Έχουν περάσει μόλις εφτά μήνες από τις εκλογές του περασμένου Απριλίου και το τοπίο στην ισπανική πολιτική σκηνή μοιάζει ταυτόχρονα τόσο ίδιο και τόσο διαφορετικό. Η Ισπανία ψηφίζει σήμερα, με την ελπίδα πως θα βγει από το αδιέξοδο που βρίσκεται τα τελευταία χρόνια. Είναι η τέταρτη εκλογική αναμέτρηση μέσα σε τέσσερα χρόνια και το γεγονός αυτό καταδεικνύει πόσο βαθιά είναι η κρίση που ταλανίζει τη χώρα.
Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πως πρώτο κόμμα θα αναδειχθούν οι Σοσιαλιστές (PSOE), χωρίς όμως να αυξήσουν τα ποσοστά τους και σίγουρα δεν θα είναι σε θέση να σχηματίσουν αυτοδύναμη κυβέρνηση. Δεύτερο θα είναι το Λαϊκό Κόμμα (PP), τρίτο το ακραίο Vox, το οποίο μάλλον θα καταφέρει να υποσκελίσει τους αριστερούς Podemos και τους κεντρώους Ciudadanos, οι οποίοι αναμένεται πως θα είναι η παράταξη με τις μεγαλύτερες απώλειες. Παράλληλα, ένα πλήθος εθνικιστικών κομμάτων από την Καταλονία και τη Χώρα των Βάσκων θα κερδίσουν σημαντικό αριθμό εδρών, δημιουργώντας ένα πολύβουο κοινοβούλιο.
Η εικόνα αυτή αν και μοιάζει σε μεγάλο βαθμό με τη σημερινή, εντούτοις είναι διαφορετική επεσήμανε ο Φερνάντο Κασάλ Μπερτόα, καθηγητής Συγκριτικής Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο του Νότιγχαμ, αναλύοντας στον Φιλελεύθερο τις προβλέψεις του για τις εκλογές στην Ισπανία. Το Σοσιαλιστικό Κόμμα έχει θέσει ως στόχο την εξασφάλιση του 30%, ενός ποσοστού, που θα του επιτρέψει να παραμείνει κυρίαρχο και να μοιράσει την τράπουλα. Το ποσοστό αυτό, όμως, οι Σοσιαλιστές το συγκέντρωσαν μόνο σε δημοσκοπήσεις, που δεν είχαν λάβει υπόψη την παράμετρο Καταλονία και κυρίως, είχαν προηγηθεί της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου για την καταδίκη των αυτονομιστών ηγετών.
Η επόμενη μέρα των εκλογών θα είναι πολύ χειρότερη από ό,τι είναι σήμερα, δήλωσε προσθέτοντας πως διαφαίνονται τρία πιθανά σενάρια στον ορίζοντα. «Το πρώτο είναι να δούμε το Λαϊκό Κόμμα και τους Σοσιαλιστές να δίνουν τα χέρια και να συμφωνούν σε ένα μεγάλο συνασπισμό, πράγμα που για μένα είναι εξαιρετικά δύσκολο να συμβεί, γιατί αυτό προϋποθέτει πως το PSOE θα πρέπει να σπάσει τις συμφωνίες του με τα εθνικιστικά κόμματα στις τοπικές περιφέρειες. Το δεύτερο είναι να προκηρυχθούν νέες εκλογές, οι οποίες και πάλι να μη δώσουν λύση στο πρόβλημα. Και το τρίτο σενάριο φέρει τον Πέδρο Σάντεθ να συγκροτεί κυβέρνηση μαζί με τους Podemos, το νεοσυσταθέν αριστερό Mais Pais, που είναι πολύ πιθανόν να εξασφαλίσει μερικές έδρες, έχοντας παράλληλα και την υποστήριξη των καταλανικών αλλά και των βασκικών κομμάτων. Θα είναι μια καταστροφή κατά την άποψή μου ή σύμπραξη τόσων κομμάτων, αφού θα δημιουργήσουν ένα εύθραυστο συνασπισμό, έτοιμο να καταρρεύσει στην πρώτη διαφωνία».
Αλλά ούτε και ένας δεξιός συνασπισμός είναι πιθανός, εκτιμά ο Ισπανός καθηγητής, θεωρώντας ότι μια τέτοια συμμαχία θα αποδεικνυόταν σαφώς πιο σταθερή. Αν και το Λαϊκό Κόμμα όπως και το Vox θα αυξήσουν την εκλογική τους δύναμη, εντούτοις, η κατάρρευση των Ciudadanos δεν αφήνει πολλές ελπίδες πως θα υπάρξει ο απαραίτητος αριθμός εδρών για συγκρότηση δεξιάς κυβέρνησης.
Οι τελευταίοι μήνες ανέδειξαν, παράλληλα και μια σοβαρή αδυναμία του ισπανικού πολιτικού συστήματος. Ποντάροντας στις εκρήξεις και στις αντιπαραθέσεις οι περισσότεροι πολιτικοί αρχηγοί γκρεμίζουν γέφυρες, με αποτέλεσμα να είναι σχεδόν αδύνατη η συνεννόηση μεταξύ τους, όταν αυτό καταστεί αναγκαίο. Οι Σοσιαλιστές και οι Ciudadanos για παράδειγμα, θα μπορούσαν να βρουν κοινές συνισταμένες και να συγκροτήσουν κυβέρνηση, όπως άλλωστε είκαζαν πως θα γίνει αρκετοί οικονομικοί κύκλοι. Το τοξικό κλίμα και η προσωπική αντιπαράθεση όμως των αρχηγών τους, δεν άφησε αυτή την πιθανότητα να ανθήσει, εκτίμησε ο Ισπανός ειδικός.
Ίσως γι’ αυτό να φταίει το γεγονός, πως η Ισπανία τις τελευταίες δεκαετίες είχε συνηθίσει σε μονοκομματικές κυβερνήσεις και για αυτό υπάρχει έλλειψη παράδοσης αναζήτησης συμβιβαστικών λύσεων. «Πρέπει όμως να σταθούμε στη μεγάλη πόλωση που χαρακτηρίζει την ισπανική κοινωνία τα τελευταία χρόνια. Έχουμε τους Podemos από τα αριστερά, το Vox από τα δεξιά, που σπρώχνουν την κατάσταση με αποτέλεσμα η κατάσταση να φτάνει στα άκρα. Έχοντας τόσο μεγάλα ποσοστά πόλωσης και με την απουσία ενός ισχυρού κέντρου, ο σχηματισμός κυβέρνησης εθνικής ενότητας είναι σχεδόν αδύνατος», επεσήμανε.
Στο επίκεντρο της προεκλογικής εκστρατείας, βρέθηκε το θέμα της Καταλονίας, αφήνοντας σε δεύτερη μοίρα τα υπόλοιπα. Το ντιμπέιτ των πολιτικών αρχηγών, στις καθημερινές συζητήσεις, στις εμφανίσεις στα τηλεοπτικά πάνελ, η ανεξαρτησία της πιο πλούσιας περιφέρειας της Ισπανίας επισκίασε τα πάντα. «Τα πάντα περιστρέφονται και καθορίζονται γύρω από την καταλανική κρίση. Τα κόμματα πήραν θέσεις γύρω από αυτό ζήτημα και αυτό προκαλεί ανακατατάξεις. Άλλα θέματα που συζητιούνται είναι φυσικά η οικονομία και ας μην ξεχνούμε πως τα πράγματα είναι επισφαλή και πως μια νέα κρίση καραδοκεί, όπως επίσης και η εκταφή του Φράνκο, που έφερε στην επιφάνεια παλιά αλλά όχι ξεχασμένα πάθη», δήλωσε ο καθηγητής Φερνάντο Κασάλ Μπερντόα.
Πέφτουν οι Ciudadanos ανεβαίνει το Vox
Η πρόωρη προσφυγή στις κάλπες ήταν αναπόφευκτη μετά το ναυάγιο των διαπραγματεύσεων των κομμάτων, τα οποία υπογείως υποδαύλιζαν το θέμα, πιστεύοντας ότι οι νέες εκλογές θα ενισχύσουν τα ποσοστά τους και άρα και τη διαπραγματευτική τους θέση. Το σκηνικό την 11η Νοεμβρίου, όμως θα παραμείνει πάνω κάτω το ίδιο, με δύο όμως σημαντικές διαφορές, τη σημαντική πτώση που αναμένεται πως θα έχουν οι κεντρώοι Ciudadanos παράλληλα με την θεαματική άνοδο του ακροδεξιού Vox.
Οι απώλειες που καταγράφουν οι Ciudadanos είναι εύκολο να εξηγηθούν, ανέφερε ο καθηγητής Φερνάντο Κασάλ Μπερντόα. Όπως εξήγησε το κόμμα έχει αλλάξει σε μεγάλο βαθμό σε ό,τι αφορά την ιδεολογική και πολιτική του ταυτότητα και αυτό ξένισε αρκετούς από τους οπαδούς που έσπευσαν, μόλις ιδρύθηκε να το αγκαλιάσουν. Επιπλέον, τους έχει επιρριφθεί το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης για το ότι δεν υπήρχε επιτυχής κατάληξη στις διαπραγματεύσεις για σχηματισμό κυβέρνησης. «Στην ουσία ούτε ο Πέδρο Σάντεθ ήθελε τη σύμπλευση με τους Ciudadanos, όμως η σκληρή στάση και οι δηλώσεις του ηγέτη του κόμματος, Πάμπλο Ριβέρα δεν έφεραν το πολυπόθητο αποτέλεσμα με αποτέλεσμα να χρεώνεται το ναυάγιο», τόνισε. Επίσης και η σφοδρή επίθεση που εξαπέλυσε το Λαϊκό Κόμμα, έπαιξε σημαντικό ρόλο στην «αιμορραγία» των Ciudadanos. O Πάμπλο Ριβέρα μετά την εκλογική αναμέτρηση του περασμένου Δεκεμβρίου επιχείρησε να παίξει τον ρόλο του ηγέτη της δεξιάς, κλέβοντας την πρωτοκαθεδρία από το Λαϊκό Κόμμα, το οποίο όμως αντέδρασε και με μια αντεπίθεση διαρκείας κατάφερε να κόψει τη φόρα των αντιπάλων του. Αυτό στοίχισε στο κεντρώο κόμμα σε μεγάλο βαθμό και μένει να φανεί στις κάλπες, πόσο μεγάλη θα είναι η πτώση του κεντρώου κόμματος.
Αντίθετη είναι η πορεία του Vox, το οποίο «σκαρφάλωσε» στην τρίτη θέση και είναι πολύ πιθανόν να εξασφαλίσει από 40-46 έδρες. Αν και απέχει ακόμη αρκετά από το να ανατρέψει το δίπολο κεντροδεξιάς-κεντροαριστεράς που επικράτησε στην πρόσφατη μεταδικατατορική ιστορία της Ισπανίας, το ακραίο κόμμα συμβάλλει σημαντικά στην αποδυνάμωση του Λαϊκού Κόμματος. Κάτι ανάλογο συνέβη και στον κεντροαριστερό πόλο με την αποδυνάμωση των Σοσιαλιστών από τους Podemos.
Η κρίση στην Καταλονία ήταν πάντως ο λόγος που άνοιξε με ούριο άνεμο τα πανιά του Vox. Το ακραίο κόμμα υπέδειξε ο Ισπανός καθηγητής έκανε παντιέρα του το θέμα και σε συνδυασμό με την εκταφή του Φράνκο κατάφερε να «καλοπιάσει» αλλά και να κινητοποιήσει το εθνικιστικό του ακροατήριο. Η προεκλογική ατζέντα ευνόησε το Vox που κατάφερε να καρπωθεί με τον καλύτερο τρόπο την εθνικιστική ψήφο.
Έβγαλαν μαχαίρια στο ντιμπέιτ οι πολιτικοί αρχηγοί
Η Καταλονία βρίσκεται στο επίκεντρο των εκλογών στην Ισπανία, αφού αποτελεί το κύριο θέμα αντιπαράθεσης των κομμάτων. Αυτό φάνηκε ξεκάθαρα και στο μοναδικό ντιμπέιτ που πραγματοποιήθηκε την περασμένη Δευτέρα μεταξύ των πέντε πολιτικών αρχηγών, όπου ήταν το κυρίαρχο θέμα. Η τηλεοπτική αντιπαράθεση ήταν πολύ σημαντική για όλα τα κόμματα, δεδομένου ότι το 20% των ψηφοφόρων δήλωνε αναποφάσιστο, δείχνοντας πως υπάρχουν μεγάλες ανακατατάξεις με μαζικές μετακινήσεις ψηφοφόρων. Πάντως, η τηλεοπτική αναμέτρηση μεταξύ του ηγέτη των Σοσιαλιστών Πέδρο Σάντσεθ, του επικεφαλής του Λαϊκού Κόμματος Πάμπλο Κασάδο, του προέδρου των Ciudadanos, Άλμπερτ Ριβέρα, του επικεφαλής των Podemos, Πάμπλο Ιγκλέσιας και του ηγέτη του Vox Σαντιάγο Αμπασκάλ δεν συγκίνησε τους Ισπανούς, αφενός γιατί οι περισσότεροι από αυτούς την περιέγραψαν και αφετέρου έγραψε χαμηλά, για τα δεδομένα ενός τέτοιου γεγονότος, νούμερα.
Οι πέντε αντάλλαξαν σκληρές εκφράσεις μεταξύ τους και επιτέθηκαν ο ένας στον άλλο σε μια προσπάθεια να κερδίσουν όσον το δυνατόν περισσότερους ψηφοφόρους. Ο Πέδρο Σάντσεθ υπεραμύνθηκε των αποφάσεών του και επιδίωξε να κρατήσει μια σκληρή στάση. «Δεν πιστεύετε στο ισπανικό έθνος», του επιτέθηκε ο ηγέτης του Λαϊκού Κόμματος, Πάμπλο Κασάδο κατηγορώντας ότι είναι υπερβολικά μαλακός απέναντι στους Καταλανούς αυτονομιστές. Ανάλογες κατηγορίες, ωστόσο, «επέστρεψε» και ο Πέδρο Σάντσεθ στο συντηρητικό κόμμα το οποίο ήταν στην εξουσία το 2017, υποστηρίζοντας ότι άφησε τον πρώην πρόεδρο της Καταλονίας Κάρλες Πουτζδεμόν να διαφύγει στο Βέλγιο.
Ο Πέδρο Σάντσεθ, επίσης υποστήριξε ότι θα επαναφέρει την ποινικοποίηση των παράνομων δημοψηφισμάτων, ενώ ο Σαντιάγο Αμπασκάλ ζήτησε τη σύλληψη του Χοακίν Τόρρα, νυν κυβερνήτη της Καταλονίας. Ο μόνος που επέμεινε στην Ισπανία των πολλών εθνοτήτων και γλωσσών αλλά και στην ανάγκη διαλόγου ήταν Πάμπλο Ιγκλέσιας. Επίσης, οι Πάμπλο Κασάδο και Αλμπέρτ Ριβέρα πρότειναν εκ νέου την επιβολή του άρθρου 155 του Συντάγματος και την αφαίρεση πολιτικών αρμοδιοτήτων στην περιοχή.
Μερίδα του ισπανικού Τύπου την επόμενη μέρα έκανε λόγο πως αυτός που κέρδισε τις εντυπώσεις ήταν ο Σαντιάγο Αμπασκάλ, καθώς το ντιμπέιτ επικεντρώθηκε κυρίως γύρω από τα θέματα που προβάλλει το Vox, δίνοντας έτσι την ευκαιρία στο ακραίο κόμμα να προβάλει τις θέσεις του. Είναι γι’ αυτό το λόγο που Ισπανοί αναλυτές επεσήμαναν πως «η ξενοφοβία εμφανίστηκε για πρώτη φορά σε prime time στην τηλεόραση».
Η χώρα σε πολιτική κρίση
Σε θολό τοπίο εξελίσσεται η κρίση του ισπανικού πολιτικού συστήματος, η οποία ξεκίνησε το 2015, ωστόσο τα αίτια της αναζητούνται στην οικονομική κρίση που κτύπησε τη χώρα το 2010. Η κατάρρευση του δικομματισμού σε συνάρτηση με την ανάδειξη και κοινοβουλευτική εκπροσώπηση μικρότερων κομμάτων καθιστούν πλέον εξαιρετικά δύσκολο το σχηματισμό βιώσιμων κυβερνήσεων. Αποτέλεσμα ότι οι πολίτες στην Ισπανία πηγαίνουν όλο και πιο συχνά στις κάλπες τελευταίως, με ζητούμενο μια βιώσιμη κυβέρνηση. Από το 2015 μέχρι σήμερα, έχουν γίνει τέσσερις φορές εκλογές. Μάλιστα, το 2019 θα έχουν στηθεί δύο φορές κάλπες σε διάστημα λιγότερο των εφτά μηνών, μια τον Απρίλιο και μια τώρα τον Νοέμβριο.
Η χώρα τελεί υπό υπηρεσιακή κυβέρνηση από τον Απρίλιο του έτους, παρά τα σοβαρά προβλήματα που υπάρχουν. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα πολλά σημαντικά νομοσχέδια να μπουν στον πάγο, με τους πολίτες να διαμαρτύρονται για τις καθυστερήσεις που σημειώνονται. Οι Ισπανοί ανησυχούν πως η δυσπραγία των τελευταίων μηνών, θα έχει άμεσο αντίκτυπο στην οικονομία, η οποία μετά από μια σκληρή εξαετία βρίσκεται σε ανοδική πορεία.
Τα πράγματα δεν μοιάζουν να είναι καλύτερα αυτή τη φορά, καθώς όλες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν αδιέξοδο. Μάλιστα τα ισπανικά μέσα ενημέρωσης έχουν βρει και την κατάλληλη λέξη: bloqueo (μπλοκάρισμα), προσπαθώντας να περιγράψουν τη δημοσκοπική ισοπαλία των δύο μεγάλων παρατάξεων, κεντροαριστερά και κεντροδεξιά, χωρίς κανένα από τα δύο στρατόπεδα να μπορεί να ελέγξει το Κοινοβούλιο.