Του Lionel Laurent
Η Γαλλία είναι μια χώρα – λίκνο των διανοητικών και πνευματικών αντιθέσεων και αντιφάσεων. Αγαπά τόσο τον καρτεσιανό ορθολογισμό όσο και την “κραιπάλη” με την ομοιοπαθητική, μισεί τον πλούτο, αλλά ειδικεύεται στην πολυτέλεια, έχει μια εξισωτική στις διακηρύξεις της δημοκρατία η οποία συχνά μοιάζει με μοναρχία.
Τώρα οι Γάλλοι βυθίζονται σε μια περίοδο παράδοξης απαισιοδοξίας, θρηνώντας για τη χειρότερη πολιτική κρίση από τον Πόλεμο της Αλγερίας, καθώς η κοινωνική αναταραχή φουντώνει, η καταναλωτική εμπιστοσύνη βυθίζεται και τα ποσοστά αποδοχής του προέδρου της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν υποχωρούν σε ιστορικά χαμηλά, έπειτα από μια αντιδημοφιλή αύξηση του κατώτατου ηλικιακού ορίου για τη συνταξιοδότηση στα 64 από τα 62 χρόνια. Ωστόσο, τα “ψυχρά” δεδομένα δείχνουν ότι τα πράγματα είναι… στην πραγματικότητα αρκετά καλά.
Η οικονομία αντέχει
Τα στοιχεία της περασμένης εβδομάδας δείχνουν ότι η οικονομία της Γαλλίας ανέκαμψε κατά τους πρώτους τρεις μήνες του έτους – ανάπτυξη 0,2%, καλύτερη από της Γερμανίας, αν και πίσω από την ισχυρά τουριστική Ισπανία – τη στιγμή που εικόνες οι οποίες μεταδίδονταν σε όλο τον κόσμο έδειχναν την αστυνομία να συγκρούεται με διαδηλωτές, τα σκουπίδια να στοιβάζονται στους δρόμους του Παρισιού και το δημαρχείο του Μπορντό να πυρπολείται. Η βία κατέληξε σε ακύρωση της επίσημης κρατικής επίσκεψη του Βρετανού βασιλιά Καρόλου Γ’.
Η καταναλωτική εμπιστοσύνη βυθίζεται, ωστόσο η οικονομία της Γαλλίας δεν πέφτει σε ύφεση
Άλλα θετικά στοιχεία: το ποσοστό ανεργίας βρίσκεται στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 15 ετών, οι εταιρείες επενδύουν και οι μισθοί αυξάνονται κατά 4-5%, σύμφωνα με την γαλλική εργοδοτική ένωση Medef. Ο τρέχων πληθωρισμός κινείται στο 5,9% και τα αυξανόμενα επιτόκια πλήττουν σαφώς μεγάλες αγορές όπως τα λευκά είδη και τα αυτοκίνητα, ωστόσο ο τιμάριθμος βρίσκεται κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, ενώ η πανδημική αποταμίευση παραμένει υψηλή και ρέει σε τραπεζικούς λογαριασμούς οι οποίοι πλέον αποφέρουν και κάποιες αποδόσεις λόγω επιτοκίων με ρυθμό-ρεκόρ. Το Παρίσι κρατά επίσης τις θέσεις εργασίας τις οποίες κέρδισε από το Λονδίνο μετά το Brexit.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Πώς η BoE δείχνει τον δρόμο στην ΕΚΤ για την ποσοτική σύσφιξη
Τα πλακάτ των διαδηλωτών για το συνταξιοδοτικό τα οποία έφεραν συνθήματα όπως “μετακινήσου, δούλεψε, πέθανε” διαψεύδονται από την ανάκαμψη του κλάδου αναψυχής μετά τον Covid: μετά τα κέρδη-ρεκόρ του περασμένου έτους στην εταιρεία διαχείρισης των σιδηροδρόμων SNCF και την έκρηξη της χειμερινής σεζόν στα θέρετρα σκι, έξι στους 10 Γάλλους σχεδιάζουν καλοκαιρινές αποδράσεις. Οι συζητήσεις στα εστιατόρια συχνά περιλαμβάνουν μια μακρά ανάλυση της εθνικής κρίσης πάνω από τα κύρια πιάτα, πριν αρχίσουν τα παράπονα πάνω από το επιδόρπιο ότι τα καταλύματα στους ταξιδιωτικούς προορισμούς έχουν εξαντληθεί.
Η Γαλλία δεν είναι η μόνη χώρα η οποία έχει μια ζωηρή οικονομία εν μέσω πολιτικού ζόφου – οι ΗΠΑ βίωσαν επίσης μια ανάλογη κατάσταση πέρυσι – ωστόσο η ικανότητα της Νο2 οικονομίας της Ευρώπης να αποφύγει την ύφεση ενώ μεταρρυθμίζεται έχει τεράστια σημασία εν μέσω του σοκ της ενεργειακής κρίσης και του πολέμου.
Δεν πρόκειται μόνο για την ικανότητα της LVMH ή της Hermes International να πωλούν τσάντες στους Κινέζους – αυτός είναι ο λόγος που τελευταία το χρηματιστήριο του Παρισιού πετυχαίνει από τις καλύτερες επιδόσεις στον κόσμο – αλλά και για τον σωρό χρέους της Γαλλίας ο οποίος επεκτείνεται προκειμένου να προστατεύσει τους πλέον αδύναμους από την άνοδο του πληθωρισμού και να διατηρήσει χαμηλά την εισοδηματική ανισότητα. Έρευνες δείχνουν ότι οι Γάλλοι είναι απαισιόδοξοι για τις προοπτικές της χώρας, αλλά ικανοποιημένοι με τη δική τους προσωπική τύχη στη ζωή – άλλο ένα παράδοξο.
Το γαλλικό χρηματιστήριο παρουσιάζει μια από τις καλύτερες αποδόσεις στον κόσμο από τις αρχές του 2023
Το πολιτικό “ψεγάδι”
Εδώ βρίσκεται η ρυτίδα στο γαλλικό story. Ο Μακρόν, ο οποίος προσπαθεί να αναζωογονήσει την προεδρία του με 100 ημέρες “καταλλαγής” και με μειώσεις φόρων για τη μεσαία τάξη, γνωρίζει ότι η οικονομική του τύχη μπορεί σύντομα να εξαντληθεί, καθώς οι αυξήσεις επιτοκίων θα παγιώνονται και καθώς το πολιτικό του κεφάλαιο θα εξαντλείται. Η “τραχιά” προσωπικότητά του και η κακώς εννοούμενη συγκατάβαση στους τρόπους του, σε συνδυασμό με παιδαριώδη πολιτικά λάθη, σημαίνουν ότι δεν μπορεί να ταξιδέψει σε όλη τη Γαλλία χωρίς να τον υποδεχτούν χτυπώντας κατσαρόλες και τηγάνια. Ακόμη και η παριζιάνικη ελίτ κριτικάρει τον παριζιάνικο ελιτισμό του, συγκρίνοντάς τον με τον Μπαράκ Ομπάμα, ο οποίος μιλούσε ακόμη και για την τιμή της ρόκας με τους αγρότες της Αϊόβα.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: «Στραπάτσο» για κεντρικές τράπεζες εάν το ΔΝΤ έχει δίκιο
Η έλλειψη απόλυτης κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας για την κυβέρνηση της πρωθυπουργού Ελιζαμπέτ Μπορν και η αδυναμία του Μακρόν να διεκδικήσει μια τρίτη θητεία λόγω συνταγματικού ορίου δύο συναπτών θητειών τον έχει κάνει να μοιάζει ανίσχυρος ακόμη και μέσα στο ίδιο του το κόμμα και έχει επιτρέψει στην ακροδεξιά του “Νέμεσιν” Μαρίν Λεπέν – τον Ντόναλντ Τραμπ της Γαλλίας – να κερδίσει δημοτικότητα, εγκαταλείποντας ορισμένες ριζοσπαστικές ιδέες όπως το Frexit. Οι αντιφάσεις του γαλλικού εκλογικού σώματος εμφανίζονται σε όλη τους τη μεγαλοπρέπεια, με τις δημοσκοπήσεις να δείχνουν λύπη για την επανεκλογή του Μακρόν ακριβώς επειδή τηρεί τις μεταρρυθμιστικές του υποσχέσεις. “Ο Μακρόν μισείται γιατί έκανε εκείνο που έλεγε ότι θα έκανε”, όπως το έθεσε ο Ζαν-Μαρί Κολομπάνι, πρώην αρχισυντάκτης της Le Monde.
Αυτό έχει οδηγήσει σε ολοένα και πιο θορυβώδεις εκκλήσεις για μια αλλαγή στη Γαλλία, συμπεριλαμβανομένης μιας λιγότερο προεδρικής “Έκτης Δημοκρατίας” και μιας αλλαγής του παραδείγματος σκέψης υπέρ των νέων γενεών, μετά την αποπνικτική εποχή των lockdown λόγω Covid και μια στροφή προς τα δεξιά στη στάση των ψηφοφόρων.
Η άμεση προτεραιότητα του Μακρόν πρέπει να είναι πιο εστιασμένη: να οικοδομήσει μια αξιόπιστη κοινοβουλευτική πλειοψηφία για μελλοντικές μεταρρυθμίσεις, σηκώνοντας τα μανίκια και δημιουργώντας έναν λειτουργικό κυβερνητικό συνασπισμό με πραγματικό οδικό χάρτη και όχι με ad hoc συγκέντρωση ψήφων στην Εθνοσυνέλευση για κάθε νομοσχέδιο. Αργότερα, αντί για μια Έκτη Δημοκρατία, ο Μακρόν θα πρέπει τελικά να επιδιώξει να αλλάξει τους κακοσχεδιασμένους εκλογικούς κανόνες που δημιουργήθηκαν πριν από δύο δεκαετίες, οι οποίοι αποθαρρύνουν τους κυβερνητικούς συνασπισμούς.
Το γαλλικό χρέος ακροβατεί στα όρια της βιωσιμότητας
Εάν ο Μακρόν αποτύχει να κρατήσει τη γαλλική οικονομία σε μεταρρυθμιστική τροχιά, ο κίνδυνος βρίσκεται στην πραγματική πυριτιδαποθήκη η οποία είναι πολύ λιγότερο ορατή από τις διαμαρτυρίες για τις συντάξεις: το δημόσιο χρέος, το οποίο υπερβαίνει το 110% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος της χώρας. Η πρόσφατη υποβάθμιση της Γαλλίας από τη Fitch Ratings την τοποθετεί στην ίδια κατηγορία με το Ηνωμένο Βασίλειο.
Το Παρίσι έχει φυσικά αποφύγει το χάος του Brexit και την περσινή καταστροφή των Trussonomics, ωστόσο υπάρχει μικρό περιθώριο λάθους στην προσέγγισή του πώς να καταστήσει τις δημόσιες δαπάνες πιο αποτελεσματικές ενώ προσπαθεί να επενδύσει για το μέλλον. Καθώς οι κεντρικές τράπεζες αντιστρέφουν τα προγράμματα αγοράς ομολόγων και καθώς συγκεντρώνονται λαϊκιστικά σύννεφα, η ικανότητα της Γαλλίας να συνεχίσει να δανείζεται και να ξοδεύει εν μέσω δημογραφικής παρακμής χωρίς πίεση από τις αγορές μπορεί να αποδειχθεί κι αυτή ένα παράδοξο, το οποίο όμως δεν θα κρατήσει πολύ.
Πηγή: BloombergOpinion