Για όνειδος ασχήμιας και υποβάθμιση του περιβάλλοντος γράφει ο Κυριάκος Ταπακούδης, σχετικά με τους κυματοθραύστες που κατασκευάστηκαν στη Χλώρακα.

Τη θάλασσα της Αλυκής την αλλοτρίωσαν, τη βιομηχανοποίησαν τουριστικά και άλλαξαν παντελώς τη μορφή της. Έκτισαν ξενοδοχεία που γεμίζουν τουρίστες και αφήνουν μπόλικο συνάλλαγμα στο τόπο. Έσκαψαν τις ακτές και τις μεταμόρφωσαν στα μέτρα των τουριστών. Αλλά, θέλοντας περισσότερο την καλοπέραση τους ώστε να τους κάμουν τακτικούς πελάτες, σκέφτηκαν κάποιοι να μπαζώσουν τη θάλασσα ώστε να κολυμπούν σε ήρεμα νερά. Και έκατσαν κάτω οι σοφοί και κατέστρωσαν σχέδια και αποφάσισαν να φτιάξουν κυματοθραύστες. Και ξεκίνησε το έργο, έριξαν άναρχα τεράστιους τσιμεντένιους ογκόλιθους για να σταματήσουν τα δυνατά κύματα. Και έφτιαξαν μακριά τείχη που θυμίζουν τσιμεντένια οδοφράγματα που έβαζαν στα περάσματα ενάντια στα τανκς στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Έτσι και τώρα εδώ, στις ακτές της Χλώρακας, τους γουναριάσανε στη θάλασσα και τα ονομάσανε κυματοθραύστες.

Δεν θα εκφέρω γνώμη –το αφήνω πάνω σας– ποιο είναι το καλύτερο για την κοινότητα, η οικονομική πρόοδος, ή η προστασία του περιβάλλοντος; Όμως αυτό που θα ερωτήσω, είναι αν η τελική μορφή του έργου έχει ίχνος ωραιότητας και αν συνάδει στο ελάχιστον με το περιβάλλον. Τελικά μάλλον τα έκαναν θάλασσα. Από πλευράς αισθητικής και ομορφιάς είναι όνειδος ασχήμιας. Παραμόρφωσαν και υποβάθμισαν το μοναδικό περιβάλλον της παραλιακής περιοχής με χιλιάδες τσιμεντομπλόκ ριγμένα άναρχα, καταστρέφοντας ότι ωραίο έπλασε η φύση.