Ο Χριστόφορος Δημητρίου αναφέρεται στο άρθρο του Κώστα Βενιζέλου με τίτλο «Στα ίχνη των σφετεριστών ε/κ περιουσιών η Κυπριακή Δημοκρατία».

Είναι όντως σημαντικό να γίνονται νομικές ενέργειες προς αυτή την κατεύθυνση. Κάτι τέτοιο βοηθά και στο εξής: να «σηκωθεί» το πέπλο που αδιακρίτως έπεσε πάνω στα Κατεχόμενα τόσες δεκαετίες και να διαφανεί ποιος είναι ποιος. Γιατί όπως και στην από ‘δω πλευρά και όπως και σε κάθε κοινωνία, η κοινωνία της από κει πλευράς έχει απ’ όλους τους ανθρώπους. Έχει ανθρώπους που ζουν και δουλεύουν σε γη των γονιών και των παππούδων τους, έχει εκτοπισμένους (πρέπει να τους πούμε έτσι για να είμαστε δίκαιοι) στους οποίους οι ασκούντες την εξουσία από κει παραχώρησαν (το «παραχώρησαν» βάλτε το εντός ή εκτός εισαγωγικών) ελληνοκυπριακή γη, έχει εποίκους που ζουν μες στη μιζέρια, έχει και ανθρώπους της αρπαχτής που έκαναν περιουσία πάνω στις ράχες όλων των άλλων περιλαμβανομένων των Ελληνοκυπρίων. 

Η δεύτερη επισήμανση που θα ήθελα να κάνω και είναι κάτι στο οποίο θα διαφωνήσω εν μέρει μαζί σας, αφορά την επιτροπή ακίνητης περιουσίας. 

Σεβαστή η πολιτική άποψη καθενός σε σχέση με αυτή την Επιτροπή, ωστόσο πρόκειται για έναν θεσμό ο οποίος αναγνωρίζεται από τουλάχιστον έναν διεθνή οργανισμό, το Συμβούλιο της Ευρώπης. Η επιτροπή είναι ένας θεσμός απόδοσης δικαιοσύνης και δεν είναι στην ίδια κατηγορία με τους σφετεριστές (υπάρχει μάλιστα κριτική στα Κατεχόμενα ότι κακώς καλούνται οι πολλοί μέσα από τους φόρους τους να ενισχύσουν το ταμείο της Επιτροπής για να πληρώνει τη ζημιά που έκαναν οι σφετεριστές). Συνεπώς δεν θα πρέπει να τίθεται εντός εισαγωγικών ή να περιγράφεται ως «λεγομένη». 

Κάποιος μπορεί να πει ότι τα όσα γράφω πιο πάνω είναι λεπτομέρειες ή «ψιλά γράμματα». Αυτό που αντιτείνω είναι ότι οι υπερβολικές λεπτομέρειες είναι ένα πράγμα, οι ανακρίβειες είναι κάτι άλλο. Οι ανακρίβειες δημιουργούν παρεξηγήσεις και οι παρεξηγήσεις οδηγούν σε αδικίες, ενίοτε και σε συγκρούσεις. Η ανακρίβεια σχετικά με την Επιτροπή Ακίνητων Περιουσιών και τη θεσμική της υπόσταση, έχει ως αποτέλεσμα εκείνος που έχασε την περιουσία του στην εισβολή (και πήρε τη δική του, σεβαστή απόφαση να κάνει αίτηση στην Επιτροπή), να συναντά άρνηση από την τράπεζά του όταν επιχειρεί να καταθέσει την αποζημίωση που εισέπραξε. Αν βάζουμε την αποζημίωση εντός εισαγωγικών, βάζουμε εντός εισαγωγικών τον πόνο και το δίκιο αυτού του ανθρώπου και την επιθυμία του να χρησιμοποιήσει το ποσό για να αποκτήσουν στέγη τα παιδιά του ή για να σπουδάσουν τα εγγόνια του.