Ως «κουτσό παπί», δηλαδή χωρίς να έχει τον έλεγχο του Κογκρέσου, ξεκινά το δεύτερο μισό της θητείας του Τζο Μπάιντεν στον Λευκό Οίκο. Οι δυσκολίες που περιμένουν τον Αμερικανό Πρόεδρο, αλλά και οι προκλήσεις είναι τεράστιες, αφενός γιατί η Βουλή που ελέγχεται, πλέον από το αντίπαλο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα δεν έχει δείξει καμιά διάθεση συναίνεσης, ώστε να ελπίζει πως το νομοθετικό του έργο θα έχει πιθανότητες να περάσει. Και αφετέρου γιατί η χώρα εισέρχεται σιγά – σιγά σε προεκλογική περίοδο για την εκλογή νέου Προέδρου.
Η πόλωση στην αμερικανική πολιτική σκηνή δημιουργεί έντονες αντιπαραθέσεις, εξηγεί στη συνέντευξή του στον «Φιλελεύθερο», ο Χαράλαμπος Παπασωτηρίου, καθηγητής διεθνών σχέσεων και στρατηγικών σπουδών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και πρόεδρος του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων. Οι πιθανότητες συναίνεσης είναι μικρές, καθώς δεν υπάρχει διάθεση για κάτι τέτοιο. «Δεν μετρά πλέον τόσο πολύ η ουσία ενός νομοσχεδίου όσο το να φανεί ότι το ένα κόμμα έχει νικήσει και το άλλο έχει χάσει», «ακριβώς όπως συμβαίνει με το ποδόσφαιρο, που στο τέλος εκείνο που μένει είναι η νίκη», επισημαίνει ο ίδιος.
Το επόμενο διάστημα θα δούμε τους μετριοπαθείς Ρεπουμπλικανούς να συγκρούονται με τους ακραίους, αυτούς που την περασμένη βδομάδα προσπάθησαν να εκβιάσουν την εκλογή του νέου προέδρου, της Βουλής, Κέβιν Μακάρθι. Πρόκειται για τα μέλη της υπερσυντηρητικής, ακροδεξιάς ουσιαστικά ομάδας Freedom Caucus, που κατηγορούν το Κογκρέσο συνολικά ότι εξυπηρετεί τα συμφέροντα των λόμπι και του κατεστημένου της Ουάσινγκτον και θεωρούν ότι αποστολή τους είναι να αλλάξουν ριζικά τον τρόπο λειτουργίας του σώματος.
Την ίδια στιγμή, και τα δύο κόμματα αρχίζουν να μπαίνουν σε θέση μάχης με φόντο τις εκλογές το 2024. Το τοπίο είναι θολό, πολλά όμως θα εξαρτηθούν από το αν ο Τζο Μπάιντεν και ο Ντόναλντ Τραμπ θα είναι τελικά υποψήφιοι. Οι ενδιάμεσες εκλογές τον περασμένο Νοέμβριο, έδειξαν πως η δυναμική του πρώην Προέδρου άρχισε να φθίνει και πως υπάρχουν άλλοι υποψήφιοι εξίσου ικανοί να κερδίσουν το κομματικό χρίσμα. «Ο Τραμπ κέρδισε το 2016 γιατί ήταν ο μόνος τραμπικός υποψήφιος, τώρα υπάρχουν και άλλοι, επισήμανε ο Χαράλαμπος Παπασωτηρίου, εξηγώντας πόσο βαθύ είναι το αποτύπωμα που αφήνει ο Αμερικανός πρόεδρος, τόσο στο ίδιο του το κόμμα, όσο και στο πολιτικό σύστημα της χώρας του.

-Κανονικά θα ήταν μια απλή διαδικασία. Χρειάστηκαν όμως 15 ψηφοφορίες για να εκλέξει η αμερικανική Βουλή τον νέο της πρόεδρο, Κέβιν Μακάρθι. Προοιωνίζει κάτι και τι μπορεί να είναι αυτό για το αμερικανικό πολιτικό σύστημα;
-Αυτό που είδαμε να καταγράφεται είναι κατά τη γνώμη μου επιστροφή στις πρακτικές που ξεκίνησαν με το Freedom Caucus, μιας συντηρητικής ομάδας βουλευτών επί προεδρίας του Μπαράκ Ομπάμα. Χάριν της ιδεολογικής καθαρότητας αυτή η ομάδα ήθελε να υπομονεύσει κάθε προσπάθεια συναινετικών νομοθετικών πρωτοβουλιών με το Δημοκρατικό Κόμμα. Βλέπουμε πως αναβιώνουν εκείνες οι πρακτικές, οι οποίες ήταν τόσο δυσάρεστες για τον τότε Ρεπουμπλικανό πρόεδρο της Βουλής, Τζον Mπόινερ, ο οποίος δεν άντεξε και παραιτήθηκε. Αυτό που ήθελαν οι Ρεπουμπλικανοί βουλευτές που αντιδρούσαν ήταν να δείξουν στον Κέβιν Μακάρθι ότι ακριβώς δεν θα δεχτούν συναινετικές πρωτοβουλίες με την προεδρία Μπάιντεν. Τα πράγματα θα είναι δύσκολα γιατί υπάρχουν δύο ζητήματα τα οποία πρέπει να ρυθμίζονται κάθε χρόνο. Το πρώτο είναι ο προϋπολογισμός και το δεύτερο η αύξηση του ορίου του ομοσπονδιακού χρέους. Πιστεύω, πως οι Ρεπουμπλικανοί θα χρησιμοποιήσουν αυτές τις δύο ετήσιες ψηφοφορίες για να μπλοκάρουν την ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Θα σταθώ στην κίνηση του Ντόναλντ Τραμπ να μεσολαβήσει, ώστε αυτοί οι ακραίοι βουλευτές τελικά να ψηφίσουν υπέρ του Κέβιν Μακάρθι για να λυθεί το ζήτημα. Μια κίνηση που τελικά επικρίθηκε και που ενδεχομένως αντικατοπτρίζει το γεγονός πως η δημοτικότητα του πρώην Προέδρου στους κόλπους του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος έχει αρχίσει να φθίνει.
-Ενδεχομένως, όμως, αν τελικά κατεβεί υποψήφιος για το 2024 να ξανακερδίσει την εμπιστοσύνη τους.
-Είναι κάτι που θα ξεκαθαρίσει σύντομα. Όμως, οι ενδιάμεσες εκλογές έδειξαν πως η απήχηση του Ντόναλντ Τραμπ μειώνεται. Πολλοί από τους υποψήφιους που υποστήριξε δεν εκλέγηκαν και αυτή είναι μια απόδειξη πως η επιρροή του φθίνει. Όπως, επίσης σημαντικό, είναι και το γεγονός πως παράγοντες όπως ο Ρούμπερτ Μέρντοκ έχουν αρχίσει να παίρνουν αποστάσεις.
-Επομένως, βρίσκεται το Ρεπουμπλικανικό κόμμα υπό ομηρεία μιας ακραίας μειοψηφίας; Θα μπορέσει να εκφράσει ενιαία άποψη ή θα δούμε ανάλογες εξελίξεις και για άλλα νομοθετικά θέματα;
-Οι Ρεπουμπλικάνοι είναι βαθιά διχασμένοι, όπως άλλωστε είναι και οι Δημοκρατικοί. Το ζήτημα είναι πως η διαφορά που χωρίζει τα δύο κόμματα στη Βουλή είναι ελάχιστες έδρες. Αν οι Δημοκρατικοί σταθούν ενωμένοι σε μια νομοθετική πρωτοβουλία του Τζο Μπάιντεν και καταφέρουν να φέρουν με το μέρος τους ελάχιστους μετριοπαθείς Ρεπουμπλικάνους, έχουν πιθανότητες να πετύχουν. Πιστεύω, πως δεν θα μπλοκαριστεί πλήρως η νομοθετική διαδικασία αλλά θα υπάρξουν, κατά περίπτωση, συμμαχίες.

-Πόσο εφικτό είναι αυτό το ενδεχόμενο;
-Αυτό είναι κάτι που θα εξαρτηθεί από την εκάστοτε περίπτωση. Υπάρχουν κάποιοι Ρεπουμπλικανοί βουλευτές που εξελέγησαν σε εκλογές περιφέρειες, που ο Τζο Μπάιντεν είχε πλειοψηφία το 2020. Αυτοί έχουν μεγαλύτερο κίνητρο να υποστηρίξουν νομοθετικές πρωτοβουλίες, που το εκλογικό σώμα στις περιφέρειες τους υποστηρίζει. Κάποιοι άλλοι, βέβαια δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να συναινέσουν.
-Γιατί είναι τόσο δύσκολο να συνεργαστούν τα δύο κόμματα;
-Γιατί τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια αυξημένη πόλωση στην αμερικανική κοινωνία γύρω από τα κόμματα. Δεν μετρά πλέον τόσο πολύ η ουσία ενός νομοσχεδίου όσο το να φανεί ότι το ένα κόμμα έχει νικήσει και το άλλο έχει χάσει. Δεν υπάρχει λόγος για εποικοδομητικό, νομοθετικό έργο αλλά αυτό που μετρά είναι να φανεί ότι ένα κόμμα έχει νικήσει. Ακριβώς όπως συμβαίνει με το ποδόσφαιρο, που στο τέλος εκείνο που μένει είναι η νίκη.
-Ποιες πιστεύετε πως θα είναι οι επιπτώσεις για την ατζέντα του Τζο Μπάιντεν τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό;
-Σίγουρα μπαίνουμε σε μια περίοδο, που δεν αναμένονται νομοθετικές επιτυχίες, όπως αυτές που καταγράφηκαν τα πρώτα δύο χρόνια της προεδρίας του Τζο Μπάιντεν.
-Συμφωνείτε με την άποψη πως το «φαινόμενο Τραμπ» απελευθέρωσε τα ακροδεξιά δαιμόνια εντός του κόμματος και τους προσέδωσε δυναμική και νομιμοποίηση; Ποιο ρόλο έπαιξε ο πρώην πρόεδρος για την εικόνα που έχουν οι Ρεπουμπλικανοί;
-Πάρα πολύ σημαντική ερώτηση. Έχω αναφέρει το Freedom Caucus, του οποίου η ιδεολογία είναι ρηγκανική δηλαδή λιγότερο κράτος, χαμηλότεροι φόροι. Αυτό που έκανε ο Ντόναλντ Τραμπ ήταν να αλλάξει το ιδεολογικό στίγμα των Ρεπουμπλικανών μετατρέποντάς το σε λαϊκίστικη δεξιά, με αιχμή το μεταναστευτικό, τον ρατσισμό, την υποτίμηση των δικαιωμάτων της LGBT+ κοινότητας. Σε κάποιο βαθμό, εγώ βλέπω πως επιστρέφουν οι ρηγκανικές τάσεις, χωρίς αυτό να σημαίνει πως ο τραμπισμός θα σβήσει. Θα συνεχίσει να επηρεάζει το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα σε μεγάλο βαθμό όπως φάνηκε και από τη νίκη του Ρον ντε Σάντις στη Φλόριντα τον περασμένο Νοέμβριο, ενός τραμπικού πολιτικού που όμως δεν υποστηρίζει τον Τραμπ.
-Πιστεύετε πως θα δούμε αυτά τα ακραία στοιχεία να αποδυναμώνονται μέσα στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα και στο τέλος να μην εκλέγονται κιόλας;
-Είναι μια τάση, όπως έδειξαν και οι ενδιάμεσες εκλογές τον περασμένο Νοέμβριο, που σε κρίσιμες περιφέρειες οι τραμπικοί υποψήφιοι ηττήθηκαν σε πολλές περιπτώσεις. Και όταν αναφέρομαι σε τραμπικούς, μιλώ για αυτούς που αρνούνταν να αποδεχτούν το αποτέλεσμα της εκλογικής αναμέτρησης του 2020, υποστηρίζοντας πως έγινε νοθεία για να κερδίσει ο Τζο Μπάιντεν. Αυτό μας λέει πως η επιρροή του πρώην πρόεδρου φθίνει και μάλλον και ο ίδιος το αναγνωρίζει.
-Διασπασμένο όμως είναι και το Δημοκρατικό Κόμμα. Ειδικά τώρα που χάθηκε η πλειοψηφία στη Βουλή θα δούμε τις διαφωνίες και τις έριδες να βγαίνουν στην επιφάνεια;
-Βέβαια και αυτό είναι ήδη κάτι που έχει διαφανεί από το 2021. Στη Βουλή υπάρχει η προοδευτική πτέρυγα των Δημοκρατικών, την οποία αντιπροσωπεύει στη Βουλή η Αλεξάντρια Οκάσιο Κόρτεζ και στη Γερουσία ο Τζο Μάτσιν και η Κίρστεν Σίνεμα, οι οποίοι θεωρούνται ανεξάρτητοι. Οι ισορροπίες είναι εύθραυστες και είναι δύσκολο να μιλούμε και για δημοκρατική πλειοψηφία στη Γερουσία, αφού οι δύο ανεξάρτητοι μπορούν να μπλοκάρουν οποιαδήποτε νομοθετική διαδικασία. Ο διχασμός είναι έντονος στο εσωτερικό του κόμματος. Και βλέπουμε ότι ο Τζο Μπάιντεν έχει συγκρουστεί και με τον Τζο Μάτσιν και την Κίρστεν Σίνεμα που θεωρούνται συντηρητικοί αλλά και με τους προοδευτικούς. Θεωρώ, όμως, πως η προοδευτική πτέρυγα των Δημοκρατικών έχει αρχίσει να απομονώνεται, καθώς το κόμμα δεν επιθυμεί να δίνει αυτή το στίγμα των εξελίξεων, αφού δείχνουν να θεωρούν πως το Κέντρο είναι αυτό που κερδίζει τις εκλογές.

Απέναντι σε τραμπικούς υποψήφιος ο Τραμπ
-Ο Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε πως θα είναι υποψήφιος. Όπως έχετε ήδη πει σαφώς και έχασε έδαφος στις ενδιάμεσες εκλογές. Σε ποιο βαθμό πιστεύετε πως αυτό θα έχει κόστος στη φιλοδοξία του να κερδίσει το 2024;
-Το πιο εμφανές σημάδι για το τι μπορεί να πετύχει το 2024 για μένα είναι το γεγονός πως η κόρη του Ιβάνκα ανακοίνωσε πως δεν θα συμμετάσχει την προεκλογική εκστρατεία του πατέρα της. Καθώς, η ίδια μάλλον φαίνεται να έχει πολιτικές φιλοδοξίες, η κίνησή της αυτή φανερώνει πως δεν θέλει να βυθιστεί με το καράβι του πρώην Προέδρου. Ο Ντόναλντ Τραμπ το 2024 δεν θα είναι στην ίδια ισχυρή θέση που ήταν το 2016 και ο λόγος είναι απλός. Το 2016 ήταν ο μόνος τραμπικός υποψήφιος, ενώ το 2024 υπάρχουν και άλλοι τραμπικοί όπως ο Ρον ντε Σάντις που είχε ένα πολύ καλό αποτέλεσμα στη Φλόριντα τον περασμένο Νοέμβριο.
-Αν δεν καταφέρει να εξασφαλίσει το χρίσμα πώς θα αντιδράσει; Θα μπορούσε να σαμποτάρει το ίδιο το κόμμα του και να ανακοινώσει μια ανεξάρτητη υποψηφιότητα;
-Φυσικά και μπορεί να το κάνει. Αν όμως συνεχίσει να φθίνει η δημοτικότητά του, όπως επίσης και η υποστήριξη που λαμβάνει για παράδειγμα από τα μέσα ενημέρωσης του Ρούμπερτ Μέρντοκ, ίσως ενδεχομένως και ο ίδιος να αποφασίσει να αποχωρήσει. Αν δούμε να υλοποιείται το σενάριο ανεξάρτητης υποψηφιότητάς του, το κόστος για τους Ρεπουμπλικανούς θα είναι μεγάλο, αφού θα επωφεληθούν σε μεγάλο βαθμό οι Δημοκρατικοί από τη διάσπαση αυτή. Ειδικά αν καταφέρει να τραβήξει μαζί του, ένα μεγάλο ποσοστό ψηφοφόρων.
-Ποιοι κατά τη γνώμη σας Ρεπουμπλικανοί είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν τον Ντόναλντ Τραμπ για το χρίσμα του κόμματος και στη συνέχεια να κερδίσουν και την τελική κούρσα το 2024;
-Αυτή τη στιγμή δημοσκοπικά μόνο ο Ρον ντε Σάντις μπορεί και «κοιτάζει» τον Ντόναλντ Τραμπ, ενώ οι υπόλοιποι βρίσκονται πολύ πίσω. Νίκι Χέιλι, Τεντ Κρουζ είναι μερικά από τα ονόματα που ακούγονται, καθώς επίσημα κανένας δεν έχει ανοίξει τα χαρτιά του. Και πάλι όμως να πούμε ότι το παιχνίδι είναι πιθανόν να παιχτεί ανάμεσα σε υποψήφιους που θεωρούνται τραμπικοί και ανάμεσα σε αυτούς που κρατούν αποστάσεις από τον τραμπισμό και οι οποίοι θα αναγκαστούν να προσαρμοστούν σε κάποιο βαθμό στις τραμπικές τάσεις του κόμματος, όπως είναι η Νίκι Χέιλι. Βέβαια είμαστε ακόμη στην αρχή και τίποτα δεν έχει κριθεί. Αρκεί να θυμηθούμε ότι όταν ξεκινούσε η προεκλογική κούρσα για το 2016 φαβορί ήταν ο Τζεμπ Μπους, ο οποίος στο τέλος δεν κέρδισε ούτε και μία πολιτεία και αποσύρθηκε.
Τα ανερχόμενα αστέρια των Δημοκρατικών
-Υπάρχει προφανής διάδοχος στην περίπτωση που αποσυρθεί ο Τζο Μπάιντεν; Ποια στελέχη του Δημοκρατικού Κόμματος πιστεύετε πως μπορούν και θέλουν να τον διαδεχθούν;
-Και στο δημοκρατικό στρατόπεδο επικρατεί μια αβεβαιότητα. Η αντιπρόεδρος Κάμαλα Χάρις παραδοσιακά θα μπορούσε να είναι μια ισχυρή υποψηφιότητα, όμως δημοσκοπικά δεν πάει καθόλου καλά και λίγοι δείχνουν να ποντάρουν σε αυτήν. Εκείνος που λαμβάνει υψηλό ποσοστό στις δημοσκοπήσεις είναι ο 39χρονος Πιτ Πουτίτζετζ, νυν υπουργός Μεταφορών, πρώην δήμαρχος μιας μικρής πόλης της Ιντιάνα, ανοιχτά δηλωμένος ομοφυλόφιλος και που έχει εμφανή πολιτικά ταλέντα. Έδειξε ότι έχει ικανότητες, είναι κεντρώος και έχει και φιλοδοξίες, αφού ήταν ξανά υποψήφιος το 2020. Υπάρχουν άλλα στελέχη όπως οι γερουσιάστριες, Έιμι Κλόμπουσαρ και Ελίζαμπεθ Γουόρεν, όπως επίσης και η κυβερνήτης του Μίσιγκαν, Γκρέτσεν Γουίτμερ που θεωρείται μάλιστα από τα ανερχόμενα αστέρια του Δημοκρατικού Κόμματος, που θα μπορούσαν δυναμικά να διεκδικήσουν το χρίσμα. Ειδικά η τελευταία είναι μια πολύ καλή περίπτωση, αφού κατεβαίνει και σε μια πολιτεία που θεωρείται κλειδί για το αποτέλεσμα των εκλογών. Ο Μπέρνι Σάντερς μάλλον είναι μεγάλος ηλικιακά για να κατεβεί ενώ αντίθετα η Αλεξάντρια Οκάσιο Κόρτζεζ πολύ νέα. Θα δούμε πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση, καθώς σίγουρα υπάρχουν στελέχη που έχουν τη δυνατότητα να κερδίσουν το χρίσμα και γιατί όχι και την τελική αναμέτρηση. Ακόμη, όμως είναι νωρίς για βέβαιες εκτιμήσεις, καθώς το τοπίο παραμένει ρευστό.
Στάση αναμονής ο Αμερικανός Πρόεδρος
-Το μεγάλο όμως ερώτημα είναι τι θα κάνει τελικά ο Τζο Μπάιντεν. Θα είναι υποψήφιος το 2024 παρά την προχωρημένη του ηλικία ή τελικά θα αποχωρήσει;
-Ο νυν Πρόεδρος κατέβηκε για πρώτη φορά υποψήφιος για το χρίσμα του κόμματός του το μακρινό 1988. Ο πειρασμός να κατέβει ξανά υποψήφιος είναι μεγάλος. Από την άλλη, όμως, αν τελικά ο Ντόναλντ Τραμπ δεν πάρει το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών και μια νέα γενιά έρθει στο προσκήνιο, οι πιθανότητες επανεκλογής του θα μειωθούν. Έχει πει πως θα είναι οπωσδήποτε υποψήφιος αν θα είναι ο Ντόναλντ Τραμπ. Μένει να δούμε τι θα κάνει τώρα που ξεφουσκώνει η δυναμική του αντιπάλου του. Πιστεύω, πως ακριβώς αυτά τα πράγματα θα ζυγίζει στο μυαλό του ο Αμερικανός Πρόεδρος, πριν πάρει την απόφασή του.
Ενδεχομένως να καθυστερήσει να ανακοινώσει την απόφασή του για να δει πως θα εξελιχθεί η κατάσταση με τον Ντόναλντ Τραμπ. Αλλά θεωρώ πως απέναντι σε ένα νέο ηλικιακά υποψήφιο, οι πιθανότητες επανεκλογής του μειώνονται. Λαμβάνοντας υπόψη πως οι προκριματικές και για τα δύο κόμματα θα ξεκινήσουν τον Φεβρουάριο του 2024, το σκηνικό αναμένεται να ξεκαθαρίσει μέσα στο 2023.