Η λήψη βιταμινών, ειδικά την τελευταία δεκαετία, έχει καταστεί, θα μπορούσε κάποιος να πει, μόδα.
Άνθρωποι όλων των ηλικιών, ανεξαρτήτως προβλημάτων υγείας και χωρίς, τις περισσότερες φορές, ιατρική συμβουλή, προμηθεύονται όλων των ειδών σκευάσματα βιταμινών, αφού έχει επικρατήσει διεθνώς η αντίληψη ότι οι βιταμίνες μας κρατούν υγιείς ή ακόμα και μας προστατεύουν από σοβαρές ασθένειες.
Η σωστή χρήση και λήψη βιταμινών, σαφώς και βοηθά τον ανθρώπινο οργανισμό, κυρίως στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η πρόσληψη τους μέσω της τροφής είναι δύσκολη ή/και αδύνατη. Για παράδειγμα ένας άνθρωπος είναι σχεδόν αδύνατο να λάβει τη βιταμίνη D στο ποσοστό που τη χρειάζεται μέσω της τροφής. Η συγκεκριμένη βιταμίνη, που ορθώς ονομάζεται και «βιταμίνη του Ήλιου», εισέρχεται στον ανθρώπινο οργανισμό μέσω της έκθεσης του ανθρώπου στον ήλιο.
Σε άλλες περιπτώσεις, άνθρωποι με προβλήματα υγείας, για παράδειγμα γαστρεντερολογικά, υποχρεώνονται να αποφεύγουν κάποιες τροφές, οι οποίες, όμως, περιλαμβάνουν βιταμίνες απαραίτητες για τον οργανισμό. Τέλος, όσο μεγαλώνει ο άνθρωπος, τόσο περισσότερο χρειάζεται τη λήψη βιταμινών προκειμένου να ενισχύσει το ανοσοποιητικό του (και όχι μόνο) σύστημα.
Τι γίνεται όμως όταν η ορθή λήψη βιταμινών μετατραπεί σε υπερκατανάλωση; Η άποψη ότι «βιταμίνη είναι δεν κάνει κακό», μάλλον δεν ισχύει στην πραγματικότητα. Η υπερβολική λήψη βιταμινών, τονίζουν οι ειδικοί, μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές περιπέτειες το συκώτι μας ή το γενικότερο γαστρεντερολογικό μας σύστημα.
«Οι βιταμίνες είναι θρεπτικά συστατικά, απαραίτητα για τη φυσιολογική λειτουργία του οργανισμού μας. Λαμβάνονται μέσω των τροφών αλλά και μέσω συμπληρωμάτων διατροφής», ανέφερε στον «Φ» ο αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Φαρμακευτικής του Πανεπιστημίου Λευκωσίας, Χρίστος Πέτρου. «Πολύ συχνά όμως γίνεται κατάχρηση ή οι βιταμίνες θεωρούνται ως “ισχυρά φάρμακα” εναντίον διαφόρων ασθενειών, όπως το κοινό κρυολόγημα ή η γρίπη ή ακόμη χρησιμοποιούνται για την καταπολέμηση του στρες, της στειρότητας ή για την αποκατάσταση της σεξουαλικής ορμής ή σε πολλές περιπτώσεις επικρατεί η αντίληψη ότι μπορούν να βοηθήσουν στη διαχείριση ή ακόμα και την πρόληψη σοβαρότερων ασθενειών».
Παράλληλα «και επειδή μικρές και σωστές ποσότητες βιταμινών είναι ευεργετικές για τον άνθρωπο, επικράτησε και η αντίληψη ότι η λήψη μεγαλύτερων ποσοτήτων θα είναι ακόμα πιο ευεργετική, άποψη η οποία όμως δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα».
Πέραν αυτού, εξήγησε ο κ. Πέτρου, «πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι δεν δρουν και δεν διαλύονται όλες οι βιταμίνες με τον ίδιο τρόπο στον οργανισμό μας». Υπάρχουν, οι υδατοδιαλυτές βιταμίνες και οι λιποδιαλυτές. «Όταν κάποιος λαμβάνει πολλές λιποδιαλυτές βιταμίνες, κουράζει το συκώτι που τις μεταβολίζει, καθώς και άλλα όργανα, ενώ όποιος λαμβάνει πολλές υδατοδιαλυτές βιταμίνες μπορεί να προκαλέσει διάρροια και νεφρική κόπωση». Το θετικό, βεβαίως, με την κατάχρηση υδατοδιαλυτών βιταμινών «είναι ότι ο οργανισμός χρησιμοποιεί την ποσότητα που του χρειάζεται και αποβάλλει το περίσσευμα».
«Οι βιταμίνες είναι οργανικές ενώσεις απαραίτητες για τη σωστή λειτουργία του οργανισμού. Συμμετέχουν σε πολλές βιολογικές διεργασίες (βιοκαταλύτες) όπως η παραγωγή ενέργειας και η λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος».
Οι περισσότερες βιταμίνες προέρχονται από τα τρόφιμα (φρούτα λαχανικά κ.τ.λ.) «γιατί το σώμα είτε δεν τις παράγει είτε παράγει πολύ μικρές ποσότητες» και η κάθε μια αυτές, έχει τον δικό της ρόλο να διαδραματίσει στον ανθρώπινο οργανισμό. Το κυριότερο, «το κάθε άτομο χρειάζεται διαφορετική ποσότητα από κάθε βιταμίνη για να παραμείνει υγιές».
Λιποδιαλυτές και υδατοδιαλυτές βιταμίνες
«Οι βιταμίνες είναι διαλυτές στο λίπος ή το νερό. Έτσι έχουμε δύο κατηγορίες τις οποίες πρέπει να διαχειριζόμαστε με διαφορετικό τρόπο».
Λιποδιαλυτές βιταμίνες είναι οι βιταμίνες A, D, E και K είναι λιποδιαλυτές. «Το σώμα αποθηκεύει λιποδιαλυτές βιταμίνες στον λιπώδη ιστό και στο ήπαρ, και τα αποθέματα αυτών των βιταμινών μπορούν να παραμείνουν στο σώμα για μέρες και μερικές φορές για μήνες».
Υδατοδιαλυτές βιταμίνεςείναι οι βιταμίνες που δεν παραμένουν στο σώμα για μεγάλο χρονικό διάστημα και δεν μπορούν να αποθηκευτούν. Φεύγουν από το σώμα μέσω των ούρων. Εξαιτίας αυτού, οι άνθρωποι χρειάζονται πιο τακτική παροχή υδατοδιαλυτών βιταμινών από τις λιποδιαλυτές. Η βιταμίνη C και όλες οι βιταμίνες Β, όπως και η βιταμίνη Η, είναι υδατοδιαλυτές.
Οι βιταμίνες βρίσκονται στα τρόφιμα. Για παράδειγμα η βιταμίνη Α βρίσκεται στα καρότα, τα βερίκοκα, την ντομάτα, το σπανάκι και γενικά σε όλα τα φρούτα και τα λαχανικά με έντονο πράσινο ή πορτοκαλοκόκκινο χρώμα, καθώς και στα γαλακτοκομικά, τον κρόκο του αβγού και τα λιπαρά ψάρια. Η βιταμίνη E, βρίσκεται στα λάδια, το αβοκάντο και τους ξηρούς καρπούς. Η βιταμίνη K βρίσκεται στα πράσινα λαχανικά, τα όσπρια, τις ντομάτες, το αβγό και το συκώτι.
Ορισμένες βιταμίνες, όπως η D και η C, υποστηρίζουν την υγεία των οστών και του ανοσοποιητικού συστήματος, ωστόσο, μπορεί να προκαλέσουν και προβλήματα.
Απορρόφηση Φαρμάκων: «Ορισμένες βιταμίνες μπορεί να επηρεάσουν την απορρόφηση φαρμάκων στο γαστρεντερικό σύστημα. Για παράδειγμα, η βιταμίνη C μπορεί να αυξήσει την απορρόφηση του σιδήρου, ενώ το ασβέστιο μπορεί να μειώσει την απορρόφηση ορισμένων αντιβιοτικών».
Μεταβολισμός Φαρμάκων: «Οι βιταμίνες μπορούν να επηρεάσουν τον τρόπο με τον οποίο το σώμα μεταβολίζει τα φάρμακα. Για παράδειγμα, η βιταμίνη K μπορεί να επηρεάσει τη δράση των αντιπηκτικών φαρμάκων, όπως η βαρφαρίνη, μειώνοντας την αποτελεσματικότητά τους».
Ενίσχυση ή Μείωση Δράσης: «Ορισμένες βιταμίνες μπορεί να ενισχύσουν ή να μειώσουν τη δράση των φαρμάκων. Για παράδειγμα, η βιταμίνη Ε, λόγω των αντιοξειδωτικών της ιδιοτήτων, μπορεί να επηρεάσει τη δράση των φαρμάκων που βασίζονται σε οξειδωτικές διεργασίες».
Συμβουλές και εξατομικευμένες ανάγκες
«Είναι καλύτερο να λαμβάνουμε βιταμίνες και μέταλλα μέσω μιας υγιεινής διατροφής, αλλά τα συμπληρώματα μπορούν να προσφέρουν μια επιπλέον ώθηση, όταν χρειάζεται. Οι ανάγκες του καθενός είναι διαφορετικές. Συνολικά, η χρήση βιταμινών μπορεί να είναι ωφέλιμη, αλλά πρέπει να γίνεται με προσοχή και ενημέρωση. Η ισορροπημένη διατροφή παραμένει ο καλύτερος τρόπος για την κάλυψη των διατροφικών αναγκών. Η μακροχρόνια χρήση βιταμινών πρέπει να γίνεται με προσοχή και υπό την καθοδήγηση επαγγελματία υγείας. Οι ανάγκες μπορεί να αλλάξουν με την πάροδο του χρόνου, και η υπερβολική λήψη μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες. Υπάρχουν πολλές μελέτες που εξετάζουν τα οφέλη και τους κινδύνους της χρήσης βιταμινών, και είναι σημαντικό να βασιζόμαστε σε επιστημονικά τεκμηριωμένες πληροφορίες».