Είκοσι χρόνια μετά την πλήρη ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το κρίσιμο ερώτημα δεν είναι κατά πόσον ωφέλησε ή όχι την Κύπρο αυτή η ορθή στρατηγική επιλογή. Κατά τη γνώμη μας, το μείζον είναι κατά πόσον η χώρα μας κατάφερε να αξιοποιήσει όλα τα πλεονεκτήματα που μας πρόσφερε η είσοδός μας στην Ενωμένη Ευρώπη.

Κατ’ αρχάς οφείλουμε να πούμε ότι η Κύπρος κέρδισε πάρα πολλά από την ένταξη της στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Αν τα τελευταία 20 χρόνια δεν είμαστε μέλος της ΕΕ και της Ευρωζώνης (από το 2008), σήμερα το πιθανότερο θα είχαμε παραμείνει μια περιθωριακή κουκίδα στην άκρη της ΝΑ Μεσογείου, που κανένας δεν θα της έδινε ιδιαίτερη σημασία.

‘Όμως, αυτό δεν σημαίνει ότι εξαντλήσαμε κάθε δυνατότητα εξασφάλισης και άλλων οφελημάτων από την Ε.Ε. Η ίδια η Ε.Ε. τα σχέδια, τα προγράμματα και οι μηχανισμοί της, μας δίνουν μεγάλες δυνατότητες και για πολλά άλλα οφέλη σε όλους τους τομείς.

Για παράδειγμα, στο εθνικό θέμα δεν καταφέραμε να εμπλέξουμε περισσότερο την Ε.Ε., ώστε να ασκήσει διεθνώς την επιρροή της και μεγαλύτερη πίεση κατ’ ευθείαν στην Τουρκία για να συνηγορήσει σε μια δίκαιη, βιώσιμη και λειτουργική λύση, χωρίς τουρκικά στρατεύματα και ξένες εγγυήσεις, δηλαδή μια ευρωπαϊκή λύση στο κυπριακό.

Η πρόσφατη σύνδεση των ευρω-τουρκικών σχέσεων με το Κυπριακό, ίσως αποτελεί ένα πρώτο ισχυρό μοχλό πίεσης στην Άγκυρα για να ξανασκεφθεί τη στάση της στο κυπριακό. Όμως, υπάρχουν και άλλες δυνατότητες εντός Ευρώπης, που μπορούν να λειτουργήσουν ως καταλύτης για να προχωρήσει το κυπριακό σε μια υποφερτή λύση.

Το ίδιο ισχύει και στην οικονομία. Μπορεί η Ε.Ε. να στάθηκε δίπλα στην Κύπρο (έστω με επώδυνους όρους και απαιτήσεις) την περίοδο της χρηματο-οικονομικής κρίσης του 2013, όμως μπορούμε να διεκδικήσουμε και άλλη βοήθεια από τις Βρυξέλλες, προκειμένου να αναμορφώσουμε το μοντέλο της οικονομίας μας.

Αναφερόμαστε σε οικονομική βοήθεια, με προγράμματα που αφορούν έργα υποδομής, τεχνολογίες αιχμής, ψηφιοποίηση κράτους και οικονομίας, τεχνογνωσία και αξιοποίηση νέων τομέων οικονομικής δράσης.

Στον τομέα αυτό έχουμε πολλές δυνατότητες, διότι η Κύπρος έχει μεγάλες ελλείψεις και η Ε.Ε. επιδιώκει να εκσυγχρονίσει τις οικονομίες των μελών της.

Επίσης ,στον επιχειρηματικό στίβο, οι δυνατότητες είναι τεράστιες. Η Κύπρος, με τη χαμηλή παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων της, μπορεί να πάρει σημαντικά κονδύλια από ευρωπαϊκά προγράμματα για τεχνολογική αναβάθμιση των επιχειρήσεων της, για ορθότερη αξιοποίηση του εργατικού δυναμικού της, για ενίσχυση της εξωστρέφειας της, για ενίσχυση των εξαγωγών της, για προσέλκυση ξένων επενδύσεων και πολλά άλλα.

Στον κοινωνικό τομέα, πέραν της στήριξης σε νέα προγράμματα βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου των πολιτών, έχουμε μεγάλες ανάγκες στην αντιμετώπιση του μεταναστευτικού. Όπως όλοι στην Κυβέρνηση διαπιστώνουν, χωρίς τη στήριξη και τη βοήθεια της Ευρώπης, η Κύπρος δεν μπορεί να αντιμετωπίσει το μεταναστευτικό πρόβλημα και τις επιπτώσεις που δημιουργεί στην οικονομία, στην κοινωνία και στη  δημογραφία του νησιού. Επίσης, στον κοινωνικό τομέα, μπορούμε να αντιγράψουμε μοντέλα της Ε.Ε. για αντιμετώπιση των καθημερινών προβλημάτων των πολιτών.

Πέρα απ’ όλα αυτά, δεν πρέπει να ξεχνάμε τη βοήθεια που προσδοκούμε από την Ευρώπη στους ενεργειακούς σχεδιασμούς μας, στην τεχνογνωσία για επίλυση του προβλήματος με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, τα σχέδια για φτηνή στέγη, την ανάπτυξη των αγροτικών περιοχών και άλλα.

Η Κύπρος, λοιπόν, 20 χρόνια μετά την ένταξη στην Ενωμένη Ευρώπη είναι πολλαπλώς κερδισμένη. Αυτό είναι μια αντικειμενική διαπίστωση που δεν πρέπει να ξεχνάμε. Ειδικά, όλοι εκείνοι που αντιστρατεύθηκαν το ευρωπαϊκό όραμα της Κύπρου και ήθελαν να μας αφήσουν στο περιθώριο της ιστορίας. Ωστόσο, μπορούσε και μπορεί να κερδίσει ακόμα περισσότερα.

Φυσικά, όπως είπαμε πολλές φορές, η ευρωπαϊκή διαδρομή μας έχει και υποχρεώσεις, τις οποίες οφείλουμε να αποδεχόμαστε. Κάποιες απ’ αυτές μάς πλήγωσαν βαθιά, όπως ήταν το μνημόνιο και τώρα η πολιτική των υψηλών επιτοκίων. Όμως, η Ευρώπη, όπως είπε και ένας επώνυμος αναλυτής, είναι όπως το σινεμά: Κόβεις εισιτήριο για να δεις το συγκεκριμένο έργο που παίζει. Δεν μπορείς, καθώς είσαι στο σινεμά, να ζητήσεις να αλλάξει το έργο…