Μεγάλη συζήτηση  γίνεται τις τελευταίες μέρες για το πρόγραμμα «Πληρώνω Όσο Πετώ» το οποίο εξήγγειλε η κυβέρνηση Νίκου Αναστασιάδη και θα το υλοποιήσει η κυβέρνηση Νίκου Χριστοδουλίδη. ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ ζήτησαν αναβολή στην υλοποίηση του προγράμματος με την κυβέρνηση να απαντά ότι δεν μπορεί να αναβληθεί λόγω των υποχρεώσεων που έχει η Κυπριακή Δημοκρατία έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το πολυσυζητημένο πλέον πρόγραμμα «Πληρώνω Όσο Πετώ» περιλαμβάνεται στην Ευρωπαϊκή Οδηγία 2008/98 η οποία τροποποιήθηκε το 2018 και όπως αναφέρεται στόχος είναι η ελαχιστοποίηση των αρνητικών συνεπειών της παραγωγής και της διαχείρισης των αποβλήτων για την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον. Η πολιτική για τα απόβλητα, σημειώνεται στην Οδηγία, θα πρέπει  να αποσκοπεί στη μείωση της χρήσης φυσικών πόρων και να προωθεί την πρακτική εφαρμογή της ιεράρχησης των αποβλήτων.

Όταν λέμε Οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης τι εννοούμε και ποιες οι συνέπειες από τυχόν μη εφαρμογή της;   

Σύμφωνα με το Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης η Οδηγία απευθύνεται μόνο στα κράτη – μέλη, όχι στα φυσικά ή νομικά πρόσωπα και δεσμευτικό είναι μόνο το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Ως εκ τούτου τα κράτη – μέλη της ΕΕ οφείλουν να μεταφέρουν τις πρόνοιες της Οδηγίας στο εσωτερικό τους δίκαιο. Τα κράτη – μέλη διατηρούν τη διακρατική ευχέρεια να προκρίνουν τα ίδια ποια εθνικά όργανα θα αναλάβουν την έκδοση των πράξεων συμμόρφωσης, ποιας μορφής πράξεις θα εκδοθούν και ποιο θα είναι το περιεχόμενο τους. Χρήζει επισήμανσης ότι δεν επιτρέπεται έλεγχος της συνταγματικότητας των πράξεων μεταφοράς της Οδηγίας στο εσωτερικό δίκαιο, εάν ο έλεγχος αυτός πρόκειται να οδηγήσει σε αμφισβήτηση της Οδηγίας και του επιδιωκόμενου από αυτή αποτελέσματος. Τα κράτη – μέλη έχουν υποχρέωση την έγκαιρη προσαρμογή τους προς την Οδηγία. Απαγορεύεται η μετάθεση του χρονικού σημείου μεταφοράς της Οδηγίας στο εσωτερικό δίκαιο με πρωτοβουλία του κράτους. Η παράλειψη των κρατών μελών να συμμορφωθούν με το δεσμευτικό περιεχόμενο Οδηγιών είναι κάτι που συμβαίνει και πολλές φορές στο παρελθόν επιβλήθηκαν κυρώσεις. Σε περίπτωση παράλειψης συμμόρφωσης των κρατών – μελών στις Οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης διακυβεύεται η ομοιόμορφη εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης και οι Ευρωπαίοι πολίτες ουσιαστικά δεν τυγχάνουν της ίδιας μεταχείρισης. Το Ευρωπαϊκό Δίκαιο προβλέπει σ’ αυτές τις περιπτώσεις τη δίωξη του κράτους που είτε ολιγώρησε, είτε καθυστέρησε να εφαρμόσει την Οδηγία με τη διαδικασία προσφυγής κατά κράτους μέλους.

Σύμφωνα με το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσω της προσφυγής κατά κράτους μέλους το Δικαστήριο ελέγχει την εκ μέρους των κρατών -μελών τήρηση των υποχρεώσεων τις οποίες υπέχουν από το δίκαιο της Ένωσης. Της ασκήσεως της προσφυγής προηγείται προκαταρκτική διαδικασία την οποία κινεί η Επιτροπή και στο πλαίσιο της οποίας παρέχεται στο οικείο κράτος μέλος η δυνατότητα να απαντήσει στις αιτιάσεις που διατυπώνονται έναντι αυτού. Αν η διαδικασία αυτή δεν οδηγήσει το κράτος – μέλος να θέσει τέρμα στην παράβαση, μπορεί να ασκηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου προσφυγή για παράβαση του δικαίου της Ένωσης.

Την προσφυγή αυτή μπορεί να ασκήσει είτε η Επιτροπή, αυτό συμβαίνει συνήθως, είτε άλλο κράτος μέλος. Αν το Δικαστήριο αναγνωρίσει την παράβαση, το κράτος υποχρεούται να θέσει αμέσως τέρμα σε αυτή. Εάν κατόπιν νέας προσφυγής της Επιτροπής το Δικαστήριο διαπιστώσει ότι το συγκεκριμένο κράτος μέλος δεν συμμορφώθηκε με την απόφασή του, μπορεί να του επιβάλει την καταβολή κατ’ αποκοπήν ποσού ή χρηματικής ποινής. Το βάρος της απόδειξης για τα γεγονότα, που θεμελιώνουν την αντίθεση στο ενωσιακό δίκαιο, φέρει κατά κύριο λόγο η Επιτροπή ενώ το κράτος προβάλλει και αποδεικνύει τους δικούς του ισχυρισμούς στην προσπάθεια του να αμφισβητήσει ή να δικαιολογήσει την παράβαση. Θα πρέπει να επισημανθεί με σαφήνεια ότι η έννομη τάξη που εγκαθιδρύθηκε από τη Συνθήκη δεν επιτρέπει στα κράτη – μέλη να εξαρτούν την εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης από οποιονδήποτε όρο αμοιβαιότητας. Για παράδειγμα, ισχυρισμός ότι και άλλα κράτη – μέλη παραβίασαν το κοινοτικό δίκαιο με την ίδια συμπεριφορά δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη. Η καθυστέρηση στη μη εφαρμογή της Οδηγίας της ΕΕ για τα απόβλητα ενδεχομένως να βάλει την Κύπρο σε μπελάδες αφού η χώρα μας ως κράτος – μέλος έχει υποχρέωση να συμμορφωθεί και να ακολουθήσει την αναπτυξιακή στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον περασμένο Δεκέμβριο απέστειλε ήδη αιτιολογημένη γνώμη λόγω μη ορθής εφαρμογής της Οδηγίας που αφορά την υγειονομική ταφή των αποβλήτων. Η διαδικασία επί παραβάσει στην οποία περιλαμβάνεται η επιστολή αιτιολογημένης γνώμης είναι το τελευταίο στάδιο πριν από την παραπομπή ενός κράτους ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Κυπριακή Δημοκρατία έχει χρονικό περιθώριο δύο μηνών, δηλαδή μέχρι το Φεβρουάριο να απαντήσει και να λάβει τα αναγκαία μέτρα. Σε αντίθετη περίπτωση η Επιτροπή μπορεί να επιλέξει να την παραπέμψει στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τον κίνδυνο καταδίκης να είναι ορατός.

*Τέως Διευθυντής Γραφείου Τύπου Προέδρου της Δημοκρατίας, Κάτοχος Μεταπτυχιακού Τίτλου στο Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.