*Tου Γιάννου Κατσουρίδη

Η προεκλογική εκστρατεία για τις επερχόμενες προεδρικές εκλογές έχει ξεκινήσει εδώ και καιρό. Αν και το παζλ δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί ως προς τους υποψήφιους και τις κομματικές συμμαχίες, είναι ξεκάθαρο ότι οδεύουμε προς την τελική διαμόρφωση του σκηνικού. Αν μπορεί βέβαια κάποιος να είναι εντελώς σίγουρος στην πολιτική, αφού πάντα υπάρχουν τα απρόοπτα και οι εκπλήξεις. 

Η προσοχή τους τελευταίους αρκετούς μήνες είναι εστιασμένη στα ζητήματα των πιθανών υποψηφίων και των πιθανών κομματικών συμμαχιών, όχι αδικαιολόγητα. Όμως, η ομολογουμένως μακρά προεκλογική εκστρατεία που διανύουμε δεν θα αφορά μόνο στους πιθανούς υποψήφιους και τα χαρακτηριστικά τους και ποιες αποφάσεις θα λάβουν τα πολιτικά κόμματα. Καθοριστικό ζήτημα θα αποτελέσει η θεματολογία των επερχόμενων προεδρικών εκλογών. Ποια θέματα, δηλαδή, αναμένεται να κυριαρχήσουν, αφενός στην ατζέντα των κομμάτων και των υποψηφίων, και της κοινής γνώμης αφετέρου. Δύο διαστάσεις που ενίοτε ταυτίζονται, αλλά όχι πάντοτε. 

Η διαμόρφωση της πολιτικής ατζέντας αποτελεί μία διαλεκτική σχέση τριών θα έλεγα μεταβλητών: 

>>Πρώτο, των θεμάτων που οι πολίτες/ψηφοφόροι ιεραρχούν ως προτεραιότητες. 

>>Δεύτερο, τα θέματα που οι υποψήφιοι και τα πολιτικά κόμματα θέλουν να αναδείξουν ή να αποφύγουν, διότι αυτό βολεύει, ή δυσχεραίνει, αντίστοιχα, τη στρατηγική και το αφήγημα της κάθε υποψηφιότητας. 

Τέλος, πρέπει να συνυπολογιστεί και η εξίσου καθοριστική μεταβλητή των θεμάτων που θα επιδιώξουν να αναδείξουν και τα ΜΜΕ ως ένας καθοριστικός πυλώνας πλέον των πολιτικών συστημάτων όλων των χωρών. 

Το ζήτημα που πραγματεύεται το παρόν κείμενο είναι η διαφαινόμενη θεματολογία των επερχόμενων προεδρικών εκλογών του 2023. Ποια θέματα, δηλαδή, αναμένεται να επηρεάσουν και να καθορίσουν την επιλογή των ψηφοφόρων. Η οπτική ανάλυση αφορά στις επιλογές των ψηφοφόρων και όχι τις πιθανές στρατηγικές των υποψηφίων και των πολιτικών κομμάτων. Ταυτόχρονα, θα επιχειρηθεί μία επιδερμική διασύνδεση των θεμάτων που φαίνεται να κυριαρχούν, με πιθανές ερμηνείες για τις επιπτώσεις στον κομματικό και πολιτικό ανταγωνισμό, καθώς και στις στρατηγικές των πολιτικών δρώντων ενόψει των εκλογών. 

Η ανάλυση των θεμάτων, που πιθανώς θα καθορίσουν περισσότερο από τα υπόλοιπα το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών βασίζεται σε έναν συνδυασμό των αποτελεσμάτων των έξι (6) πιο πρόσφατων μετρήσεων κοινής γνώμης που διεξήγαγε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην Κύπρο (Ευρωβαρόμετρο).

Χρησιμοποιείται το Ευρωβαρόμετρο διότι προσφέρει μία σταθερή βάση σύγκρισης, με σταθερά ερωτήματα σε όλες τις έρευνες, κάτι που επιτρέπει την εξέταση ενός θέματος σε βάθος χρόνου. Το συγκεκριμένο ζήτημα που αναλύεται στο παρόν άρθρο είναι η ερώτηση που τέθηκε στους πολίτες να υποδείξουν τα δύο σημαντικότερα ζητήματα που κατά τη γνώμη τους αντιμετωπίζει η χώρα. Η ανάλυση επιχειρεί την εξέταση του ερωτήματος αυτού, συνδυασμένη με μια ποιοτική εκτίμηση των δεδομένων που προκύπτουν από τις απαντήσεις των πολιτών, και λαμβάνοντας υπόψη το πλαίσιο του πολιτικού και κομματικού ανταγωνισμού στην Κύπρο. 

Μία σημαντική αδυναμία των μετρήσεων αυτών, που πρέπει εξ’ αρχής να σημειωθεί, είναι ότι δεν μετρούν, εξού και δεν αποτυπώνουν, το ζήτημα της διαφθοράς και του κράτους δικαίου, το οποίο φαίνεται να αποτελεί σημαντικό ζήτημα πλέον για την κυπριακή κοινωνία. Δεν αποτυπώνουν, επίσης, την επίδραση του Κυπριακού προβλήματος. Μετρήσεις, όμως, που έχουν γίνει στην Κύπρο, δείχνουν ότι το Κυπριακό πρόβλημα δεν είναι ψηλά στην καθημερινή ενασχόληση των Κυπρίων πολιτών τα τελευταία χρόνια με την εξαίρεση, ίσως, μικρών ομάδων ειδικού ενδιαφέροντος. Το Κυπριακό δείχνει να έχει κουράσει στη σφαίρα των κοινωνικών συζητήσεων, αλλά κανένας δεν μπορεί να το αποκλείσει ως κριτήριο ψήφου, ειδικά αν στο διάστημα μέχρι τις εκλογές προκύψουν σημαντικές εξελίξεις. Δεν πρέπει να διαφεύγει επίσης της προσοχής ότι το Κυπριακό αποτελεί υπαρξιακό ζήτημα για τους Κύπριους με υποβόσκουσες προεκτάσεις και προσλήψεις όλων των άλλων ζητημάτων. 

Ως προς το μεθοδολογικό κομμάτι, και παρόλο που η ερμηνεία (operationalization) της οικονομίας είναι πολυσήμαντη (π.χ. μπορεί να αφορά στη γενική πορεία της οικονομίας της χώρας, του προσωπικού νοικοκυριού, της καθαρά ατομικής οικονομικής κατάστασης κάποιου, κτλ.), για τους σκοπούς τους παρόντος άρθρου θα χρησιμοποιηθεί η προσέγγιση που χρησιμοποιεί το Ευρωβαρόμετρο που αναφέρεται γενικά σε οικονομική κατάσταση.

>Is it the economy stupid?

Η φράση «the economy stupid», που διατυπώθηκε από τον James Carville, σύμβουλο στην καμπάνια της προεκλογικής εκστρατείας του τότε υποψήφιου και μετέπειτα πρόεδρου των ΗΠΑ Μπιλ Κλίντον το 1992, αποτέλεσε καθοριστική στιγμή στην επιτυχή εξέλιξη της καμπάνιας Κλίντον, τότε, και έχει, έκτοτε, σημαδέψει πολλές πολιτικές προεκλογικές εκστρατείες σε ολόκληρο τον κόσμο. Ήταν η «φράση αφορμή» για να εστιάσει το επιτελείο Κλίντον την εκστρατεία πάνω στα θέματα οικονομίας. Το συναφές ερώτημα που προκύπτει για την Κύπρο είναι αν η οικονομία, ή κάποιο άλλο θέμα αναμένεται να κυριαρχήσει και να δομήσει την επιλογή των ψηφοφόρων στον δρόμο προς την κάλπη. 

Στον πίνακα που ακολουθεί παρουσιάζονται συνοπτικά οι απαντήσεις των Κυπρίων στο ερώτημα «ποια νομίζετε είναι τα δύο πιο σημαντικά ζητήματα που αντιμετωπίζει η χώρα σας αυτή τη στιγμή»; 

Τα αποτελέσματα των έξι (6) πιο πρόσφατων Ευρωβαρόμετρων καταδεικνύουν την κυριαρχία της οικονομίας ως κυριότερη πηγή ανησυχίας και προβληματισμού των Κυπρίων, και παρά την κατάσταση την οποία βιώνει η κυπριακή (όπως και οι ευρωπαϊκές) κοινωνία τα τελευταία δυόμισι χρόνια με την πανδημία.

Η οικονομική κατάσταση αποτελεί σταθερά, σχεδόν σε όλες τις μετρήσεις με εξαίρεση την πιο πρόσφατη, την πρωτεύουσα ανησυχία των Κυπρίων πολιτών συνεπικουρούμενη από την ανεργία, ένα ζήτημα που συνδέεται άμεσα με την οικονομική κατάσταση της χώρας και του νοικοκυριού. 

Σε σχετικά ψηλά επίπεδα διατηρείται και το ζήτημα του κόστους ζωής/πληθωρισμού, το οποίο εκτινάσσεται στην τελευταία μέτρηση, ένα επίσης εξόχως οικονομικό ζήτημα (που πιθανότατα θα αποκτήσει ακόμα μεγαλύτερη σημασία προϊόντος του χρόνου). Πιο χαμηλά συναντούμε ακόμα τέσσερα οικονομικής φύσης ζητήματα (συντάξεις, φορολογικό, κυβερνητικό χρέος και στέγαση). Η συνδυαστική ανάλυση των ζητημάτων αυτών καταδεικνύει ότι η οικονομία αποτελεί το βασικότερο ζήτημα που διέπει τους προβληματισμούς και ανησυχίες των Κυπρίων πολιτών. Αυτή η παρατήρηση υπέχει ακόμα μεγαλύτερης σημασίας, ειδικότερα αν αναλογιστούμε ότι και άλλα θέματα, όπως η υγεία και η διαφθορά περιέχουν σαφέστατα και οικονομική πτυχή. 

Τα παραπάνω δεικνύουν ότι ζητήματα κράτους πρόνοιας, αλλά και μίας ευρύτερης στάσης στον τρόπο προσέγγισης και διαχείρισης της οικονομίας της χώρας θα είναι πολύ σημαντικά.

Με όρους πολιτικού ανταγωνισμού, υπάρχουν πτυχές που ευνοούν την παρούσα κυβέρνηση και άρα τους υποψήφιους που συνδέονται με αυτήν (π.χ. υπάρχει η αντίληψη ότι έχει ή μπορεί να διαχειριστεί καλύτερα από την αντιπολίτευση την οικονομία της χώρας). Υπάρχουν όμως και πτυχές, όπως για παράδειγμα το αυξημένο κόστος ζωής, ο πληθωρισμός, και το ελλειμματικό κράτος πρόνοιας, τα οποία μπορεί δυνητικά να ευνοήσουν πολύ περισσότερο υποψηφιότητες της αντιπολίτευσης.

Υγεία και μεταναστευτικό

Η πρωτιά της οικονομίας, σε ένα γενικότερο πλαίσιο αντίληψης της έννοιας, ακολουθείται από τα θέματα υγείας που παρουσιάζουν αυξητική τάση (αναμενόμενο) και από το μεταναστευτικό. Το τελευταίο, ιδωμένο σε συνάρτηση με το έγκλημα, αποτελεί πηγή ενδεχόμενης άντλησης στήριξης για την κυπριακή ακροδεξιά, αλλά και ένδειξη (της ήδη παρατηρούμενης) στροφής των δεξιών και κεντροδεξιών πολιτικών δυνάμεων δεξιότερα ως προς την αντιμετώπιση του μεταναστευτικού και στα συναφή ζητήματα δημόσιας τάξης και ασφάλειας. Το μεταναστευτικό είναι ένα θέμα που πιθανώς θα διαδραματίσει αυξημένο ρόλο στις επιλογές πολιτών και κομμάτων και που πιθανώς θα ευνοήσει υποψήφιους με πιο συντηρητική ατζέντα.

Οικονομία και Ανθρώπινα Δικαιώματα

Τα θέματα υγείας από την άλλη είναι τρισυπόστατα. Εμπεριέχουν το καθ’ εαυτό ζήτημα της υγείας των ανθρώπων, την οικονομική πτυχή και την πτυχή των περιορισμών των ατομικών δικαιωμάτων που έχει φέρει η πανδημία. Οι πρώτες δύο διαστάσεις αποτελούν πιθανώς ευνοϊκό πεδίο για τις δυνάμεις της Αριστεράς και της Οικολογίας που παραδοσιακά στηρίζουν ενίσχυση του κοινωνικού κράτους. Βέβαια, αυτό μπορεί να μετριαστεί αν η κοινή γνώμη θεωρήσει/αξιολογήσει ότι η νυν δεξιά κυβέρνηση εφαρμόζοντας το ΓεΣΥ και τα μέτρα που αφορούν στα δημόσια νοσηλευτήρια εν μέσω πανδημίας είναι ικανοποιητικά. 

Η διάσταση των ατομικών δικαιωμάτων έχει πυροδοτήσει μία μεγάλη ένταση στην κυπριακή κοινωνία, διαπερνώντας ιδεολογικές γραμμές ως ένα σημείο, αλλά με πιο ισχυρή τη θρησκευτική και «δεξιά» χροιά στις αντιδράσεις.

Θέματα όπως ο εμβολιασμός (και η χρήση μασκών) αποτελεί τμήμα αυτού που στη βιβλιογραφία αναφέρεται ως πολιτισμικοί πόλεμοι (culture wars), που ολοένα και αυξάνονται εντός των κοινωνιών, όπως αυξάνεται και η ένταση και η τοξικότητά τους. Όπως και άλλα κανονιστικά θέματα, ζητήματα ηθικής και αξιών (π.χ. αμβλώσεις, το γονάτισμα ως ένδειξη αντιρατσισμού, γάμοι ζευγαριών του ίδιου φύλου, η απαλλαγή από τα θρησκευτικά στα σχολεία, κτλ.). Θέματα, δηλαδή, που το αξιακό πλαίσιο που περιβάλλει τις απόψεις των διαφόρων ομάδων είναι τόσο διαφορετικό σε ορισμένες περιπτώσεις, που οδηγεί σε έντονη σύγκρουση (ανεξαρτήτως μεγέθους των υπό αναφορά κοινωνικών ομάδων κάθε φορά).

Τα θεωρούμενα ως μεταυλιστικά ζητήματα, όπως η εκπαίδευση και το περιβάλλον, δεν φαίνεται να αποτελούν καθοριστικές μεταβλητές, αν και τα εκπαιδευτικά ζητήματα προσελκύουν ικανοποιητική και σχετικά σταθερά ψηλή προσοχή. Ενόψει των συζητήσεων που βρίσκονται σε εξέλιξη μάλιστα στον χώρο της εκπαίδευσης (τετράμηνα, ωράριο λειτουργίας σχολείων, εξετάσεις, κτλ.), τα εκπαιδευτικά ζητήματα μπορεί να αποκτήσουν μεγαλύτερη σημασία προϊόντος του χρόνου και της εκστρατείας. 

Συνοψίζοντας, η παρούσα ανάλυση προσπάθησε να καταγράψει τις τάσεις που παρουσιάζει η κυπριακή κοινή γνώμη ως προς τα πιο σημαντικά θέματα που φαίνεται να την απασχολούν τα τελευταία τρία χρόνια. Η ανάλυση και παρά την αδυναμία ότι δεν περιλαμβάνει τα ζητήματα διαφθοράς/σκανδάλων και του Κυπριακού, τείνει στο συμπέρασμα ότι η οικονομία θα αποτελέσει βασική μεταβλητή που θα επηρεάσει περισσότερο από άλλα ζητήματα, την στάση των Κύπριων ψηφοφόρων. Είναι αυτονόητο, αλλά καλό είναι να υπομνηθεί ξανά, ότι το χρονικό διάστημα που απομένει μέχρι τις εκλογές είναι αρκετά μεγάλο, ώστε να αλλάξει σημαντικά η προαναφερόμενη κατάσταση πραγμάτων, κάτι που καταδεικνύει την ανάγκη για συνεχή μελέτη του συγκεκριμένου πεδίου των θεμάτων/ζητημάτων που θα επηρεάσουν την ψήφο. 

*Επίκουρος Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας