Υπολογίζεται ότι κάθε 3 λεπτά ένας ευρωπαίος χάνει τη μάχη με το συγκεκριμένο νόσημα ενώ η πιθανότητα κάποιος άνθρωπος να νοσήσει με καρκίνο του παχέος εντέρου είναι 1 στις 20. Ο μεγαλύτερος αριθμός των περιστατικών του παχέος εντέρου συναντάται στις ηλικίες μεταξύ 60-70 ετών. Το 90% των περιπτώσεων έχουν ηλικία άνω των 50 ετών.
Αυτό δεν σημαίνει ότι ο καρκίνος αυτός δεν εμφανίζεται σε ηλικίες μικρότερες των 50 ετών (10% των περιπτώσεων έχουν ηλικία κάτω των 50 ετών).
To παχύ έντερο είναι ένα όργανο το πεπτικού συστήματος (σωληνοειδές), το οποίο απορροφά το νερό και τους ηλεκτρολύτες από την τροφή που δεν χωνεύτηκε στο λεπτό έντερο και στη συνέχεια το αποβάλει από τον οργανισμό (από τον πρωκτό), υπό τη μορφή κοπράνων. Ξεκινά από το δεξιό κάτω μέρος της κοιλιάς εκεί όπου ενώνεται με το λεπτό έντερο και ανεβαίνει προς τα πάνω, εν συνεχεία έρχεται προς το αριστερό άνω μέρος της κοιλίας και κατεβαίνει προς τα αριστερά, όπου καταλήγει στο πρωκτό.
Tο μήκος του ανθρώπινου παχέος εντέρου είναι περίπου ενάμιση μέτρο, έχει διάμετρο 5 με 8 εκατοστά και αποτελεί το ένα πέμπτο του συνολικού μήκους του πεπτικού σωλήνα. Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι το σπουδαιότερο μέρος της πέψης τελείται από το λεπτό έντερο, κάτι που καθιστά δυνατή τη φυσιολογική ζωή του ανθρώπου και χωρίς το παχύ έντερο.
Ο καρκίνος του παχέος εντέρου οφείλεται στην ανάπτυξη μη υγιών κυττάρων (κακοήθεις νεοπλάσματα) στο εσωτερικό τοίχωμα του παχέος εντέρου ή του ορθού και ακολούθως επεκτείνεται στο τοίχωμα του οργάνου, στα γειτονικά όργανα και λεμφαδένες της περιοχής, και στο τελικό στάδιο της νόσου σε απομακρυσμένα όργανα, πχ ήπαρ, πνεύμονες και απομακρυσμένους λεμφαδένες.
Η διάρκεια της ανάπτυξης του (καρκινογένεση, δηλαδή μεταμόρφωση των υγειών κυττάρων του εντέρου σε καρκινικά, μετά από διαδοχικές αλλοιώσεις στο DNA των κυττάρων), διαρκεί από 5-15 χρόνια. Αυτό δεν ισχύει σε περιπτώσεις όπου υπάρχει κληρονομικότητα/γενετικά σύνδρομα, όπου η διάρκεια της καρκινογένεσης κυμαίνεται στα 2-3 χρόνια.
Πως συνδέονται οι πολύποδες με τον καρκίνο
Πολύποδας, αναφέρετε ως οποιοδήποτε εξόγκωμα εντοπίζεται στο βλεννογόνο (εσωτερικό τοίχωμα) του παχέος εντέρου, και που προβάλλει μέσα στον αυλό του. Διαχωρίζονται μακροσκοπικά στους έμισχους και άμισχους ή επίπεδους, και διακρίνονται στους νεοπλασματικούς ή αδενώματα που είναι προκαρκινική κατάσταση και στους υπερπλαστικούς και φλεγμονώδεις που είναι καλοήθεις και συχνότεροι.
Συνήθως ο καρκίνος του παχέος εντέρου ξεκινάει με την μορφή νεοπλασματικών πολυπόδων, αφού εκτιμάτε ότι περίπου το 80 % των καρκίνων του παχέος εντέρου αναπτύσσονται στο έδαφος νεοπλασματικών πολυπόδων. Η πιθανότητα ένα άτομο άνω των 50 ετών να φέρει αδενώματα κυμαίνεται από 20-40 %. Από αυτούς τους πολύποδες ένα μικρό ποσοστό θα εξελιχθεί σε καρκίνο.
Οι πολύποδες μπορούν να αφαιρεθούν κατά τη διάρκεια της κολονοσκόπησης. Η πολυπεκτομή αποτελεί μια ανώδυνη, με πολύ χαμηλά ποσοστά επιπλοκών, διαδικασία ρουτίνας.
Πέραν των πολύποδων υπάρχουν και κάποιες κληρονομικές καταστάσεις συνδρόμων πολυποδίασης με πιο γνωστό το σύνδρομο ΣΟΑΠ (Σύνδρομο Οικογενή Αδενωματώδη Πολυποδίαση), όπως και το σύνδρομο του οικογενούς μη πολυποδιασικού κολοορθικού καρκίνου, LYNCH syndrome. Αυτές οι καταστάσεις ευθύνονται για το 1-4 % όλων των καρκίνων του παχέος εντέρου.
Όσο αφορά τα άτομα που πάσχουν από ΙΦΝΕ (Φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου όπως Ελκώδης Κολίτιδα και Νόσος του Crohn), το ρίσκο ανάπτυξης καρκίνου του παχέως εντέρου είναι ψηλό, λόγω της χρόνιας φλεγμονής που οδηγεί σε δυσπλασία (ανώμαλη μορφολογία των κυττάρων), όπου με την πάροδο του χρόνου αυτά μπορούν να εξαλλαχθούν σε καρκινικά.
Σε ποιους παράγοντες οφείλεται
Όσο αφορά τους παράγοντες που ενοχοποιούνται για την ανάπτυξη του καρκίνου του παχέος εντέρου αυτοί διαχωρίζονται σε στους ενδογενείς και εξωγενείς.
Μερικοί από αυτούς πέραν της κληρονομικότητας που επισημαίνονται είναι: ηλικία άνω των 50 ετών, προηγούμενο ιστορικό καρκίνου του παχέος εντέρου και πολύποδων, η ύπαρξη άλλων καρκίνων πχ λεμφώματος, όρχεων, ενδομήτριου, ωοθηκών, στομάχου, νεφρών, ιστορικό φλεγμονώδους νόσου του εντέρου, Σακχαρώδης Διαβήτης, παχυσαρκία, έλλειψη φυσικής άσκησης, διατροφή (κατανάλωση επεξεργασμένων φαγητών, κόκκινου κρέατος, τροφές υψηλής περιεκτικότητας σε λίπος), κάπνισμα, αλκοόλ.
Ποια είναι τα συμπτώματα
Ο καρκίνος του παχέως εντέρου μπορεί να εκδηλωθεί τόσο με συμπτώματα από το έντερο, τόσο και με εξωεντερικά συμπτώματα. Σε κάποιες περιπτώσεις, μπορεί να είναι και ασυμπτωματικός. Τα συμπτώματα που πρέπει να ανησυχήσουν ένα άτομο είναι:
Εντερικά: Αίμα στα κόπρανα, διαταραχές/εναλλαγές στις κενώσεις (έντονη δυσκοιλιότητα, διαρροικές κενώσεις), αίσθημα βάρους κατά την κένωση/ατελής κένωση, πόνος στην κοιλιά, εντερικά φουσκώματα, εντερική απόφραξη.
Εξωεντερικά: Πυρετός, μειωμένη όρεξη, απώλεια βάρους, αναιμία/σιδηροπενία (μπορεί να εκδηλωθεί με ωχρότητα του δέρματος, κόπωση, δύσπνοια, στηθάγχη κοκ).
Στις περιπτώσεις όπου εμφανίζονται τα άνωθεν συμπτώματα είναι σημαντικό να απευθυνθούμε στο γαστρεντερολόγο ή τον χειρουργό μας, που με την σειρά τους θα μας κατευθύνουν για να γίνει η ορθή διερεύνηση. Η καθυστέρηση στη διάγνωση εγκυμονεί τον κίνδυνο προόδου της νόσου σε μεταστατική (διασπορά της νόσου), με χειρότερη πρόγνωση.
Η έγκαιρη ανίχνευση του καρκίνου του παχέως εντέρου σε πρώιμα στάδια προσφέρει την δυνατότητα ριζικής χειρουργικής αφαίρεσης του όγκου και αυξάνει τις πιθανότητες ίασης με μια άριστη μετεγχειρητική ποιότητα ζωής αν δεν υπάρξουν μετεγχειρητικές επιπλοκές όπως διάρροιες, συμφύσεις κοκ, σε αντίθεση με την μεταστατική νόσο που είναι ανίατη και έχει χειρότερη πρόγνωση. Ενδεικτικά αναφέρω ότι όταν η έκταση του όγκου περιορίζεται στο τοίχωμα του παχέως εντέρου χωρίς επέκταση στα γειτονικά όργανα ή λεμφαδένες, η 5-ετής επιβίωσης, μεταχειρουργικά ανέρχεται στο 90%, σε αντίθεση με 15% όταν κατά την διάγνωση διαπιστώνονται μεταστατική νόσος. Αξίζει να αναφερθεί ότι σε προχωρημένη/ανεγχείρητη μεταστατική νόσο (ανίατη νόσο), υπάρχουν νεότερες χημειοθεραπείες με ενθαρρυντικά αποτελέσματα, που ανέρχονται στο 50 % επιβίωσης στα 2,5 χρόνια και 15% 5-ετή επιβίωση μετά την διάγνωση.
Σημαντική είναι και η μετεγχειρητική παρακολούθηση λόγω αυξημένου ρίσκου υποτροπής της νόσου. Η μετεγχειρητική παρακολούθηση συμπεριλαμβάνει κλινική παρακολούθηση με αιματολογικό έλεγχο (σε ορισμένα περιστατικά και καρκινικούς δείκτες), περιοδική παρακολούθηση με κολονοσκόπηση αναλόγως του βαθμού ρίσκου υποτροπής (ανα 3 χρόνια), όπως και ακτινολογικοί ελέγχοι.
Προληπτικοί έλεγχοι
Αν αναλογιστούμε ότι ο καρκίνος του παχέως εντέρου είναι μια συχνή κακοήθεια και θεραπεύεται πλήρως αν διαγνωστεί στα πρώιμα του στάδια, είναι απαραίτητο να αναφερθούμε και στις προληπτικές εξετάσεις που θα μας οδηγήσουν στην έγκαιρη διάγνωση. Σε αυτές συγκαταλέγονται η κλινική εξέταση με αιματολογικό έλεγχο κάθε 1-2 χρόνια και η κολονοσκόπηση από την ηλικία των 45 χρονών σύμφωνα με τις τελευταίες συστασείς από την Αμερικάνικη Γαστρεντερολογική Εταιρία. Σε πληθυσμό όπου δεν υπάρχουν παράγοντες που αυξάνουν το ρίσκο για εμφάνιση καρκίνου του παχέως εντέρου η σύσταση παρακολούθησης με κολονοσκόπηση είναι ανα 5 χρόνια. Σε περίπτωση όπου υπαρχουν παράγοντες αυξημένου ρίσκου, όπως οικογενειακό ιστορικό καρκινου του παχέως εντέρου ή αδενώματα υψηλού κινδύνου σε συγγενή 1ου βαθμού που νόσησε σε ηλικία μικρότερη των 60 ετών ή σε δύο συγγενείς πρώτου βαθμού (ανεξαρτήτως ηλικίας), συστήνεται ανεπιφύλακτα η έναρξη ελέγχου των υγειών ατόμων της οικογένειας με κολονοσκόπηση στην ηλικία των 40 ετών ή 10 χρόνια νωρίτερα από την ηλικία του νεαρότερου ατόμου που νόσησε και επανάληψη της κολονοσκόπησης κάθε 3 χρόνια. Στους ασθενείς με ΙΦΝΕ συστήνεται η έναρξη ελέγχου με κολονοσκόπηση στα 8-10 χρόνια από την έναρξη της ΙΦΝΕ και ακολούθως σύμφωνα με το διεθνή πρωτόκολλο, εξαιρουμένων των ασθενών με ΙΦΝΕ και ταυτόχρονα ΠΣΧ (πρωτοπαθή σκληρυντική χολαγγειίτιδα).
Εν κατακλείδι η πρόληψη και η πρώιμη διάγνωση είναι η καλύτερη θεραπεία!
Δρ Δημήτριος Δημητρίου
Ειδικός Παθολόγος & Γαστρεντερολόγος/Ηπατολόγος
Ιατρικό Κέντρο ΙΑΤΩΡ,
Κ.: 99-319672, @: demetrios.demetriou.gastro@gmail.com