Μαντάρα τα έκανε η Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Παρόχων Υπηρεσιών διαγράφοντας την εταιρεία GIOVANI DEVELOPERS LTD από το Μητρώο Παρόχων Υπηρεσιών για το Κυπριακό Επενδυτικό Πρόγραμμα, στο οποίο αυτή είχε εγγραφεί κατά το έτος 2018 και το ερώτημα που εγείρεται είναι κατά πόσο το σκεπτικό της εν λόγω δικαστικής απόφασης θα ισχύσει εν μέρει και με την υπό εξέλιξη ποινική υπόθεση, γνωστή από την προβολή σχετικού βίντεο από τον Αλ Τζαζίρα.
Στην απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου γίνεται εμμέσως αναφορά και ως προς τη νομιμότητα της λήψης του βίντεο (στο οποίο στηρίχθηκε η Επιτροπή) χωρίς ωστόσο το Δικαστήριο να παίρνει θέση, κάτι το οποίο δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο ούτε από την Επιτροπή ούτε και από τη Νομική Υπηρεσία, η οποία είχε γνωματεύσει ανοίγοντας το δρόμο για διαγραφή της εταιρείας από το σχετικό Μητρώο.
Το θέμα επανέρχεται στο προσκήνιο ύστερα από απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου, το οποίο ακύρωσε την απόφαση της Επιτροπής και μάλιστα θα πληρώσουμε και €2.000 δικηγορικά έξοδα.
Η Επιτροπή είχε στηριχθεί στο βίντεο του Αλ Τζαζίρα και στα δημοσιεύματα που ακολούθησαν, ενώ για κάποιες πτυχές της υπόθεσης δεν άκουσε τις θέσεις της εταιρείας, η οποία ενημερώθηκε για τη διαγραφή της (από το σχετικό Μητρώο) με επιστολή στις 2.2.2021.
Η Επιτροπή επικαλέστηκε και τους σχετικούς κανονισμούς που αφορούν τις εταιρείες οι οποίες δραστηριοποιούνταν στο (τότε) επενδυτικό πρόγραμμα και όπως παρατηρεί το Δικαστήριο, στην απόφαση της Επιτροπής αναπαρήχθησαν οι σχετικές διατάξεις (των κανονισμών) «χωρίς την απαιτούμενη συγκεκριμενοποίηση και αναφορά σε συγκεκριμένα γεγονότα και/ή στοιχεία, τα οποία να μπορούν να στοιχειοθετήσουν την κατ’ ισχυρισμόν διάπραξη παραβίασης αυτών των διατάξεων από την αιτήτρια».
Προς ενίσχυση του σκεπτικού του, το Δικαστήριο θέτει και το εξής ερώτημα: Ποιες συγκεκριμένα είναι οι εκ μέρους της αιτήτριας ή οι εκ μέρους του κ. Χ. Τ. «δηλώσεις και/ή ενέργειες και/ή παραλήψεις, οι οποίες αντιβαίνουν τις υπό αναφορά διατάξεις των Κανονισμών» και οι οποίες, υπαγόμενες στις πιο πάνω κανονιστικές διατάξεις, συνιστούν παραβάσεις δυνάμει της Κ.Δ.Π. 379/2020; Πότε συγκεκριμένα έλαβαν χώρα οι εν λόγω πράξεις και/ή ενέργειες και ποια διαδικασία ακολουθήθηκε από τους καθ’ ων η αίτηση (το υπουργείο Εσωτερικών και την Επιτροπή) για τη διαπίστωσή τους; Και βεβαίως, χωρίς να εξετάζεται το σύννομο ή μη της λήψης υπόψιν του υλικού που οι καθ’ ων η αίτηση επικαλούνται και το οποίο λήφθηκε υπόψιν για τη διαμόρφωση της επίδικης κρίσης τους, η απλή αναφορά σε «στοιχεία που είδαν το φως της δημοσιότητας και σχετίζονται με υλικό που προβλήθηκε/μεταδόθηκε σε όλα τα τηλεοπτικά και ραδιοφωνικά μέσα μαζικής ενημέρωσης, σε όλα τα έντυπα μέσα μαζικής ενημέρωσης και σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης της Δημοκρατίας και του εξωτερικού στις 12 και 13 Οκτωβρίου 2020 και/ή μεταγενέστερα», δεν απαντά στα πιο πάνω ερωτήματα και δεν ανταποκρίνεται στις επιταγές για επαρκή αιτιολόγηση της επίδικης απόφασης, προκειμένου να καθίσταται εφικτή η διενέργεια του απαιτούμενου δικαστικού ελέγχου».
Το Δικαστήριο διαπιστώνει «σφάλματα και/ή πλημμέλειες στην ακολουθηθείσα διαδικασία που απέληξε στην έκδοση της επίδικης απόφασης, ενώ, ταυτόχρονα, διαπιστώνει και κενό αιτιολόγησης της απόφασης».
Στην απόφαση αναφέρεται επίσης, πως κάποια γεγονότα και διαπιστώσεις «δεν είχαν τεθεί προηγουμένως ενώπιον της εταιρείας προκειμένου αυτή να είναι σε θέση να τοποθετηθεί και να απαντήσει και επ’ αυτών, όπως είχε δικαίωμα να πράξει, σύμφωνα με τον σχετικό κανονισμό». Αυτό, κατά το Δικαστήριο, στοιχειοθετεί και πρόσθετο λόγο ακύρωσης που συνίσταται στην παραβίαση του δικαιώματος προηγούμενης ακρόασης.