Σε πρόσφατο άρθρο μου που δημοσιεύθηκε στην Επετηρίδα Κέντρου Μελετών Ιεράς Μονής Κύκκου (2025), παρουσίασα τον κατάλογο των συνδρομητών από την Κύπρο για το πεντάτομο έργο του Αθανασίου Σταγειρίτη, Ωγυγία (Βιέννη 1815-1820). Όπως έχει επισημάνει ο Φίλιππος Ηλιού, οι κατάλογοι των συνδρομητών βιβλίων είναι «μια από τις ελάχιστες και πιο πολύτιμες πηγές που διαθέτουμε, για να διευρύνουμε το παραδοσιακό πεδίο της έρευνας και να οδηγηθούμε σε μια κοινωνική ιστορία της ελληνικής πνευματικής ζωής, από τα μέσα του 18ου ως τα τέλη, περίπου, του 19ου αιώνα».

Στην πεντάτομη Ωγυγία, με τον τελευταίο τόμο της να κυκλοφορεί στις παραμονές της Ελληνικής Επανάστασης, από τους 256 συνολικά συνδρομητές, οι 48 κατοικούσαν στην Κύπρο και παρήγγειλαν 90 σειρές βιβλίων. Ο πλήρης τίτλος του έργου, το οποίο αφιέρωσε ο συγγραφέας στον Ιωάννη Καποδίστρια, ήταν: Ωγυγία ή Αρχαιολογία. Περιέχουσα των Αρχαιοτάτων Εθνών, ή των δύο Πρώτων Αιώνων του Αδήλου και Ηρωικού, την Ιστορίαν, τας Κοσμογονίας, Θεογονίας, την αρχήν και πρόοδον της Ειδωλολατρείας, και πάσης Κτιστολατρείας, τας Ιεροπραξίας, Ιεροσκοπίας, Μυθολογίαν πληρεστάτην των Θεών και Ηρώων κατά γενεαλογίαν, σαφηνιζομένην διά της Ιστορίας και Αλληγορίας, τας Τελετάς, τους Αγώνας, τα Μαντεία, και πάντα τα συμβεβηκότα και Έθιμα, προς γνώσιν της Αρχαιολογίας, και κατάληψιν των Ποιητών και Συγγραφέων, συνταχθείσα υπό Αθανασίου Σταγειρίτου. Καθηγητού της Ελληνικής γλώσσης εν τη εν Βιέννη της Αουστρίας Καισαροβασιλική Ακαδημία των Ανατολικών γλωσσών.

Ο Αθ. Σταγειρίτης καταγόταν από τη Χαλκιδική, έζησε στην Τρανσυλβανία και από το 1807 ήταν ψάλτης στον ναό του Αγίου Γεωργίου της Βιέννης, όπου παράλληλα δίδασκε στην Ακαδημία Ανατολικών γλωσσών. Στη Βιέννη εξέδωσε και το περιοδικό Καλλιόπη (Ιανουάριος 1819 – Μάιος 1821), κύριο ιδεολογικό όργανο των αντιπάλων του Κοραή και προπύργιο των συντηρητικών απόψεων για το εκπαιδευτικό και γλωσσικό ζήτημα της εποχής, που συμπορεύονταν με τη γραμμή του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως. Η έκρηξη της Ελληνικής Επανάστασης άλλαξε δραματικά τη ζωή του: τα βιβλία του καταστράφηκαν, έχασε την εργασία του και συνελήφθη από την αυστριακή αστυνομία. Μετά το 1830 κατήλθε στην Ελλάδα, εργάστηκε ως δάσκαλος στην Κορινθία και απεβίωσε στο Άργος τον Ιούνιο του 1834.

33 Κύπριοι συνδρομητές της Ωγυγίας είχαν προεγγραφεί για ένα αντίτυπο του πεντάτομου έργου και οι υπόλοιποι 15 για περισσότερα. Για δέκα σειρές είχε εγγραφεί ο Αρχιεπίσκοπος Κυπριανός, για πέντε οι Μητροπολίτες Πάφου, Κιτίου και Κυρηνείας, ο Ηγούμενος Κύκκου και ο «σακελάριος του Μακαριωτάτου» παπαΣάββας, ο εύπορος πατέρας των αδελφών Θησέων. Οι παραγγελίες αυτές δείχνουν αγάπη για το βιβλίο και φροντίδα για την παιδεία του υπόδουλου Ελληνισμού και επιπλέον φανερώνουν την οικονομική ευχέρεια ή τον πλούτο των εκκλησιαστικών θρόνων και συγκεκριμένων οικογενειών.

Δώδεκα Κύπριοι συνδρομητές ήταν ιεράρχες ή κατώτεροι κληρικοί. Είχαν γραφτεί για 45 πεντάτομα, τα μισά ακριβώς από τα 90 που παραγγέλθηκαν από το νησί. Ο Κατάλογος των συνδρομητών δημοσιεύθηκε μεν το 1820, ωστόσο είχε συνταχθεί νωρίτερα, κατά το 1814-1815. Έτσι, τέσσερις, τουλάχιστον, από τους Κύπριους συνδρομητές της Ωγυγίας είχαν αποβιώσει πριν από το 1820, ενώ για άλλους δύο δεν εντόπισα καμιά πληροφορία ή δεν ταυτίζονται με βεβαιότητα. Από τους υπόλοιπους, περισσότεροι από τους μισούς υπήρξαν άμεσα θύματα της φρίκης της 9ης Ιουλίου: οκτώ εκτελέστηκαν με μαρτυρικό θάνατο (Αρχιεπίσκοπος Κυπριανός, Πάφου Χρύσανθος, Κιτίου Μελέτιος, Κυρηνείας Λαυρέντιος, Πέτρος Οικονομίδης, Χριστόδουλος Κουρτελλαρίδης, Νικόλαος Πετσοπούλης, Γιαννάκης Πασπαλίδης), δώδεκα (τουλάχιστον) εγκατέλειψαν την Κύπρο για να γλυτώσουν τη ζωή τους ή βρέθηκαν στην επαναστατημένη Ελλάδα (Τριμυθούντος Σπυρίδων, Δαβίδ Οικονομίδης, Ευάγγελος Ελευθερούδης, Νικόλαος Οικονομίδης,  Γεώργιος Οικονομίδης, Ιωάννης Κραμβής, Σέργιος Πασχαλίδης, Κωνσταντίνος Γεωργιάδης, Κωνσταντίνος Χ. Κουμή, Χ’’ Κυργέης Σαρίπογλου, Κυπριανός Θησεύς και Νικόλαος Θησεύς) και άλλοι δύο εξισλαμίστηκαν κατ’ επίφαση (Ανδρέας Σολομωνίδης και Ιωάννης Βαπτιστής Μπενεδούτσης). Μια ακόμη επιβεβαίωση των τεράστιων αρνητικών συνεπειών των ιουλιανών σφαγών του 1821 στην πνευματική και πολιτιστική ανάπτυξη των υπόδουλων Κυπρίων.

Οι περισσότεροι συνδρομητές του πεντάτομου έργου του Αθ. Σταγειρίτη κατοικούσαν στη Λευκωσία, συνδέονταν με την Αρχιεπισκοπή και τον Αρχιεπίσκοπο Κυπριανό και ανήκαν σε συγκεκριμένες οικογένειες προκρίτων που διαμόρφωναν μια οιονεί αστική τάξη στο νησί. Μερικοί είχαν πάρει εκκλησιαστικά οφίκια από τον Αρχιεπίσκοπο Χρύσανθο που «πιστοποιούσαν» την κοινωνική τους ανέλιξη, είχαν ποικίλες οικονομικές δραστηριότητες κυρίως αγοραπωλησίες γης, δανεισμό χρημάτων, ενοικίαση ή συγκέντρωση των φόρων, και είχαν συνδράμει στην εκπαιδευτική άνοιξη και στη λειτουργία των Ελληνικών Σχολών στη Λευκωσία (1812) και στη Λεμεσό (1819). Όλα τα παραπάνω αποτελούν χαρακτηριστικές ενδείξεις μιας ανερχόμενης κοινωνικής ομάδας Ελλήνων Κυπρίων, που υιοθετεί στα νεωτερικά γνωρίσματά της και τη βιβλιοφιλία. Από τους απόντες, γεννά ερωτηματικά η ηχηρή έλλειψη συνδρομητών από τη Λάρνακα, το μεγάλο εμπορικό, προξενικό και οικονομικό κέντρο του νησιού, όπου παραδοσιακά οι επαφές με τη Δύση ήταν περισσότερες. Οφειλόταν αυτή σε πρακτικούς λόγους ή εκφράζει μια αποστασιοποίηση από τη Λευκωσία του Αρχιεπισκόπου Κυπριανού και του κύκλου του; Είναι ένα ζήτημα που αξίζει να ερευνηθεί.

Αναμφίβολα, η μεγάλη κυκλοφορία στην Κύπρο της προεπαναστατικής περιόδου της πεντάτομης Ωγυγίας του Αθανάσιου Σταγειρίτη δεν αντιπροσωπεύει την αντίστοιχη «μέση» κυκλοφορία του ελληνικού βιβλίου στο νησί. Ωστόσο, αποτελεί σαφέστατη ένδειξη υπαρκτής φιλαναγνωσίας και σύνδεσης με τα ρεύματα του Νεοελληνικού Διαφωτισμού και μιας τάσης για δημιουργία ιδιωτικών βιβλιοθηκών. Απομένει αναπάντητο το ερώτημα πού οφειλόταν το αυξημένο κυπριακό ενδιαφέρον για το πεντάτομο έργο του Σταγειρίτη. Υπήρχε κάποιο δίκτυο που συνέδεε τον συγγραφέα με την Κύπρο ή τον Αρχιεπίσκοπο Κυπριανό; Είχαν, μήπως, συνυπάρξει στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες; Σήμαινε η μεγάλη διάδοση του έργου του Σταγειρίτη στην Κύπρο και πιθανή συστράτευση στον κύκλο του Παναγιώτη Κοδρικά στην αντιπαράθεση με τον Αδαμάντιο Κοραή; Είναι ζητήματα που αναμένουν απαντήσεις και που σίγουρα, μετά την 9η Ιουλίου 1821, απέκτησαν εντελώς διαφορετικές διαστάσεις και σημασία.

*Αναπληρωτής Καθηγητής, Κοσμήτορας Πανεπιστημίου Κύπρου