Πολίτες αποφασίζουν μόνοι τους ότι πρέπει να υποβάλλονται κάθε χρόνο σε εξειδικευμένες εργαστηριακές ή ακόμα και ακτινοδιαγνωστικές εξετάσεις, τηλεφωνούν στα ιατρεία των προσωπικών τους γιατρών και ζητούν την έκδοση παραπεμπτικών ενώ ήδη βρίσκονται στο ιατρείο κάποιου ειδικού γιατρού, αν ο γιατρός αρνηθεί να τους εξυπηρετήσει χωρίς πρώτα να έχει ιδίαν άποψη, αλλάζουν προσωπικό γιατρό.

«Σαν να μην πέρασε μια ημέρα. Το ΓεΣΥ διανύει τον έκτο χρόνο εφαρμογής του. Οι προσωπικοί γιατροί ήταν οι πρώτοι που ανέλαβαν τα καθήκοντα τους μόλις εφαρμόστηκε το ΓεΣΥ. Πέρασαν σχεδόν έξι χρόνια κι όμως δεν υπήρξε καμία αλλαγή. Οι ασθενείς μας εξακολουθούν να μας μετρούν με βάση το αν τους εκδίδουμε παραπεμπτικά για να πάνε σε ειδικό γιατρό, τον οποίο οι ίδιοι αποφασίζουν ότι χρειάζονται, χωρίς να λάβουν καθόλου υπόψη τη δική μας επιστημονική άποψη».

Δυστυχώς, ανέφερε στον «Φ» η αντιπρόεδρος της επιστημονικής εταιρείας προσωπικών και οικογενειακών γιατρών Μαίρη Αβρααμίδου, «εμείς δεν αξιολογούμαστε ως γιατροί στη βάση των ιατρικών μας ικανοτήτων αλλά στη βάση των παραπεμπτικών που εκδίδουμε. Από την ημέρα έναρξης της εφαρμογής του ΓεΣΥ μέχρι σήμερα δεν βλέπουμε σχεδόν καθόλου βελτίωση στον τρόπο με τον οποίο ενεργεί μια μεγάλη μερίδα δικαιούχων και αυτά τα φαινόμενα μάλλον γίνονται, σε κάποιες περιπτώσεις, ακόμα πιο έντονα. Δηλαδή εμένα υπήρξε δικαιούχος που μου ζήτησε μόνος του, χωρίς να συντρέχει κάποιος λόγος να υποβληθεί σε υπερηχογράφημα επειδή έτσι αποφάσισε. Άλλος θέλει, χωρίς να συντρέχουν λόγοι, να εξετάζεται κάθε χρόνο από καρδιολόγο χωρίς καν να περάσει από το ιατρείο μου για προκαταρκτική εξέταση».

Τα δεδομένα που έχουν οι προσωπικοί γιατροί στα ιατρεία τους «αποδεικνύουν αυτά που λέμε, διότι αρκετοί από εμάς, αρχίσαμε και καταγράφουμε τα τηλεφωνήματα που δεχόμαστε από δικαιούχους μας που θέλουν παραπεμπτικό επειδή έκλεισαν ήδη ραντεβού με ειδικό γιατρό χωρίς να ζητήσουν την άποψη μας ή που βρίσκονται ήδη στα ιατρεία των ειδικών γιατρών και χρειάζονται επειγόντως παραπεμπτικό από εμάς».

Τα όσα οι προσωπικοί γιατροί υποστηρίζουν, ανέφερε η κ. Αβρααμίδου, «ενισχύονται και από τα επίσημα στοιχεία που προκύπτουν από το λογισμικό του ΓεΣΥ. Από την ημέρα έναρξης της εφαρμογής των «επειγόντων παραπεμπτικών» και των «παραπεμπτικών ρουτίνας» μέχρι πρόσφατα που ο ΟΑΥ έκανε την πρώτη αξιολόγηση διαπιστώθηκε ότι μόλις το 4,5% του συνόλου των παραπεμπτικών που εξέδωσαν οι προσωπικοί γιατροί προς ειδικούς είχαν χαρακτηριστεί ως επείγοντα. Αυτό από μόνο του αποδεικνύει πως όταν ένας προσωπικός γιατρός δει τον ασθενή του και διαπιστώσει ότι όντως χρειάζεται ειδικό γιατρό θα τον παραπέμψει ο ίδιος. Πρέπει να κατανοήσουν και οι πολίτες ότι οι γιατροί ανησυχούν περισσότερο από τους ίδιους για το αν θα κάνουν λάθος».

«Ο προσωπικός γιατρός, είναι γιατρός. Έχει την ειδικότητα, την εμπειρία και τα προσόντα για να κρίνει εάν ο ασθενής του χρειάζεται περαιτέρω παρακολούθηση από κάποιο άλλο γιατρό. Τα λέμε αυτά από τις πρώτες ημέρες εφαρμογής του ΓεΣΥ. Δυστυχώς δεν φαίνεται να μας ακούει κανένας. Γνωρίζουμε ότι ο Οργανισμός Ασφάλισης Υγείας προσπαθεί να ενημερώσει σωστά του πολίτες για την ορθή χρήση του ΓεΣΥ και την αξιοποίηση του προσωπικού γιατρού. Γνωρίζουμε ότι για δεκαετίες οι πολίτες αποφάσιζαν από μόνοι τους την ειδικότητα γιατρού που χρειάζονταν, επειδή δεν υπήρχε κάποιο Σύστημα. Σε πάρα πολλές περιπτώσεις έκριναν λάθος. Ο προσωπικός γιατρός όταν δει τον ασθενή του μπορεί να καταλάβει αν όντως υπάρχει πρόβλημα και σίγουρα μπορεί να διαχειριστεί προβλήματα υγείας και ο ίδιος. Είμαστε γιατροί. Αλίμονο να μην μπορούσαμε να διαχειριστούμε προβλήματα υγείας».

Όλα αυτά, είπε καταλήγοντας η κ. Αβρααμίδου, «τα λέμε και τα ξαναλέμε και δυστυχώς δεν βλέπουμε βελτίωση. Κάποιοι λένε ότι οι προσωπικοί γιατροί δεν δουλεύουν. Εμείς είπαμε πολλές φορές να απομονωθούν αυτοί οι προσωπικοί γιατροί που δεν θέλουν να βλέπουν τους ασθενείς τους. Δεν γίνεται να βάζουμε όλους τους προσωπικούς γιατρούς στο ίδιο τσουβάλι. Ο κάθε πολίτης επιλέγει μόνος του τον προσωπικό του γιατρό. Πρέπει να τον εμπιστεύεται και μετά να τον κρίνει ανάλογα με την επιστημονική του κατάρτιση, με την ιατρική του κρίση και όχι με το αν του κάνει τα χατίρια και εκδίδει παραπεμπτικά χωρίς, στην ουσία, να γνωρίζει τον λόγο που τα εκδίδει. Το κεφάλαιο των προσωπικών γιατρών πρέπει να το μελετήσουμε πολύ σοβαρά για να μπορέσει να λειτουργήσει σωστά ο θεσμός εντός ΓεΣΥ και να βοηθηθεί έτσι και το Σύστημα».

Έπιασαν δουλειά με τους εμβολιασμούς για τη γρίπη οι γιατροί

Έπιασαν δουλειά οι προσωπικοί γιατροί με τους πολίτες που ανήκουν στις ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού να προσέρχονται, χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα μέχρι αυτή τη στιγμή, για τον ετήσιο εμβολιασμό τους.

Όπως ανέφερε στον «Φ» η αντιπρόεδρος της επιστημονικής εταιρείας προσωπικών και οικογενειακών γιατρών Μαίρη Αβρααμίδου, «παρατηρούμε ότι η όλη διαδικασία παραγγελίας εμβολίων από τους προσωπικούς γιατρούς αλλά και διανομής των εμβολίων στα ιατρεία των προσωπικών γιατρών άρχισε και συνεχίζεται χωρίς προβλήματα φέτος. Το υπουργείο Υγείας έχει προμηθευτεί με ικανοποιητικές ποσότητες εμβολίων και οι γιατροί, έχουν καθορίσει ο καθένας το δικό του πρόγραμμα εμβολιασμών των δικαιούχων του και προχωρεί βάσει αυτού».

Ο εμβολιασμός για τη γρίπη, υπενθύμισε η κ. Αβρααμίδου «περιλαμβάνεται και στους δείκτες ποιότητας που έχει καθορίσει ο Οργανισμός Ασφάλισης Υγείας για τους προσωπικούς γιατρούς. Προστατεύει από τις επιπλοκές της γρίπης οι οποίες μπορεί, σε περιπτώσεις ατόμων που ανήκουν στις ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού, να οδηγήσουν ακόμα και στον θάνατο και για αυτό και εμείς ως γιατροί παροτρύνουμε τους δικαιούχους μας να ενημερώνονται για τον εμβολιασμό και να εμβολιάζονται».

Η μέχρι τώρα προσέλευση πολιτών, κυρίως ατόμων άνω των 65 ετών, «είναι αρκετά ικανοποιητική, αν και υπάρχουν και πολίτες οι οποίοι θεωρούμε ότι χρειάζονται περισσότερη ενημέρωση».

Υπενθυμίζεται ότι παράλληλα με τους εμβολιασμούς για την γρίπη σε εξέλιξη βρίσκεται και η διαδικασία για τον εμβολιασμό κατά του κορωνοϊού. Σύμφωνα με ανακοίνωση του υπουργείου Υγείας, «ο εμβολιασμός για τη νόσο COVID-19 θα διεκπεραιώνεται από τα Κέντρα Εμβολιασμού Ενηλίκων (για 12 ετών και άνω) και τα Κέντρα Προστασίας Μητρότητας και Ευημερίας Παιδιού (από 6 μηνών μέχρι 11 ετών), με ελεύθερη προέλευση (walk – in), σύμφωνα με το πρόγραμμα λειτουργίας τους. Σε περίπτωση που ο δικαιούχος επιθυμεί να εμβολιαστεί ταυτόχρονα και με τα δύο εμβόλια, τότε θα μπορεί να εξυπηρετείται μέσω των προαναφερθέντων Κέντρων Εμβολιασμού με ελεύθερη προέλευση (walk – in)».