Στις 23.1.2024 η Βουλή μας απεφάσισε να συζητήσει το θέμα των ελληνοκυπριακών περιουσιών στα κατεχόμενα.
Εκείνο πραγματικά που με ξενίζει είναι η στάση της Κυβέρνησης και της Βουλής όσο και του απλού κόσμου. Για ποιες Ελληνοκυπριακές περιουσίες μιλούμε; Γι’ αυτές τις περιουσίες όφειλε η Κυβέρνηση και η Βουλή να γνωρίζει την αλήθεια τί έγινε και τι θα γίνει.
Οι εκτοπισμένοι ιδιοκτήτες έβλεπαν και βλέπουν τις περιουσίες τους να πωλούνται σε τρίτους, να κτίζονται ξενοδοχεία και συγκροτήματα και να μην μπορούν ν’ αντιδράσουν. Ψάχνοντας να βρουν σανίδα σωτηρίας οδηγήθηκαν στο ΕΔΑΔ.
Η βοήθεια από την Κυβέρνηση μηδενική και οι ανάγκες του κάθε πονεμένου πολλές. Το μεγαλύτερο λάθος ήταν γιατί η πλειοψηφία πίστεψε ότι το ΕΔΑΔ θα μας έλυνε το πρόβλημα και θα μετατρεπόταν από σώμα απονομής δικαιοσύνης σε πολιτικό πεδίο μάχης.
Λίγοι δεν δυσκολεύτηκαν να προβλέψουν το μέλλον των συχνών επισκέψεων μας στο ΕΔΑΔ. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων μας προειδοποίησε στην υπόθεση Ξενίδης-Αρέστης εναντίον Τουρκίας 2005, πως πρέπει να βρεθεί κάποιος μηχανισμός που να επιλύει και να ρυθμίζει το ζήτημα των Ελληνοκυπριακών Περιουσιών στα κατεχόμενα.
Παρόλο που η «Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου» δεν είναι αναγνωρισμένο κράτος σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, η νομοθεσία νομικού καθεστώτος των ελληνοκυπριακών περιουσιών στη Βόρεια Κύπρο έχει αναγνωριστεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (ΕΔΑΔ) ως παρέχουσα αποτελεσματικά ένδικα μέσα, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ).
Το άρθρο 159 του «Συντάγματος των κατεχομένων» κατοχυρώνει την κυριότητα της εν λόγω ακίνητης περιουσίας στην «ΤΔΒΚ», ενώ ο Νόμος για την αποζημίωση, την ανταλλαγή και την επιστροφή ακινήτων οι οποίες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της υποπαραγράφου (β) της παραγράφου 1 του άρθρου 159 του Συντάγματος, όπως τροποποιήθηκε («Νόμος 67/2005») προσφέρει ένδικα μέσα στους αρχικούς ιδιοκτήτες.
Ο Νόμος 67/2005 εκδόθηκε ως απάντηση στις οδηγίες που έδωσε το ΕΔΑΔ για να διασφαλίσει τη συμβατότητά του με το καθεστώς της ΕΣΔΑ για την προστασία των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας. Να σημειωθεί ότι το 2006 το ΕΔΑΔ ενέκρινε τον Νόμο 67/2005 ως συμβατό με την Ευρωπαϊκή Συμφωνία, και το 2010 στην απόφαση Δημόπουλος κατά Τουρκίας, το ζήτημα της συμβατότητας εξετάστηκε διεξοδικά και εγκρίθηκε ομόφωνα. Σύμφωνα με το γενικό δίκαιο και την ΕΣΔΑ, οι συναλλαγές σε «εγκαταλειμμένες» ιδιοκτησίες μετά τη δημοσίευση του 67/2005 είναι νομικά έγκυρες. Επειδή οι συναλλαγές αυτές είναι νομικά έγκυρες, οι αγοραστές και οι πωλητές των ακινήτων αυτών μπορούν να θεωρήσουν ότι οι συναλλαγές τους είναι νομικά έγκυρες.
Δεδομένου ότι οι συναλλαγές επί «εγκαταλειμμένων» ακινήτων μετά τον Νόμο 67/2005 είναι νομικά έγκυρες με την Ευρωπαϊκή Συμφωνία (ΕΣΔΑ) και το γενικό διεθνές δίκαιο, αντιμετωπίζεται ο κίνδυνος αναγνώρισης ως τέτοιες από την Κυπριακή Δημοκρατία.
Η μη αναγνώρισης της εγκυρότητας των συναλλαγών σε τέτοιου είδους ακίνητα θα συνεπάγεται τη διεθνή ευθύνη της Κυπριακής Δημοκρατίας, τόσο βάση του διεθνούς δικαίου όσο και βάση της ΕΣΔΑ. Το άτομο ή τα άτομα που απέκτησαν έγκυρο τίτλο ιδιοκτησίας σε ακίνητα που αγόρασαν από τις Αρχές των κατεχομένων στη περιοχή των κατεχομένων μετά τη δημοσίευση του Νόμου 67/2005, δυστυχώς και όλες οι επακόλουθες συναλλαγές επί των εν λόγω ακινήτων κατά την άποψη μου προστατεύονται βάση της ΕΣΔΑ και του διεθνούς δικαίου.
Το σχέδιο του Γενικού Γραμματέα Kόφι Ανάν από το 2008 έκανε σαφή διάκριση μεταξύ «των θέσεων που υιοθετήθηκαν πρόσφατα από τα Ηνωμένα Έθνη και τη διεθνή κοινότητα στην πρώην Γιουγκοσλαβία» και της κυπριακής σύγκρουσης, τονίζοντας τον παράγοντα του χρόνου, δηλαδή «το γεγονός ότι τα γεγονότα στην Κύπρο συνέβησαν πριν από 30 με 40 χρόνια και ότι οι εκτοπισμένοι άνθρωποι έπρεπε να ξαναχτίσουν τις ζωές και τις οικονομίες τους κατά τη διάρκεια αυτού του χρόνου», και αναγνώρισε τις «νόμιμες διεκδικήσεις» τόσο των προσφύγων όσο κα εκείνων που σήμερα διαμένουν στις περιουσίες τους.
Προσπάθησε να επιτύχει ένα συμβιβασμό που θα προέβλεπε πρόσφυγες στα σπίτια που εγκατέλειψαν οι ίδιοι ή οι οικογένειές τους ως αποτέλεσμα της εισβολής και της κατοχής.
Να σημειωθεί ότι η θέση αυτή εγκρίθηκε από το ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ σχετικά με το Σχέδιο Ανάν. Το Σχέδιο δυστυχώς δεν πέρασε παρά το γεγονός ότι το 65% των Τουρκοκυπρίων αποδέχτηκε το σχέδιο λύσης ενώ το 76% των Ελληνοκυπρίων το απέρριψε.
Ρωτώ όλους αυτούς που διαπραγματεύονταν μετά την 1η Μαρτίου 2010 που δημοσιοποιήθηκε η απόφαση Δημόπουλου τι έπραξαν;
Η Κυβέρνηση, το Υπουργείο Εξωτερικών, η Βουλή, τα κόμματα και αυτοί που συζητούσαν την λύση στο Κραν Μοντανά, αν γνώριζαν την απόφαση, τι έπραξαν, αν δεν την γνώριζαν τι δικαιολογία έχουν;
*Δικηγόρος