«Στα ρεζιλίκια μας τοκίζοντας κανείς ποτέ δεν χάνει»

Στίχος του Δ. Σαββόπουλου («Μην περιμένετε αστειάκια»)

«Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει», είχε γράψει μελαγχολικά ο Γιώργος Σεφέρης, πριν από σχεδόν 90 χρόνια. Αμφιβάλλω αν θα έλεγε κάτι διαφορετικό σήμερα και, σε κάθε περίπτωση, θα είχε πολλούς λόγους να συμπεριλάβει την Κύπρο σε αυτό τον αφορισμό. Ίσως, μάλιστα, να ήταν ακόμη πιο κατηγορηματικός με την Κύπρο που τόσο αγαπούσε.  

Δεν περνάει βδομάδα σχεδόν που να μην αποκαλυφθεί κάποιο σκάνδαλο, παρανομία, αυθαιρεσία, σύγκρουση συμφέροντος ή πράξη αδιαφάνειας, ευνοιοκρατίας, αναξιοκρατίας ή θεσμικής αβελτηρίας στο δημόσιο βίο. Η θεσμική παρακμή και η αξιακή σήψη θεωρούνται τόσο αυτονόητα που, κατά τη φράση γραφικού δικηγορίσκου, στοιχειοθετούν την πραγματικότητα – «this is Cyprus». Το «κρύψετε να περάσουμε» συνιστά τρόπο ζωής.

Άνθρωποι σε θέσεις ευθύνης αποδεικνύονται κατώτεροι – ή, τουλάχιστον, ελλιποβαρείς – των απαιτήσεων του αξιώματός τους. Ακόμη χειρότερη και από την ιδιοτελή συμπεριφορά είναι η έλλειψη ντροπής. Το χειρότερο όλων; Η διάχυτη ανελπιστία· η αίσθηση ότι δεν μπορεί να αλλάξει τίποτε.

Ιδού τρία παραδείγματα της πλέον πρόσφατης εσοδείας. Το καθένα από αυτά αναδεικνύει και μία όψη της Κύπρου που μας πληγώνει και μας ντροπιάζει.

1. Μίζες και ατιμωρησία. Πριν από λίγες μέρες, συζητήθηκαν στην Επιτροπή Θεσμών της Βουλής οι τρόποι για την επιβολή κυρώσεων σε έξι κατασκευαστικές εταιρίες οι οποίες, το 2015, είχαν καταδικαστεί για μίζες ύψους 1 εκατ. στο σκάνδαλο του Συμβουλίου Αποχετεύσεων Πάφου («Φ», 26/2/25). Αποκαλύφθηκε ότι δεν έχουν επιβληθεί ακόμη ουσιαστικές κυρώσεις. Ούτε αποκλείσθηκαν οι εταιρίες αυτές από μελλοντικές συμβάσεις του Δημοσίου!

Το θέμα συζητήθηκε και πέρυσι στην ίδια επιτροπή, αλλά ουδέν έγινε. Θεσμικά αρμόδιοι φορείς, όπως το ΕΤΕΚ, το Συμβούλιο Εγγραφής και Ελέγχου Εργοληπτών Οικοδομικών και Τεχνικών Έργων, και η Επιτροπή Αποκλεισμού από τις Δημόσιες Συμβάσεις, ομφαλοσκοπούν – δεν ανέλαβαν αποτελεσματική δράση ακόμη (αν ποτέ). Στις γραφειοκρατίες, ο καλύτερος τρόπος να μην κάνεις κάτι είναι να αδρανείς νομοτύπως: συζητάς, ξανασυζητάς, παραπέμπεις σε μελλοντικές συζητήσεις, τανύζεις το χρόνο, μαστορεύεις τη διαδικασία, κοκ. Το θέμα καταχωνιάζεται, η επικαιρότητα μετακινείται, ποιος θα το θυμάται…

Τι μήνυμα εκπέμπεται από τέτοιες πρακτικές; Η διαφθορά δεν τιμωρείται. Ποιες είναι οι συνέπειες; Περισσότερη διαφθορά. Γιατί πρέπει να μας ενοχλεί; Διότι, πέρα από την αυτονόητα ηθική διάσταση, καμία κοινωνία δεν μπορεί να ευημερήσει αν προάγει τη φαυλότητα. Καμία οικονομία δεν μπορεί να είναι βιώσιμα ακμαία αν στηρίζεται σε σάπια αξιακά θεμέλια.

2. Προαγωγή σε ηγετική θέση στην Αστυνομία. Προήχθη πρόσφατα σε Βοηθό Αρχηγό Αστυνομίας ο κ. Μιχάλης Κατσουνωτός. Τι το αξιοπερίεργο; Μα δεν είναι ο ίδιος αξιωματικός της Αστυνομίας για τον οποίο, το 2022, μετά από καταγγελίες της τότε διευθύντριας των Κεντρικών Φυλακών Λευκωσίας, το πόρισμα του ανεξάρτητου ποινικού ανακριτή διαπίστωσε ότι πιθανώς διέπραξε τα ποινικά αδικήματα της κατάχρησης εξουσίας και συνωμοσίας; Ο Γενικός Εισαγγελέας, εγνωσμένα ακάματος φρουρός της νομιμότητας, αρνήθηκε τότε να ασκήσει ποινική δίωξη στον κ. Κατσουνωτό για λόγους «δημοσίου συμφέροντος».

Πάλι για λόγους «δημοσίου συμφέροντος», ο ίδιος αξιότιμος Γενικός Εισαγγελεύς αρνήθηκε να ασκήσει ποινική δίωξη σε βάρος του κ. Κατσουνωτού, παρά το γεγονός ότι η Ανεξάρτητη Αρχή Κατά της Διαφθοράς είχε παραπέμψει τον κ. Κατσουνωτό στον Γενικό Εισαγγελέα για ενδεχόμενη διάπραξη αδικήματος (29/12/2023). Ο λόγος της παραπομπής; Ο κ. Κατσουνωτός είχε αρνηθεί να απαντήσει σε ερωτήσεις της Αρχής για την υπόθεση του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα, ο οποίος είχε αναστείλει την ποινική δίωξη πρώην πελάτη του.

Ο κ. Κατσουνωτός διαθέτει, φυσικά, το τεκμήριο της αθωότητας και για τα δύο περιστατικά, μόνο που δεν αποφάνθηκε για την αθωότητά του κάποιο δικαστήριο. Όπως σωστά έγραψε στον «Φ» (23/2/25) ο κ. Γ. Καλλινίκου, «έμεινε να αιωρείται στα μυαλά των πολιτών το ενδεχόμενο να υπήρχαν όντως ποινικά αδικήματα. Δεν θα το μάθουμε, όμως, ποτέ». Πολλά και εύλογα ερωτήματα προκύπτουν: πως θα διοικήσει την Αστυνομία ένας ηγέτης όταν υπάρχουν σκιές στη φήμη του; Πώς θα πείσει την κοινωνία; Τι συμβολικό κεφάλαιο διαθέτει; Τι μήνυμα εκπέμπεται στην Αστυνομία και στην κοινωνία γενικότερα;

3. Ηγεσία, ευνοιοκρατία, και «διακριτική ευχέρεια» στην Αγγλική Σχολή. Πρόσφατα, ο διευθυντής της Αγγλικής Σχολή κ. Στιούαρτ Γουόκερ κατήγγειλε, με ασυνήθιστα έντονη γλώσσα, ότι δέχθηκε «αφόρητες πιέσεις» από μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου (ΔΣ) της Αγγλικής Σχολής να γίνει δεκτό στη Σχολή τέκνο μέλους του ΔΣ, παρά το γεγονός ότι είχε αποτύχει στις εισαγωγικές εξετάσεις. Ο Διευθυντής αρνήθηκε να υποκύψει στις πιέσεις. «Η ακεραιότητα και η καλή φήμη του σχολείου είναι σημαντικότερη από οποιαδήποτε ζημιά που μπορεί να προκληθεί σε ένα άτομο», έγραψε.  (Σημείωση: μετά το περιστατικό αυτό, το ΔΣ παύθηκε και νέο ΔΣ διορίστηκε. Οι αναφορές στο ΔΣ αφορούν στο παυθέν ΔΣ).

Μέλη του ΔΣ διέψευσαν ότι τον πίεσαν. Ας δεχθούμε τον ισχυρισμό τους, χάριν συζητήσεως. Τα ίδια μέλη, ωστόσο, επιβεβαίωσαν ότι ζήτησαν από τον Διευθυντή να ασκήσει τη «διακριτική ευχέρειά» του για το εν λόγω παιδί. Είναι γεγονός ότι ο Διευθυντής διαθέτει διακριτική ευχέρεια. Ήταν, όμως, σωστό μέλη του ΔΣ να του ζητήσουν να την ασκήσει επ’ ωφελεία του παιδιού ενός από αυτά; Μιμούμενοι την αυτοεξυπηρετική γλώσσα Αναστασιάδη, «ουδέν μεμπτόν» ανέφεραν μέλη του ΔΣ που φέρονται να συμμετείχαν στη σχετική συζήτηση με τον κ. Γουόκερ.  

Η στάση αυτή είναι εξόχως αποκαλυπτική – δείχνει την ηθική και εννοιολογική σύγχυση μέρους της κυπριακή ελίτ. Δεν θεωρεί ότι είναι υποχρεωμένη να δίνει το καλό παράδειγμα αλλά να επωφελείται «διακριτικών» προνομίων. Δεν πιστεύει ότι πρέπει να αυτοπεριορίζεται αλλά να κερδίζει ό,τι θεωρεί ότι δικαιούται. Δεν αντιλαμβάνεται την ηγεσία ως προσφορά αλλά ως ανταποδοτικότητα.

Αν υπήρχε αίσθηση ηγετικής ευθύνης, κανένα μέλος του ΔΣ δεν θα διανοούνταν να εισηγηθεί στον Διευθυντή να ασκήσει τη «διακριτική ευχέρειά» του για να ωφεληθεί το παιδί του. Γιατί; Το είπαν έξοχα παιδιά της Αγγλικής Σχολής σε αναρτήσεις τους, μετά τη δημοσιοποίηση του περιστατικού: «Ισχυρίζεστε ότι είστε οι θεματοφύλακες του ιδρύματος, αλλά οι πράξεις σας δείχνουν το αντίθετο» («Φ», 28/2/25). Επιτρέψετε μου να επεκταθώ.

Ηγούμαι σημαίνει υπηρετώ: έχοντας ευθύνη για τον οργανισμό μου, είμαι ο τελευταίος που πρέπει να ζητήσει να ωφεληθεί και ο πρώτος που πρέπει να δίνει το παράδειγμα του αυτοπεριορισμού. Ακόμα κι αν πιστεύω ότι υπάρχουν σημαντικοί ποιμαντικοί λόγοι για τους οποίους το παιδί μου αξίζει να τύχει ευνοϊκής μεταχείρισης, δεν θα τολμήσω να τους προβάλλω. Γιατί; Διότι δεν ξέρω πώς θα εκληφθεί αυτή η πράξη μου: αίτημα για αμερόληπτη άσκηση διακριτικής ευχέρειας ή εκμετάλλευση της θέσης μου για ευνοιοκρατική μεταχείριση του παιδιού μου; Η προκύπτουσα ασάφεια υποσκάπτει τα ηθικά θεμέλια του ρόλου μου και την εμπιστοσύνη που πρέπει να περιβάλλει την άσκησή του. Όταν ηγούμαι οφείλω να θέτω τις απαιτήσεις τους αξιώματός μου πάνω ακόμη κι από τυχόν εύλογες δικές μου απαιτήσεις. Η ηγεσία εμπεριέχει τον αυτοπεριορισμό.

Αυτά είναι ψιλά γράμματα για αρκετά μέλη της κυπριακής ελίτ. Μπορεί να περηφανεύονται για τις καλές σπουδές τους, να διανθίζουν με αγγλισμούς το λόγο τους σαν τη Μαντάμ Σουσού, και να εξυμνούν τους αγγλοσαξονικούς θεσμούς, αλλά είναι σαν τους Φαρισαίους: κυρίως νοιάζονται για το φαίνεσθαι και τον εαυτό τους. Από τη βρετανική νοοτροπία του «fair play» και του «fiduciary responsibility» δεν έμαθαν τίποτε. Είναι, ωστόσο, κατανοητό – άλλα είναι τα κυρίαρχα πρότυπα γύρω τους. Όταν προβεβλημένοι αξιωματούχοι της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν αναγνωρίζουν καταφανή σύγκρουση συμφέροντος, γιατί να αυτοπεριορισθούν αυτοί;

Ζούμε, εδώ και χρόνια, σε περιβάλλον θεσμικής σήψης, στο οποίο πρωτοστατούν πολιτικοί-θεσμικοί ηγέτες μας. Διαφθορά, διαπλοκή, ατιμωρησία, κατάχρηση εξουσίας, σύγκρουση συμφέροντος, αναξιοκρατία και ευνοιοκρατία μας πνίγουν. Όσο εμείς οι πολίτες τα καταπίνουμε, τόσο θα είμαστε άξιοι της μοίρας μας. Τουλάχιστον να μη χάσουμε αυτό που μάλλον διέθεταν οι παλαιότερες γενιές: την ικανότητα να ντρεπόμαστε. Να νοιώθεις ντροπή είναι δείγμα ηθικής υγείας: δείχνεις ότι γνωρίζεις το σωστό και το πρέπον. Κάτι είναι κι αυτό.

*Ο Χαρίδημος Τσούκας (www.htsoukas.com) είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και Αντεπιστέλλον Μέλος της Κυπριακής Ακαδημίας Επιστημών, Γραμμάτων και Τεχνών.