Εδώ και τέσσερις μήνες ο πλανήτης ζει στους ρυθμούς του κορωνοϊού. Η παγκόσμια οικονομία έχει μπει στον αναπνευστήρα, καθώς εξαιτίας των περιοριστικών μέτρων που επιβλήθηκαν έχουν σταματήσει να κινούνται σχεδόν τα πάντα. Καθώς έχει παραλύσει σχεδόν κάθε τομέας από τα εργοστάσια μέχρι τις αερομεταφορές, είναι πλέον δεδομένο πως η παγκόσμια οικονομία θα εισέλθει σε μια πρωτοφανή, βαθιά ύφεση με συρρίκνωση του ΑΕΠ, τρομακτική αύξηση της ανεργίας και μείωση του βιοτικού επιπέδου. Η κρίση για πολλούς ειδικούς είναι σημαντικά χειρότερη από ό,τι η ύφεση του 2008-2009.
Η κατάσταση γίνεται ακόμη πιο δύσκολη και από την πτώση των τιμών του πετρελαίου, οι οποίες κατρακύλησαν σε πρωτοφανή επίπεδα. Αυτή τη στιγμή ο πλανήτης μπορεί να προμηθευτεί πετρέλαιο σε τιμές που κυριαρχούσαν πριν από τον πόλεμο του Κόλπου το 1993. Πίσω από αυτή την κάθετη πτώση υπάρχουν δύο λόγοι, ανέφερε μιλώντας στον «Φιλελεύθερο» ο Θεόδωρος Τσακίρης, αναπληρωτής καθηγητής Γεωπολιτικής και Ενεργειακής Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας. Ο πρώτος λόγος έχει σχέση με τη δραματική μείωση της ζήτησης ως αποτέλεσμα του κορωνοϊού, η οποία αγγίζει το 20% με 25% σε παγκόσμιο επίπεδο. Μάλιστα αυτή η μείωση αναμένεται να αυξηθεί καθώς τώρα η κρίση ακουμπά τις ΗΠΑ, που είναι ο μεγαλύτερος καταναλωτής πετρελαίου.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: Προς συμφωνία Σ. Αραβίας, Ρωσίας για το πετρέλαιο
Υπάρχει όμως και ένας δεύτερος παράγοντας και ο οποίος χειροτερεύει την κατάσταση και αυτός είναι ο πόλεμος που ξεκίνησε στις αρχές του μήνα η Σαουδική Αραβία και οι σύμμαχοί της εναντίον της Ρωσίας. Τα σύννεφα στις σχέσεις των δύο πλευρών ξεκίνησαν, εξήγησε ο δρ Τσακίρης, επειδή η Ρωσία δεν ήθελε να συνεχίσει να μειώνει την παραγωγή της, καθώς είχε φανεί πως οι τιμές επρόκειτο να υποχωρήσουν εξαιτίας της μειωμένης προσφοράς.
Οι λόγοι για τη ρωσική στάση δεν ήταν μόνο οικονομικοί. Στόχος της Μόσχας είναι να ανακτήσει μερίδιο αγοράς και να υπονομεύσει τον ολοένα ισχυρότερο ρόλο που διαδραματίζει το αμερικανικό σχιστολιθικό αέριο στην παγκόσμια αγορά. Αποχωρώντας από τον OPEC+ (μια ομάδα από 24 χώρες παραγωγούς πετρελαίου, η οποία δημιουργήθηκε το 2016 με στόχο τον συντονισμό της παραγωγής προκειμένου να σταθεροποιηθεί η αγορά) η Μόσχα άνοιξε τον ασκό του Αιόλου.
Έτσι για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια ο πλανήτης έχει στη διάθεσή του άφθονο, φτηνό πετρέλαιο και το οποίο όμως λόγω των περιοριστικών μέτρων δεν μπορεί προς το παρόν να αξιοποιήσει. «Για τις χώρες που εξάγουν πετρέλαιο η εξέλιξη αυτή έφερε πολύ μεγάλη μείωση των εσόδων τους και τινάζουν τους προϋπολογισμούς τους στον αέρα. Για τους εισαγωγείς είναι μια καλοδεχούμενη ανάσα, αφού μπορούν να αγοράζουν σε χαμηλές τιμές. Όμως αυτή η μείωση δεν θα είναι ομοιόμορφα εμφανής σε όλες τις χώρες, διότι οι περισσότεροι καταναλωτές πετρελαίου ειδικά στην Ευρώπη και την Ασία έχουν το μεγαλύτερο κομμάτι της ζήτησης πετρελαίου διεθνώς. Έτσι, παράλληλα με τη μείωση της ζήτησης θα υπάρχει και μείωση των κρατικών εσόδων από τη φορολογία στο πετρέλαιο. Ας μην ξεχνούμε πως περίπου το 65% των τιμών που βλέπουμε στην Ευρώπη είναι φόροι», τόνισε ο Θεόδωρος Τσακίρης.
Παράλληλα, με περίπου 3 δισεκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο υπό κάποιας μορφής περιοριστικών μέτρων λόγω κορωνοϊού, ένας παραδοσιακός εξισορροπιστής των αγορών έχει εκλείψει. Παρατηρούμε, λοιπόν, πως ούτε και η βιομηχανία αλλά ούτε και οι μεταφορές, οι οποίες χρησιμοποιούν το 65% της παγκόσμιας κατανάλωσης μπορούν να επωφεληθούν από τη μεγάλη αυτή πτώση εξαιτίας του lockdown που έχει επιβληθεί. «Η οικονομία έχει μπει στον πάγο με βασικές της δομές να μην λειτουργούν, επομένως, δεν υπάρχει μεγάλος οικονομικός αντίκτυπος αυτή τη στιγμή», τόνισε ο Θεόδωρος Τσακίρης.
Πάντως, η κατρακύλα των τιμών του πετρελαίου δεν αντανακλά μόνο την υποχώρηση της ζήτησης, εν μέσω της διεθνούς οικονομικής επιβράδυνσης που φέρνει η πανδημία. Είναι και έκφραση των βαθιών διαιρέσεων ανάμεσα στις πετρελαιοπαραγωγές χώρες, όπως επίσης και των στρατηγικών που η καθεμιά χρησιμοποιεί για να αυξήσει την επιρροή της και τον διεθνή της ρόλο. Έτσι παρόλο που στην ουσία οι χαμηλές τιμές δεν συμφέρουν σε καμιά από τις πετρελαιοπαραγωγές χώρες, τα περιθώρια συνεννόησης μεταξύ τους είναι μικρά. «Είναι πολύ δύσκολο να υπάρξει συμμετοχή των ΗΠΑ σε μια συνεννόηση μείωσης της παραγωγής, γιατί κάτι τέτοιο θα δημιουργούσε εσωτερικά πολιτικά προβλήματα στη χώρα, αφού θα αποτελούσε παρέμβαση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης σε ζητήματα που αφορούν τις Πολιτείες, οι οποίες ρυθμίζουν την πολιτική πετρελαίου. Αυτό που θα μπορούσε να κάνει η αμερικανική κυβέρνηση είναι να επιβάλει μια κάθετη απόφαση για μερικούς μήνες για απαγόρευση εξαγωγής πετρελαίου. Όμως, είναι αμφίβολο αν η Ουάσινγκτον θελήσει να κάνει κάτι τέτοιο. Από την άλλη ίσως δούμε κάποια συμφωνία στον OPEC+ όταν ξεκαθαρίσει η κατάσταση και φανεί ποιες θα είναι οι ενεργειακές ανάγκες», δήλωσε ο δρ Τσακίρης.
Η πορεία των τιμών του πετρελαίου θεωρείται αβέβαιη, καθώς ο κύκλος της πανδημίας δεν έχει κλείσει ακόμη και πολλά θα εξαρτηθούν από τη διάρκεια της κρίσης. Θα είναι όμως μια μεγάλη δοκιμασία για όλους ειδικά τη στιγμή που οι περισσότερες χώρες θα βάζουν φουλ τις μηχανές τους να αφήσουν πίσω τους τις συνέπειες από τον φονικό κορωνοϊό.
Η αβεβαιότητα που επικρατεί δεν ωφελεί την ανάκαμψη
Η παγκόσμια οικονομία νοσεί βαριά από τον κορωνοϊό, με συμπτώματα ασφυξίας σε πολλούς κρίσιμους τομείς από τα χρηματιστήρια μέχρι την αγορά εργασίας και τις επιχειρήσεις τόσο στις αναπτυγμένες όσο και στις αναδυόμενες αγορές. Οι συνέπειες επισημαίνει ο Θεόδωρος Τσακίρης δεν είναι οι ίδιες για όλες τις χώρες και για όλους τους τομείς της οικονομίας. Για τους εξαγωγείς πετρελαίου πρόκειται για τεράστιο πλήγμα, για τους εισαγωγείς όμως η εξέλιξη είναι θετική. Το τοπίο προς το παρόν παραμένει θολό, αν και το μόνο σίγουρο είναι πως η αβεβαιότητα δεν θα ωφελήσει καθόλου τις προσπάθειες ανάκαμψης. «Κάθε χρόνο προς το τέλος της άνοιξης στο βόρειο ημισφαίριο καταγράφεται σημαντική αύξηση της ζήτησης πετρελαίου. Αυτό φαίνεται πως φέτος θα καθυστερήσει και ενδεχομένως να μην υπάρξει καθόλου, αν συνεχιστεί το lockdown. Η αβεβαιότητα που καταγράφεται δείχνει πως θα υπάρξει μια παράταση των χαμηλών τιμών στον μαύρο χρυσό και την ίδια στιγμή δεν επιτρέπει στους μεγάλους πετρελαιοπαραγωγούς να προχωρήσουν σε σημαντικές μειώσεις της παραγωγής, ώστε να ανέβουν ξανά οι τιμές».
Επιπλέον, υπέδειξε ο Έλληνας ειδικός, η πληθώρα πετρελαίου οδηγεί σε πληρότητα την παγκόσμια ικανότητα αποθήκευσης πετρελαίου και αυτό σημαίνει ότι αν η κατάσταση αυτή συνεχιστεί σε μερικούς μήνες δεν θα υπάρχει η δυνατότητα περαιτέρω αποταμίευσης, με αποτέλεσμα η πτώση της ζήτησης θα είναι ακόμη μεγαλύτερη και οι τιμές ακόμη περισσότερο θα συμπιεστούν. «Αυτό που συμβαίνει από την αρχή της κρίσης είναι ότι πολλοί παραγωγοί αλλά και χώρες βρήκαν την ευκαιρία να αγοράσουν πετρέλαιο σε φτηνές τιμές και να το πουλήσουν αργότερα, όταν αυτές θα ανεβούν», ανέφερε ο Θεόδωρος Τσακίρης. Θα χρειαστεί να περάσουν αρκετές βδομάδες ακόμη, προκειμένου να έχουμε μια ξεκάθαρη εικόνα και μόνο τότε όλες οι εμπλεκόμενες πλευρές θα έχουν ακριβή δεδομένα στα χέρια τους, για να προβούν και στα απαραίτητα διορθωτικά μέτρα. Προς το παρόν, οι ελπίδες για σταθεροποίηση της τιμής του πετρελαίου έχουν εξανεμιστεί.
Αναπόφευκτος ο πανικός
Η ταυτόχρονη εμφάνιση ισχυρής διαταραχής τόσο στη ζήτηση όσο και στην παραγωγή πετρελαίου είναι τόσο ασυνήθιστη και δυσεξήγητη, που ήταν αναπόφευκτο να προκαλέσει πανικό. Το ντόμινο επιπτώσεων θα αποκαλυφθεί στο προσεχές διάστημα και εξαρτάται καταλυτικά από τη διάρκεια της πτωτικής τάσης και το νέο σημείο ισορροπίας. Ενώ η υποχώρηση του πετρελαίου συνεπάγεται μειωμένο κόστος ενέργειας, παράλληλα πλήττει τις χώρες που το παράγουν, την εξόρυξη και τα διυλιστήρια. Η ευνοϊκή επίπτωση για τις μεταφορές ακυρώνεται στις παρούσες συνθήκες από τους ισχυρούς ταξιδιωτικούς περιορισμούς και την αποφυγή μετακινήσεων λόγω κορωνοϊού.
Πόλεμος τιμών μεταξύ Σαουδικής Αραβίας και Ρωσίας
Τον περασμένο Οκτώβριο ο Βλαντιμίρ Πούτιν σε μια εντυπωσιακή περιοδεία του στη Μέση Ανατολή επισκέφτηκε μεταξύ άλλων και τη Σαουδική Αραβία. Διεκδικώντας ρόλο κλειδί στην περιοχή ο Ρώσος πρόεδρος προέβη σε ανοίγματα και έκλεισε συμφωνίες, κάνοντας πολλούς να μιλούν για νέα εποχή στις σχέσεις του Ριάντ και της Μόσχας. Η άνοιξη όμως δεν διήρκεσε πολύ. Όλα ξεκίνησαν όταν η Ρωσία αρνήθηκε να αποδεχτεί πρόταση της Σαουδικής Αραβίας για μείωση κατά 1,5 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως της παραγωγής. Προφανώς η Ρωσία θέλει να διατηρηθούν οι τιμές χαμηλές, έστω και αν αυτό σημαίνει μείωση των εσόδων της, προκειμένου να δώσει ένα ισχυρό χτύπημα στους Αμερικανούς παραγωγούς σχιστολιθικού πετρελαίου, οι οποίοι βγαίνουν νοκ άουτ με αυτό τον τρόπο. Παράλληλα, δήλωσε πως κάθε χώρα μπορεί να αυξήσει την παραγωγή της μέχρι τον Απρίλιο. Μάλιστα, εμφανιζόταν βέβαιη ότι τα κράτη-μέλη του OPEC+ θα απέφευγαν να απαντήσουν στη δική της κίνηση, υπό την απειλή της κατάρρευσης των τιμών. Η βεβαιότητα αυτή αποδείχθηκε εκτός τόπου και χρόνου.
Από την άλλη η Σαουδική Αραβία επιθυμούσε να ανεβούν οι τιμές, γιατί αυτό εξυπηρετεί τα δικά της οικονομικά συμφέροντα. Το Ριάντ τα παίζει όλα για όλα και είναι αποφασισμένο να χρησιμοποιήσει τη δύναμη της παραγωγικής του ικανότητας στον πετρελαϊκό τομέα προκειμένου να δώσει ένα συντριπτικό πλήγμα στους ανταγωνιστές του. Μάλιστα, για πολλούς ειδικούς η νέα τακτική της Σαουδικής Αραβίας όσον αφορά στο πετρέλαιο, ένα σύντομο και ισχυρό σοκ για τον εκφοβισμό της Ρωσίας, μοιάζει πολύ με τη στρατιωτική της στρατηγική στην Υεμένη, ένα σύντομο και ισχυρό σοκ το οποίο είχε ως σκοπό να πτοήσει τους αντάρτες Χούθι. Η τακτική αυτή όμως στην Υεμένη έχει αποτύχει και πλέον μένει να δούμε αν ανάλογη τύχη θα έχει και η παραγωγή πετρελαίου.
Έτσι, τώρα οι δύο πρώην «σύμμαχοι» στον περίφημο πετρελαϊκό συνασπισμό OPEC+ που δημιουργήθηκε το 2017 με στόχο τον συντονισμό των παραγωγών για τον έλεγχο των τιμών του πετρελαίου, δίνουν έναν υπέρ πάντων αγώνα επικράτησης με στόχο να εξασφαλίσουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς. Όπως και να έχει, η απόφαση της Σαουδικής Αραβίας να προχωρήσει στη μεγαλύτερη μείωση τιμών των τελευταίων 30 ετών συνιστά μια σαφή προειδοποίηση από τον πανίσχυρο ηγέτη του OPEC ότι προτιμά να αφήσει τις τιμές του πετρελαίου να καταρρεύσουν, παρά να παραχωρήσει μερίδιο αγοράς σε άλλους παραγωγούς.
Τα περιθώρια συμβιβασμού είναι μικρά. Μια συμφωνία περιορισμού της παραγωγής πετρελαίου, ακόμη και σήμερα, δεν πρόκειται να λύσει το πρόβλημα της χαμηλής τιμής του αργού, δεδομένου ότι αυτή τη στιγμή βιώνουμε τη μεγαλύτερη κρίση υπερπροσφοράς στην ιστορία, λόγω των συνεπειών του κορωνοϊού. Παρόλα αυτά, η Ρωσία ίσως αναγκαστεί να υποχωρήσει, έστω και προσωρινά, τουλάχιστον μέχρι να ξεπεραστεί η πανδημία. Τα στρατηγικά αποθέματα του αραβικού βασιλείου είναι πολύ πιο πλούσια από τα ρωσικά και αυτό του δίνει προβάδισμα στη μάχη. Επιπλέον, όσο περισσότερο τραβήξει αυτή η κατάσταση, τόσο μικρότερη οικονομική δυνατότητα θα έχει η Ρωσία και οι τράπεζές της να παρέχουν στήριξη στις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Το χειρότερο, η χώρα έχει επίσης περιορισμένες δυνατότητες αποθήκευσης πετρελαίου. Η Σαουδική Αραβία, στο θέμα του πετρελαίου είναι ένας πανίσχυρος παίκτης, που έχει πολλά όπλα στη φαρέτρα του, για να τα βάλει εύκολα κάποιος μαζί του.
Χαμένοι και κερδισμένοι από την πτώση των τιμών
Υπό κατάρρευση βρίσκεται πλέον η διεθνής αγορά πετρελαίου, με την τιμή αργού να διολισθαίνει κάτω από τα 20 δολάρια το βαρέλι για πρώτη φορά από το 2002, σε μία εξέλιξη που δεν θα έχει μόνο κόστος στα έσοδα των μεγάλων πετρελαιοπαραγωγών, αλλά θα αλλάξει και τις ισορροπίες, καθώς κάποια μέλη του OPEC θα χάσουν μερίδιο αγοράς, το οποίο δεν πρόκειται να ανακτήσουν ποτέ ξανά. Η κατάσταση για κάθε χώρα είναι διαφορετική, γιατί δεν έχουν όλες τις ίδιες δυνατότητες να αντιμετωπίσουν καθεστώτα χαμηλών τιμών και μειωμένης ζήτησης. Κάποιες από τις χώρες της Αφρικής, οι οποίες παράγουν πετρέλαιο σε υψηλό κόστος όπως είναι η Νιγηρία, η Αγκόλα, το Κονγκό, ο Ισημερινός και η Βενεζουέλα στη Λατινική Αμερική έχουν σημαντικό πρόβλημα και το οποίο προβλέπεται πως θα ενταθεί, καθώς η κατάσταση συνεχίζει να παραμένει αβέβαιη. Χώρες όπως είναι η Σαουδική Αραβία ή τα Ηνωμένα Αραβικά, το Κουβέιτ ή η Νορβηγία που έχουν μεγάλα αποθέματα αποταμιευμένα, έχουν αυξημένη δυνατότητα να αντέξουν στην κρίση και μάλιστα, σε μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Το Ιράν από την άλλη, που ούτως είχε πολύ μεγάλο πρόβλημα λόγω των κυρώσεων που είχαν επιβληθεί στην Τεχεράνη για το πυρηνικό της πρόγραμμα, είδε τις νόμιμες εξαγωγές του να μειώνονται σε πολύ χαμηλό επίπεδο. Καθώς είναι μια από τις χώρες που έχουν πληγεί περισσότερο από τον κορωνοϊό, η οικονομία του τρίζει επικίνδυνα, με ό,τι κι αν αυτό σημαίνει για τη βιωσιμότητα του καθεστώτος.