Οι εκπαιδευτικές οργανώσεις ΟΕΛΜΕΚ και ΟΛΤΕΚ, η Παγκύπρια Συνομοσπονδία Γονέων Μέσης Εκπαίδευσης, αλλά και οι οργανωμένοι μαθητές, αντιτίθενται στο σχέδιο κανονισμών του υπουργείου Παιδείας, το οποίο προνοεί την προσφορά ξενόγλωσσων προπτυχιακών προγραμμάτων από τα δημόσια πανεπιστήμια της χώρας. Απειλούν μάλιστα να κλείσουν τα σχολεία αν περάσει το εν λόγω σχέδιο κανονισμών.
Καταρχάς, ποιος τους ρώτησε; Είναι αρμοδιότητα των καθηγητών Μέσης και Τεχνικής Εκπαίδευσης, των γονιών, αλλά και των μαθητών να υποδείξουν στα δημόσια πανεπιστήμια αν θα προσφέρουν ή όχι ξενόγλωσσα προπτυχιακά προγράμματα; Είναι δουλειά τους; Ποιος τους έδωσε τέτοιο δικαίωμα;
Τα πανεπιστήμια είναι ανεξάρτητοι οργανισμοί και ως τέτοιοι θα πρέπει να αφεθούν ελεύθεροι να αποφασίσουν από μόνοι τους αν θα προσφέρουν και ξενόγλωσσα προγράμματα και ποια. Από την στιγμή που δεν μειώνονται οι θέσεις στα προγράμματα που διδάσκονται στα Ελληνικά, δεν έχουν κανένα δικαίωμα ούτε οι εκπαιδευτικοί, ούτε οι γονείς και οι μαθητές να αντιδρούν.
Αν θέλουμε τα πανεπιστήμιά μας να είναι πραγματικά ανεξάρτητα, δεν πρέπει ούτε και αυτό ακόμα το υπουργείο Παιδείας να παρεμβαίνει.
Οι οργανώσεις που αντιδρούν ισχυρίζονται ότι το προτεινόμενο σχέδιο υπονομεύει τη λειτουργία των δημόσιων σχολείων, προβάλλοντας τον ανυπόστατο και γελοίο ισχυρισμό ότι με το σχέδιο αυτό «καταστρατηγούνται οι Παγκύπριες Εξετάσεις ως διαδικασία πρόσβασης στα δημόσια πανεπιστήμια και δημιουργούνται διαδικασίες άνισης μεταχείρισης των αποφοίτων των δημοσίων σχολείων σε σχέση με τους αποφοίτους των ιδιωτικών σχολείων».
Η δική μου η εκτίμηση είναι ότι αυτό που υπονομεύεται, δεν είναι το δημόσιο σχολείο, ούτε και καταστρατηγούνται οι Παγκύπριες Εξετάσεις ως διαδικασία πρόσβασης στα δημόσια πανεπιστήμια. Ας είμαστε απόλυτα ειλικρινείς. Αυτό που υπονομεύεται είναι παραπαιδεία με τα παράνομα φροντιστήρια και η τσέπη όσων εκπαιδευτικών κάνουν παράνομα φροντιστήρια. Όλα τα άλλα είναι προφάσεις εν αμαρτίαις.
Ας εξετάσουμε, όμως και το θέμα της ίσης ή άνισης μεταχείρισης, όχι μόνο των αποφοίτων, αλλά και όλων των μαθητών των δημόσιων σχολείων σε σχέση με εκείνους των ιδιωτικών.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Στατικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας για το 2022, κάθε μαθητής που φοιτά σε δημόσιο γυμνάσιο ή λύκειο, στοιχίζει στο κράτος 15.000 ευρώ τον χρόνο. Στα έξι χρόνια της φοίτησής του στο δημόσιο σχολείο, κάθε μαθητής στοιχίζει €90.000. Αντίθετα, κάθε μαθητής που φοιτά σε ιδιωτικό γυμνάσιο ή λύκειο εξοικονομεί στο κράτος τουλάχιστον €90.000. Και μόνο από ηθικής πλευράς να δούμε το θέμα, έπρεπε να υπάρχει συγκεκριμένος αριθμός θέσεων στα δημόσια πανεπιστήμια για τους μαθητές των ιδιωτικών σχολείων.
Όσον αφορά τις Παγκύπριες Εξετάσεις, δεν πρέπει να είναι ο μόνος τρόπος εισδοχής σε δημόσιο πανεπιστήμιο. Το κάθε ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να αξιολογεί τους υποψήφιους φοιτητές και με άλλες διεθνείς εξετάσεις. Το μονοπώλιο των Παγκύπριων Εξετάσεων οδηγεί στην παραπαιδεία, στην αφαίμαξη του οικογενειακού προϋπολογισμού και στην φοροδιαφυγή.
Όταν ήμουν τελειόφοιτος στο Παγκύπριο Γυμνάσιο, μας ενημέρωσαν οι καθηγητές μας ότι θα μας παρέδιδαν επιπλέον μαθήματα ΔΩΡΕΑΝ για να ετοιμαστούμε, τόσο για τις τελικές εξετάσεις του σχολείου μας, όσο και για τις τότε προεισαγωγικές. Σήμερα;
Σήμερα οι μαθητές, ακόμα και από την πρώτη λυκείου, φορτώνονται καθημερινά με ιδιαίτερα μαθήματα, προκειμένου να πετύχουν στις Παγκύπριες Εξετάσεις. Τί συμβαίνει λοιπόν; Το πρωί πηγαίνουν απλώς στο σχολείο για να περνά η ώρα; Δεν διδάσκονται; Δεν μαθαίνουν; Γιατί σώνει και καλά θα πρέπει, όσες ώρες περνούν στο σχολείο, να περνούν άλλες τόσες στα ιδιαίτερα; Και πότε θα κάνουν την κατ’ οίκον εργασία που τους βάζουν οι καθηγητές στο σχολείο και πότε την εργασία που τους βάζουν στα ιδιαίτερα; Έχει χαθεί το μέτρο, ή όχι;
*Πολιτικός Επιστήμονας / Δημοσιογράφος