To ερώτημα που απασχολεί συνήθως είναι ποιες ηλικίες μπορούν ή έχουν τη δυνατότητα να αποταμιεύουν ειδικά όταν δημοσιεύονται στοιχεία από την Κεντρική Τράπεζα που δείχνουν άνοδο των καταθέσεων των νοικοκυριών εν καιρώ ακρίβειας ή γκρίνιας ότι τα μηνιαία εισοδήματα δεν φθάνουν για να βγει ο μήνας. Η Eurostat την προηγούμενη εβδομάδα δημοσίευσε μια ενδιαφέρουσα έκθεση η οποία μπορεί να αφορά το 2020 αλλά δείχνει την τάση των αποταμιευτικών συμπεριφορών η οποία δεν αλλάζει δραματικά από χρόνο σε χρόνο.
Ως γενική εκτίμηση των τεχνοκρατών είναι ότι η αποταμιευτική συμπεριφορά των ανθρώπων μπορεί να ποικίλλει κατά τη διάρκεια της ζωής τους, καθώς τείνουν να προσαρμόζουν την κατανάλωσή τους προκειμένου να εξομαλύνουν τις διακυμάνσεις του εισοδήματος. Ειδικότερα, οι νεότεροι και οι ηλικιωμένοι τείνουν να έχουν χαμηλότερα ποσοστά αποταμίευσης, δεδομένου ότι γενικά κερδίζουν λιγότερα από αυτά που κερδίζουν κατά μέσο όρο κατά τη διάρκεια της ζωής τους. Σε επίπεδο ΕΕ, το κοινό σύνολο δεδομένων αντικατοπτρίζει καλά αυτή τη συμπεριφορά. Επιπλέον, τα νοικοκυριά με ηλικία αναφοράς κάτω των 35 ετών, αποταμιεύουν συχνότερα λιγότερο από τα νοικοκυριά που η ηλικία τους είναι μεγαλύτερη. Ωστόσο, υπάρχει σημαντική διακύμανση μεταξύ των χωρών. Για παράδειγμα, η μείωση των ποσοστών αποταμίευσης μετά τη συνταξιοδότηση (ηλικιακές ομάδες 65+), δεν συμβαίνει περίπου στο ένα τρίτο των χωρών. Η συμπεριφορά αποταμίευσης συνδέεται επίσης με τη δομή του νοικοκυριού. Τα στοιχεία δείχνουν ότι, στις περισσότερες χώρες, ένας μόνος γονέας με παιδιά είναι πιο πιθανό να έχει χαμηλό ποσοστό αποταμίευσης.
Ας δούμε τι δείχνουν οι αριθμοί για το διάμεσο ποσοστό αποταμίευσης ανά ηλικία του προσώπου του νοικοκυριού. Στην Ευρώπη τα νοικοκυριά με ηλικία κάτω των 35 ετών αποταμιεύουν λιγότερο με το ποσοστό να είναι 20,8%, στην ηλικία από 35 ως 44 έτη αυξάνεται στο 28,4%, από 45 έως 54 έτη στο 28,9%, μεταξύ 55 και 65 έτη είναι 29,1% από 65 ως 74 έτη στο 23,3% και από 75 και άνω στο 25,2%.
Στην Κύπρο το ποσοστό αποταμίευσης είναι χαμηλό στις μικρές ηλικίες αλλά είναι το μεγαλύτερο από 75 ετών και άνω. Συγκεκριμένα, στην ηλικία μέχρι 35 ετών το ποσοστό αποταμίευσης είναι 18,9%, από 35 ως 44 έτη στο 23,8%, από 45 ως 54 έτη στο 25,6%, μεταξύ 55 και 64 έτη στο 27%, μεταξύ 65 και 74 έτη στο 25,9% και από 75 και άνω στο 29%. Μεγάλο διάμεσο ποσοστό αποταμίευσης σημειώνεται στην ηλικία από 75 και άνω καταγράφεται από την Eurostat στην Πολωνία με 47,9%, στην Λιθουανία 41,7%, στην Ισπανία 40,7%.