Αυτή τη στιγμή ενώπιον της Βουλής των Αντιπροσώπων βρίσκονται μια σειρά από κυβερνητικά νομοσχέδια και προτάσεις νόμου κομμάτων, που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, άμεσα ή έμμεσα, έχουν να κάμουν με τη λειτουργία των ΜΜΕ και την αποστολή της δημοσιογραφικής κοινότητας. Από την τελική έκβαση των συγκεκριμένων νομοσχεδίων και προτάσεων νόμου θα επηρεαστεί και το δημοσιογραφικό περιεχόμενο που φτάνει σήμερα στον τελικό αποδέκτη, που είναι το κοινό, διαδικτυακοί επισκέπτες, αναγνώστες, ακροατές και τηλεθεατές. Και δεν θα επηρεαστεί απλώς το δημοσιογραφικό περιεχόμενο, οι δημοσιογραφικές πηγές κινδυνεύουν να καταστούν πιο ευάλωτες και η ελευθερία έκφρασης πιο δυσκίνητη.

Το δημοσιογραφικό περιεχόμενο, το δημοσιογραφικό προϊόν που διαχέεται σήμερα παντού και ποικιλοτρόπως χρήζει περαιτέρω ρύθμισης και ελέγχου; Το ισχύον θεσμικό πλαίσιο είναι αρκούντως επαρκές επί τούτου. Ωστόσο, θα ήταν ανειλικρινές να ισχυριστούμε ότι ενίοτε δεν παρατηρούνται παρεκτροπές και υπερβολές εκ μέρους ΜΜΕ και δημοσιογράφων. Για τη διαχείριση αυτών των φαινομένων υπάρχει το αρμόδιο θεσμικό όργανο που είναι η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, στην οποία και μετέχουν όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς. Συνεπώς, οτιδήποτε εμπίπτει στη δεοντολογία εξετάζεται ήδη. Οτιδήποτε άλλο έχει ποινική ή αστική υφή τυγχάνει διαχείρισης μέσω του συστήματος απονομής Δικαιοσύνης. Η Ένωση Συντακτών Κύπρου, όπως και όλη η δημοσιογραφική κοινότητα, σε σχέση με τα ηθικά και δεοντολογικά ζητήματα, δεν είμαστε διατεθειμένοι να αποδεχτούμε οποιαδήποτε άλλη διαδικασία που να εκφεύγει από την αρχή της αυτορρύθμισης, η οποία και είναι απαραβίαστη για σκοπούς ανεξαρτησίας του κλάδου και της δημοσιογραφικής αποστολής. Στα θέματα δεοντολογίας και τάξης αυτορρύθμιση ισχύει και για τους γιατρούς, τους δικηγόρους, τους λογιστές και πολλούς άλλους κλάδους. Το ίδιο ισχύει και θα πρέπει να συνεχίσει να ισχύει και για τους δημοσιογράφους.

Ας επανέλθουμε όμως στα νομοθετήματα που εκκρεμούν στη Βουλή και ελλοχεύουν σοβαρότατους κινδύνους να συρρικνωθεί η ελευθερία έκφρασης και να τεθεί υπό ασφυκτικό  κλοιό το δημοσιογραφικό περιεχόμενο. Όσον αφορά το νομοσχέδιο που προωθεί το υπουργείο Δικαιοσύνης από κοινού με τη Νομική Υπηρεσία, με τροποποίηση του Ποινικού Κώδικα και στόχο την ποινικοποίηση της δυσφήμισης, είναι γνωστός ο σάλος που προηγήθηκε. Τα δημοσιεύματα και οι απόψεις που εμπεριέχουν δεν ποινικοποιούνται. Επί του θέματος συντάχθηκαν μαζί μας όλοι οι δημοσιογραφικοί φορείς παγκοσμίως. Προς το παρόν το όλο θέμα, λόγω και της κατακραυγής που προκλήθηκε, έμεινε στάσιμο. Αλλά κανείς δεν ξέρει αν θα επανέλθει και πώς.

Ανάλογες ανησυχίες, προβληματισμοί και απορίες προκύπτουν και από νομοσχέδιο του υπουργείου Εσωτερικών για τη θέσπιση πλαισίου για τις υπηρεσίες των Μέσων Ενημέρωσης στην εσωτερική αγορά. Τα ίδια ισχύουν και γι’ ακόμα ένα νομοσχέδιο του ΥΠΕΣ που αφορά την ενιαία αγορά ψηφιακών υπηρεσιών. Τα ίδια ισχύουν και για πρόταση νόμου που αναφέρεται στη ρύθμιση της διενέργειας δημοσκοπήσεων και στη δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων τους. Παρεμφερή ζητήματα που ελλοχεύουν  σοβαρότατους  κινδύνους για την ελευθερία έκφρασης συζητούνται και στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Αλλά υπάρχει ακόμα ένα νομοσχέδιο, βραδυφλεγής βόμβα στα θεμέλια της διερευνητικής δημοσιογραφίας, που δεν έφτασε ακόμη ενώπιον της Βουλής. Πρόκειται και πάλι για νομοσχέδιο του ΥΠΕΣ που υποτίθεται ότι θεσπίζεται για να προστατεύσει ΜΜΕ και δημοσιογράφους, αλλά στην ουσία καταργεί το δημοσιογραφικό απόρρητο! Για την ακρίβεια αφήνει το δημοσιογραφικό απόρρητο να επαφίεται στην κρίση του Γενικού Εισαγγελέα ή της ΚΥΠ!

Θα το πούμε όσο πιο απλά γίνεται: Να μην κάψουμε το πάπλωμα για τον ψίλλο! Μπορεί οι προθέσεις να είναι αγαθές, που δεν είναι πάντα, όμως κανείς δεν κρίνεται γι’ αυτές αλλά για το αποτέλεσμά τους. Αφήστε αλώβητο το δημοσιογραφικό περιεχόμενο. Είναι προτιμότερο να έχουμε κάποια κενά ή μερικές αδυναμίες στις σχετικές ρυθμίσεις, παρά να οδηγηθούμε σε ανελεύθερους και δυσλειτουργικούς θεσμικούς περιορισμούς.

*Πρόεδρος της Ένωσης Συντακτών Κύπρου.