Το κλίμα στην Ισπανία είναι εκρηκτικό. Την ερχόμενη Κυριακή οι πολίτες θα προσέλθουν στις κάλπες για να εκλέξουν νέα κυβέρνηση. Το εκλογικό αποτέλεσμα θα είναι καθοριστικό όχι μόνο για ποιος θα είναι ο επόμενος πρωθυπουργός, αλλά για τη στάση που θα κρατήσει η χώρα σε μια σειρά πολύ σοβαρών ζητημάτων από την ανεξαρτησία της Καταλονίας μέχρι την πορεία της οικονομίας. Η χώρα βρίσκεται σε μια παρατεταμένη προεκλογική περίοδο και αναβρασμό, αφού οι επικείμενες βουλευτικές εκλογές είναι μόνο η αρχή, καθώς στη συνέχεια θα στηθούν κάλπες για τοπική αυτοδιοίκηση και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Το θέμα που κυριάρχησε στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας και θεωρείται βέβαιο πως δεν θα καταλαγιάσει τόσο εύκολα είναι η ανεξαρτησία της Καταλονίας. Υπήρχαν φυσικά και άλλα θέματα, ανέφερε στον «Φιλελεύθερο» ο Φερνάντο Κασάλ Μπερτόα, καθηγητής Συγκριτικής Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο του Νότιγχαμ. «Αναδείχτηκαν αρκετά θέματα όπως η οικονομία, η μετανάστευση με διαφθορά, όμως η Καταλονία επισκίασε τα πάντα. Και ας μην ξεχνάμε πως αυτή τη χρονική περίοδο διεξάγεται και η δίκη των αυτονομιστών Καταλανών, γεγονός που επηρέασε σε μεγάλο βαθμό τις προεκλογικές συζητήσεις», επισήμανε. Μάλιστα, κάποιες από τις πολιτικές δυνάμεις της χώρας όπως το Vox και οι Ciudadanos εκμεταλλεύονται το θέμα, τονώνοντας τα εθνικιστικά ένστικτα των Ισπανών για να ενισχύσουν τα ποσοστά τους.
Η ανεξαρτησία της Καταλονίας είναι ένα εμπρηστικό ζήτημα, που θα συνεχίσει να προκαλεί εντάσεις και μετά τις εκλογές. Οι θέσεις των κομμάτων διαφέρουν σε μεγάλο βαθμό και αυτό δεν αφήνει πολύ χώρο για συναίνεση. Οι λίστες που κατήρτισαν τα κόμματα ενόψει εκλογών επιβεβαιώνουν ότι το χάσμα διευρύνεται, καθώς όλες οι μετριοπαθείς φωνές, που θα μπορούσαν να υποστηρίξουν ένα διάλογο της Μαδρίτης με τη Βαρκελώνη για τη διευθέτησή του Καταλανικού, έχουν εξαφανιστεί από τα ψηφοδέλτια. Το ζήτημα της ανεξαρτησίας της πιο πλούσιας περιφέρειας της Ισπανίας είναι πολύ σημαντικό και θα αποδειχθεί καθοριστικό και μετά τις εκλογές, σε ό,τι αφορά τον σχηματισμό νέας κυβέρνησης.
Επιπλέον, η πολιτική συμπεριφορά των Ισπανών είναι ρευστή, καθώς η παραδοσιακή ταύτιση με τα μεγάλα κόμματα έχει διαρραγεί. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πως, αν και οι Σοσιαλιστές με τον Πέδρο Σάντεθ πάνε ολοταχώς για νίκη στις 28 Απριλίου, οι πιθανότητες να εξασφαλίσουν πλειοψηφία στο νέο κοινοβούλιο είναι ελάχιστες. Δεύτερο θα τερματίσει το δεξιό Λαϊκό Κόμμα του Πάμπλο Κασάδο, τρίτοι οι κεντροδεξιοί Ciudadanos με τον Άλμπερτ Ριβέρα. Μάχη για την τέταρτη θέση δίνουν οι αριστεροί Podemos του Πάμπλο Ιγκλέσιας, οι οποίοι παρουσιάζουν πολύ μεγάλη πτώση και το ακροδεξιό Vox με ηγέτη τον Σαντιάγο Αμπασκάλ, του οποίου η ισχυρή παρουσία στη Βουλή παρομοιάζεται με εκλογικό σεισμό.
Θεωρείται σχεδόν βέβαιο πως η επόμενη κυβέρνηση της χώρας θα αποτελείται από συμμαχίες κομμάτων. «Έχουμε έναν δεξιό συνασπισμό ανάμεσα στο Λαϊκό Κόμμα, τους Ciudadanos και το Vox, όπως δοκιμάστηκε ήδη στην Ανδαλουσία που επιδιώκει να στερήσει την εξουσία από μια συμμαχία Φρανκεστάιν, όπως συχνά αποκαλείται στην Ισπανία από το Σοσιαλιστικό Κόμμα με το Podemos και τα εθνικιστικά κόμματα των Καταλανών και των Βάσκων», επισήμανε ο Ισπανός ειδικός. Το ισπανικό κοινοβούλιο έχει 350 έδρες και κυβέρνηση θα μπορεί να σχηματίσει ο συνασπισμός που θα εξασφαλίσει πλειοψηφία τουλάχιστον 176 εδρών. Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δείχνουν πάντως πως κανένας από τους δύο συνασπισμούς δεν καταφέρνει μέχρι στιγμής να εξασφαλίσει κυβερνητική πλειοψηφία.
Οι εκλογές αυτές, υπέδειξε ο Φερνάντο Κασάλ Μπερτόα, θα επιβεβαιώσουν το τέλος του δικομματισμού, ο οποίος κυριάρχησε στην ισπανική πολιτική σκηνή τις τελευταίες δεκαετίες. «Η εναλλαγή δύο κομμάτων στην εξουσία έχει πλέον τελειώσει. Σε αυτή την εκλογική αναμέτρηση, όπως και στις επόμενες, θα δούμε πως η μάχη είναι ανάμεσα σε δύο συνασπισμούς, τον δεξιό και τον αριστερό. Ο ιδεολογικός διαχωρισμός ανάμεσα σε Δεξιά και Αριστερά παραμένει, αλλά πλέον μιλούμε για συνασπισμούς και όχι για κόμματα. Στον αριστερό επικρατούν οι Σοσιαλιστές, στο δεξιό το Λαϊκό Κόμμα, που καθορίζουν και τις εξελίξεις».
Σημαντικό είναι επίσης και το γεγονός πως οι νέοι πολιτικοί φορείς δεν αρκούνται απλώς στο να καταστήσουν σαφή την παρουσία τους, αλλά φιλοδοξούν σε κάθε εκλογική αναμέτρηση να παίζουν ρόλο ρυθμιστή. Ειδικά οι Ciudadanos, που μάλλον θα αυξήσουν τα ποσοστά τους, έχουν βάλει ως στόχο τους να βγουν από τις εκλογές ως η μεγαλύτερη παράταξη στην εσωτερική μάχη για την ηγεμονία στη δεξιά συμμαχία. Ωστόσο, αν και φέρονται να αυξάνουν την κοινοβουλευτική τους ομάδα, θα υπολείπονται ακόμη πολύ σε δύναμη από το Λαϊκό Κόμμα, που θα παραμείνει η κυρίαρχη δύναμη στο δεξιό στρατόπεδο.
Σκιά του κραταιού εαυτού του το Λαϊκό Κόμμα
Η εκλογική αναμέτρηση της ερχόμενης Κυριακής θα είναι κρίσιμη για το Λαϊκό Κόμμα (PP). Αν και κυρίαρχο τις τελευταίες δεκαετίες στα πολιτικά πράγματα της Ισπανίας, τα τελευταία χρόνια το δεξιό κόμμα βλέπει τα ποσοστά του συνεχώς να μειώνονται. Αν οι δημοσκοπήσεις επαληθευτούν θα εξασφαλίσει ποσοστό κάτω από το 20%, πολύ μακριά από το 40% που συγκέντρωνε μόλις πριν από μερικά χρόνια. Μάλιστα είναι τόσο τραγική η εκλογική προοπτική του ΡΡ που αν επαληθευτούν οι δημοσκοπήσεις, το κόμμα θα επικρατήσει σε τοπικό επίπεδο μόνο σε μια αυτόνομη επαρχία αυτή της Μούρθια.
Οι λόγοι για την πτώση του PP είναι πολλοί. Το κόμμα έχει πληγεί ανεπανόρθωτα από τα αλλεπάλληλα σκάνδαλα διαφθοράς που έχουν εμπλακεί υψηλόβαθμα στελέχη του. Η απροθυμία της ηγεσίας του να ρίξει φως στις υποθέσεις και να απολογηθεί, είχε ως αποτέλεσμα οι ψηφοφόροι να του γυρίσουν την πλάτη. Εξάλλου στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας προέκυψε ακόμη ένα σκάνδαλο. Η ύπαρξη μιας «πολιτικής αστυνομίας» την οποία χρησιμοποιούσαν οι συντηρητικές κυβερνήσεις για να αμαυρώσουν τη φήμη των πολιτικών αντιπάλων τους, προκαλεί τριγμούς και δημιουργεί προβλήματα στον πρόεδρο του κόμματος. Επιπλέον, η εμφάνιση του ακροδεξιού Vox φαίνεται πως έκανε μερίδα των οπαδών του να βρει στέγη αλλού. Η συμμαχία των δύο κομμάτων μπορεί να τους οδηγήσει στην εξουσία, όπως έγινε και στην Ανδαλουσία, αλλά μακροπρόθεσμα οι συνέπειες για το ΡΡ θα είναι μεγάλες.
Η εκλογή νέου ηγέτη τον περασμένο Ιούνιο δεν φαίνεται να έκανε μεγάλη διαφορά. Ο Πάμπλο Κασάδο ανέλαβε εν μέσω μεγάλων φιλοδοξιών να οδηγήσει το κόμμα ξανά στην κορυφή, αλλά φαίνεται πως δεν μπορεί να τα καταφέρει. Γνωστός ως ο γκαφατζής που δεν σκέφτεται και πολύ πριν μιλήσει, έχει δεχθεί πολλές επικρίσεις για τα αναρμοστά σχόλιά του και τις τοποθετήσεις του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Οι γκάφες του αναφορικά με τη μετανάστευση ή τον βασικό μισθό έχουν επηρεάσει πολλούς ψηφοφόρους, οι οποίοι του στρέφουν την πλάτη.
Ήταν εν πολλοίς αναμενόμενο πως ο Πάμπλο Κασάδο θα στρεφόταν προς τα δεξιά, όπως και έγινε, ελπίζοντας πως θα πείσει τους ψηφοφόρους να εγκαταλείψουν το Vox και να επιστρέψουν στο δικό του μαντρί. Έτσι, σε όλη τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, δεν σταμάτησε να υπενθυμίζει πως το PP ήταν το κατεξοχήν εθνικό κόμμα που εμπόδισε την αυτονόμηση της Καταλονίας και το μόνο που μπορεί να εγγυηθεί πως θα καταπνίξει το αυτονομιστικό της ζήτημα. Μάλιστα, δήλωσε πως δεν βλέπει τον λόγο κάποιος από τους ψηφοφόρους του Vox να μην ψηφίσει το ΡΡ στις εκλογές.
Το Vox ετοιμάζεται να προκαλέσει σεισμό
Η είδηση των βουλευτικών εκλογών στην Ισπανία θα είναι, πάντως, η μεγάλη άνοδος που αναμένεται να σημειώσει το ακροδεξιό Vox. Το κρίσιμο ερώτημα που τίθεται από πολλούς είναι μέχρι πού μπορεί να το οδηγήσει αυτή η δυναμική. Μέχρι πρόσφατα η Ισπανία φαινόταν να αποτελεί εξαίρεση στη λαίλαπα του λαϊκισμού και της ισχυρής παρουσίας της Ακροδεξιάς που βλέπουμε να καταγράφεται σε όλη την Ευρώπη. Αυτό άλλαξε μετά τις τοπικές εκλογές στην Ανδαλουσία τον περασμένο Δεκέμβριο, όπου το έντονα εθνικιστικό και ακραίο Vox όχι μόνο κατάφερε να εισέλθει στο τοπικό κοινοβούλιο, αλλά συμμετέχει και στην τοπική κυβέρνηση σιγοντάροντας το Λαϊκό Κόμμα και του Ciudadanos. Ειδικοί υποστηρίζουν πως η καθυστέρηση του ακροδεξιού φαινομένου στην Ισπανία οφείλεται στο γεγονός ότι η 40χρονη δικτατορία του Φράνκο άφησε βαθιά το αποτύπωμά της στους ανθρώπους, η πλειονότητα των οποίων ήταν ευτυχής με την επιστροφή της Δημοκρατίας στη χώρα.
Παράλληλα, τα δεξιά κόμματα κάλυπταν στο παρελθόν και τη σιωπηλή ακροδεξιά πελατεία. Σήμερα, οι διαχωριστικές γραμμές φαίνεται πως είναι πιο ξεκάθαρες. «Το Λαϊκό Κόμμα κυριαρχούσε σε όλο το φάσμα της Δεξιάς από τα κεντροδεξιά μέχρι τα ακροδεξιά. Ήταν σαν μια μεγάλη οικογένεια, χωρίς διαχωρισμούς», ανέφερε ο Φερνάντο Κασάλ Μπερτόα. Αυτό δεν ισχύει πια και στον δεξιό συνασπισμό βρίσκονται σήμερα τρία κόμματα, το Λαϊκό, οι Ciudadanos και το Vox, που διεκδικούν να διαδραματίσουν όλο και μεγαλύτερο ρόλο.
Ο Ισπανός καθηγητής υποστηρίζει πως το Vox δεν είναι ένα καθαρόαιμο ακροδεξιό κόμμα, αλλά μάλλον θα το χαρακτήριζε ριζοσπαστικό δεξιό. Όπως εξηγεί το Vox, είναι πολύ διαφορετικό όπως κόμματα με νεοναζιστικές καταβολές, όπως για παράδειγμα η Χρυσή Αυγή στην Ελλάδα, η
Εναλλακτική για τη Γερμανία ή ο Εθνικός Συναγερμός στη Γαλλία. «Είναι αντιευρωπαϊκό, ωστόσο δεν είναι αντιδημοκρατικό και δεν εξαπολύει επιθέσεις κατά των ισπανικών θεσμών», επεσήμανε.
Το Vox έχει επενδύσει στην πόλωση που επικρατεί με το ζήτημα της ανεξαρτησίας της Καταλονίας, στήνοντας ένα μέτωπο απέναντι στους αυτονομιστές. Μάλιστα, αρκετοί ειδικοί τονίζουν πως τα αίτια της ύπαρξης του κόμματος αυτού κρύβονται στην Καταλονία και πως χωρίς τη διένεξη με την πιο πλούσια περιφέρεια της χώρας, θα βρισκόταν ενδεχομένως στην ανυποληψία. Με λίγα λόγια, η ισπανική Ακροδεξιά, με τις ιδιαιτερότητες που έχει, σχετίζεται περισσότερο με την αντίδραση ενός κομματιού της κοινωνίας απέναντι στις μονομερείς προσπάθειες των αυτονομιστών και από εκεί αντλεί τη δύναμή της.
Παράλληλα, όμως το Vox διαφημίζει την προσήλωσή του στις παραδοσιακές χριστιανικές αξίες, ενώ κρατά σκληρή στάση απέναντι στους μουσουλμάνους, μιλώντας συνεχώς για τον κίνδυνο που ενέχει το Ισλάμ για τη Δύση. Είναι μια στρατηγική που φαίνεται να του βγαίνει σε μεγάλο βαθμό, κάτι που διαφαίνεται από τη ραγδαία άνοδο των ποσοστών του. Και αυτό παρά το γεγονός πως η ισπανική εξακολουθεί να βλέπει ως «μαύρη κηλίδα» την περίοδο της δικτατορίας του Φράνκο.
Η ακροδεξιά στην Ισπανία δεν έχει τόσο ισχυρή παρουσία όπως για παράδειγμα τη Γαλλία, τη Σουηδία ή και τη Γερμανία, υποστήριξε ο Φερνάντο Κασάλ Μπερτόα. Ωστόσο γενικότερα η άνοδός της είναι μια πραγματικότητα για την οποία μέρος της ευθύνης τη φέρει και η Αριστερά. «Η δαιμονοποίηση και οι επιθέσεις της Αριστεράς είχαν ως αποτέλεσμα την εκτόξευση των ποσοστών της», δήλωσε ο Ισπανός καθηγητής, προσθέτοντας ότι η εμφάνιση του Vox στο προσκήνιο, στην ουσία, αποδυναμώνει τον δεξιό συνασπισμό, αφού στερεί ψήφους από το Λαϊκό Κόμμα.
Αναποφάσιστοι παραμένουν οι ψηφοφόροι
Καθοριστικό ρόλο στο εκλογικό αποτέλεσμα θα παίξει το ποσοστό της αποχής. Τα τελευταία χρόνια οι Ισπανοί ασκούν όλο και σε μικρότερο βαθμό το εκλογικό τους δικαίωμα και αυτή η τάση θα επιβεβαιωθεί και σε αυτή την αναμέτρηση. Εξίσου σημαντικό το ότι ακόμη και λίγες μέρες πριν ανοίξουν οι κάλπες, μεγάλη μερίδα των ψηφοφόρων δηλώνουν αναποφάσιστοι με πολλούς από αυτούς να μην είναι σίγουροι αν θα προσέλθουν καν στις κάλπες. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία που δημοσίευσε το δημόσιο κέντρο έρευνας CIS, σχεδόν το 40% των Ισπανών δεν έχει αποφασίσει ποιο κόμμα θα ψηφίσει. Το γεγονός αυτό κάνει πολύ δύσκολο το έργο των δημοσκόπων και έτσι οι εκτιμήσεις τους για τα μετεκλογικά σενάρια να μεταβάλλονται συνεχώς.
Για αυτό και τις τελευταίες μέρες όλα τα κόμματα έχουν ριχτεί στο κυνήγι των αναποφάσιστων. Η αποχή αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα εμπόδια του Σοσιαλιστή ηγέτη Πέδρο Σάντσεθ στην προσπάθειά του να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση. Αν και είναι ένα ζήτημα το οποίο πρέπει όλα τα κόμματα να αντιμετωπίσουν, εντούτοις είναι πιθανότερο είναι πως υπάρχουν λιγότεροι αναποφάσιστοι ανάμεσα στους παραδοσιακούς ψηφοφόρους του Λαϊκού Κόμματος και περισσότεροι στους παραδοσιακούς ψηφοφόρους των Σοσιαλιστών.
«Χορός» εκλογικών αναμετρήσεων
Οι ισπανικές γενικές εκλογές στις 28 Απριλίου θα είναι οι τρίτες από το 2015 και διεξάγονται μέσα σε ένα έντονα πολωτικό κλίμα, με τους πολίτες να είναι δύσπιστοι απέναντι στο πολιτικό σύστημα. Ας μην ξεχνούμε πως ο πρώην πρωθυπουργός Μαριάνο Ραχόι, στην ουσία, ανατράπηκε από τον Πέδρο Σάντσεθ, ο οποίος πάλι σχημάτισε κυβέρνηση μειοψηφίας και αναγκάστηκε να παραιτηθεί όταν έχασε την υποστήριξη των εθνικιστικών κομμάτων της Καταλονίας. Οι εκλογές του 2015 και του 2016 διέκοψαν το παραδοσιακό δικομματικό σύστημα της Ισπανίας, που είχε το Λαϊκό Κόμμα και το Σοσιαλιστικό να εναλλάσσονται στην εξουσία, χάρη στην εμφάνιση δύο νέων κομμάτων, του Podemos και του Ciudadanos.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι συνεχόμενες εκλογικές αναμετρήσεις να μεταμορφώσουν το ισπανικό πολιτικό τοπίο σε πολυπολικό. Τα δύο κόμματα της κεντροδεξιάς και της κεντροαριστεράς τώρα δυσκολεύονται να κερδίσουν συνολικά το 50% των ψήφων. Η αναμέτρηση της ερχόμενης Κυριακής αναμένεται πως θα ενισχύσει περαιτέρω την τάση του κατακερματισμού. Αν τα ποσοστά που θα εξασφαλίσουν οι δύο συνασπισμοί δεν είναι αρκετά ώστε να οδηγήσει τον έναν από αυτούς σε κυβέρνηση πλειοψηφίας, η αστάθεια θα συνεχιστεί, αφού τότε θα είναι πιθανόν η χώρα να χρειαστεί να καταφύγει ξανά στις κάλπες. Ένα ενδεχόμενο που θα προκαλέσει οργή στους Ισπανούς και θα τους αποξενώσει ακόμη περισσότερο από τα πολιτικά κόμματα.