Την έκδοση πολεοδομικής άδειας και μεταλλευτικής μίσθωσης σε περιοχή που εφάπτεται στην ήδη εκδοθείσα μεταλλευτική μίσθωση του Απλικιού επιδιώκει η Hellenic Copper Mines ltd (HCM), η οποία κατέθεσε Μελέτη Εκτίμησης Επιπτώσεων στο Περιβάλλον (MEΕΠ), που τίθεται σήμερα προς εξέταση από την Περιβαλλοντική Αρχή.

Το έργο είναι συμπληρωματικό του μεταλλευτικού έργου του Απλικιού της HCM και αφορά στη δημιουργία νέας περιοχής εκχύλισης χαλκούχου μεταλλεύματος, την αξιοποίηση παλαιών αποθέσεων μεταλλεύματος, καθώς και τη δημιουργία των απαιτούμενων δρόμων προσπέλασης.  

Η περιοχή αυτή υπήρξε αντικείμενο πρώην μεταλλευτικής δραστηριότητας στο παρελθόν, καθώς χωροθετείται εντός παλαιών αποθέσεων, οι οποίες δημιουργήθηκαν κατά την εκμετάλλευση του ανοικτού μεταλλείου του Απλικιού από τη Cyprus Mimes Corporation (CMC). Είναι μέρος της αποστρατικοποιημένης ζώνης («νεκρής ζώνης») από το 1974 και συνεπώς δεν έρχεται σε αντίθεση με οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα. Η υφιστάμενη πολεοδομική ζώνη χρήσης γης για την αιτούμενη περιοχή είναι η γεωργική (Γ3). Η γη είναι κρατική και δεν χρησιμοποιείται ούτε καν για βόσκηση, αφού είναι απομακρυσμένη και βρίσκεται εντός της ζώνης κατάπαυσης του πυρός. Η μόνη χρήση της είναι η διενέργεια περιπολιών από τα Ηνωμένα Έθνη από δρόμους, οι οποίοι δεν αναμένεται επί του παρόντος να επηρεασθούν. 

Η τοπογραφία της περιοχής χαρακτηρίζεται από απόκρημνες κοιλάδες και εξίσου απότομες βραχώδης πλαγιές. Το υψόμετρο κυμαίνεται μεταξύ 240 m στο χαμηλότερο σημείο, δηλαδή στο αυλάκι του ποταμού της Μαραθάσας, μέχρι γύρω στα 415 μ στο ψηλότερο σημείο στην περιοχή του Δυτικού Απλικιού. Ο ποταμός της Μαραθάσας είναι το σημαντικότερο κανάλι νερού, ρέει καθόλη τη διάρκεια του χρόνου και διασχίζει την περιοχή με κατεύθυνση από βορρά προς νότο.

Σύμφωνα με τη ΜΕΕΠ, το νέο έργο είναι απαραίτητο να υλοποιηθεί με βάση το αναθεωρημένο μεταλλευτικό πρόγραμμα παραγωγής του συνολικού έργου του Απλικιού. Το μεταλλευτικό πρόγραμμα εκσκαφών και αποθέσεων κρίθηκε απαραίτητο να αναθεωρηθεί, καθώς σημειώθηκε αιφνιδίως σημαντική μείωση στην τιμή πώλησης του χαλκού της τάξης του 25% (από 6,500 δολάρια/τόνο σε 5,000 δολάρια/τόνο) το καλοκαίρι του 2015, δηλαδή σχεδόν ταυτόχρονα με την έναρξη των εργασιών εντός της Μίσθωσης Απλικιού. Σύμφωνα με τους μελετητές, λόγω της μείωσης αυτής και για να καταστεί οικονομικά βιώσιμο το έργο, απαιτείται να προστεθούν αποθέματα, τα οποία παρόλο που είναι χαμηλότερης περιεκτικότητας σε χαλκό, δεν είναι απαραίτητη η αποκάλυψη στείρων για την εκμετάλλευσή τους.

Με άλλα λόγια η αξία τους ανά τόνο περιεχόμενου χαλκού είναι υψηλότερη και γι’ αυτόv τον λόγο πρέπει να γίνει πρόταξη των κοιτασμάτων αυτών, ενώ σε μεταγενέστερο στάδιο θα τύχουν εκμετάλλευσης κοιτάσματα πιο πλούσια αλλά με μεγαλύτερο λόγο αποκάλυψης. Το απόθεμα αυτό αποτελεί ήδη εξορυγμένο, οξειδωμένο μετάλλευμα που προέρχεται από πρώην μεταλλευτικές δραστηριότητες της CMC και βρίσκεται σε σωρούς εντός της αιτούμενης περιοχής. Η πρόταξη της αξιοποίησης των φτωχών εξορυγμένων αποθεμάτων και η μετάθεση των μεγάλων αποκαλύψεων σε μεταγενέστερο στάδιο, αλλάζει τον μεταλλευτικό σχεδιασμό, με αποτέλεσμα να απαιτούνται επιπρόσθετες επιφάνειες για σκοπούς εκχύλισης.

Στην υπό αδειοδότηση περιοχή συνολικής έκτασης 376.296 τ.μ. θα πραγματοποιηθεί μια νέα περιοχή εκχύλισης συνολικής επιφάνειας 55.000 τ.μ. η οποία θα αποτελείται από δύο ξεχωριστούς σωρούς εκχύλισης.

Στην περιοχή υπάρχουν 1.000.000 τόνοι ήδη εξορυγμένου φτωχού (0,27% Cu) μεταλλεύματος που καταλαμβάνει συνολική επιφάνεια 56.000 m2, απορρίμματα της CMC όπου η εταιρεία σκοπεύει να αξιοποιήσει. Στην περιοχή θα διανοιχτούν οι απαραίτητοι δρόμοι προσπέλασης για τη διακίνηση μηχανημάτων.  

Το μεταλλευτικό έργο στην περιοχή του Απλικιού βασίζεται στην εκμετάλλευση δύο χαλκούχων κοιτασμάτων, του υπολειπόμενου κοιτάσματος στο υφιστάμενο ανοικτό μεταλλείο του Απλικιού (Apliki Mine) και του κοιτάσματος στο Δυτικό Απλίκι (Apliki West), που δεν έχει τύχει εκμετάλλευσης μέχρι σήμερα και ενός παλαιού χαλκούχου αποθέματος χαμηλής περιεκτικότητας. Η δραστηριότητα, για την οποία έχουν ήδη εκδοθεί πολεοδομική άδεια και μεταλλευτική μίσθωση, θα πραγματοποιηθεί σε έκταση στην οποία θα περιλαμβάνονται τα μεταλλεία και άλλες εγκαταστάσεις (εργοστάσιο επεξεργασίας, σωροί εκχύλισης), με την τεχνολογία της υδρομεταλλουργίας.   

Συνοπτικά, για το μεταλλευτικό έργο του Απλικιού η παραγωγική διαδικασία αφορά στην εξόρυξη και επιτόπια θραύση του μεταλλεύματος, την εκχύλισή του σε σωρούς, τη συμπύκνωση του παραγόμενου διαλύματος σε ηλεκτρολύτη με κατεργασία του κυοφορούντος διαλύματος σε μονάδα επεξεργασίας χαλκούχου διαλύματος Solvent Extraction (SX) και τέλος τη μεταφορά του ηλεκτρολύτη με βυτιοφόρα οχήματα στο εργοστάσιο της Σκουριώτισσας για ηλεκτρόλυση και παραγωγή καθαρού μεταλλικού χαλκού. 

Δίπλα από περιοχές Natura 2000 η εκμετάλλευση 

Στα πλαίσια της εξέτασης και αξιολόγησης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων για τη λειτουργία εξορυκτικής εκμετάλλευσης στην περιοχή Απλίκι, ζητήθηκε Μελέτη Δέουσας Εκτίμησης Επιπτώσεων στο Περιβάλλον (ΜΔΕΕΠ), επειδή η περιοχή βρίσκεται εντός των περιοχών του Δικτύου Natura 2000 (ΤΚΣ) «Κοιλάδα των Κέδρων-Κάμπος» (CY2000008) και (ΖΕΠ) «Δάσος Πάφου» (CY2000006). Οι οικότοποι και τα είδη που διαβιούν ή χρησιμοποιούν την εν λόγω περιοχή προστατεύονται με βάση τις Νομοθεσίες 153(Ι)/2003 περί Προστασίας και Διαχείρισης της Φύσης και της Άγριας Ζωής και 152(Ι)/2003 περί Προστασίας και Διαχείρισης των Άγριων Πτηνών και Θηραμάτων.  

Η περιοχή Μελέτης (Δυτικό Απλίκι) έχει έκταση 132.824 τ.μ. και βρίσκεται περίπου 50 χλμ βορειοδυτικά της Λευκωσίας, εντός των ορίων της κοινότητας Καλοπαναγιώτη, ενώ απέχει περίπου 14 χλμ από το εν ενεργεία μεταλλείο της Σκουριώτισσας. Χωρίζεται σε δύο τμήματα: Στο τμήμα το οποίο θα πραγματοποιηθεί νέα εξόρυξη μεταλλεύματος (Δυτικό Απλίκι) και στο τμήμα του παλιού μεταλλείου Απλικίου, στο οποίο η εταιρεία θα εκμεταλλευτεί τα κοιτάσματα χαλκού που έχουν απομείνει (Μεταλλείο Απλικίου). Στην περιοχή μελέτης θα λαμβάνει χώρα μόνο η εξόρυξη του μεταλλεύματος, ενώ η περαιτέρω επεξεργασία θα πραγματοποιείται στις υφιστάμενες εγκαταστάσεις της εταιρείας στη Σκουριώτισσα. Η εξόρυξη θα έχει αντίκτυπο και στη φυσιογνωμία της περιοχής μελέτης, η οποία αναμένεται ότι θα αλλοιωθεί, ενώ το βάθος εξόρυξης αναμένεται να φτάσει τα 220 μέτρα. 

Μέτρα μετριασμού περιβαλλοντικών επιπτώσεων

Όπως αναφέρεται στα συμπεράσματα της Έκθεσης της Μελέτης Δέουσας Εκτίμησης, στην περιοχή έχουν διαπιστωθεί 5 είδη οικότοπων, 59 είδη χλωρίδας, 10 είδη θηλαστικών, 17 είδη ερπετών και 67 είδη πουλιών. Oι επιπτώσεις από την υλοποίηση του έργου δεν θα είναι αρνητικές και μη αναστρέψιμες, καθώς προτείνεται η υιοθέτηση όρων και μέτρων μετριασμού για ελαχιστοποίηση και εξάλειψη των επιπτώσεων. 

Οι όροι και τα μέτρα μετριασμού των περιβαλλοντικών επιπτώσεων αφορούν συγκεκριμένα στους στόχους διατήρησης των περιοχών, είναι απαραίτητα και ουσιαστικά, και διακρίνονται σε μέτρα που πρέπει να ληφθούν πριν την έναρξη και κατά τη διάρκεια των εργασιών εξόρυξης και μέτρα που πρέπει να ληφθούν για την αποκατάσταση της περιοχής. 

Σε ό,τι αφορά τα μέτρα αποκατάστασης που προτείνονται βασίζονται στη παραδοχή ότι η αποκατάσταση περιοχών που δέχονται την επίδραση έργων ή και δραστηριοτήτων σε περιοχές του Δικτύου Natura 2000, απαιτούν μια ολοκληρωμένη στρατηγική όσον αφορά στην προστασία, αναβάθμιση και βελτίωση του τοπίου, με σκοπό να αποφεύγονται οι μη εφαρμόσιμες λύσεις. Η αποκατάσταση του ανάγλυφου σε εγκαταλελειμμένα μεταλλεία όπου τα πετρώματα που φιλοξενούν τα μεταλλεύματα είναι λάβες, μέχρι σήμερα γινόταν κυρίως με την πάροδο του χρόνου, με φυσικούς τρόπους. Ωστόσο, θεωρείται ότι η διαδικασία φυσικής αποκατάστασης μπορεί να ενισχυθεί, επιταχυνθεί και ολοκληρωθεί με πιο αποτελεσματικό τρόπο.