάτι θέλεις από μένα. Αν πρέπει να κάνω κάτι, θέλω να με φωτίσεις να μάθω πώς έφυγε το παιδί μου!». Το παιδί μου δεν το έχασα ούτε από αρρώστια, ούτε από δυστύχημα. Το έχασα μέσα από τα χέρια των αξιωματικών. Πήγε με τόση χαρά να κάνει το στρατό του, έστω και για έξι μήνες, και μετά από τα γυμνάσια ήρθε απογοητευμένος στο σπίτι και μας είπε: «Έπεσα στη χειρότερη μονάδα! Έχει από εκείνους τους κακούς που κάνουν κακό». Εγώ, κατάλαβα ότι κάτι άσχημο συνέβαινε. Μου τα ανέφερε και του έλεγα: «Κράτα απόσταση Θανάση μου, μην μιλάς, να μιλήσεις στον διοικητή σου!». «No mum, they are all the same!», μου απαντούσε. Έχουμε πλέον σημειώσεις, έχουμε μαρτυρίες, είναι γνωστά αυτά, καταγεγραμμένα στους φακέλους της υπόθεσης… Τις τελευταίες μέρες, θυμάμαι πως ήρθε και μου είπε «κάνε κάτι να με φύγετε από εκεί», κι εγώ του είπα: «Μίλα, Θανάση μου!». «Όχι, δεν μπορώ να μιλήσω σε κανέναν», μου απάντησε. «Θα πάω να μιλήσω εγώ τότε στον διοικητή», του ανέφερα. «Μην τολμήσεις», μου είπε, «θέλεις να μου κάνουν κακό; Αν πας και του μιλήσεις θα με κόψουν έξω από τον στρατό και θα με κάνουν άχρηστο!». Είναι όλα αυτά στις καταθέσεις, μην τα λέω… Διότι εκείνος ήταν ενάντια του κακού. Για να καταλάβετε, άσχημη λέξη δεν ακούσαμε ποτέ από το στόμα του. Ήταν ένα συνεσταλμένο παιδί, ένα εξαιρετικό παιδί, ένα παιδί που νοιαζόταν όλο τον κόσμο. Κι εγώ πάλευα, όλα αυτά τα χρόνια, για να «καθαρίσω» το όνομά του, για να αποδείξω τα αυτονόητα…

Δεν σκεφτήκατε ούτε μία στιγμή, ειδικά με το που συνέβη το γεγονός, ότι ίσως ο Θανάσης να αυτοκτόνησε;

Παναγία μου! Να μην ακούω αυτή τη λέξη! Μα, τι λέτε; Ήταν ένα οφθαλμοφανές έγκλημα, και μου λέτε αυτή τη λέξη; Ούτε να την ακούω δεν θέλω! Να την διαγράψετε από το μυαλό σας! Δεν καταλαβαίνετε ότι δεν μπορεί να βρεθεί άθικτο σώμα κάτω από 30 μέτρα ύψος και να μιλούν για «πτώση»; Εξάλλου, δεν είχε κανέναν λόγο να το κάνει ο Θανάσης! Υπήρχαν μαρτυρίες και απέφευγαν να πάρουν καταθέσεις από τους μάρτυρες. Να μην ξανακούσω αυτή τη λέξη!

Είχε φίλους ο Θανάσης; Για να τους εξομολογηθεί ό,τι συνέβαινε;

Φυσικά. Αλλά ήταν μετρημένος. Ήταν αντιπρόεδρος στον τομέα Νεολαίας του Ορθόδοξου Πνευματικού Κέντρου Λεμεσού, ενώ βρέθηκε και μία λίστα μέσα στο αυτοκίνητό του με 65 ονόματα παιδιών που ήταν μέλη, αφού είχαν συναντήσεις, είχαν πάει και στο εξωτερικό με τον πνευματικό του, τον πατήρ Επιφάνειο, πήγαιναν σε εκδηλώσεις, σε γενέθλια, σε γιορτές. Ήταν πολύ κοινωνικός, αλλά διάλεγε τις παρέες του.

Η μεταξύ σας σχέση πώς ήταν;

Ήμασταν πολύ δεμένοι. Όπως και τα αδέλφια μεταξύ τους. Ο αδελφός του, πολύ καιρό μετά την δολοφονία του Θανάση, με τον οποίο ένα χρόνο έχουν διαφορά, σχόλαγε από την δουλειά του και δεν ερχόταν στο σπίτι, αλλά πήγαινε στο κοιμητήριο, έσκυβε πάνω από τον τάφο του και του φώναζε να σηκωθεί για να πάνε να παίξουν μαζί μπιλιάρδο… Ξέρετε με τι χαρά έφευγε από το σπίτι και μου έλεγε «Mum, πάω πάνω στην Νεολαία» ή «πάω στον Άγιο Φανούριο»; Και με αυταπάρνηση, να βοηθήσει όλο τον κόσμο…

Οι ιδιωτικές ποινικές διώξεις σταματούν πια, μετά τον διορισμό των δύο ανεξάρτητων ποινικών ανακριτών;

Όχι! Ποιος το είπε αυτό; Θα απολογηθούν και θα καταδικαστούν όλοι αυτοί που συγκάλυπταν το έγκλημα μέχρι και την προηγούμενη βδομάδα, και με κορόιδευαν.

Τι κάνατε την προηγούμενη Παρασκευή, όταν πια ανακοινώθηκε η απόφαση για τον Θανάση, με την οποία αποδιδόταν ο θάνατός του σε «στραγγαλισμό συνεπεία εγκληματικής ενέργειας»;

Από τη στιγμή που είχα στα χέρια μου τις εκθέσεις των εμπειρογνωμόνων, ότι το παιδί μου στραγγαλίστηκε, τις εκθέσεις των κυρίων Μάτσα και Αλεξόπουλου, δεν χρειαζόμουν κάτι άλλο. Όμως, ευχαριστώ αυτή την απεσταλμένη από τον Θεό αστυνομική ανακρίτρια, διότι η προηγούμενη δεν ήταν έτσι. Μόλις ακούσαμε την απόφαση, όλοι οι συγγενείς μου που βρέθηκαν εκεί, καθώς και όλοι αυτοί οι άνθρωποι που είναι κοντά μας συνεχώς -και τους ευχαριστώ δημόσια, μέσα από την ψυχή μου, για όλα όσα έκαναν για την δικαίωση του Θανάση- σηκώθηκαν και φώναζαν: «Άξια! Άξια!».

Εσείς;

Εγώ, είπα: «Υπάρχει δικαιοσύνη!». Αυτό είπα. Ηρέμησε η ψυχή μου! Γιατί κατάφερα να «καθαρίσω» το όνομα του παιδιού μου από το στίγμα της αυτοχειρίας, το οποίο κάποιοι ήθελαν να έχει για πάντα.