Την εβδομάδα που πέρασε, έγινε για πρώτη φορά συζήτηση στο Ευρωκοινοβούλιο για την ανακήρυξη του ψευδοκράτους με τίτλο «Καταδίκη της παράνομης και μονομερούς ανακήρυξης ανεξαρτησίας της αποσχιστικής οντότητας στην Κύπρο και όλων των προσπαθειών νομιμοποίησής της και επαναβεβαίωσης της ανάγκης για ευρωπαϊκή αλληλεγγύη – 41 χρόνια μετά». Η συζήτηση παρέχει μια ευκαιρία για να εξηγηθούν δυνατότητες, λάθη και αδυναμίες και για καλύτερη ενημέρωση όσων καλόπιστα προσεγγίζουν το θέμα.
Το πολιτικό αποτύπωμα από την διεξαγωγή της συζήτησης ήταν ξεκάθαρα υπέρτερο των όποιων αδυναμιών. Την διεξαγωγή της συζήτησης στήριξαν ΟΛΕΣ οι πολιτικές ομάδες και όσοι μίλησαν καταδίκασαν την ανακήρυξη του ψευδοκράτους. Αρκετοί ομιλητές ήταν από Κύπρο κι Ελλάδα, αλλά έχει επίσης σημασία ότι ορισμένοι εκπροσωπούσαμε την Πολιτική μας Ομάδα όχι τον εαυτό μας ή το κόμμα μας. Φυσικά, η πολιτική ισχύς του Ευρωκοινοβουλίου είναι περιορισμένη συγκρινόμενη με την Κομισιόν και ειδικότερα με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στα θέματα εξωτερικής πολιτικής, όπως προνοείται από τις Συνθήκες Λειτουργίας της ΕΕ. Σε αυτή την πραγματικότητα λειτουργούμε και οφείλουμε να αξιοποιούμε κάθε εργαλείο στο έπακρο.
Η μειωμένη συμμετοχή ήταν μια αδυναμία αλλά δεν αφορά το Κυπριακό. Πολλοί Ευρωβουλευτές παρακολουθούν μέσω οθόνης από το γραφείο τους, πράγμα που κάνω κι ίδιος. Άλλες δεκάδες χιλιάδες παρακολουθούν ηλεκτρονικά και η συζήτηση παραμένει μόνιμα προσβάσιμη στη συνέχεια σε διπλωμάτες, συμβούλους, αναλυτές, φοιτητές κ.ά. Μια συζήτηση αμέσως πριν από την ψηφοφορία, όπως συνέβηκε τον Ιούλιο για τα 50 χρόνια από την τουρκική εισβολή και κατοχή στην Κύπρο, έχει κατάμεστη αίθουσα. Επιπλέον, η επικαιρότητα προσελκύει ανάλογο ενδιαφέρον καθώς και το μέγεθος, π.χ. άλλο Γερμανία με 96 Ευρωβουλευτές κι άλλο η Κύπρος με έξι. Επομένως, η συμμετοχή είναι επιθυμητή αλλά δεν αποτελεί καθοριστικό παράγοντα ισχύος, αφού πρωτίστως επικρατούν συμφέροντα.
Παραλείψεις και λάθη υπήρξαν, κάποια από εμάς. Καταρχάς, από ένα τόσο μακρύ τίτλο συζήτησης, απουσίαζε η λέξη Τουρκία κι επιπλέον ο Αντιπρόεδρος της Κομισιόν μίλησε δύο φορές χωρίς να αναφέρει τη λέξη Τουρκία. Η παράλειψη δεν ήταν τυχαία και το ανέδειξα ως πρώτο σημείο, παραθέτοντας τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας – ΟΗΕ και Ευρωπαϊκών Δικαστηρίων που καταδεικνύουν ότι πρόκειται για ξεκάθαρη παρανομία κι όχι κάτι που επιδέχεται πολιτική ερμηνεία. Επιπλέον, αναφέρθηκα στο έγκλημα του εποικισμού. Συχνά Ευρωβουλευτές επιλέγουν λεκτικό που απευθύνεται στο εσωτερικό τους ακροατήριο στην Κύπρο, αντί στο ευρωπαϊκό πλαίσιο της συζήτησης. Τέτοιο «εσωτερικό» λεκτικό κερδίζει μπράβο από κομματικούς, αλλά πρώτιστος στόχος πρέπει να είναι η διαμόρφωση πολιτικών σε ευρωπαϊκό επίπεδο και η συζήτηση γίνεται στο Ευρωκοινοβούλιο και όχι σε κάποιο κομματικό σωματείο ή στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης. Μάλιστα, εφόσον η συγκεκριμένη συζήτηση αφορούσε την ανακήρυξη του ψευδοκράτους για την οποία υπεύθυνη κι ένoχη πολιτικά είναι η Τουρκία, αποτελεί σοβαρό ατόπημα και διαστρέβλωση η αναφορά κι επικέντρωση σε «δύο κοινότητες» ως να πρόκειται για δικοινοτική διαφορά.
Η δική μου κατάληξη: «Το δίκαιο θα επικρατήσει μια μέρα και θα θυμόμαστε όχι μόνο τα εγκλήματα, αλλά και τα μέλη της οικογένειάς μας στην Ευρώπη, που σιώπησαν στη κρίσιμη ώρα.»
*Ευρωβουλευτής ΔΗΚΟ- S&D