Η ψηφιακή εποχή έχει αλλάξει ριζικά τον τρόπο με τον οποίο αλληλεπιδρούμε, ενημερωνόμαστε και δραστηριοποιούμαστε στην κοινωνία. Τα social media δεν αποτελούν πλέον μόνο πλατφόρμες επικοινωνίας· αντιθέτως, αποτελούν και εργαλεία διαμόρφωσης συμπεριφορών, συμπεριλαμβανομένων των εγκληματικών τάσεων. Στην Ελλάδα, αλλά και στην Κύπρο, φαίνεται ότι αναδύεται μια νέα γενιά εγκληματιών μέσα από την επιρροή των social media, αλλάζοντας με αυτόν τον τρόπο τα παραδοσιακά μοτίβα παραβατικότητας.
Οι παραδοσιακές μορφές εγκλήματος, όπως για παράδειγμα η ληστεία, η σωματική βία ή ακόμα και το λαθρεμπόριο, εξακολουθούν να υπάρχουν, αλλά με μια διαφορετική μορφή. Δηλαδή, εξελίσσονται και προσαρμόζονται στη νέα ψηφιακή πραγματικότητα. Αυτό σημαίνει ότι τα social media παρέχουν στις εγκληματικές ομάδες νέα μέσα για να οργανώνονται, να στρατολογούν μέλη και να διακινούν παράνομες δραστηριότητες χωρίς φυσική επαφή. Παραδείγματος χάριν, οι απάτες τύπου phishing, το revenge porn, οι κυβερνοεκβιασμοί, το διαδικτυακό bullying και το trafficking είναι μόνο μερικά από τα εγκλήματα που ανθούν μέσα από τις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης.
Επιπλέον, τα social media ενισχύουν μια κουλτούρα προβολής πλούτου και ισχύος, κάτι που επηρεάζει κυρίως τις νεαρές ηλικίες. Η προβολή παραβατικών συμπεριφορών, όπως η κατοχή όπλων, ναρκωτικών ή χρημάτων αμφιβόλου προέλευσης, δημιουργεί νέα κοινωνικά πρότυπα εγκληματικής επιτυχίας. Επίσης, η δημιουργία κλειστών ομάδων στο Telegram, το WhatsApp και άλλα μέσα επιτρέπει σε εγκληματικές ομάδες να οργανώνουν επιχειρήσεις, να ανταλλάσσουν πληροφορίες και να δρουν με σχετική ανωνυμία.
Είναι γεγονός ότι οι νέοι στην Ελλάδα και την Κύπρο εκτίθενται σε περιεχόμενο που μπορεί να επηρεάσει τη συμπεριφορά τους προς την εγκληματικότητα. Τα social media λειτουργούν ως εργαλεία κανονικοποίησης παράνομων πρακτικών. Κάποια παραδείγματα κατηγοριών είναι οι digital hustlers ή αλλιώς «έξυπνοι» απατεώνες, οι cyberbullies, αλλά και οι influencers. Η πρώτη κατηγορία αποτελεί ένα νέο προφίλ παραβατικότητας νεαρών digital scammers, οι οποίοι χρησιμοποιούν τα social media για οικονομικές απάτες, όπως ψεύτικες επενδύσεις σε κρυπτονομίσματα, διαδικτυακές πυραμίδες και «dropshipping απάτες». Στην Ελλάδα και την Κύπρο, πολλοί νεαροί επηρεάζονται από διεθνείς influencers που προωθούν τέτοια μοντέλα «γρήγορου πλουτισμού». Η κατηγορία του cyberbullying έχει εξελιχθεί σε μια μορφή εξαναγκασμού και εκβιασμού, με νεαρούς να χρησιμοποιούν προσωπικές φωτογραφίες και πληροφορίες άλλων για να ασκήσουν πίεση ή να αποσπάσουν χρήματα. Στην Κύπρο, καταγράφονται αυξανόμενες περιπτώσεις sextortion (σεξουαλικός εκβιασμός μέσω διαδικτύου). Όσον αφορά την κατηγορία των «παράνομων» influencers, ορισμένοι νέοι εγκληματίες χρησιμοποιούν τα social media για αυτοπροβολή. Αυτό σημαίνει ότι σελίδες στο Instagram και το TikTok παρουσιάζουν εγκληματικές δραστηριότητες ως lifestyle, δημιουργώντας μια γενιά που επιθυμεί να γίνει «διάσημη» μέσα από παράνομες πράξεις. Αυτό είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό, καθώς ενθαρρύνει τη νεανική εγκληματικότητα.
Οι συμμορίες δεν περιορίζονται πλέον στις γειτονιές, αλλά επεκτείνονται διαδικτυακά. Νέες ομάδες παραβατικών νεαρών χρησιμοποιούν τα social media για να οργανώσουν κλοπές, επιθέσεις και παράνομες αγοραπωλησίες. Στην Αθήνα και τη Λευκωσία, οι αρχές έχουν εντοπίσει ομάδες που χρησιμοποιούν το TikTok για να προκαλέσουν και να αναδείξουν τη βία τους. Τα social media χρησιμοποιούν διάφορες μεθόδους για να επιτύχουν τον επιθυμητό στόχο τους. Αρχικά, υπάρχει η ανωνυμία, αλλά και η ψευδαίσθηση της ατιμωρησίας. Αυτό σημαίνει ότι οι εγκληματίες θεωρούν ότι μπορούν να ξεφύγουν πιο εύκολα από τον νόμο. Δεύτερον, υπάρχει η ψηφιακή αποστασιοποίηση. Οι νεαροί θεωρούν τις πράξεις τους λιγότερο «πραγματικές» όταν πραγματοποιούνται μέσω μιας οθόνης. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι οι γονείς δεν κατανοούν πάντα τον ψηφιακό κόσμο των παιδιών τους, επιτρέποντας έτσι την έκθεσή τους σε επικίνδυνο περιεχόμενο. Επιπλέον, υπάρχει εύκολη πρόσβαση σε παράνομες δραστηριότητες.
Για να μειωθεί η επίδραση των social media στην εγκληματικότητα, απαιτούνται συνδυασμένες ενέργειες. Η σχολική και οικογενειακή εκπαίδευση πρέπει να προετοιμάσει τους νέους για τους κινδύνους των social media. Είναι απαραίτητο να υπάρξει επίσης νομικός εκσυγχρονισμός. Με άλλα λόγια, οι νόμοι πρέπει να προσαρμοστούν στη νέα ψηφιακή πραγματικότητα, με αυστηρότερες κυρώσεις για εγκλήματα μέσω διαδικτύου. Επίσης, πολύ σημαντική είναι η συμβολή μέσω ψηφιακής αστυνόμευσης. Οι αρχές πρέπει να ενισχύσουν τις διαδικτυακές έρευνες και να αναπτύξουν εξειδικευμένες ομάδες αντιμετώπισης του κυβερνοεγκλήματος. Πρωτοβουλίες που προωθούν υγιή εναλλακτικά πρότυπα (τέχνη, αθλητισμό, επιχειρηματικότητα) μπορούν να αποτρέψουν τους νέους από την παραβατικότητα.
Η νέα γενιά εγκληματιών στην Ελλάδα και την Κύπρο δεν δρα πια μόνο στον φυσικό κόσμο, αλλά και στον ψηφιακό. Τα social media έχουν αλλάξει τον τρόπο διαμόρφωσης της παραβατικότητας, δημιουργώντας νέες μορφές εγκλήματος και επιτρέποντας στους νέους να εμπλακούν σε παράνομες δραστηριότητες με μεγαλύτερη ευκολία. Για να περιοριστεί το φαινόμενο, είναι κρίσιμο να κατανοήσουμε το νέο περιβάλλον και να δράσουμε τόσο σε νομικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο.
*Κοινωνική Εγκληματολόγος – Εγκληματολογική Ψυχολόγος, Καθηγήτρια στην Αστυνομική Ακαδημία της Ελλάδος