Το πρώτο και κύριο χαρακτηριστικό των ευρωεκλογών ήταν για ακόμα μια φορά η αποχή, τονίζει ο Νίκος Κατσουρίδης, σχολιάζοντας τα εκλογικά αποτελέσματα της περασμένης Κυριακής.
 
Σημειώνει ότι μία πάρα πολύ μεγάλη μερίδα της κοινωνίας για δύο λόγους αποστρέφει το πρόσωπο από την πολιτική και τους οργανισμούς που εκφράζουν την πολιτική. Είτε γιατί θεωρεί ότι κανένας πολιτικός οργανισμός δεν τον εκφράζει, είτε γιατί αδιαφορεί. Και οι δύο ωστόσο παράγοντες, όπως σημειώνει, έχουν ως κοινή βάση τους την απογοήτευση.
 
Ο Νίκος Κατσουρίδης σημειώνει ακόμα ότι μέσα από την ανάλυση των ποσοστών των κομμάτων πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ο αριθμός των πραγματικών ψήφων, υποδεικνύοντας ότι υπό αυτά τα δεδομένα, ο ΔΗΣΥ είναι ο μεγάλος χαμένος των εκλογών, ενώ για ΑΚΕΛ και ΔΗΚΟ υπάρχει μία σταθεροποίηση ποσοστών.

Ποια ήταν κατά την άποψή σας τα κύρια χαρακτηριστικά των πρόσφατων ευρωεκλογών;
Να μου επιτρέψετε να ξεκινήσω με κάτι λίγο διαφορετικό. Θέλω να συγχαρώ την πλειονότητα των δημοσιογράφων και των αναλυτών γιατί βλέπω το αποκορύφωμα μίας διαδικασίας που συνέβαινε τα τελευταία 3-4 χρόνια. Δηλαδή να έχουμε πιο σοβαρές και πιο ολοκληρωμένες μετεκλογικές αναλύσεις συγκριτικά με το παρελθόν. Βέβαια αυτή τη φορά βοήθησε και το καλό αποτέλεσμα των exit polls για το λόγο ότι υπήρχαν πράγματα τα οποία προηγουμένως δεν μετριόνταν στις αναλύσεις και τώρα βλέπω να τα μετρούν.

 
Για παράδειγμα, η σύγκριση δεν μπορεί να γίνεται μόνο με τα ποσοστά και το έλεγα πάντα αυτό. Τα ποσοστά μπορούν να αυξομειωθούν σε σχέση με την αποχή. Η σύγκριση πρέπει να γίνεται με τους πραγματικούς ψήφους. Είναι το πιο ασφαλές κριτήριο και μάλιστα αντιπαραβάλλοντας τις ψήφους με το εκλογικό σώμα. Δηλαδή, εάν ένα κόμμα πήρε 100 χιλιάδες στις βουλευτικές εκλογές του 2016 με 550 χιλιάδες εκλογικό σώμα και τώρα με 640 χιλιάδες εκλογικό σώμα πήρε λιγότερους πραγματικούς ψήφους, τότε είναι πολύ μεγαλύτερη η απώλειά του σε αυτό που κάποτε στο ΑΚΕΛ αποκαλέσθηκε ως πολιτικές συνειδήσεις.
 
Από αυτή την άποψη κρινόμενα τα πράγματα υπάρχει μία πιο σοβαρή ανάλυση των αποτελεσμάτων. Όσον αφορά τα χαρακτηριστικά των ευρωεκλογών, το πρώτο και πιο κύριο είναι η αποχή. Το να έχουμε για δεύτερη πλέον συνεχόμενη φορά μία αποχή της τάξης του 55-56% στις ευρωεκλογές σε συνδυασμό με την αυξανόμενη αποχή στις βουλευτικές, παραπέμπει στο εξής:
Μία πάρα πολύ μεγάλη μερίδα της κοινωνίας για δύο λόγους αποστρέφει το πρόσωπο από την πολιτική και τους οργανισμούς που εκφράζουν την πολιτική. Ο πρώτος είναι ότι εκφράζει διαφωνία διαμαρτυρίας, διότι καταλήγει στο συμπέρασμα ότι κανένας σχηματισμός δεν την εκφράζει. Εδώ θέλω να πω ότι εγώ απορρίπτω το επιχείρημα ότι με τόσους υποψήφιους δεν βρήκε κάποιον να τον εκφράζει. Δεν είναι όμως θέμα προσώπου. Το πρόσωπο είναι ενταγμένο σε έναν σχηματισμό, ο οποίος έχε πολιτικές προτάσεις και αν δεν με ικανοποιούν οι προτάσεις του, δεν θα πάω να ψηφίσω απλά και μόνο επειδή το άτομο με ικανοποιεί. Ο δεύτερος λόγος είναι η αδιαφορία. Και στα δύο όμως υπάρχει κοινή βάση. Και τα δύο είναι προϊόν της απογοήτευσης του κόσμου τόσο από τα πεπραγμένα του παρελθόντος του πολιτικού συστήματος, όσο και από την έλλειψη προοπτικής. Και παρακολουθώντας τις μετεκλογικές συζητήσεις, είναι ως να μην έχουν τελειώσει οι εκλογές.
 
Θεωρείτε ότι υπάρχει τρόπος να ανατραπεί η τάση της αποχής;
Θα πω κάτι, το οποίο μπορώ να το πω διότι ήμουν εκεί. Το ΑΚΕΛ μελέτησε δυο-τρεις φορές το φαινόμενο της αποχής. Και με έρευνες μετεκλογικές και ποιοτικές, υπήρξαν και επιτροπές οι οποίες διατύπωσαν συμπεράσματα, προτάσεις για αντιμετώπισή της. Τι είναι όμως εκείνο που θα κάνει τον κόσμο να επιστρέψει; Τα αποτελέσματα. Από την στιγμή που έχεις μία πατρίδα να κινδυνεύει, διχοτομημένη από την τουρκική κατοχή, έχεις τα τραγικά οικονομικά αποτελέσματα που προηγήθηκαν. Συνεχίζουν διάφορα φαινόμενα να σπρώχνουν τον κόσμο μακριά από την πολιτική. Δεν πρόκειται να πειστεί κανείς είτε με λόγια, είτε με δημοσίευση συμπερασμάτων για το τι έγινε λάθος και πρέπει να διορθωθεί. Για να πειστεί ο κόσμος να επιστρέψει στις κάλπες πρέπει να δει πρακτικά αποτελέσματα. Αυτό πιστεύω αντανακλάται και στο γεγονός της κάθετης πτώσης των ποσοστών του ΔΗΣΥ.
 
Ποια είναι τα μηνύματα του εκλογικού σώματος για τον ΔΗΣΥ;
Η μεγαλύτερη απώλεια αφορά στον ΔΗΣΥ και σε ποσοστά και σε πραγματικούς ψήφους σε σύγκριση με τις βουλευτικές. Συμφωνώ με όσους λεν ότι δεν πρέπει να συγκρίνουμε ανόμιες εκλογές. Υπάρχει μία διαφορά. Και στατιστικά και πολιτικά έχει λογική να συγκρίνεις τι παίρνεις σε πραγματικούς ψήφους, διότι εάν σε έξι συνεχόμενες εκλογές, ή όπως είπε ο Αβέρωφ Νεοφύτου έξι σερί νίκες (παρεμπιπτόντως το ΑΠΟΕΛ έχει εφτά σερί πρωταθλήματα), έχει λογική η ακολουθία. Το ίδιο εάν από εκλογή σε εκλογή έχεις απώλεια είναι κάτι που πρέπει να σε προβληματίσει πολύ σοβαρά όσο μικρή και εάν είναι, ανεξάρτητα εάν είναι βουλευτικές ή ευρωεκλογές. 
 
Ο ΔΗΣΥ, τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια αν όχι περισσότερα, είναι το μόνο κόμμα το οποίο ανεξάρτητα από την αύξηση του ποσοστού της αποχής, είχε άνοδο σε πραγματικές ψήφους. Είναι η μόνη φορά τώρα που αν συγκρίνω τις βουλευτικές με τις ευρωεκλογές έχει σοβαρότατη μείωση σε πραγματικούς ψήφους. Αυτή η μείωση δεν έχει να κάνει μόνο με την αποχή. Το να πάει στην αποχή, είναι σαν μία κατάθεση σε μία θυρίδα την οποία θα προσπαθήσεις να πάρεις πίσω σιγά-σιγά. Σοβαρά κομμάτια όμως, μετατέθηκαν στο ΕΛΑΜ και ένα μέρος πήγε και αλλού, συμπεριλαμβανομένης και της Δημοκρατικής Παράταξης.  
 
Η κυπριακή κοινωνία αμέσως μετά το 1960 ήταν βασικά διαχωρισμένη σε Δεξιά και Αριστερά. Η Δεξιά είχε και ένα μικρότερο κομμάτι εθνικιστικής δεξιάς που πρέσβευε την Ένωση. Με το 1970 ιδρύθηκαν η ΕΔΕΚ και η Προοδευτική Παράταξη του Οδυσσέα Ιωαννίδη και είχε δημιουργηθεί ένα τρίπολο. Δεξιά, Αριστερά, Κέντρο και ήταν περίπου ισοδύναμα. Τώρα έχουμε και έναν τέταρτο πόλο. Αυτή είναι η ακροδεξιά. Είναι η εθνικιστική δεξιά, η οποία, όμως, ποτέ στο παρελθόν δεν είχε φασιστικά στοιχεία. Τώρα αποκτά και φασιστικά στοιχεία. Θεωρώ ότι τόσο από την εμπειρία από τη δική μας διακυβέρνηση, από την ώρα που είχαν αποχωρήσει το ΔΗΚΟ και η ΕΔΕΚ, όσο και η εμπειρία από τη διακυβέρνηση του ΔΗΣΥ που είναι ουσιαστικά μονοκομματική κυβέρνηση, οδηγούμαστε στο εξής συμπέρασμα: Εφόσον έχουμε μονοκομματική κυβέρνηση, το βάρος πηγαίνει απευθείας πάνω στους ώμους του κυβερνώντος κόμματος, όσο και αν προσπαθεί το κυβερνών κόμμα να διαφοροποιηθεί από κάποιες αποφάσεις της Κυβέρνησης.
 
Ποιοι θεωρείτε ότι  ήταν οι ο κερδισμένοι και ποιοι οι χαμένοι των εκλογών;
Δεν είναι εύκολη η απάντηση διότι πρέπει να λαμβάνεις υπόψη διάφορα πράγματα. Για παράδειγμα, θα μπορούσε το ΔΗΚΟ να πει ότι έχει κερδίσει. Εξαρτάται όμως τι εννοεί. Έχει κερδίσει σε ψήφους; Σε πολιτική σταθεροποίηση για μία ηγεσία η οποία προήλθε μέσα από σύγκρουση; Σε απήχηση; Σε συνάρτηση όμως και με άλλα πράγματα. Είχε εκροή για παράδειγμα το ΔΗΚΟ προς την κατεύθυνση της ΕΔΕΚ, η οποία, απαντώντας ως πολίτης που ανήκει σε συγκεκριμένο ιδεολογικό χώρο, καλώς έγινε. Μαζί με μία εκροή από το ΑΚΕΛ σταμάτησαν την εκλογή ενός ακροδεξιού εκπροσώπου στην Ευρωβουλή. Άρα εξαρτάται και πώς μετράς αυτά τα πράγματα. Δεν είναι μόνο αριθμητικά, είναι και πολιτικά τα ζητήματα. Εν πάση περιπτώσει, θα έλεγα ότι υπάρχει μέσα σε συγκεκριμένες συνθήκες, μία σταθεροποίηση ποσοστού για ΑΚΕΛ και ΔΗΚΟ, υπάρχει μία κάθετη πτώση για το ΔΗΣΥ ο οποίος είναι ο πραγματικά ζημιωμένος και αριθμητικά και πολιτικά, υπάρχει μία σωτηρία για την ΕΔΕΚ, υπάρχει ένα συγκλονιστικό αποτέλεσμα για τη συνεργασία Συμμαχίας-Οικολόγων και υπάρχει και μία επιτυχία, δυστυχώς, για το ΕΛΑΜ
 
Το ΑΚΕΛ δικαιούται να πανηγυρίζει από το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών;
Νομίζω ότι έχω απαντήσει προηγουμένως το ερώτημα αυτό. Κατά συνέπεια για να μπορέσω να εκτιμήσω παρακάτω το αποτέλεσμα, όχι μόνο για το ΑΚΕΛ αλλά για οποιοδήποτε κόμμα, θα πρέπει να περιμένω την εκτίμηση του αποτελέσματος από τα ίδια τα κόμματα. Διότι αυτή τη στιγμή, κακά τα ψέματα, οι εκτιμήσεις που κάνουμε, έχουν να κάνουν με το καθεαυτό αποτέλεσμα. Τους αριθμούς σε ποσοστά και σε πραγματικούς ψήφους. Έβαλα όμως μία παράμετρο για να δείτε ότι δεν είναι τόσο απλό το θέμα. Δηλαδή θα ήταν καλύτερο για την κοινωνία. Δεν ξέρω πώς θα το εκτιμήσουν τα ίδια τα κόμματα, να είχε μία μονάδα περισσότερη το ΔΗΚΟ και μισή περισσότερη το ΑΚΕΛ, από τις απώλειες προς την ΕΔΕΚ και να είχαμε εκλογή ευρωβουλευτή από το ΕΛΑΜ; Αυτό το πράγμα θα πρέπει να το δει κάποιος σε προοπτική τι θα σήμαινε.

Ποια  είναι η άποψή σας για τις ανησυχίες που ακούγονται σε σχέση με την εκλογή Νιαζί Κιζίλγιουρεκ;
Θα συμφωνήσω με αυτά που άκουσα από εκπρόσωπο του ΑΚΕΛ στην τηλεόραση, ότι είναι οι δράσεις και οι συμπεριφορές όλων των πολιτικών προσώπων που αποδεικνύουν εάν μια κίνηση ήταν «α», «β» ή «γ», σε περιεχόμενο. Αναμφίβολα φεύγει ένα μήνυμα. Από το γεγονός ότι εξελέγη ένας Τουρκοκύπριος πολίτης της Κυπριακής Δημοκρατίας με ψήφους τόσο Τουρκοκυπρίων όσο και πολύ περισσότερο Ελληνοκυπρίων, είναι ένα γεγονός το οποίο ανεξάρτητα από το αύριο πρέπει να χρησιμοποιηθεί για να οικοδομήσουμε προς τα έξω την πάγια θέση μας, ότι ως ελληνοκυπριακή κοινότητα  μπορούμε όχι μόνο να ζήσουμε μαζί αλλά και να λειτουργήσουμε μαζί. Και πολύ περισσότερο να διοκήσουμε μαζί. Αυτή η τοποθέτηση μπορεί να τύχει διπλής ανάγνωσης. Να αποτελέσει θεμέλιο για τεκμηρίωση της ανάγκης ομοσπονδιακής λύσης του Κυπριακού. Αλλά να αποτελέσει και επιχείρημα για εκείνους που λένε ότι για να εφαρμόσουμε την πολιτική ισότητα μεταξύ μας, δεν χρειαζόμαστε την ομοσπονδία. Το κεντρικό μήνυμα όμως είναι ότι μαζί μπορούμε.

Πώς αξιολογείτε την αντίδραση του εκλογικού σώματος, το οποίο κινητοποιήθηκε για να αποτρέψει εκλογή ευρωβουλευτή από ΕΛΑΜ;
Νομίζω ότι από μια στιγμή και μετά διαφαινόταν αυτή η τάση. Θέλω να δω με βάση τα exit polls πώς κινήθηκαν ηλικιακά οι ψηφοφόροι του χώρου του Κέντρου και της Αριστεράς που στήριξαν ΕΔΕΚ, όπως και οι απέχοντες ΕΔΕΚίτες που ψήφισαν ΕΔΕΚ. Έχω μιαν εύλογη υποψία ότι μάλλον είναι κάποιας ηλικίας και άνω, που όχι μόνο γνωρίζοντες ιστορικά αλλά έχοντας βιώσει τη συμπεριφορά της ακροδεξιάς και τα τραγικά αποτελέσματα για την Κύπρο, ενήργησαν ουσιαστικά κάνοντας αυτό που θα ήθελαν να κάνουν και ψήφισαν με έναν τρόπο δημοκρατικό στην ευρύτερή του έννοια. 

 
Τι σημαίνει όμως για την ΕΔΕΚ αυτή η αντίδραση;
Αυτό σημαίνει και το είπα από το βράδυ των εκλογών, στην παρουσία εκπροσώπων της, ότι η ΕΔΕΚ δεν μπορεί να δέσει σε ψιλό μαντίλι ότι αυτό είναι το ποσοστό της. Εάν είχαμε αύριο βουλευτικές δεν θα είχε τα ίδια αποτελέσματα.
 
Είναι μια δεύτερη ευκαιρία μπορούμε να πούμε προς όλο το πολιτικό σύστημα;
Προς την ΕΔΕΚ σίγουρα είναι μια δεύτερη ευκαιρία από τους ψηφοφόρους. Όσον αφορά στο σύστημα, θεωρώ ότι δεν υπάρχει τρόπος, αυτοί που προσέρχονται στις κάλπες να μη δίνουν ευκαιρία στο πολιτικό σύστημα. Δεν μπορεί να διοικηθεί η κοινωνία χωρίς το πολιτικό σύστημα. Για αυτό έχουμε το φαινόμενο να εκλέγεται με ποσοστό 25%-26% πλανητάρχης. Είναι θέμα ευρύτερης αντίδρασης του λαού εάν θέλουμε να υπάρξει πραγματική πίεση για ριζοσπαστικές αλλαγές στο σύνολο της λειτουργίας του πολιτικού συστήματος. Για παράδειγμα, υπήρξε κάποια στιγμή και θεωρήθηκε πολύ καλή ιδέα και προωθήθηκε έντονα στην Ευρώπη, η ιδέα της χρηματοδότησης των κομμάτων από το κράτος. Κρίνοντας όμως τα πράγματα από τη σκοπιά που κρίνω εγώ και ο χώρος στον οποίο ανήκω, με την οπτική της μαρξιστικής ανάλυσης, γιατί δηλαδή δεν συνιστά είδος εξάρτησης για τα κόμματα το ότι επιχορηγούνται από το κράτος; 
 
Όταν λέμε ότι οποιοσδήποτε επιχορηγείται από κάπου, έστω και έμμεσα νιώθει μία εξάρτηση. Το λέω αυτό διότι όλα τα πράγματα στη ζωή έχουν δύο όψεις και είναι δίκοπο μαχαίρι. Για να υπάρξει μία ριζοσπατική αλλαγή, εάν θέλει να την προκαλέσει ο κόσμος, πρέπει να έχει και την ανάλογη αντίδραση. Για παράδειγμα, μετά από μήνες κυριολεκτικών οδομαχιών, τα κίτρινα γιλέκα υποχρέωσαν τον Μακρόν στη Γαλλία σε κάποιες υποχωρήσεις σε θέματα οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής. Αυτό το πράγμα δεν θα μπορούσε να είναι το αποτέλεσμα εκλογικών συγκρούσεων και μαχών, από τη στιγμή που η αποχή αυξάνεται σχεδόν παντού. Τώρα είχαμε κάποια καλύτερη κατάσταση στην Ευρώπη. Λειτούργησαν και πάλι τα δημοκρατικά αντανακλαστικά των λαών για να σταματήσουν αυτό που έρχεται. Δηλαδή το τσουνάμι της ακροδεξιάς.